Διαβάστε τα προηγούμενα Μέρος Α’, Μέρος Β΄, Μέρος Γ’

 Το αφιέρωμα του Δρόμου στο ελληνικό ποδόσφαιρο ολοκληρώνεται σήμερα.  Στο τέταρτο και τελευταίο μέρος συζητάμε με τον Νίκο Μάλλιαρη για την περίοδο που ξεκίνησε με την εμφάνιση του Σωκράτη Κόκκαλη στα πράγματα. Η περιβόητη παράγκα κι ο ρόλος της. Η εμφάνιση του Βαγγέλη Μαρινάκη. Από τον πατέρα Μητσοτάκη στους Καραμανλή, Γ. Παπανδρέου, Τσίπρα, κι από κει στον υιό Μητσοτάκη, πώς οι κυβερνήσεις διαπλέχθηκαν με τους μεγαλοπαράγοντες. Οι οπαδικοί στρατοί, το Στοίχημα, οι δήμοι. Η Αριστερά και το ποδόσφαιρο.

Ο Νίκος Μάλλιαρης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1954. Από το 1971 έπαιζε ποδόσφαιρο ερασιτεχνικά (Π.Ο. Ψυχικού) κι έπειτα ως επαγγελματίας (Εθνικός Αστέρας Καισαριανής, Προοδευτική). Υπήρξε ο άνθρωπος που όργωσε τα αποδυτήρια για να φτιαχτεί το σωματείο των ποδοσφαιριστών. Στο Δ.Σ. του ΠΣΑΠ από το 1977 έως το 1985. Έχει αναλάβει πολλές πρωτοβουλίες στον χώρο του αθλητισμού συμμετέχοντας ενεργά στην ίδρυση αθλητικών σωματείων, συλλόγων με κοινωνικό και πολιτιστικό χαρακτήρα και κινήσεων αλληλεγγύης.

 Πότε σταματά η κυριαρχία Βαρδινογιάννη στο ποδόσφαιρο;

Ουσιαστικά, η κατάσταση που περιγράψαμε συνεχίστηκε, με διάφορες αναλαμπές, μέχρι το 1996. Ενδιάμεσα ο Κοσκωτάς προσπάθησε, εκτός του Ολυμπιακού, να εξαγοράσει τους πάντες και τα πάντα με τα χρήματα της Τράπεζας Κρήτης και το σκάνδαλο από ποδοσφαιρικό εξελίχθητε σε τεράστιο πολιτικό σκάνδαλο. Ο Σωκράτης Κόκκαλης εμφανίζεται στα επιχειρηματικά πράγματα με τη συγκυβέρνηση Μητσοτάκη και Αριστεράς το 1989-90, οπότε η Intracom επιλέγεται ως βασικός προμηθευτής του ΟΤΕ. Το 1991 αναλαμβάνει τον μπασκετικό Ολυμπιακό, και δύο χρόνια μετά πείθεται να ασχοληθεί και με την καταχρεωμένη ΠΑΕ Ολυμπιακός, αφού στο μεταξύ με νομοθετική ρύθμιση μειώθηκαν τα χρέη της προς την Τράπεζα Κρήτης.

Μια ωραία ατμόσφαιρα… Μαζί με τον Σωκράτη Κόκκαλη και μέλη της οικογένειάς του, διακρίνονται στις εξέδρες του Καραϊσκάκη οι Αθανασάκης, Ευθυμίου, Λαλιώτης του ΠΑΣΟΚ, καθώς και ο Θωμάς Μητρόπουλος της γνωστής παράγκας…

Δεν κυριαρχεί όμως αμέσως ο Κόκκαλης στα ποδοσφαιρικά πράγματα.

Ναι, παρότι ξοδεύει ουκ ολίγα χρήματα για την απόκτηση παικτών, στον αγωνιστικό χώρο τρώει την μία σφαλιάρα μετά την άλλη. Το σύστημα Βαρδινογιάννη δείχνει τη δύναμή του, σε βαθμό που ο Κόκκαλης προβληματίζεται αν συμφέρει να συνεχίσει την προσπάθεια. Με την έλευση Σημίτη, απλώνει τις δραστηριότητές του σε πολλούς τομείς. Αργότερα αποκορύφωμα θα υπάρξει η διοργάνωση στην Ελλάδα του ποδοσφαιρικού στοιχήματος, που μετά από χρόνια θα του το αφαιρέσει τελικά η κυβέρνηση Καραμανλή. Το 1996 λοιπόν η παράγκα μένει ορφανή από προστάτη, αλλά όχι για πολύ. Και τότε έρχονται τα πάνω κάτω.

