Η κατάφωρη παραβίαση από την Άγκυρα κάθε έννοιας Διεθνούς Δικαίου και η διαρκής απειλή χρήσης στρατιωτικής βίας για τη ντε φάκτο νομιμοποίηση των επεκτατικών της επιδιώξεων δεν εξαντλείται στο Αιγαίο και τη Κύπρο. Οι επεκτατικοί σχεδιασμοί της Τουρκίας, στηριγμένοι από την μεγάλη πλειοψηφία του κατεστημένου πολιτικού της προσωπικού, επεκτείνονται σε μια διαρκώς και διευρυνόμενη περιοχή.
Η Τουρκία με πρόσχημα το «δικαίωμα» που αναγνωρίζει μονομερώς στον εαυτό της να «υπερασπίζεται απειλές» για τα συμφέροντα της «στην πηγή», σε διπλανές δηλαδή χώρες, ή αξιοποιώντας προσκλήσεις από εγκάθετες κυβερνήσεις έχει εισβάλλει παράνομα σε πέντε χώρες, Κύπρο, Συρία, Ιράκ, Λιβύη και πιο πρόσφατα στο Ναγκόρνο Καραπμάχ, δηλώνοντας αποφασισμένη να παραμείνει εκεί επεκτείνοντας πρακτικά τα εδάφη της και διατηρώντας μόνιμη δυνατότητα να επηρεάζει τις εξελίξεις. Ταυτόχρονα διατηρώντας στρατιωτικές βάσεις και σε άλλες περιοχές της Αφρικής (Κατάρ, Σομαλία, Σουδάν) και επεμβαίνοντας δυναμικά στην εσωτερική πολιτική σκηνή σε αρκετές χώρες των Βαλκανίων (Αλβανία, Κόσσοβο, Βουλγαρία, Σκόπια και αλλού) διαμορφώνει μια ευρύτατη περιοχή δραστηριοτήτων από την Μαύρη ως την Ερυθρά Θάλασσα και από τα Δυτικά Βαλκάνια ως το Πακιστάν και την Ινδία. Με επίσημα διακηρυγμένο στόχο την συγκρότηση σε οικονομική και οικονομική βάση μιας συμμαχίας μουσουλμανικών και τουρκόφωνων χωρών (χώρες του Τουράν/παντουρανισμός) το τουρκικό πολιτικό σύστημα φιλοδοξεί να μετατραπεί σταδιακά σε μια ισχυρή περιφερειακή δύναμη συστατικό κομμάτι του αναδυομένου πολυπολικού κόσμου.
Περιφρονώντας επιδεικτικά διεθνείς συμβάσεις και δίκαιο ακολουθεί μια επιθετική πολιτική αξιοποιώντας ταυτόχρονα την «ήπια διπλωματία» με την πιο απάνθρωπη και εγκληματική στρατιωτική ισχύ. Μετασχηματίζεται έτσι πολύμορφα σε δύναμη εμπρηστική της ειρήνης και σε μεγάλο εχθρό των λαών σε μια ευρύτατη περιοχή.
Τα τελευταία επιτεύγματα της Τουρκίας
Μετά την παγιοποίηση του αιτήματος για συγκρότηση «δύο κρατών στην Κύπρο» και συνεργασία στη βάση της «πολιτικής ισότητας» που πέτυχε η τουρκική διπλωματία με την βοήθεια των Βρετανών και του γ.γ. του ΟΗΕ Αντ. Γκουτιέρες στη Γενεύη τα τέλη Μάρτη (δες άρθρο του Κ. Βενιζέλου στη διπλανή σελίδα) η τουρκική κυβέρνηση επιτάχυνε το βηματισμό της σε όλα τα μέτωπα.
Νέα εισβολή στο Β. Ιράκ
Μεγάλης κλίμακας στρατιωτικές επιχειρήσεις έχουν ξεκινήσει από τα τέλη Μάρτη, σχεδόν ταυτόχρονα με την αναγνώριση της γενοκτονίας των Αρμενίων από τη νέα κυβέρνηση των ΗΠΑ, στο Β. Ιράκ, στις περιοχές Μετίνα, Avashin και Basyan, με στόχο τις δυνάμεις των Κούρδων του ΡΚΚ.
