«Η συμφωνία των Πρεσπών οριστικοποιεί τα όρια των διαφορετικών παρελθόντων της περιοχής, γι’ αυτό κλείνει οριστικά για το μέλλον τις αναβιώσεις αλυτρωτισμών άλλων εποχών» υποστήριξε η ιστορικός και βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Σία Αναγνωστοπούλου και «Πρώτο βήμα για την πολιτική ήττα του εθνολαϊκισμού – Η περιθωριοποίηση των ακροδεξιών εθνικιστικών δυνάμεων και η μείωση της επιρροής τους θα είναι ένα τεράστιο βήμα και για τους δύο λαούς» έγραψε ο Άγγελος Τσέκερης στο πολυσέλιδο αφιέρωμα της κυριακάτικης «Αυγής» για το δημοψήφισμα στη γειτονική μας χώρα.
«Είναι φανερό ότι οι Σκοπιανοί θέλουν να γυρίσουν σελίδα: Το ακούς περιδιαβαίνοντας και κουβεντιάζοντας, το «μυρίζεσαι» στην ατμόσφαιρα, το νιώθεις από την εξαφάνιση των «κατά» στη Συμφωνία των Πρεσπών, από το φιάσκο της τελευταίας συγκέντρωσης της αντιπολίτευσης, όπου οι δημοσιογράφοι ήταν περισσότεροι από τους διαδηλωτές» διαμηνύει από τα Σκόπια, στην «ΕφΣυν», με τίτλο «Να μπούμε στην Ευρώπη να ζήσουμε σαν άνθρωποι», ο Νικόλας Ζηργάνος, παραμονή του δημοψηφίσματος.
«Η διαμάχη για το όνομα κατέστη η πρώτη ύλη για τη συγκρότηση της νέας εθνικοφροσύνης, […], έγινε η μαγιά για την εσωστρέφεια, τη θυματοποίηση και τελικά τον γκροτέσκο εθνικισμό. Κοινώς, θρέψαμε αυτό που υποτίθεται ότι μας απειλεί. Η Συμφωνία των Πρεσπών αποσταθεροποιεί αυτά τα μπλοκ και στις δύο χώρες. Η παρέλαση υψηλών αξιωματούχων από τα Σκόπια στην προσπάθεια να πείσουν την κοινή γνώμη για τα οφέλη της συμφωνίας έφερε μάλλον αποτελέσματα καθώς η πολιτική κουλτούρα στη χώρα αυτή είναι πειθήνια ως και υποτακτική. Αυτό φυσικά συμβαίνει στις περισσότερες χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ, αλλά εδώ νομίζω περισσότερο καθώς ήδη από τον καιρό της Γιουγκοσλαβίας, η Σοσιαλιστική Μακεδονία ήταν ένας μάλλον καλόβολος εταίρος των υπολοίπων. Αντιλαμβανόμαστε πως αν στην Αθήνα, σε περίπτωση δημοψηφίσματος εδώ, περνούσαν όσοι διεθνείς παράγοντες πέρασαν από τα Σκόπια για να πείσουν τους Έλληνες να ψηφίσουν τη συμφωνία, θα είχαν δουλέψει περισσότερο –ακουσίως βέβαια- για το ‘‘όχι’’ αντί για το ‘’ναι’’.» αποφαίνεται, στην ίδια εφημερίδα, ο Δημήτρης Χριστόπουλος, πρόεδρος της Διεθνούς Ομοσπονδίας Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και καθηγητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.