Γίνεται σχετικά εύκολα η αλλαγή αυτή;

Μα το σύστημα αυτό δεν δυσκολευόταν ποτέ να αλλάξει αφεντικό και χρώματα. Υπηρετούσε πάντα προσωπικά και επιχειρηματικά συμφέροντα. Η λεγόμενη παράγκα και οι άνθρωποί της σε όλο το φάσμα του οργανωμένου ποδοσφαίρου έχουν μάθει να βγάζουν λεφτά δουλεύοντας από το παρασκήνιο. Όποιος πλήρωνε είχε και τις υπηρεσίες τους. Με ένα συγκεκριμένο κόστος εξέλεγαν στην ΕΠΟ τα πρόσωπα της αρεσκείας τους και μέσω αυτών έλεγχαν τη διαιτησία ανεβάζοντας και κατεβάζοντας πρωταθλητές. Το πολιτικό σύστημα ουδέποτε κατάφερε να τους απομονώσει. Προσπάθειες έγιναν αλλά πάντοτε σκόνταφταν. Πότε το παιχνίδι χάνονταν εκ των έσω, δηλαδή με πολιτικές παρεμβάσεις και ενίοτε εκ των έξω με τις παρεμβάσεις της FIFA, η οποία με την καραμέλα του αυτοδιοίκητου του ποδοσφαίρου, απειλούσε με αποβολή τις ελληνικές ομάδες από τις διεθνείς διοργανώσεις.

Για πολλά χρόνια, μέχρι το 2010, ο Σωκράτης Κόκκαλης πρωταγωνιστεί στο παρασκήνιο με γνωστά αποτελέσματα. Πώς περνάμε στην εποχή Μαρινάκη;

Ο Σωκράτης Κόκκαλης την εποχή της κυριαρχίας του στο ποδόσφαιρο, περιστοιχισμένος από τους Μάκη Ψωμιάδη και Αχιλλέα Μπέο.

Τίποτα δεν είναι τυχαίο. Ο Κόκκαλης, όπως είπαμε, μπήκε στον Ολυμπιακό επί κυβερνήσεως Κώστα Μητσοτάκη αλλά δυνάμωσε με κυβέρνηση Σημίτη. Αυτό ενοχλούσε τους διαδόχους του Μητσοτάκη στην ηγεσία της Ν.Δ. Όταν του στέρησαν το Στοίχημα, αλλά και τη συνεργασία με τον ΟΤΕ, αντιμετώπισε προβλήματα. Στο μεταξύ δυνάμωσε εκ νέου οικονομικά ο Παναθηναϊκός με την αλλαγή κι εδώ του ιδιοκτησιακού καθεστώτος (Βγενόπουλος, Πατέρας) και στα τέλη της πρώτης δεκαετίας του 2000 άλλαξε «χρώμα» η διοίκηση της ΕΠΟ. Τα πράγματα άρχισαν να παίρνουν νέα τροπή στο παρασκήνιο. Προφανώς τα είδε, τα μέτρησε, σκέφτηκε ότι το ποδοσφαιρικό παιχνίδι γίνονταν όλο και περισσότερο ασύμφορο, είχαν περάσει και τα χρόνια κι αποφάσισε να πουλήσει τον Ολυμπιακό σε έναν αποδεδειγμένα οπαδό της ομάδας, τον Βαγγέλη Μαρινάκη, ο πατέρας του οποίου είχε διατελέσει παράγοντας του Ολυμπιακού και ήταν φίλος με την οικογένεια Μητσοτάκη.

