Μια αναδρομή που αποκαλύπτει δομικά χαρακτηριστικά και σκοπιμότητες. Του Γιάννη Θεωνά

Η ένταση της καπιταλιστικής κρίσης στην Ευρώπη και οι δραματικές συνέπειές της για τη χώρα και το λαό μας, ορθώς θέτουν ερωτήματα και προβληματισμούς για το ευρώ, την Eυρωζώνη, την ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση και τους άλλους θεσμούς της Ε.Ε.
Η συμπλήρωση ήδη μιας ολόκληρης 30ετίας, στη διάρκεια της οποίας η χώρα μας είναι συνδεδεμένη με την Ε.Ε. και τους διάφορους θεσμούς της, παρέχει μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να γίνει μια αναφορά στους σταθμούς διαμόρφωσης αυτού του υπερεθνικού μορφώματος και στους ρόλους που κατά καιρούς ανέλαβαν να παίξουν τα κόμματα του δικομματισμού για την πλήρη υποταγή της χώρας και του λαού μας στις επιδιώξεις της ευρωπαϊκής καπιταλιστικής οικοδόμησης.

1957: Η ίδρυση της ΕΟΚ
Η Ε.Ε. αποτελεί ένα υπερεθνικό μόρφωμα, που στήθηκε από τις κυρίαρχες οικονομικές, πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις, τις δυνάμεις του κεφαλαίου, για να υπηρετήσει, κατά κύριο λόγο, τα δικά τους συμφέροντα.
Η πορεία συγκρότησής της ξεκίνησε το 1957 με την ιδρυτική Συνθήκη της Ρώμης, η οποία συνένωσε, στο πλαίσιο της ΕΟΚ, και τις άλλες δύο Ευρωπαϊκές Κοινότητες, την ΕΚΑΧ (Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα) και την ΕΥΡΑΤΟΜ (Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ατομικής Ενέργειας).
Η ΕΟΚ (Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα) λειτούργησε, αρχικά, ως τελωνειακή ένωση των ιδρυτικών 6 κρατών-μελών της.

1981: Η ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ
Με πρωτοβουλία της Ν.Δ. και του ηγέτη της Κ. Καραμανλή, από 1/1/1981 εντάσσεται η Ελλάδα, ως 10 μέλος της στην ΕΟΚ.
Με δεδομένη την τεράστια κρίση δημόσιου χρέους, που αντιμετωπίζει σήμερα η χώρα μας, έχει ιδιαίτερη σημασία να αναφέρουμε ότι το 1980, τον προηγούμενο από την ένταξη χρόνο, το δημόσιο χρέος της χώρας ανέρχονταν μόλις στο 28,6% του ΑΕΠ, το ισοζύγιο αγροτικών προϊόντων ήταν έντονα θετικό υπέρ της χώρας μας και τα ελλείμματα του Προϋπολογισμού και ο πληθωρισμός σημαντικά κάτω από τους ευρωπαϊκούς μέσους όρους.

1985: Η υπογραφή της Ενιαίας Ευρωπαϊκής Πράξης για την Ενιαία Εσωτερική Αγορά
Ουσιαστική στροφή στην οικοδόμηση του υπερεθνικού καπιταλιστικού μορφώματος, συντελείται με την Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη του 1985, η οποία μετέτρεψε την ΕΟΚ, από τελωνειακή ένωση, σε Ευρωπαϊκή Κοινότητα και προώθησε την ενιαία εσωτερική αγορά με τις γνωστές 4 «ελευθερίες» της (ελευθερία κίνησης κεφαλαίων, εμπορευμάτων, υπηρεσιών και εργαζομένων). Στην Ελλάδα, πλέον, από τον Οκτώβρη 1981, κυβερνάει το ΠΑΣΟΚ, του οποίου ο ηγέτης Ανδρέας Παπανδρέου υπογράφει την Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη, με τους γνωστούς «αστερίσκους», θέλοντας μ’ αυτόν τον τρόπο να εκφράσει κάποιες «επιφυλάξεις», για επικοινωνιακούς λόγους. Η ενιαία εσωτερική αγορά, χρειάστηκε την έκδοση 200 οδηγιών, για να ολοκληρωθεί μέχρι το 1992.