Μετά το φιάσκο της χειμερινής εκστρατείας στην περιοχή, η Τουρκία επιχειρεί να κερδίσει τη ρεβάνς θέτοντας ως κύριο στόχος της επίθεσης, σύμφωνα με δηλώσεις του Ερντογάν, τον «τερματισμό της παρουσίας της τρομοκρατικής απειλής, κατά μήκος των νότιων συνόρων της χώρας». Καθώς η επίθεση κλιμακώνεται ο Τούρκος υπουργός Εσωτερικών Σοϊλού δήλωσε «Όπως κάναμε και στη Συρία, θα χτίσουμε μια βάση και στο βόρειο Ιράκ για να παρακολουθούμε τους τρομοκράτες στην περιοχή» προϊδεάζοντας ότι η παρουσία των τουρκικών στρατευμάτων στη περιοχή θα είναι μόνιμη.
Η τουρκική εισβολή βρίσκει την ανοχή και τη συμπαράσταση της τοπικής διοίκησης των Κούρδων του Β. Ιράκ υπό τον Μπαρζανί που εναντιώνεται στην παρουσία του ΡΚΚ και, σύμφωνα με πληροφορίες, υποδεικνύει τις θέσεις των Κούρδων ανταρτών στις στρατιωτικές δυνάμεις της Τουρκίας. Αντίθετα η τουρκική εισβολή συνάντησε την ξεκάθαρη αντίθεση της κυβέρνησης του Ιράκ. Σύμφωνα με ανακοίνωση του υπουργείου Εξωτερικών του Ιράκ: «Η ιρακινή κυβέρνηση απορρίπτει κατηγορηματικά τις συνεχιζόμενες παραβιάσεις της ιρακινής κυριαρχίας και της ιερότητας των εδαφών και του εναέριου χώρου της από τις τουρκικές στρατιωτικές δυνάμεις και τονίζει ότι μια συνεχιζόμενη τέτοια προσέγγιση δεν συνάδει με τις φιλικές σχέσεις, την καλή γειτονία και τους ισχύοντες διεθνείς νόμους και κανόνες». Αντίθετες στην τουρκική εισβολή είναι και οι σιίτικες πολιτοφυλακές, που στηρίζονται από το Ιράν και συνεργάζονται με το ΡΚΚ, περιπλέκοντας ακόμα περισσότερο τις εύθραυστες συμμαχίες και ισορροπίες στην περιοχή.
Εγκλήματα πολέμου στη Συρία
Η τουρκική εισβολή και μόνιμη παρουσία στο Ιράκ εξελίσσεται παράλληλα με μια αντίστοιχη στρατηγική και στην Συρία. Ο τουρκικός στρατός κατέχει σε αυτή τη χώρα μια τεράστια έκταση, παρά την επίσημη αντίδραση της συριακής κυβέρνησης και προβαίνει ανεμπόδιστα σε πρακτικές εκτεταμένης εθνοκάθαρσης, κυρίως εις βάρος του κουρδικού στοιχείου στην περιοχή. Με τη χρήση εκτεταμένης βίας, δολοφονιών και απειλών επιχειρείται η απομάκρυνση των Κούρδων από τις εστίες τους και η αλλοίωση της πληθυσμιακής σύνθεσης στην περιοχή με τον εποικισμό και την εγκατάσταση τζιχαντιστών, συμμάχων της Άγκυρας.
Η πολιτική αυτή πρόσφατα εμπλουτίστηκε με νέα εγκλήματα πολέμου. Η Άγκυρα έχει περιορίσει τη ροή των υδάτων του Ευφράτη ποταμού κατά 70%, ενισχύοντας ένα δίκτυο φραγμάτων στο εσωτερικό της Τουρκίας, καταδικάζοντας σε δίψα και λιμό τους Σύριους, κουρδικής καταγωγής, κατοίκους στις πόλεις Ράκκα, Τάμπκα, Ντέιρ Έζορ και σε άλλες περιοχές της Β.Α. Συρίας.
Το πρακτικό αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής είναι να καταστραφεί η αγροτική παραγωγή, να υπάρχουν σοβαρές ελλείψεις σε πόσιμο νερό και να μειωθεί κατά 25% η παραγωγή ρεύματος.