Δηλαδή θα μπορούσαμε να πούμε ότι κατά κάποιο τρόπο ο Μητσοτάκης έδωσε τον Ολυμπιακό στον Κόκκαλη και ο ίδιος, ή η οικογένεια τέλος πάντων, τον πήρε πίσω;

Ήταν στενά δεμένος με την οικογένεια ο Βαγγέλης Μαρινάκης και διαχειριζόταν οικονομικές της υποθέσεις. Δεν είναι τυχαίο ότι στο πρώτο Δ.Σ. της ΠΑΕ Ολυμπιακός επί Μαρινάκη, θα βρούμε δυο στελέχη που ήταν από τους στενότερους συνεργάτες της Ντόρας Μπακογιάννη.

Γύρω στο 2010 έχουμε και τις διώξεις για παράνομο στοιχηματισμό και στημένα παιχνίδια.

Ο… παραγκάρχης Θωμάς Μητρόπουλος, εδώ σε πιο πρόσφατη εμφάνισή του, με τον Δημήτρη Μελισσανίδη.

Ναι, ήταν η Κυβέρνηση του Γ. Παπανδρέου που έβγαλε στη σέντρα παράγοντες που έπαιζαν παιχνίδια στις πλάτες του ποδοσφαίρου, με τους αποκαλυπτικούς τηλεφωνικούς διαλόγους που συγκέντρωσε ο κοριός της ΕΥΠ. Το παρασκήνιο άρχισε να αισθάνεται κάπως τη δύναμη της πολιτικής εξουσίας. Ο Τύπος είχε κάνει βούκινο την παράγκα και οι άνθρωποί της δεν μπορούσαν να σταθούν. Νέοι παράγοντες ήρθαν στο προσκήνιο, αλλά όπως λέει κι ο λαός «άλλαξε ο Μανωλιός κι έβαλε τα ρούχα του αλλιώς». Αργότερα η ΑΕΚ, μετά την περιπέτεια που πέρασε εξ αιτίας των υπέρογκων χρεών της που την οδήγησαν στην Γ΄ εθνική κατηγορία, επανήλθε ισχυρή στο προσκήνιο με νέα ηγεσία και άρχισε να ζητάει εκδίκηση για τη χαμένη αξιοπιστία της στα κέντρα λήψης των αποφάσεων, όπως και ο ΠΑΟΚ που απέκτησε οικονομική επιφάνεια με τον Σαββίδη και άρχισε να διεκδικεί εκείνα που θεωρούσε ότι του στέρησε το παρασκήνιο επί δεκαετίες.

Τερματίζεται λοιπόν και η απόλυτη κυριαρχία Μαρινάκη στο παρασκήνιο.

Ναι, φτάνουμε στο 2016 οπότε οι Τσίπρας, Φλαμπουράρης, Κοντονής, σε συνεργασία με τη FIFA και την UEFA, η οποία είχε ως γενικό γραμματέα τον Θόδωρο Θεοδωρίδη που τα πέτρινα χρόνια του ποδοσφαίρου εκλέγονταν ανελλιπώς μέλος του Δ.Σ. της ΕΠΟ, αποφάσισαν να εκπαραθυρώσουν την τότε διοίκηση και να φέρουν στα πράγματα μία καινούργια, αλλά με την παλιά φιλοσοφία και λογική. Είχαμε και τις έξοθεν παρεμβάσεις που λέγαμε πριν, αφού FIFA και UEFA συνεργάστηκαν με την τότε κυβέρνηση, όχι όμως για να καθαρίσουν το ποδόσφαιρο από τους παραγκάρχες αλλά για να τους επαναφέρουν ισχυρότερους. Υποσχέθηκαν κάθαρση, τερματισμό της βίας, εκδημοκρατισμό και βίο ανθόσπαρτο για το επαγγελματικό ποδόσφαιρο, αλλά το τι ακολούθησε το βλέπουμε καθημερινά.

Με την άνοδο στην εξουσία του Κυριάκου Μητσοτάκη αργότερα, πώς διαμορφώνονται τα πράγματα;

Βλέπουμε τώρα πώς η κυβέρνηση Κυριάκου Μητσοτάκη υπόσχεται να καθαρίσει εκείνη τον Κόπρο του Αυγείου. Με νέο αθλητικό νόμο, αλλά με τα ίδια πρόσωπα και βέβαια με παραπεταμένους και ξεχασμένους τους τόσους πολλούς έντιμους ποδοσφαιριστές και ανθρώπους που γνωρίζουν το αντικείμενο. Το γεγονός ότι οι ολιγάρχες της οικονομικής ζωής του τόπου ελέγχουν τα ΜΜΕ και το ποδόσφαιρο, κάνει ότι δεν το αντιλαμβάνεται η κυβέρνηση, επειδή αν αγγίξει τους ολιγάρχες του ποδοσφαίρου θα βρει απέναντί της τους ολιγάρχες των ΜΜΕ! Οπότε δεν πρόκειται να πάει με τίποτα κόντρα στα συμφέροντα των κυρίων Αλαφούζου, Μαρινάκη, Μελισσανίδη, Σαββίδη και λοιπών.