1992: Η Συνθήκη του Μάαστριχτ
Μετά την ολοκλήρωση της Ενιαίας Εσωτερικής Αγοράς, η διαμόρφωση του ευρωπαϊκού ιμπεριαλιστικού κέντρου, με επικεφαλής τη Γερμανία και δευτερευόντως τον λεγόμενο γαλλο-γερμανικό άξονα, κινείται στην εξής λογική.
Η ευρωπαϊκή εσωτερική αγορά απαιτεί ενιαίο νόμισμα, ως εργαλείο για να ολοκληρωθεί. Το ενιαίο νόμισμα για να είναι σταθερό, ισχυρό και ανταγωνιστικό στις διεθνείς αγορές, χρειάζεται ενιαία νομισματική και συναλλαγματική πολιτική.
Έτσι, με ιδιαίτερη ταχύτητα, προκειμένου να αξιοποιήσουν και τις νέες πραγματικότητες που δημιούργησε στην Ευρώπη η κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού και η διάλυση της ΕΣΣΔ, επεξεργάζονται (1992) και θέτουν σε εφαρμογή (1993) την περιβόητη Συνθήκη του Μάαστριχτ.
Η Συνθήκη του Μάαστριχτ, μετονομάζει την Ευρωπαϊκή Κοινότητα σε Ευρωπαϊκή Ένωση, προωθεί την ΟΝΕ, το ενιαίο νόμισμα και τους θεσμούς προσανατολισμού και ελέγχου της οικονομικής πολιτικής της Ένωσης και των κρατών-μελών, θέτοντας ταυτόχρονα τις βάσεις για φορολογική εναρμόνιση. Για πρώτη φορά στη Συνθήκη γίνεται λόγος για προώθηση του στόχου μιας «κοινής εξωτερικής πολιτικής» στη θέση μιας «διακυβερνητικής πολιτικής συνεργασίας» που ίσχυε μέχρι τότε. Επιβάλλει την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, στην οποία εκχωρείται η αρμοδιότητα έκδοσης του ενιαίου νομίσματος και η διαχείριση των επιτοκίων και της νομισματικής ισοτιμίας του ευρώ, χωρίς κανένα πολιτικό ή κοινοβουλευτικό έλεγχο από τα πολιτικά και κοινοβουλευτικά όργανα της Ε.Ε. ή των κρατών-μελών. Ταυτόχρονα, επιβάλλει την ανεξαρτησία και των Κεντρικών Τραπεζών των κρατών-μελών, διαμορφώνοντας το Ευρωπαϊκό Σύστημα Κεντρικών Τραπεζών (ΕΣΚΤ) και αποδίδοντας απευθείας στο ευρωπαϊκό χρηματοπιστωτικό σύστημα την οικονομική και νομισματική διαχείριση ολόκληρης της Ε.Ε.
Η θέση σε εφαρμογή, από 1/11/1993, της Συνθήκης του Μάαστριχτ, οδήγησε:
• Στην ολοκλήρωση της 10ετούς διαπραγμάτευσης του λεγόμενου γύρου της Ουρουγουάης για την κατάργηση της GATT και της δημιουργίας στη θέση της του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ).
• Στην υιοθέτηση όλων των θέσεων των ευρωπαίων βιομηχάνων και την ένταξή τους στην περιβόητη Λευκή Βίβλο του Ντελόρ για την ανάπτυξη, την ανταγωνιστικότητα και την απασχόληση που, έκτοτε, αποτελεί τη βασική κατεύθυνση όλων των οργάνων της Ε.Ε. για την ανατροπή των εργασιακών σχέσεων, την προώθηση της ελαστικής και ευέλικτης εργασίας, τη μείωση του λεγόμενου μη μισθολογικού κόστους εργασίας και τη μετατροπή των εργαζομένων σε απασχολήσιμους.
• Στο να κάνει αδιάφορο για το κεφάλαιο ποιο από τα δύο ρεύματα διαχείρισης, το σοσιαλδημοκρατικό ή το χριστιανοδημοκρατικό θα βρίσκονται στην κυβερνητική εξουσία, αφού και τα δύο θα ακολουθούν την οικονομική και κοινωνική πολιτική που επιβάλλει η ΟΝΕ.

Η στρατιωτικοποίηση της Ε.Ε.
Μετά τις δραματικές εξελίξεις στα Βαλκάνια (Κόσσοβο, ΠΓΔΜ κ.λπ.), τα τραγικά γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου, τον πόλεμο στο Ιράκ και το Αφγανιστάν και το «διαρκή πόλεμο» κατά της τρομοκρατίας, παρατηρείται μια επιταχυνόμενη διαδικασία στρατιωτικοποίησης της Ε.Ε. και της κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής άμυνας.