Μα ούτε μια πισινή δεν κράτησαν; Από πού άντλησαν αυτή την 100% σιγουριά με δεδομένο ότι συχνά τα φαινόμενα απατούν;
Σημειωτέον ότι κανένας υπουργός και βουλευτής, από όλο το πολιτικό φάσμα, δεν αποκαλεί τους γείτονες μας Μακεδόνες ή έστω Βορειομακεδόνες. Όπως και οι δημοσιογράφοι και συγγραφείς όλων των σχετικών άρθρων στις εφημερίδες, φιλοκυβερνητικές και αντιπολιτευόμενες, που υποστηρίζουν τη συμφωνία για τη «Βόρεια Μακεδονία»! Αποδέχονται το όνομα, αλλά δεν τολμούν να τους προσφωνήσουν Μακεδόνες! Και τότε τι είναι οι κάτοικοι της γειτονικής μας χώρας; Παραμένουν Σκοπιανοί;
Προ-κατ πραγματικότητα
Είναι φανερό ότι οι πολιτικές ηγεσίες είναι ξεκομμένες από την κοινωνία και ξεκομμένες από την πραγματικότητα. Προσαρμόζουν και ερμηνεύουν την πραγματικότητα με βάση τις πολιτικές τους ανάγκες, συμβατές –εντελώς συμπτωματικά- με τις «οδηγίες» των «μεγάλων δυνάμεων». Κι αυτό δεν αφορά μόνο την εσωτερική κατάσταση της χώρας, αλλά και την εξωτερική πολιτική. Τελευταία απόδειξη αυτής της διαπίστωσης είναι η αντίληψη που είχαν οι υποστηρικτές της Συμφωνίας των Πρεσπών μέχρι την περασμένη Κυριακή το βράδυ για τη βούληση των λαών της γειτονικής μας «Βόρειας Μακεδονίας», πριν προσγειωθούν απότομα και άτσαλα. Και όχι μόνο οι υπουργοί της κυβέρνησης. Όλο το πλέγμα, βουλευτές, στελέχη, δημοσιογράφοι, πανεπιστημιακοί και λοιποί «φίλα προσκείμενοι».
Μέχρι να βγουν τα αποτελέσματα στα Σκόπια, πανηγύριζαν προκαταβολικά για το ΝΑΙ στο δημοψήφισμα. Αυτό ήθελαν οι Αμερικάνοι, αυτό ήθελαν οι Γερμανοί, αυτό ήθελαν οι Γάλλοι, κατά συνέπεια αυτό ήθελε κι ο ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό ήθελαν και οι άλλοι, της αντιπολίτευσης, που μασάνε τα λόγια τους.
Και τι δεν κάνανε οι σύμμαχοι για να βγει το ΝΑΙ. Ήταν εντυπωσιακή η επέμβαση τους για να επηρεαστούν οι ψηφοφόροι. Πρόεδροι (ο Μακρόν έστειλε βιντεοσκοπημένο μήνυμα!), πρωθυπουργοί (με πρώτη τη Μέρκελ), γενικοί γραμματείς (του ΝΑΤΟ βεβαίως), στρατηγοί, τραπεζίτες, καθηγητές, ρεπόρτερ, παρέλασαν απ’ αυτή τη μικρή υπό διαμόρφωση ακόμα χώρα, προβάλλοντας το μακεδονικό της ψευδώνυμο στην Ευρώπη, τα Βαλκάνια και τον κόσμο, υποσχόμενοι στο λαό της πλούτη, ειρήνη και ευημερία, αλλά και συμφορές εάν δεν ψηφίσει ΝΑΙ. Σ’ αυτό επένδυσαν και ο πρωθυπουργός, η κυβέρνηση και το άβουλο κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ, αφού είχαν αναλάβει εργολαβικά να διευκολύνουν και να επιταχύνουν την ένταξη της FYROM στο ΝΑΤΟ. Και με όλο αυτό τον ορυμαγδό, τις δελεαστικές υποσχέσεις και τις απειλές, και σύμμαχο τον πρωθυπουργό Ζάεφ και την κυβέρνησή του, πίστεψαν, αγνοώντας για άλλη μια φορά την κοινωνία, ότι το αποτέλεσμα θα λύσει τα χέρια τους και θα τους προσφέρει το άλλοθι που καλλιεργούν από τότε που αποδέχτηκαν να ονομαστεί το κράτος Μακεδονία (το «βόρεια» κανένας ξένος ή ντόπιος δεν το χρησιμοποιεί, ούτε καν ο Ζάεφ που το υπέγραψε!) και η γλώσσα του μακεδονική!