Τώρα όμως, εκτός από τη διαπλοκή, έχουμε και την άμεση ανάληψη της εξουσίας. Σε επίπεδο δήμων για παράδειγμα.

Βεβαίως. Δες το φαινόμενο Μπέος πώς προέκυψε. Μέσα στην πολιτική κρίση του 2010 κι έπειτα, πάλευε το διαλυμένο πολιτικό σύστημα να επιβιώσει. Τότε, με κυβέρνηση ΓΑΠ και υπουργό τον Γερουλάνο, έσκασε το θέμα της διαφθοράς στο ποδόσφαιρο όπως είπαμε. Χρηματισμοί, παράνομο στοίχημα κ.λπ. Η εγκληματική οργάνωση στοχοποιήθηκε. Εισαγγελείς ανέλαβαν δράση. Ηχογραφήσεις και ντοκουμέντα είδαν το φως της δημοσιότητας. Ο Μπέος έκατσε κάποιους μήνες φυλακή και στη συνέχεια παραδόθηκε καθαρός στην κοινωνία… Στη συνέχεια ανέλαβε να τρέξει τον Ολυμπιακό Βόλου και μέσω του ποδοσφαίρου έπεισε την τοπική κοινωνία ότι οι πολιτικοί άρχοντες που έως τότε είχε αναδείξει, δεν άξιζαν φράγκο. Το 2014 διεκδίκησε τον δήμο Βόλου και εκλέχτηκε πανηγυρικά. Έκτοτε επανεξελέγη το 2019 και το 2023.

Ποιοι τον πλαισίωσαν σε αυτή την προσπάθεια;

Στο πλευρό του είχε και έχει το πολιτικό προσωπικό του δήμου, αλλά και στελέχη της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ, ακόμα και της Αριστεράς. Με αυτούς πολιτεύτηκε. Δεν κατέβηκε στις εκλογές με φυλακόβιους… Στο πολιτικό σύστημα βρήκε στηρίγματα. Με την ίδια λογική ο Ολυμπιακός εξέλεξε δήμαρχο Πειραιά τον Μώραλη με πρώτο σε ψήφους δημοτικό σύμβουλο τον ίδιο τον Μαρινάκη! Ο Παναθηναϊκός στήριξε τον δήμαρχο που του υποσχέθηκε να του φτιάξει γήπεδο, και ο Μελισσανίδης στήριξε το 2015 τον ΣΥΡΙΖΑ και ειδικότερα τη Δούρου για την Περιφέρεια Αττικής, έχοντας ανά χείρας την υπόσχεση ότι θα χρηματοδοτήσει την ανέγερση του δικού της γηπέδου με 20 εκατ. ευρώ. Υπάρχουν κι άλλα παραδείγματα, στις τελευταίες δημοτικές εκλογές, στη Λαμία εξελέγη ο ιδιοκτήτης της ΠΑΕ Λαμία Πανουργιάς Παπαϊωάννου, ιδιοκτήτης και κατασκευαστικής εταιρίας.

Οι παράγοντες, λοιπόν, έχουν την τεχνογνωσία αλλά και τον τρόπο να διαμορφώνουν ακροατήρια και να αξιοποιούν ένα πλήθος διασυνδέσεων στο πολιτικό σύστημα.