Η Συνθήκη του Άμστερνταμ (1997) προώθησε, κατά κύριο λόγο, την Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφάλειας (ΚΕΠΠΑ) και καθιέρωσε τον θεσμό του  Ύπατου Εκπροσώπου για την ΚΕΠΠΑ, θέση που κατέλαβε από της συστάσεώς της και για αρκετά χρόνια ο τότε γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, ενώ προώθησε την ένταξη στις Συνθήκες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Συμφωνίας Σένγκεν και άνοιξε το δρόμο για ενσωμάτωση στις Συνθήκες, της Δυτικοευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ), ως τον στρατιωτικό βραχίονα της Ε.Ε.
Η Συνθήκη της Νίκαιας (2001) προώθησε την Ευρωπαϊκή Πολιτική Ασφάλειας και Άμυνας (ΕΠΑΑ), ως τμήμα της ΚΕΠΠΑ και επιχειρεί περαιτέρω προσαρμογή των θεσμικών οργάνων της Ε.Ε. και της λειτουργίας τους, σύμφωνα με τις ανάγκες της διεύρυνσης, ενώ επεκτείνει την εφαρμογή της «ενισχυμένης συνεργασίας» και στα θέματα του 2ου πυλώνα (ΚΕΠΠΑ).
Η σύγκρουση ευρωπαϊστών και φεντεραλιστών οδήγησε τους φεντεραλιστές να επιχειρήσουν την προώθηση Ευρωσυντάγματος, η οποία, όμως, ναυάγησε ύστερα από την γενναία απόφαση του γαλλικού λαού, που με δημοψήφισμα καταψήφισε το αντιδραστικό «συνταγματικό» κατασκεύασμα.
Ωστόσο, οι κυρίαρχες δυνάμεις του ευρωπαϊκού κεφαλαίου, δεν το ‘βαλαν κάτω και κατάφεραν τελικά με τη «συνταγματική» Συνθήκη της Λισσαβώνας, να περάσουν μια αρκετά λιγότερο αισιόδοξη εκδοχή «ρυθμιστικής» Συνθήκης, στο πλαίσιο της οποίας κατοχύρωσαν μια σειρά επιλογές, όπως η χάρτα των θεμελιωδών δικαιωμάτων (είναι πολύ πίσω από τον χάρτη δικαιωμάτων του ΟΗΕ και του Συμβουλίου της Ευρώπης), η νέα εκδοχή του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, η προσαρμογή των θεσμικών οργάνων στην έκταση της διεύρυνσης κ.λπ., που διευκολύνουν κυρίως τις επιλογές τους στα θεσμικά και οικονομικά ζητήματα.
Με τις επιλογές αυτές (Άμστερνταμ, Νίκαια, Λισσαβώνα) και το επιχείρημα ότι «η Ευρώπη πρέπει να μιλάει με μια φωνή στα θέματα εξωτερικής πολιτικής και να διαθέτει μια αξιόπιστη άμυνα», προωθήθηκαν και προωθούνται:
– Η λήψη αποφάσεων εξωτερικής πολιτικής με ειδική πλειοψηφία και με την κατάργηση του veto.
– Η εφαρμογή της αρχής της «ευελιξίας» στα θέματα εξωτερικής πολιτικής και άμυνας, σύμφωνα με την οποία καμιά χώρα δεν θα μπορεί να μπλοκάρει αποφάσεις και αποστολές (στρατιωτικές ή «ανθρωπιστικές»), αλλά θα εφαρμόζει «εποικοδομητική» αποχή όποια χώρα δεν θέλει να συμμετέχει στη λήψη και εφαρμογή τέτοιων αποφάσεων ή αποστολών.
– Η ενσωμάτωση στη Συνθήκη της Συμφωνίας Σένγκεν και η ανάπτυξη της EUROPOL για την προώθηση της εσωτερικής ασφάλειας.
– Η κοινοτικοποίηση των πολιτικών για τις εσωτερικές υποθέσεις, της πολιτικής ασύλου, μετανάστευσης και δικαιοσύνης.
Όλες οι Σύνοδοι Κορυφής από τη Νίκαια μέχρι το Λάκεν διέθεσαν πολύ χρόνο και προσπάθεια για να προωθήσουν τις διαδικασίες στρατιωτικοποίησης της Ε.Ε. και διαχείρισης των κρίσεων με στρατιωτικά μέσα.
