Συνέντευξη στον Βύρωνα Λάμπρου
Όσο πλησιάζουμε στην επέτειο των 200 χρόνων από την Επανάσταση του 1821, τόσο μεγαλώνει η πολιτική και ιστορική συζήτηση για τη σημασία της. Ήδη έχουμε διαπιστώσει ότι, ως τώρα, αυτή η συζήτηση δεν διεξάγεται με τον καλύτερο τρόπο από άποψη ουσίας και περιεχομένου. Για αυτό φέρει μεγάλη ευθύνη η επιτροπή Αγγελοπούλου που όχι μόνο επιδιώκει να μετατρέψει την επέτειο σ’ ένα γκλαμουράτο κοσμικό γεγονός αλλά παράλληλα υποβαθμίζει τη δημόσια συζήτηση.
Όπως έχουμε τονίσει και σε προηγούμενα φύλλα μας, ο Δρόμος έχει την πρόθεση να παρέμβει στη συζήτηση με τρόπο που να προωθεί τη γνώση και τον προβληματισμό. Για αυτό τον λόγο μιλήσαμε με τον συγγραφέα Θωμά Κοροβίνη για το τελευταίο του βιβλίο, «Η τελευταία ώρα του Οδυσσέα Ανδρούτσου». Πρόκειται για ένα ξεχωριστό βιβλίο όπου ο συγγραφέας, εμπνευσμένος από την πιο συγκλονιστική εποχή του βίου του Ανδρούτσου, τον παρουσιάζει σε μια φανταστική δημόσια εξομολόγηση, την τελευταία ώρα της ζωής του, στη φυλακή της Ακρόπολης. Σας προτείνουμε ανεπιφύλακτα να το διαβάσετε.
Γιατί διάλεξες τον Ανδρούτσο; Τι συμβολίζει στην Ελληνική επανάσταση του ‘21;
Ο Ανδρούτσος δεν είναι τυχαία μια ξεχωριστή και ιδιάζουσα περίπτωση από κάθε πλευρά στη νεοελληνική ιστορία συνολικά. Το γεγονός ότι είναι ο μοναδικός από τους Αρχηγούς της Παλιγγενεσίας που σχεδιάστηκε να δολοφονηθεί ύπουλα χωρίς να περάσει από δίκη ή να του δοθεί χάρη –ενώ και άλλοι δικάστηκαν και φυλακίστηκαν αλλά σώθηκαν– και η συστηματική τότε ενορχηστρωμένη επιχείρηση να αμαυρωθεί η μνήμη του εις τους αιώνας, καθιστά την περίπτωση αυτού του αδικοθανατισμένου και απροσκύνητου οπλαρχηγού ύποπτη ως προς τον τρόπο που διαχειρίστηκαν την επικίνδυνη για τα συμφέροντά τους περίπτωσή του οι αντίπαλοί του, Φαναριώτες και «Τουρκογέροντες». Κανείς απ’ τους άλλους στρατηγούς, και ιδίως ο φίλος του Καραϊσκάκης δεν συμφώνησαν στη σύλληψη, πολλώ δε μάλλον στην εξόντωσή του. Τα κίνητρά μου λοιπόν ήταν αφ’ ενός η προδοσία, η μπαμπεσιά, από πληρωμένο χέρι του ψυχαδερφού του μάλιστα αργυρώνητου Γκούρα, ένα στοιχείο της ανθρώπινης σύστασης που σιχαίνομαι και καταγγέλλω, και αφ’ ετέρου η διάθεση λογοτεχνικής, τρόπον τινά, αποκατάστασης της προσωπικότητάς του μέσα από την αφήγηση των αιτίων και των γεγονότων της εποχής του με όχημα αυτήν την πρωτοπρόσωπη αφήγηση-ποταμό.
