Της Γιάννας Γιαννουλοπούλου

 

Το σημερινό σημείωμα της στήλης δεν αφορά αμιγώς εκπαιδευτικό ζήτημα, αλλά περιστρέφεται γύρω από ζητήματα γλώσσας και γλωσσικής διόρθωσης. Αφορμή για αυτό αποτελεί η Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας που πλησιάζει, αλλά και μια γενικότερη δημόσια συζήτηση του τελευταίου διαστήματος για τη σεξιστική και μη σεξιστική χρήση της γλώσσας.

Έμμεσα η συζήτηση αυτή σχετίζεται και με τα ρεύματα πολιτικής ορθότητας, αλλά και ταυτοτήτων –έμφυλων και άλλων– που κατά καιρούς καταλαμβάνουν το κέντρο του ενδιαφέροντος. Ας αρχίσουμε όμως από τη σκληρή πραγματικότητα: Όσες γυναίκες δεν είναι παντρεμένες, όταν υποβάλλουν φορολογική δήλωση, πρέπει να υπογράφουν στο σημείο «ο δηλών». Όσες γυναίκες είναι παντρεμένες, όταν υποβάλλουν φορολογική δήλωση, πρέπει αφενός να υπογράφουν στο σημείο «η δηλούσα» και αφετέρου να συνειδητοποιήσουν ότι υπόχρεος απέναντι στην Εφορία –και επομένως διαχειριστής των όποιων εισοδημάτων τους– είναι ο σύζυγος και κατά συνεπαγωγή «η κεφαλή της οικογένειας». Εάν μια γυναίκα εργαζόμενη δικαιούται να λαμβάνει επιστροφή χρημάτων από την Εφορία, αυτή θα πιστωθεί στον αριθμό φορολογικού μητρώου του συζύγου, και εάν αυτός οφείλει στην Εφορία (πράγμα καθόλου σπάνιο), το ποσό της πιθανής επιστροφής της συζύγου θα συμψηφιστεί με τα πιθανά χρέη του συζύγου! Σχολαστικές λεπτομέρειες, θα σκεφτείτε, σε μια εποχή κρίσης και φτωχοποίησης, κατά την οποία όποιος ή όποια μπορεί να φέρει εισόδημα στην οικογένεια, θεωρεί ότι είναι τυχερός ή τυχερή. Ισχυρίζομαι ότι δεν αποτελεί καθόλου σχολαστικισμό για τις γυναίκες να βιώνουν εκτός από τις συνέπειες της βαθιάς κρίσης και την παραδοσιακή συνέπεια του ότι είναι υπό επιτροπεία.

Η αναφορά στον «δηλούντα» και στη «δηλούσα» της φορολογικής δήλωσης –που παραμένουν άθικτοι και από την κυβέρνηση της Αριστεράς παρά την κατήχηση πολιτικής ορθότητας που υφιστάμεθα καθημερινά– δεν θα ήταν αξιοσημείωτη αν δεν συσχετιζόταν με τις πολιτικές και τις αντίστοιχες ρητορικές «ένταξης της ισότητας των φύλων στη γλώσσα των διοικητικών εγγράφων» (Οδηγός Χρήσης μη σεξιστικής γλώσσας στα διοικητικά έγγραφα, Γενική Γραμματεία Ισότητας των Φύλων, Νοέμβριος 2014). Η βασική λογική του Οδηγού είναι ότι στη γλώσσα αποτυπώνονται οι άνισες σχέσεις μεταξύ των φύλων (γεγονός αδιαμφισβήτητο) και κατά συνέπεια η δήλωση των γραμματικών γενών σε όλες τις περιπτώσεις ονομάτων, επιθέτων και άρθρων είναι πολιτική υπονόμευσης του σεξισμού.

