«Η απρόσκοπτη διεξαγωγή των εκλογών για την ανάδειξη τοπικών συμβουλίων στο Χονγκ Κονγκ, αγνοώντας τους προκλητικούς βανδαλισμούς από μέλη της αντιπολίτευσης, είναι η καλύτερη απόδειξη της διασφάλισης των δημοκρατικών δικαιωμάτων των πολιτών του Χονγκ Κονγκ. Αποτελούν επίσης απόδειξη της αποφασιστικότητας της κινεζικής κυβέρνησης να υπερασπίσει αταλάντευτα την αρχή “μία χώρα – δύο συστήματα”, οδηγώντας σε ήττα κάθε εξωτερική απόπειρα επέμβασης στις υποθέσεις του Χονγκ Κονγκ. Ασχέτως του εκλογικού αποτελέσματος, το Χονγκ Κονγκ αποτελεί τμήμα της Κίνας, και δεν θα ανεχθούμε καμία αμφισβήτηση αυτής της πραγματικότητας». Αυτή ήταν η επίσημη τοποθέτηση του Πεκίνου μετά τις τοπικές εκλογές της περασμένης Κυριακής στο Χονγκ Κονγκ, και αναπαράχθηκε σχεδόν αυτούσια σε ρεπορτάζ και άρθρα γνώμης όλων των κινεζικών ΜΜΕ.

Το μήνυμα ήταν σαφές: δεν μας ενδιαφέρει το αποτέλεσμα, και τυχόν αμφισβήτηση της κυριαρχίας μας θα παταχθεί με κάθε κόστος. Στο θέμα αυτό, το Πεκίνο δεν δείχνει την παραμικρή διάθεση συζήτησης και συνδιαλλαγής με οποιαδήποτε ξένη δύναμη, πόσο μάλλον που βλέπει τη Δύση να συνεχίζει την υποστήριξη των δυνάμεων που το αντιπολιτεύονται. Κατά τα άλλα, μοιάζει αποφασισμένο να θεωρήσει το πλήγμα που δέχτηκε το κύρος του, δεδομένης της αδιαμφισβήτητης νίκης των αντιπολιτευτικών συνδυασμών, ως επικοινωνιακό και πρόσκαιρο. «Να δούμε τώρα πώς οι εκλεγέντες θα υπηρετήσουν τους συμπολίτες τους» έγραφε με χαιρεκακία ένας αναλυτής της αγγλόφωνης China Daily, επισημαίνοντας ότι εκλέχθηκαν ως αντιπολιτευόμενοι την κινεζική κυβέρνηση, αλλά οι αρμοδιότητές τους περιορίζονται στη… συλλογή σκουπιδιών, τον ηλεκτροφωτισμό και τη διοργάνωση δραστηριοτήτων αναψυχής.

Η έξωθεν παρέμβαση πατά σε μια υπαρκτή δυσαρέσκεια

Βέβαια το πρόβλημα δεν είναι τόσο απλό, παρόλο που τα κινεζικά ΜΜΕ επιχειρούν να υποβαθμίσουν τη νίκη μιας αντιπολίτευσης που ανεμίζει βρετανικές και αμερικανικές σημαίες στους δρόμους του Χονγκ Κονγκ. Γράφουν π.χ. ότι τα κόμματα που πρόσκεινται στο Πεκίνο αύξησαν κατά 450.000 τις ψήφους τους, φτάνοντας τα 1,23 εκατομμύρια ψήφων (ποσοστό 42,1%). Αυτό είναι αλήθεια, αλλά οφείλεται στην εκτίναξη της συμμετοχής (71% φέτος έναντι 47% το 2015), από την οποία επωφελήθηκαν ακόμη περισσότερο τα φιλοδυτικά κόμματα, που πήραν 1,67 εκατομμύρια ψήφων (ποσοστό 57,1%). Η κινεζική κυβέρνηση ποντάριζε ακριβώς στην υποστήριξη μιας «σιωπηρής πλειοψηφίας» που θα είχε κουραστεί από τους βανδαλισμούς της αντιπολίτευσης. Φαίνεται όμως ότι η διάσταση έχει πολύ ισχυρότερες ρίζες: π.χ. η δυσαρέσκεια για το κόστος της κατοικίας, που στο Χονγκ Κονγκ είναι από τα υψηλότερα στον κόσμο, διαπερνά φυσιολογικά και τους «νομιμόφρονες» κατοίκους του…

Ακριβώς σε αυτή την υπαρκτή δυσαρέσκεια πατά και η απόπειρα επέμβασης της Δύσης, φυσικά με σημαιοφόρο των… ανθρωπίνων δικαιωμάτων τις ΗΠΑ. Η απόπειρα αυτή, που συναντά την κάθετη αντίδραση του Πεκίνου, κλιμακώθηκε προχθές με την έγκριση που έδωσε ο Τραμπ στην πρόσφατη ομόφωνη* απόφαση του Κογκρέσου για επιβολή κυρώσεων σε Κινέζους αξιωματούχους λόγω της «βίαιης καταστολής του δημοκρατικού κινήματος στο Χονγκ Κονγκ». Η διαβεβαίωση του Αμερικανού προέδρου ότι υπέγραψε το σχετικό διάταγμα διότι ήθελε να εκφράσει την… εκτίμησή του στον Κινέζο πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ, που οπωσδήποτε –είπε ο Τραμπ– «θα διευθετήσει με φιλικό τρόπο τις διαφορές», διόλου δεν απάλυνε την οργή του Πεκίνου. Το κινεζικό Υπουργείο Εξωτερικών κάλεσε προχθές, για δεύτερη φορά μέσα σε τέσσερις μέρες, τον πρέσβη των ΗΠΑ για να του επισημάνει ότι «ο κινεζικός λαός δεν αποδέχεται αυτή την αλαζονική στάση της Ουάσιγκτον». Ταυτόχρονα, το Πεκίνο ανακοίνωσε ότι επίκεινται αντίποινα. Τι είδους; «Αυτό που είναι να συμβεί, θα συμβεί», απάντησε σιβυλλικά ο εκπρόσωπος του κινεζικού Υπουργείου Εξωτερικών…

* Από τα 535 μέλη του Κογκρέσου των ΗΠΑ, μόνο ένας καταψήφισε την επιβολή κυρώσεων: ο Ρεπουμπλικανός(!) Τόμας Μέισι από το Κεντάκι, διευκρινίζοντας ότι αντιτίθεται στην «κλιμάκωση της αντιπαράθεσης, πόσο μάλλον που γίνεται για εσωτερική κατανάλωση».

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!