Ο Ανδρούτσος δεν είναι τυχαία μια ξεχωριστή και ιδιάζουσα περίπτωση από κάθε πλευρά στη νεοελληνική ιστορία συνολικά. Ήταν ο μοναδικός από τους Αρχηγούς της Παλιγγενεσίας που σχεδιάστηκε να δολοφονηθεί ύπουλα χωρίς να περάσει από δίκη ή να του δοθεί χάρη
«Με δέρνει και η θάλασσα, με δέρνει και το κύμα». Κωλέττης ή Τούρκοι. Τα διλήμματα, που τέθηκαν σε αρκετούς πρωτεργάτες του ‘21, πόσο επηρέασαν την πορεία τους;
Είναι ταμπού και σήμερα, και δε θέλουμε να δεχτούμε ότι οι πρωτεργάτες του αγώνα ζούσαν μέσα σε μια καθημερινή αγωνιώδη αντινομία, δηλαδή πάνω-κάτω ανάμεσα στο καθήκον για απελευθέρωση των γηγενών συμπατριωτών τους, ραγιάδων της σουλτανικής αυτοκρατορίας και τα προσωπικά, ιδιωτικά και κληρονομικά τους συμφέροντα που επιθυμούσαν διακαώς να διατηρήσουν και μετά την αποχώρηση των Οθωμανών. Μια και ήταν οι περισσότεροι διάδοχοι δερβεναγάδων και ένιωθαν οι εξολοθρευτές των κοινών κλεφτών και φυσικοί κληρονόμοι των αρματωλικιών. Ένα μέτωπο άλλο εκφράζουν οι ξένες δυνάμεις που εποφθαλμιούν τη διαχείριση του κράτους που θα γεννηθεί με τη στρατιωτική και διπλωματική «βοήθεια» αλλά και το εμφύλιο πάθος που εγκατασπείρουν στους κατά παράδοσιν εμφυλιοχαρείς Έλληνες. Ένα άλλο, καταγόμενο από αγνές πατριωτικές προθέσεις αλλά κάποτε και ίδια ή ξένα συμφέροντα οι Φιλικοί. Άλλα τα συμφέροντα της δημογεροντίας που αρνείται πεισματικά να μη χάσει ούτε πόντο από τα προνόμια που τους έχει παραχωρήσει το Δοβλέτι. Άλλο, οι σπουδαγμένοι πολιτικοί, Φαναριώτες και άλλοι, που επιδιώκουν να αποδυναμώσουν και να περιθωριοποιήσουν τους ένθερμους αγωνιστές για να γίνουν κυβερνήτες. Ο καθένας λοιπόν ζητάει να μασήσει το καλύτερο κομμάτι απ’ την πίτα ή και να χάψει την πίτα ολάκερη. Ώρες-ώρες η συμπάθειά μου κλείνει πιο πολύ σε κάποιους αγνούς απ’ τους Φιλλέλληνες της Εσπερίας.
Τι σημαίνει σήμερα για την ψυχή των Ελλήνων το ‘21;
Το ‘21 είναι η μεγάλη τομή στην ιστορία των νεότερων Ελλήνων. Γιατί οδήγησε στην αναγνώριση του έθνους, την ελευθερία της γλώσσας και της θρησκείας και την απαλλαγή από τον ζυγό του Οθωμανού Μονάρχη. Αυτή είναι η αξία του, ό, τι κι αν σημαίνει αυτό για τον καθένα μας. Με τη διαφορά ότι το κράτος που χτίστηκε πάνω σ’ αυτή την συνθήκη επέλεξε την διαμόρφωση τέτοιων δομών που να διαιωνίζουν μια ταξική, δυναστική πρόκριση των πανίσχυρων τζακιών και της πλουτοκρατίας έναντι της πλειοψηφίας του λαού που ζει γονατισμένος, με τα ίδια και τα ίδια, απ’ τη εποχή του Καποδίστρια. Οι δε διαδοχικές εξουσίες πουλούσαν πάντοτε το παραμύθι του αγνού εθνικισμού και της αγάπης για την πατρίδα, κυρίως για εσωτερική κατανάλωση και για να δικαιολογούν την πλεονεκτική τους θέση. Ας κρατήσουμε τουλάχιστον κάτι απ’ την «ψυχή» εκείνων των παλιών Ελλήνων ραγιάδων του Αγώνα, ως μαγιά για τους ποικίλους αγώνες που μας καλεί επιτακτικά η εποχή μας να συνεχίσουμε ή να ξεκινήσουμε. Γιατί δε βλέπουμε αλλιώς άσπρη μέρα.