Διαπλέχθηκαν με την πολιτική και μιντιακή εξουσία και εξασφάλισαν την πλήρη ανοχή τους. Έφτιαξαν τους οπαδικούς στρατούς. Είναι γνωστό ότι οι επαγγελματίες οπαδοί, οι αρχηγοί των θυρών, έχουν στενές επαφές με τους προέδρους. Εκεί εκκολάπτονται φασιστικές νοοτροπίες και συμπεριφορές, και κάθε είδους εγκληματική και παραβατική δράση. Ναρκωτικά, μπραβιλίκια κ.λπ. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της «Γαλάζιας Στρατιάς», ενός συνδέσμου υποτίθεται υποστήριξης της εθνικής ομάδας, που ελεγχόταν από τη Χρυσή Αυγή. Από κει αναδείχτηκε κι ο μετέπειτα βουλευτής, ο Παναγιώταρος. Εξαλείφθηκε λοιπόν η συμμετοχή των φιλάθλων στα αθλητικά σωματεία και έμεινε ο οπαδισμός. Το ίδιο δεν έγινε και με τα κόμματα εξουσίας; Ποια πολιτική και κομματικές οργανώσεις; Ο αρχηγάρας κι ο προεδράρας επικράτησαν σε πολιτική και ποδόσφαιρο. Δεν βλέπεις και με τις εκλογές αρχηγών κομμάτων που ψηφίζει κι ο κάθε πικραμένος με 2 ευρώ τον μεγάλο αρχηγό;

Μιλώντας δηλαδή για τις κορυφές, είναι κοινή η κατρακύλα πολιτικού και ποδοσφαιρικού χώρου;

Υπάρχει μια διαφορά. Δεν υπάρχει διαμορφωμένη πολιτική, με κάποια συνέχεια ή σταθερότητα, και κατ’ επέκταση κρατική πολιτική. Αυτοί είναι όλοι εφήμεροι. Από την άλλη, οι παράγοντες – επιχειρηματίες είναι πιο σταθεροί και ξέρουν τι κάνουν. Αυτοί είναι που γνωρίζουν τα κόλπα και πώς να κάνουν τις δουλειές. Έχουν διάρκεια στο πολιτικό και στο ποδοσφαιρικό γίγνεσθαι, ξέρουν πώς λειτουργεί το σύστημα.

Αυτό εξηγεί προφανώς και τις καταστάσεις που συζητούσαμε πριν, πώς δηλαδή θα κατέβει για δήμαρχος ένας παράγοντας και θα κάνει περίπατο.

Μα αν δεν υπάρχει τίποτα σοβαρό, πάει ο άλλος με τον δυνατό. Αφού τους ξέρει τους κλασικούς πολιτικούς, θα βγάλει τον άλλο που ξέρει να κάνει τις δουλειές. Κι ας είναι αυτό που είναι. Κάποτε ήταν δυνατή η Αριστερά, τα κομμουνιστικά κόμματα. Απέκτησαν δύναμη κάτω από συγκυρίες. Έγιναν όμως κι αυτά εφήμερα μπροστά στη διαχρονικότητα των άλλων. Κατέρρευσαν, διαλύθηκαν, γιατί να τα ακολουθήσει κάποιος; Πρέπει να ξαναγίνει μια σύγχρονη αξιόπιστη Αριστερά χωρίς άχρηστα δόγματα. Οι βασικές αρχές υπάρχουν, όλα τα άλλα πρέπει να αλλάξουν. Στην εποχή των δορυφόρων και των σημερινών ψηφιακών συστημάτων, δεν υπάρχει τίποτα κρυφό, δεν χρειάζεται η λογική της κλειστής οργάνωσης.

Αφού λοιπόν το αναφέρεις, η υπαρκτή Αριστερά πώς σχετίστηκε με το ποδόσφαιρο;

Η Αριστερά δεν ασχολείται σοβαρά με το ποδόσφαιρο. Ή το σνομπάρει, ή το εκμεταλλεύεται ψηφοθηρικά. Είδαμε τι έγινε και με τη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Ο Τσίπρας, για παράδειγμα, ερχόταν στις συναντήσεις με επιφανείς διεθνείς ποδοσφαιριστές μόνο για επικοινωνιακούς λόγους. Ενδιαφέρονταν αυτός και τα άλλα στελέχη να βγουν καμιά φωτογραφία για να μπουν στις εφημερίδες. Αλλά και πέρα από αυτό. Καμιά πτέρυγα δεν λέει τίποτα, δεν κάνει τίποτα. Οπαδοφροσύνη πουλάει κι η Αριστερά, ο καθένας για το κόμμα του. Διαμορφώνει κανείς αθλητική πολιτική; Μπαίνει σε συλλόγους, μπαίνει στα πράγματα; Αυτό το σύστημα που λέγαμε πριν, πού το ακουμπάει, πού το ενοχλεί;

