Το Πολυτεχνείο και ο Νοέμβρης εκδικείται και περιγελά, πρώτα από όλα, εκείνους που το «τιμούν» ξεχνώντας το μήνυμα του. Εκείνους που το «θυμούνται» ως αντιστάθμισμα της προσαρμογής τους, της μετάλλαξης, της υποταγής τους στους «ρεαλισμούς» των κυρίαρχων, στο θλιβερό παρόν τους. Στην πραγματικότητα οι περισσότεροι σημερινοί υποστηρικτές του ούτε τότε, 44 χρόνια πριν, το ήθελαν.
Οι «ρεαλισμοί» της εποχής απαιτούσαν αυτοσυγκράτηση, επιμονή στην εναλλακτική της φιλελευθεροποίησης και της «εσωτερικής κάθαρσης» της χούντας, του εκδημοκρατισμού της, υπό την πίεση της «δημοκρατικής Ευρώπης». Όσοι είχαν άλλη γνώμη ήταν απλά προβοκάτορες.
Το ίδιο παραμύθι συνεχίζεται μέχρι τις μέρες μας.
Τα μηνύματα του Πολυτεχνείου, 44 χρόνια τώρα, γνώρισαν αλλεπάλληλα κύματα «δικαιώσεων»
«Δικαιώθηκαν» από τη Δεξιά με την αναίμακτη μεταπολίτευση, από το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα με την παράδοση της ριζοσπαστικοποίησης των νέων στους Κοσκωτάδες, από το ΠΑΣΟΚ του Σημίτη με τον εκσυγχρονισμό, από την πρώτη φορά αριστερά του Τσίπρα. «Δικαιώνεται»επί 44 χρόνια με τη συνέχιση της πολιτικής του «ανήκομεν εις την Δύσιν» και τα «ευχαριστούμε τους Αμερικάνους». «Δικαιώθηκε» με το ολόψυχο προσκύνημα όλων των επίσημων πολιτικών πτερύγων και όλων κυβερνήσεων στη μνημονιακή καταστροφή. Η αναζήτηση προσχημάτων και δικαιολογιών επιβεβαιώνει, με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο, την αδυναμία του επίσημου πολιτικού προσωπικού να διανοηθεί επιλογές έξω από τις κυρίαρχες. Επιβεβαιώνει σε τελευταία ανάλυση τη στάση του ολόκληρη την περίοδο από το Νοέμβρη του ‘73 μέχρι σήμερα.
Τα μηνύματα του Πολυτεχνείου «δικαιώθηκαν» και από τη μη κυβερνητική Αριστερά, δυστυχώς και από τμήματα της ριζοσπαστικής. Οι εκδηλώσεις για τον γιορτασμό του έχασαν κάθε περιεχόμενο. Μετατράπηκαν σε μια στείρα, συνθηματολογική γιορτή που αποζητούσε δικαίωση κατατρώγοντας τις σάρκες ενός «ένδοξου» παρελθόντος και της ίδιας της ιστορίας. Γιατί είναι αλήθεια ότι ακόμα και όσοι δεν εξαργύρωσαν το παρελθόν με θώκους και ρεαλισμούς στάθηκαν αδύναμοι να δώσουν σύγχρονο περιεχόμενο στο μήνυμα της εξέγερσης του Νοέμβρη. Προτίμησαν να βολευτούν στις «σκουριές», να διεκδικήσουν αποκλειστικά μερίδια της αυθεντικής συνέχειας, να αναπαράξουν ανιαρά συνθήματα και στερεότυπα, ανίκανοι να διανοηθούν ένα σχέδιο και μια πολιτική που θα αναμετριέται με τα προβλήματα του σήμερα. Παρατηρούσαν απαθείς, χρόνο με το χρόνο, τις εορταστικές εκδηλώσεις να χάνουν το νόημα τους, να μην συγκινούν, να χάνουν σε μαζικότητα και συμμετοχή. Και αρκούνταν σε επιδείξεις μιας πλασματικής κομματικής δύναμης μέσα στο Πολυτεχνείο και στην πορεία προς την Αμερικάνικη πρεσβεία.
Το μήνυμα του Πολυτεχνείου «δικαιώθηκε» και από τους πολύμορφους οπαδούς των «αυθεντικών» μορφών των εξεγέρσεων. Από όσους νομίζουν ότι «αντίσταση» στον εκφυλισμό και τη μουσειοποίηση της εξέγερσης, της κάθε εξέγερσης, είναι ο πραξικοπηματισμός, το αποφασίζω με την παρέα μου και επιβάλλω με τη βία της απελπισίας μου, η φαντασμαγορία του θεάματος των συγκρούσεων και των μολότοφ, οι μάχες μηχανισμών, η περιφρόνηση της δύναμης των απλών καθημερινών ανθρώπων, της μαζικής αντίστασης και πάλης. Είναι οι ελλείψεις και οι καθυστερήσεις της Αριστεράς που δίνουν έδαφος σε αυτές τις αντιλήψεις και πρακτικές.
Σε πείσμα των «δικαιώσεων» του, το Πολυτεχνείο εκδικείται και περιγελά όσους το «τιμούν». Σαράντα τέσσερα χρόνια μετά συνεχίζει να συγκινεί. Ξεπερνά από μόνο του τις προσαρμογές και τον εκφυλισμό που του επιφυλάσσουν οι τιμητές του. Στην πορεία των χρόνων που πέρασαν υπήρξαν στιγμές που έχασε τη δυναμική του. Που οι πορείες δεν συγκέντρωναν κόσμο, που η κρατική βία, ο σχεδιασμένος εκφυλισμός ή η φαντασμαγορία των επεισοδίων έδιωχναν και αποκάρδιωναν. Ίσως τα τελευταία να έπαιζαν πιο αποφασιστικό ρόλο. Παρόλα αυτά, σε πείσμα όλων των μεθοδεύσεων, ξανάβρισκε τη ψυχή του και το πραγματικό του νόημα.
Γιατί εκεί είναι η δύναμη του. Το Πολυτεχνείο και ο Νοέμβρης εκδικούνται γιατί ζουν και υπάρχουν στους αγώνες του μέλλοντος…
Σ.Π