Βόρειοι και Νότιοι
Με πολυσέλιδα αφιερώματα, εμφανίζονταν σίγουροι ότι θα βγει το ΝΑΙ. Πράγματι, βγήκε το ΝΑΙ, αλλά με τη διαφορά ότι το 10% των ψηφισάντων έριξε «όχι» και το 65% των ψηφοφόρων απείχε, όχι επειδή θεωρούσε το ζήτημα ασήμαντο, μετά από τόσο ντόρο, αλλά γιατί εξέφρασε με τον πιο έντονο και κατηγορηματικό τρόπο την αντίθεσή του στα μαγειρέματα, τις επεμβάσεις, τα καλοπιάσματα και τον εκβιασμό της βούλησής του. Είναι γνωστό πια στην Ευρώπη ότι η μεγάλη αποχή είναι καθαρά πολιτική πράξη. Η μετάφραση του αποτελέσματος είναι «να πάτε να … κι εσείς και το ΝΑΤΟ σας»!
Και στις δύο πλευρές, Ελλάδα και «Βόρεια Μακεδονία», πολιτικοί αδιάφοροι για τη λαϊκή βούληση και ετερόφωτοι δεν μπόρεσαν επί 30 σχεδόν χρόνια να επιλύσουν ομαλά τις διαφορές και να καταλήξουν σε μια κοινά αποδεκτή λύση με σοβαρή, επίμονη και συμφιλιωτική δημοκρατική δουλειά μέσα και ανάμεσα στις δύο χώρες. Με αποτέλεσμα να άγονται και να φέρονται οι ιθύνοντες από τους Αμερικάνους και τους Ευρωπαίους σαν τηλεκατευθυνόμενα εργαλεία. Συμφώνησαν έτσι για ένα όνομα που ούτε οι «Βόρειοι» ούτε οι «Νότιοι», στην πλειονότητά τους, δεν το θέλουν και δεν το αναγνωρίζουν!
Φυσικό είναι αυτή η αρρωστημένη κατάσταση να μην επιλύεται με αποφάσεις δοτές από ξένους όσο κι αν οι πολιτικοί αυθαίρετα υποστηρίζουν ότι συμφωνούν οι λαοί. Πολύ γρήγορα αποδεικνύεται πόσο δίκιο έχουν αυτοί που από την πρώτη στιγμή της «συμφωνίας» τόνισαν ότι ο διχασμός μέσα στις κοινωνίες θα ενταθεί και οι αντιθέσεις ανάμεσα στους λαούς των δύο χωρών θα εξαρθούν, σε αντίθεση με τις δημαγωγικές και αβάσιμες θριαμβολογίες όσων διαλάλησαν ότι η «συμφωνία» επιλύει τα προβλήματα και μια νέα περίοδος στις σχέσεις με τους γείτονες αρχίζει. Ακριβώς το αντίθετο συμβαίνει. Όχι μόνο οι λαοί αντιδρούν, όχι μόνο οι αντιθέσεις αναδύονται στην επιφάνεια οξύτερες από ποτέ, αλλά τροφοδοτούνται -από την πολιτική των στημένων συμφωνιών που αγνοούν τις κοινωνίες- τα πιο ακραία, τα πιο εθνικιστικά, τα πιο ρατσιστικά ένστικτα και ενδυναμώνουν τα πιο χυδαία και φασιστικά στοιχεία και από τις δύο πλευρές των συνόρων βρίσκοντας ώριμο έδαφος για να καπηλευτούν τις κοινωνικές αντιδράσεις και αντιρρήσεις και να διασπείρουν τις δηλητηριώδεις αναθυμιάσεις τους. Οι στημένες αποφάσεις ερήμην των λαών είναι αυτές που ποτίζουν και συντηρούν τους ακροδεξιούς, αλλά οι στημένοι πολιτικοί σε άλλη πραγματικότητα ρεμβάζουν.