Γράφει ο Σωκράτης Μαντζουράνης
Δεν προλαβαίνεις να αποσώσεις μια σκέψη, μια κουβέντα βρε αδερφέ, και να η ερώτηση:
– Εντάξει ρε φίλε και συ τι προτείνεις;
Ακολουθεί ένα υπομειδίαμα που υπονοεί «τώρα εδώ σ’ έχω…» και απανωτά, διαμορφώνεται και το αποδεκτό πλαίσιο της απάντησης:
– Και μη μου αναμασήσεις τις αρλούμπες της ΛΑΕ και της Ζωής, ούτε βέβαια τα παλαιολιθικά του ΚΚΕ και τα «επαναστατικά» της ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
Αισθάνεσαι μια λύπηση, πρέπει όμως ν’ απαντήσεις.
Γιατί το ερώτημα εκ των πραγμάτων, αναδεικνύει δυο σοβαρά πολιτικά ζητήματα και ας μην τα αντιλαμβάνεται ο ερωτών.
Το πρώτο, είναι αυτή η ίδια η ερώτηση.
Η επιλογή των στελεχών της «πρώτης φοράς αριστερά», να υπερασπισθούν τη δεξιά πολιτική της «αριστερής» τους κυβέρνησης, με δεξιές τακτικές.
Χρόνια δοκιμασμένη μέθοδος από την κάθε είδους δεξιά.
Στην ουσία, σου λένε το εξής απλό:
– Έχεις φίλε καμιά καλύτερη πρόταση για τη διαχείριση του συστήματος που υπηρετώ;
Όταν κάποτε οι κομμουνιστές έλεγαν στο «αριστερό» ΠΑΣΟΚ ότι «η θέση μας είναι έξω από ΝΑΤΟ και ΕΟΚ», οι πρώτοι φορά σοσιαλιστές, απαντούσαν χαμογελαστοί, όπως καλή ώρα:
– Εντάξει ρε φίλε… Κάτι πιο σοβαρό και ρεαλιστικό; Που ζείτε;
Η πρώτη απάντηση εδώ, είναι σχετικά εύκολη.
– Δυστυχώς καλοί μου άνθρωποι, πρόταση που να εξυπηρετεί τούτη την Ε.Ε., τούτο το σύστημα, τούτους τους «συσχετισμούς», τούτη τη δημοκρατία, τούτο τον εξανδραποδισμό της εργατικής τάξης, τούτον τον αφανισμό της κοινωνίας, τούτη την «αριστερά» και τους «αριστερούς» της, δεν έχω.
Πρόταση κοινωνικής και πολιτικής επιβίωσής σας, δεν έχω.
Η κοινωνία ποτέ δεν χρειαζόταν μια τέτοια «αριστερή» πρόταση.
Εσείς μόνο τη χρειάζεστε.
Μπορείς να απαντήσεις κάπως έτσι, να τους κοιτάξεις επιτιμητικά και να ξεμπερδεύεις
Εύκολα πράγματα.
Όμως το ερώτημα καραδοκεί και περιμένει απάντηση επί της ουσίας.
– Λοιπόν φίλε, τι προτείνεις;
Εδώ, βρίσκεσαι αντιμέτωπος με το κύριο πολιτικό ζητούμενο σήμερα:
Ποια είναι η άλλη πολιτική πρόταση σου, σύντροφε;
Κι εδώ, αρχίζουν τα δύσκολα.
Τι να προτείνεις σε μια κοινωνία που την έφεραν στην απόγνωση και προσπαθεί να πιαστεί απ’ όπου μπορεί για να επιβιώσει;
Τι να πεις στους αριστερούς που βλέπουν τις ιδέες, τις αξίες και τις ελπίδες τους να διαπομπεύονται;
Με ποια πρόταση να πας στους νέους και στις ουρές των ανέργων, που σκοτώνονται για 1-2 «μαύρα» μεροκάματα;
Πώς να μιλήσεις για «ανάπτυξη», όταν όλα τα «κλειδιά» της οικονομίας σου, τα έχουν δώσει σε διεθνείς τοκογλύφους;
Πώς να φτιαχτεί «κίνημα», όταν τα συνδικάτα είναι ανύπαρκτα και οι «ηγεσίες» του συνδικαλιστικού κινήματος βολεμένες και υποτακτικές;
Ποια εθνική αξιοπρέπεια να επικαλεσθείς και ποια Δημοκρατία να υπερασπισθείς όταν όλα τα έχουν υποθηκεύσει για ένα «χρέος» που δεν είναι δικό μας και μια «καρέκλα» που είναι δική τους;
Τι να πεις στους βουβούς και απόντες «των γραμμάτων και των τεχνών», πώς να σ’ ακούσουν φοβισμένοι δικαστές και «σαράφηδες» κληρικοί;
Και δεν είναι το ζόρι μονάχα, το τι να πεις.
Είναι και το «ποιος».
«Ποιος» θα μιλήσει και θα πείσει και θ’ αντέξει.
Είναι μεγάλη η ζημιά, που κάνουν.
Δεν καταστρέφουν μόνο την οικονομία.
Αλλοιώνουν συνειδήσεις, εξαργυρώνουν αγώνες, παραμορφώνουν οράματα, προσαρμόζουν την Αριστερά στο μπόι τους.
Αυτή είναι πιο μεγάλη ζημιά από το χρέος και τα μνημόνια.
– Όμως παρ’ όλα αυτά, τι προτείνεις;
Δεν έχω έτοιμη μια πρόταση, με αναλύσεις, πίνακες και μελέτες.
Κανείς δεν έχει.
Μόνο τούτο το απλό, μπορώ να προτείνω:
Ελάτε να πούμε στον κόσμο πως το όνειρο για μια σοσιαλιστική κοινωνία είναι ολοζώντανο.
Πως τούτη η βαρβαρότητα δεν είναι παντοδύναμη.
Πως η κοινωνία έχει ελπίδα, μόνο αν πιστέψει στη δύναμη της.
Ας αρχίσουμε απ’ αυτά που κάτι μου λέει, πως είναι και τα μόνα που φοβούνται.
Δυστυχώς, άλλη πιο τεκμηριωμένη, πιο ρεαλιστική και πιο Αριστερή πρόταση, δεν έχω.