Η κουρδική αρχή που ελέγχει το φράγμα Ροτζάβα στο εσωτερικό της Συρίας, ανακοίνωσε με δραματικούς: «Περισσότερους από 3 μήνες, η Τουρκία μειώνει την ροή νερού από τον ποταμό Ευφράτη προς την Συρία. Διεξάγουν οικονομικό πόλεμο εναντίον των λαών της περιοχής παραβιάζοντας την συμφωνία του 1987 περί ελέγχου της ροής των υδάτινων πόρων της περιοχής. Προειδοποιούμε για τεράστια ανθρωπιστική καταστροφή ειδικά στον αγροκτηνοτροφικό τομέα. Δεν υπάρχει νερό πλέον».
Μόνιμη στρατιωτική παρουσία στη Λιβύη
Η Τουρκία συνεχίζει να διατηρεί και να εξοπλίζει τις στρατιωτικές της δυνάμεις και να διατηρεί ένα σημαντικό αριθμό μισθοφόρων τζιχαντιστών στη Λιβύη παρά το εμπάργκο όπλων που έχει κηρύξει ο ΟΗΕ και η Ε.Ε. και την απαίτηση της διεθνούς κοινότητας για πλήρη απομάκρυνση όλων των ξένων στρατιωτικών δυνάμεων από τη χώρα ως προϋπόθεση για να προωθηθεί η «ειρηνική επίλυση» του εμφύλιου πολέμου.
Σε πρόσφατη επίσκεψη των υπουργών Εξωτερικών και Άμυνας Τσαβούσογλου και Ακάρ επικεφαλής αντιπροσωπείας με τον αρχηγό του τουρκικού στρατού και των μυστικών υπηρεσιών, η Τουρκία απροκάλυπτα απέρριψε τις εκκλήσεις της Λίβυας υπουργού Εξωτερικών που ζήτησε την άμεση αποχώρηση από τη χώρα όλων των μισθοφόρων και των ξένων δυνάμεων, συμπεριλαμβανομένων των τουρκικών. Στη κοινή συνέντευξη Τύπου που έδωσαν ο Τσαβούσογλου υποστήριξε ότι οι τουρκικές δυνάμεις βρίσκονται στη Λιβύη κατόπιν αιτήματος της προηγούμενης κυβέρνησης Σάρατζ και ότι η σημερινή προσωρινή κυβέρνηση δεν έχει τη δικαιοδοσία να ζητήσει απομάκρυνση. Η τουρκική διπλωματία γνωρίζει το συνεχιζόμενο βαθύ διχασμό της χώρας, στην προσωρινή κυβέρνηση εκπροσωπούνται όλες οι πτέρυγες του εμφύλιας σύρραξης, και απροκάλυπτα δηλώνει ότι θα συνεχίσει την παρουσία της στη χώρα επιχειρώντας ουσιαστικά να ελέγξει τις εξελίξεις. Την ίδια προκλητική απάντηση έδωσε ο Τσαβούσογλου στο Γερμανό υπουργό Εξωτερικών Μάας που με τη σειρά του ζήτησε αμήχανα την απομάκρυνση των τουρκικών δυνάμεων από την Λιβύη, κατά τη συνάντηση του με τον Τούρκο ομόλογο του.
Η τουρκική αδιαλλαξία βέβαια δεν είναι αδικαιολόγητη. Η Άγκυρα εκμεταλλεύεται τη διεθνή συγκυρία και εκβιάζει αποσπώντας ανοχή και συγκατάνευση στους σχεδιασμούς της τόσο από τη Δυτική Συμμαχία όσο και από τη Ρωσία. Έχοντας πετύχει διευρυμένη στρατιωτική και οικονομική συνεργασία με τη Μόσχα προσφέρει στο Πούτιν μια σχετική χαλάρωση της περικύκλωσης του από τις δυνάμεις του ΝΑΤΟ ενώ παράλληλα εκβιάζει τις ΗΠΑ με παραχωρήσεις και ανοχή έναντι της μη πλήρους διάσπασης της συνοχής της Ν.Α πτέρυγας του ΝΑΤΟ. Το παράλληλο παιχνίδι εκβιασμών σε Δύση και Ανατολή δεν συνιστά την αναζήτηση ενός ανεξάρτητου και προοδευτικού ρόλου για την Τουρκία. Η Άγκυρα, με τις επεκτατικές της επιδιώξεις, παραμένει μια απέραντη φυλακή για τους λαούς στο εσωτερικό της χώρας αλλά και ένας εμπρηστικός παράγοντας για την ειρήνη. Η ήττα του τουρκικού επεκτατισμού παραμένει αναγκαία και κρίσιμη συνθήκη για τη χειραφέτηση των λαών σε ολόκληρη την περιοχή.