Στην κατεύθυνση αυτή τα Ευρωπαϊκά Συμβούλια της Κολωνίας, του Ελσίνκι, της Φέιρα και του Λάκεν, το ένα μετά το άλλο, προώθησαν με σχετικές αποφάσεις τους:
-Τη δημιουργία ευρωπαϊκού στρατού, ικανού να διαχειρίζεται στρατιωτικά, τις αποστολές «διάσωσης», αποστολές διατήρησης της ειρήνης και επέμβασης μάχιμων δυνάμεων στη διαχείριση των κρίσεων, καθώς και αποστολές «αποκατάστασης» της ειρήνης.
-Τη σύσταση στο πλαίσιο του Συμβουλίου νέων πολιτικών και στρατιωτικών οργάνων και δομών για την πολιτική και στρατηγική καθοδήγηση και υλοποίηση των επιχειρήσεων αυτών. Δημιουργήθηκαν ως νέα μόνιμα πολιτικά και στρατιωτικά όργανα :
• η μόνιμη Επιτροπή Πολιτικής Ασφάλειας
• η Στρατιωτική Επιτροπή
• το Στρατιωτικό Επιτελείο
-Την ανάπτυξη των σχέσεων Ε.Ε.-ΝΑΤΟ και την προώθηση της συνεργασίας τους στο πλαίσιο της στρατιωτικής διαχείρισης των κρίσεων, με βάση τις κοινές αξίες , την ισότητα και το πνεύμα εταιρικής σχέσης. Στο πλαίσιο αυτό, οι στόχοι της Ε.Ε. στον τομέα του στρατιωτικού δυναμικού και οι στόχοι που απορρέουν από την Πρωτοβουλία Αμυντικού Δυναμικού (DCI) του ΝΑΤΟ, θα αλληλοενισχύονται. Ειδικές ομάδες εργασίας Ε.Ε. και ΝΑΤΟ έχουν αναλάβει, μετά τη Σύνοδο Κορυφής της Φέιρα, να προωθούν συμφωνίες περί ασφάλειας Ε.Ε.-ΝΑΤΟ, συμφωνίες ανταλλαγής πληροφοριών και συζήτησης μεταξύ Ε.Ε.-ΝΑΤΟ κατά την κατάρτιση στόχων, συμφωνίες σχετικά με την πρόσβαση της Ε.Ε. στους πόρους και το δυναμικό του ΝΑΤΟ, διαμόρφωση μόνιμων ρυθμίσεων σχετικά με τις δομές και τις διαδικασίες διαβούλευσης σε περιόδους κρίσης και μη κρίσης.
Η Ε.Ε. παράλληλα με τη στρατιωτικοποίηση και στο πλαίσιο της Κοινής Ευρωπαϊκής Πολιτικής Ασφάλειας και Άμυνας, προωθεί επίσης:
• Την ανάπτυξη της Europol για τις εσωτερικές υποθέσεις της Ε.Ε.
• Τη συγκρότηση ειδικού αστυνομικού σώματος που θα μετέχει σε διεθνείς αποστολές και θα καλύπτει όλο το φάσμα των επιχειρήσεων πρόληψης και διαχείρισης κρίσεων. Η ανάπτυξη των αστυνομικών δυνάμεων της Ε.Ε. θα μπορεί να πραγματοποιείται ύστερα από αίτηση διεθνούς Οργανισμού πχ. ΟΗΕ, ΟΑΣΕ ή να αποτελεί αυτόνομη αστυνομική επιχείρηση της Ε.Ε.
• Την εκτεταμένη εφαρμογή της Συμφωνίας Σένγκεν για τον έλεγχο του μεταναστευτικού ρεύματος και των κινητοποιήσεων ενάντια στην παγκοσμιοποίηση.
• Την επικίνδυνη κλιμάκωση των κατασταλτικών μηχανισμών της Ε.Ε. με:
-Τον ορισμό των τρομοκρατικών πράξεων, σε έκταση που να περιλαμβάνει κάθε μορφής λαϊκή κινητοποίηση.
-Τη συμφωνία για το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης.
-Την εκπόνηση «ευρω-τρομονόμων» με δραματικές συνέπειες στα ατομικά δικαιώματα και τις πολιτικές ελευθερίες.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!