Το σώμα, λοιπόν… «Το σώμα. Όλος ο άνθρωπος. Τίποτα λιγότερο, τίποτα περισσότερο. Η αιώνια λήθη του σώματος. Μόνο αυτή η σκέψη αποδίδει το σώμα στο σώμα. Μόνον μ’ αυτήν το σώμα είναι σώμα. Και μόνον μ’ αυτήν θα μπορούσαν οι φωνές να χαμηλώσουν, οι θόρυβοι να χαμηλώσουν. Και η σιωπή να μην φοβίζει. Και η λήθη να μην φοβίζει. Η αιώνια λήθη. Η μόνη αιωνιότητα. Αποδοχή. Να ζεις όσο θα ζει το σώμα και να μην ζητάς περισσότερο, ούτε να το θέλεις ούτε να το ελπίζεις ούτε να το πιστεύεις. Να το ζεις όσο θα ζει. Ατενίζοντας το τίποτα…». Συνειρμοί και σκέψεις πάνω στην απόλυτη έννοια «σώμα» σε βομβαρδίζουν στο θεατρικό αυτό μονόλογο σαν λεκτικές ριπές. Με απλή, κοφτή και ποιητικά φορτισμένη γλώσσα ο Δημητριάδης οδηγεί τον θεατή σε ένα συναρπαστικό φιλοσοφικό ταξίδι όπου κάθε λέξη, κάθε πρόταση, κάθε σημείο στίξης έχει ιδιάζουσα σημασία…
Τα της παράστασης
Μια πραγματική εμπειρία. Μια δύσκολη εμπειρία. Μια εμπειρία για θεατές ανεκτικούς στο διαφορετικό, που πηγαίνουν θέατρο για να ανακαλύψουν προτάσεις και οπτικές Τέχνης και όχι απαραίτητα για να ψυχαγωγηθούν… Ένα γυμνό κορίτσι, μια γυναίκα, ένα θηλυκό πλάσμα κλείνεται μέσα σε ένα γυάλινο κλουβί και εκτίθεται στα -ηδονοβλεπτικά(;)- μάτια μας. Κολλάει το πρόσωπό της, τα απόκρυφα σημεία της πάνω στο γυαλί και με μία απόκοσμη φωνή λέει «κοιτάξτε, δείτε το σώμα μου, το σώμα είναι όλα…». Η αλήθεια είναι πως η επιλογή του Δημήτρη Τάρλοου να φυλακίσει «το σώμα» της πρωταγωνίστριάς του, Εκάβης Ντούμα, μέσα σε ένα διάφανο ορθογώνιο κουτί -με την πάντοτε οξυδερκή ματιά της σκηνογράφου Ελένης Μανωλοπούλου- ήταν καίρια. Σαν να ήταν ο μόνος τρόπος, η μόνη επιλογή, ώστε να ειπωθούν σωστά αυτά τα τόσο βαθιά λόγια του Δημητριάδη. Η Εκάβη Ντούμα ήταν ένα αληθινό αγρίμι μέσα στο κλουβί. Εξέφραζε την κάθε λέξη της σαν να ήταν η τελευταία, σου πετούσε στα μούτρα την αλήθεια της και σου έλεγε εμμέσως πλην σαφώς «διαχειρίσου την». Ως εκ τούτου, ερμηνευτικά και σκηνοθετικά η παράσταση θα μπορούσαμε να πούμε ότι είχε πολλά στοιχεία από τη σχολή του Live Αrt Performances αφού σε όλη της την πορεία σε έκανε συνένοχο, σε έβαζε να ενσκήψεις πάνω σε αυτά που διαδραματίζονται στη σκηνή, να τα εγκρίνεις ή αν τα απορρίψεις… Με άλλα λόγια, έχει μία τέτοια δυναμική που ή θα σε κάνει να τη λατρέψεις ή να τη μισήσεις. Και νομίζω, αν δεν πέφτω έξω, ότι αυτό είναι και το ζητούμενο των συντελεστών. Ιδιαίτερη μνεία στους εξαιρετικούς φωτισμούς της Felice Ross και τη γεμάτη ανατρεπτικότητα μουσική του Blaine Reininger.
To tip του θεατή
Αν σου αρέσει να ταξιδεύεις στο θέατρο, ακόμη και με φουρτούνα, να πας με κλειστά τα μάτια. Θα σου ανοίξουν διάπλατα…