Γενικώς όπως ίσως έχουν παρατηρήσει οι σταθεροί αναγνώστες της εφημερίδας αποφεύγω να γράφω αρνητικές κριτικές για βιβλία. Προτιμώ να μοιράζομαι αυτά που κατά την οπτική μου αξίζει να διαβαστούν. Βιβλία που για τον έναν ή τον άλλο λόγο προκαλούν το ενδιαφέρον, ανοίγουν ζητήματα, χαρίζουν αναγνωστικές απολαύσεις.

Βεβαίως κατά κανέναν τρόπο τη δική μου άποψη δεν την κάνω κανόνα. Ό,τι αρέσει σε μένα και το θεωρώ σημαντικό, μπορεί για άλλους να είναι παντελώς αδιάφορο. Δεν θα έγραφα ποτέ τη φράση για κάποιο ότι κάνει «κακή» λογοτεχνία.

Κι όμως, αυτές τις μέρες, γίνεται ένας γενικός χαμός με την προσπάθεια «αποκαθήλωσης» του Καραγάτση. Και μάλιστα όχι απλώς αποκαθήλωσης, αλλά τοποθέτησης του έργου του σε μια σύγχρονη «μαύρη λίστα».

Έγραφα για τον Δάντη πριν από λίγες εβδομάδες, που για λόγους πολιτικής ορθότητας ένας εκπαιδευτικός στην Ιταλία αποφάσισε να μην τον διδάξει στην τάξη. Δεν είναι ένα απλό σύμπτωμα των καιρών. Είναι μια προδιαγεγραμμένη πορεία, ένα σύγχρονο Φαρενάιτ 451, όπου προβλέπω ότι σύντομα θα βρεθούν και άλλοι Έλληνες συγγραφείς. Ήδη έχουν ξεκινήσει με τον Καζαντζάκη, αλλά προβλέπω πως επόμενος θα είναι ο Μυριβήλης και ένας θεός ξέρει ποιοι θα ακολουθήσουν.

Το επόμενο βήμα είναι να λογοκριθούν, να βγουν από τις βιβλιοθήκες, να καταγγέλλονται όσοι εκπαιδευτικοί τα προτείνουν. Δεν είναι επιστημονική φαντασία αυτό που γράφω. Ήδη συμβαίνει στις ΗΠΑ.

Το τραγικό είναι πως τον χορό σέρνουν συγγραφείς. Και τι συγγραφείς; Από εκείνους που έχουν αναδείξει κάποιες «παρέες», έχουν βραβευτεί, προβάλλεται το έργο τους με κάθε τρόπο, αλλά το κοινό γενικώς τους γυρίζει την πλάτη.

Το αποτέλεσμα είναι αρχικά μια συμπλεγματική αντιμετώπιση των σύγχρονων ομοτέχνων τους, που τυχαίνει τα βιβλία τους να… διαβάζονται.

Το να σε διαβάζουν είναι μεγάλο ατόπημα. Διότι για να το κάνουν μερικές χιλιάδες αναγνώστες θα πει πως έχεις ενδώσει στην «εμπορικότητα». Για να καταλαβαίνουν τι γράφεις θα πει πως κι εσύ και το κοινό σου είσαστε χαμηλού επιπέδου.

Κι ως εδώ, είναι μικροέριδες, παντελώς αδιάφορες εκτός του μικρόκοσμου του βιβλίου.

Με τον Καραγάτση όμως ξεπεράστηκε κάθε όριο. Και καλά τα περί «σεξισμού», όμως όταν διαβάζω τα λόγια που ακολουθούν από προβεβλημένο νέο συγγραφέα, τότε δεν ξέρω τι να πω. Αντιγράφω:

«…το πρόβλημα με τον Καραγάτση δεν είναι (μόνο) ο έκδηλος μισογυνισμός του. Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι ότι η λογοτεχνία που γράφει είναι μια λογοτεχνία κακή και ξεπερασμένη, ακόμα και για τα δεδομένα του καιρού του. Είναι μια λογοτεχνία, η οποία, τριάντα χρόνια μετά τον Κάφκα, τον Προυστ, τη Βιρτζίνια Γουλφ και τον Τζέιμς Τζόις, δεν έχει πάρει πρέφα για τη θεμελιακή αμφισβήτηση στην οποία έθεσε την απόλυτη εξουσία του παντοδύναμου αφηγητή το μοντερνιστικό κίνημα, γράφοντας με την ίδια απαρασάλευτη τριτοπρόσωπη αυτοπεποίθηση του γραφιά-Θεού, επόπτη και κριτή των πάντων, με την οποία έγραφαν (οι λιγότερο λεπταίσθητοι πεζογράφοι) τον 19ο αιώνα. Μια λογοτεχνία γεμάτη ατελείωτους διαλόγους, που υποτίθεται αρδεύονται από τον Ντοστογιέφσκι, και όπου όλοι λένε αυτά που εννοούν και εννοούν αυτά που λένε, και όπου ακόμα κι αν έχουν εσωτερικές αμφιβολίες και σκέψεις, αυτές παρατίθενται καταλεπτώς και εξίσου εκκωφαντικά, δίχως την παραμικρή υπαινικτικότητα. (Μάλλον το αντίθετό της: οι αράδες του Καραγάτση βρίθουν από περιγραφές γεμάτες ανοικονόμητη μεγαλαυχία, πέραν και πάνω από κάθε έννοια αφηγηματικής συνοχής, αφού ο αφηγητής φροντίζει να δηλώνει μονίμως την παρουσία του επισκιάζοντας τα πάντα, υπογραμμίζοντας τα πάντα, σε ένα υψηλόφρον, υψιπετές ύφος που αποζητά τον αμείωτο αισθησιασμό αλλά καταλήγει εξίσου συναρπαστικό με μια κατσαρόλα όπου βράζει παχύρρευστη μαρμελάδα.)…»