Θεωρώ ότι η συνέπεια αυτή είναι προβληματική για τον εξής βασικό λόγο: αγνοεί ότι η γραμματική των ανθρώπινων γλωσσών αντανακλά μόνο έμμεσα –ως «αντανάκλαση της αντανάκλασης»– τις κοινωνικές σχέσεις και μεταξύ αυτών και τις άνισες σχέσεις μεταξύ των φύλων. Οι γλώσσες ως συστήματα, και μάλιστα στη γραμματική τους, στηρίζονται στην αφαίρεση και τη γενίκευση και γι’ αυτό η απευθείας συσχέτιση με την κοινωνική πραγματικότητα είναι παραπλανητική. Παράδειγμα πρώτο: υπάρχουν γλώσσες (λίγες) που δεν έχουν δήλωση γραμματικού γένους. Σημαίνει αυτό ότι στις κοινότητες που τις μιλούν δεν υπάρχουν φύλα, βιολογικά ή κοινωνικά ή ότι αυτά βρίσκονται σε ισότιμες σχέσεις μεταξύ τους; Παράδειγμα δεύτερο: στη δήλωση του πληθυντικού αριθμού, όταν χρησιμοποιούμε την αντωνυμία «εμείς» είναι σαφές αν εμείς είμαστε 2, 3 ή 1.500; Προφανώς όχι. Ο πληθυντικός αριθμός δεν υποχρεούται σε καταμέτρηση, γιατί οι γλώσσες είναι οικονομικά συστήματα. Αλλιώς δεν μπορούν να υπάρξουν. Μάλιστα έχει παρατηρηθεί ότι οι αριθμοί που έχουν παρατηρηθεί σε γλώσσες είναι το πολύ τριικοί (π.χ. η αρχαία ελληνική διέθετε δυϊκό), μετά έρχεται ο γενικευτικός πληθυντικός. Το ίδιο συμβαίνει και με το γραμματικό γένος: η επικράτηση του αρσενικού αφενός φανερώνει την κυριαρχία του αρσενικού φύλου στις κοινωνικές σχέσεις, αλλά αφετέρου μέσω της γενίκευσης και της επανάληψης λειτουργεί ως ουδέτερο που περικλείει αρσενικό και θηλυκό γένος. Αυτή τη βασική επιστημονική παραδοχή πρέπει να έχουν υπόψη τους όλες οι γλωσσικές διορθώσεις, αν θέλουν να έχουν αποτελεσματικότητα. Επομένως, είναι απαραίτητο και επιβεβλημένο να δηλώνονται τα γένη όταν αφορούν δήλωση σημασιών (στις ιδιότητες, στις προσφωνήσεις), αλλά η υποχρεωτική δήλωσή τους σε κάθε κατάληξη είναι και δυσλειτουργική και άχρηστη.

Αξίζει, εδώ να συσχετιστεί αυτή η τάση γλωσσικής διόρθωσης για τη μη σεξιστική χρήση της γλώσσας με το λόγιο παρελθόν της ελληνικής. Αναφέρομαι εδώ στην περίπτωση της γνωστής βουλευτίνας, που ήδη είχε προταθεί και υποστηριχτεί από τον Τριανταφυλλίδη το 1953, μετά από τις πρώτες εκλογές που έφεραν γυναίκες στο Κοινοβούλιο. Πολλές από τις σύγχρονες φεμινίστριες θεωρούν τον τύπο βουλεύτρια προτιμότερο έναντι του λαϊκού βουλευτίνα. Εδώ είναι τα σημείο που οι γλωσσικές διορθώσεις (και οι συνεπαγόμενοι καθαρευουσιανισμοί) συναντιούνται. Ο τύπος βουλεύτρια στη νέα ελληνική δεν μπορεί να επικρατήσει, για τον απλό λόγο ότι η κατάληξη -τρια δηλώνει πρόσωπο που δρα και επομένως το θέμα της λέξης πρέπει να είναι διαφανές και αναλύσιμο (π.χ. χορεύω / χορεύτρια). Το βουλεύ- στη νέα ελληνική δεν είναι διαφανές και αναλύσιμο ως «σκέφτομαι». Επομένως, πολύ ορθά η λαϊκή γλώσσα παρήγαγε το βουλευτίνα από το βουλευτής, προσθέτοντας την κατάληξη του θηλυκού σε ένα όνομα που δεν δηλώνει προφανώς «αυτόν που σκέφτεται», αλλά το συγκεκριμένο επάγγελμα / ιδιότητα. Κι όμως η πολιτική ορθότητα απεχθάνεται το λαϊκό βουλευτίνα και προσπαθεί να επιβάλει –επί ματαίω– το λόγιο βουλεύτρια, ως δηλωτικό μεγαλύτερου κύρους. Κατά τρόπο περίεργο η μη σεξιστική χρήση είναι επιφυλακτική απέναντι στις καταλήξεις θηλυκού γένους της λαϊκής γλώσσας!

Η αλλαγή των κοινωνικών σχέσεων και η γυναικεία χειραφέτηση είναι ένα εξαιρετικά σοβαρό ζήτημα που η παρόξυνση της κρίσης το κάνει επιτακτικότερο. Πρωτίστως κρίνεται στα νοήματα που θα παραχθούν από όσες αγωνίζονται για να αλλάξουν οι πατριαρχικές σχέσεις και δευτερευόντως στις γλωσσικές διορθώσεις. Εάν όμως πρέπει να αρχίσουμε από κάπου ας ξανασκεφτούμε τους «δηλούντες» και τις «δηλούσες» των φορολογικών δηλώσεων!

 

* Η Γιάννα Γιαννουλοπούλου είναι πανεπιστημιακός (ΕΚΠΑ)

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!