Κι όμως συζητήσαμε πιο πριν ότι υπήρξαν άνθρωποι, ειδικά η γενιά που ξεκινήσατε τον ΠΣΑΠ, που προσπάθησαν να αλλάξουν τα πράγματα. Πώς κάνεις αυτό τον απολογισμό;

Πριν 40 χρόνια κάποιοι άνθρωποι με ορισμένα χαρακτηριστικά μπήκαμε στο ποδόσφαιρο και μέχρι ενός σημείου πετύχαμε κάποια πράγματα. Με την εμπειρία που είχα συσσωρεύσει μέσα από την ενασχόλησή μου με το ποδόσφαιρο και την πολιτική οπτική πάνω σε αυτό, τόσο τη δεκαετία του 1980 που ήμουν στο ΚΚΕ όσο και αργότερα, την εποχή που ήμουν στον ΣΥΡΙΖΑ ως υπεύθυνος ποδοσφαίρου, επεδίωκα να διαμορφώσουμε αθλητική πολιτική που να κοντράρει την πολιτική των κομμάτων εξουσίας και των παραγόντων. Η Αριστερά δεν μπόρεσε να αξιοποιήσει τις παρεμβάσεις του όποιου αθλητικού κινήματος είχε διαμορφωθεί κατά καιρούς από  αθλητές και ανθρώπους του χώρου. Με αποτέλεσμα, ο παραγοντισμός και ο οπαδισμός να γίνουν παντοδύναμοι, να κυριαρχήσουν πλήρως στο ποδόσφαιρο.

Έχετε πάρει όμως κατά καιρούς διάφορες πρωτοβουλίες στον χώρο του ποδοσφαίρου.

Έχουν γίνει ορισμένες προσπάθειες μικρότερες ή λίγο πιο μεγάλες. Φτιάξαμε στην Καισαριανή ένα σωματείο, τον Αστέρα 2004, να δείξουμε πώς πρέπει να είναι το ποδόσφαιρο, ένας ποδοσφαιρικός σύλλογος. Δεν στήριξε κανείς από την οργανωμένη Αριστερά. Με τον Μίκη Θεοδωράκη είχαμε μαζέψει ποδοσφαιριστές, ποδοσφαιρόφιλους καλλιτέχνες, διάφορους, να αναδείξουμε μια άλλη λογική. Πιο πρόσφατα φτιάξαμε μια πρωτοβουλία, το «Επίσκυρον», κάνοντας ορισμένες εκδηλώσεις για την πολιτιστική πλευρά του ποδοσφαίρου, ιστορικά θέματα όπως για παράδειγμα ποδοσφαιριστές που ήταν στον πόλεμο στην Αλβανία, στην Αντίσταση. Η Αριστερά δεν μπλέκει με τίποτα, κρατάει μια καθαρότητα, υποτίθεται, για να μην κάνει τίποτα. Εγώ πιστεύω πάντα, και έτσι φαίνεται από τη ζωή, ότι αν έχεις ένα όραμα και ξέρεις τι θέλεις, δεν πρέπει να φοβάσαι τι είναι ο ένας και τι είναι ο άλλος. Δεν πρόκειται να αλλοιωθείς, ούτε τον παντρεύεσαι τον άλλον. Χρειάζεται πάντα να συνθέτεις. Την εποχή που ήμουν στον ΣΥΡΙΖΑ, ως υπεύθυνος ποδοσφαίρου, έπαιρνα τον Τσίπρα, τον πήγαινα από δω, από κει, να κάνουμε διάφορες κινήσεις. Δεν τον παντρεύτηκα όμως. Πάντα κινήθηκα με αυτή τη λογική, αλλιώς δεν γίνεται τίποτα. Πρέπει να προσπαθήσεις και κάτι θα μείνει. Όπως μου λέει κι ο γιος μου, πατέρα ρίξε ένα μπουκάλι σαν τον ναυαγό και κάποιος θα πάρει κάποια στιγμή το μήνυμα…

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!