Η… μαρμελάδα του Καραγάτση, εξακολουθεί να διαβάζεται κάτι που δεν γνωρίζω αν θα συμβεί με τα έργα του κυρίου Μάντη (ψευδώνυμο συγγραφικό) που γράφει τα παραπάνω κι ας «πήρε πρέφα» τις εξελίξεις του καιρού του ώστε να πάρει βραβεία και επαίνους από κριτικούς.

Του κυρίου Μάντη είχε προηγηθεί κάποιος κύριος Σταθαράκης –παραθέτει εκτενή αποσπάσματα από άρθρο του– που εξηγούσε πόσο βλαπτικά είναι για τον εγκέφαλο μας τα βιβλία του Καραγάτση τα οποία θεωρούσε «σύγχρονα νεοελληνικά Άρλεκιν»…

Αντί άλλου σχολίου ως μια ακόμη απάντηση στις απίστευτες φαιδρότητες που γράφτηκαν, ένα απόσπασμα από παλιότερο κείμενο της Μάρως Δούκα:

«…Και περνούσαν τα χρόνια. Ο Καραγάτσης παρέμενε ο κατ’ εξοχήν αντι-σχολικός, αντι-διδακτικός συγγραφέας μου. Ίσως και να μην είχα διαβάσει όλα τα βιβλία του, είχα όμως διαβάσει τα περισσότερα και τα σημαντικότερα. Επίμονος, χλευαστικός πάντα, προκλητικός, οξυδερκής, ξετύλιγε ανηλεής τα κουβάρια του σαν να μην είχε πονέσει ποτέ στη ζωή του ο ίδιος, σαν να μην είχε δοκιμάσει να υψώσει τη φωνή του για έναν άλλο, κοινό ή ξένο, σκοπό.

Και όταν αργότερα άρχισα να χώνομαι στα μυστικά της γραφής και να αναζητώ του δικούς μου τρόπους, από όλους τους “πρωτοκλασάτους” πεζογράφους αυτής της γενιάς, ο Καραγάτσης άντεχε στην αλαζονική κρίση μου, όχι επειδή είχα αποφασίσει να ξαναδιαβάσω τα βιβλία του και να επανεκτιμήσω, αλλά επειδή ήταν ο μόνος με τον οποίο αισθανόμουν ότι έχω ανοίξει από τα νεανικά μου χρόνια διάλογο ικανό να ενεργοποιήσει μέσα μου αμφίδρομα το σαρκασμό και την ειρωνεία…

…”Πνευματικός” πατέρας, άρα, ο Καραγάτσης του “ήρωα” που με τη μια μορφή ή την άλλη τείνει να κατακυριεύσει τις σελίδες της όψιμης ελληνικής πεζογραφίας, συναγωνιζόμενος επάξια τον προβληματισμό και την αισθητική των περιοδικών ποικίλης ύλης; Μόνο που ο Καραγάτσης δεν περιορίστηκε υπερφίαλα σε ομφαλοσκοπικές εκτονώσεις. Περπάτησε υποστηριζόμενος από τη μυθοπλαστική του ικανότητα και την αποκαλυπτική ματιά του και ανέδειξε σε καθολικό βιολογικό ερωτισμό τις σεξουαλικές αναζητήσεις που εδρεύουν στο κέντρο της δράσης και της ψυχολογίας των ηρώων του.

Τελειώνοντας, θα ήθελα να επαναλάβω ότι οι σκέψεις μου αυτές δεν έχουν πρόθεση αξιολόγησης. Πηγάζουν απλώς από τη διάθεσή μου να προσδιορίσω, έστω και σχηματικά, τους λόγους για τους οποίους ο Μ. Καραγάτση θα μπορούσε να θεωρηθεί σήμερα ο πιο σύγχρονος και ο πιο ερεθιστικός από τους καθιερωμένους μυθιστοριογράφους της γενιάς του.

Ο μυθιστοριογράφος που, όπως είπε κάποτε και ο Γ. Π. Σαββίδης, θα μπορούσες να διαβάζεις και να ξαναδιαβάζεις με αδιάπτωτο πάντα ενδιαφέρον. Κάτι που εγώ, για δικούς μου λόγους, όπως δήλωσα και στην αρχή, δεν αποτόλμησα!»

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!