Την εξουσία γενικά δεν τη συμφέρει να αποζητά ποτέ την αποκάλυψη της πλήρους αλήθειας, ούτε στην ιστορία, ούτε στην καθημερινότητά μας. Δεν ξέρω πως θα αντιμετωπίσουν τα ποικίλα θέματα που έχουν προ πολλού αναδειχθεί και ανατρέπουν την καθεστηκυία αντίληψη για το 1821
«Οι πολιτικοί φαγώνονται δια την αρχηγεσίαν και δια το ποιος θα λάβη το πολύ μερτικό εις τη μερασιά. Άλλος με τον Ρούσσο, άλλος με τον Εγγλέζο, άλλος με τον Φραντσέζο, ο επόμενος δεν ξεύρω με ποιον άλλον!». Είναι λες αυτή η μοίρα του λαού μας;
Δυστυχώς αλλά ισχύει ότι είμαστε κατά Καζαντζάκη «Αδερφοφάδες». Δεν ομονοούμε, βρε αδερφέ, να διαλέξουμε π.χ. να μας εκπροσωπεί ένα δήμαρχος με στοιχειώδη σύγκλιση των δημοκρατικών λεγομένων δυνάμεων. Και επειδή του λαού, κατά την κρίση μου, έχουν προ πολλού καμφθεί οι αντιστάσεις, και έχουμε και θλιβερή παιδεία, και ελλειμματικό σε σχέση με τους παππούδες μας ήθος, διαμορφώθηκε πια ένα ανδρείκελο, ένας τύπος νεοέλληνα για κλάματα, έτσι φοβάμαι ότι πάμε κατά διαόλου. Διαλέγουμε λοιπόν τυχάρπαστους, λούμπεν, ή και νεοπαρακρατικούς, θα έλεγα, τύπους να μας κουμαντάρουν, –που έχουν το νόμο και την κεντρική εξουσία να τους καλύπτει– όπως συνέβη προ λίγων δεκαετιών στη Θεσσαλονίκη, τώρα στο Βόλο και αλλού, κ.λπ. Ο λαός δεν είναι άμοιρος της ευθύνης του στην εξέλιξη και την πρόοδο της χώρας. Αν είναι μάγκας, ας περάσει στη αντίσταση που του πρέπει.
Το βιβλίο σου αυτό έχει χαρακτήρα μιας «παρέμβασης» στον τρόπο που η πολιτεία εφαρμόζει για να γιορτάσει τα 200 χρόνια (επιτροπή Αγγελοπούλου κ.λπ.);
Την εξουσία γενικά δεν τη συμφέρει να αποζητά ποτέ την αποκάλυψη της πλήρους αλήθειας, ούτε στην ιστορία, ούτε στην καθημερινότητά μας. Δεν ξέρω πως θα αντιμετωπίσουν τα ποικίλα θέματα που έχουν προ πολλού αναδειχθεί και ανατρέπουν την καθεστηκυία αντίληψη για το 1821. Είμαι καχύποπτος πάντοτε απέναντι στο κράτος και τις επισημότητές του αλλά ελπίζω τουλάχιστον κάποιοι σοβαροί της επιτροπής να δείξουν την δέουσα ευθύνη απέναντι στα γεγονότα και να μην κουκουλώσουν τις αυθεντικές αλλά δυσεξήγητες αλήθειες της εποχής. Δυσεξήγητες και επιδέχουσες αντιφατικών κάποτε ερμηνειών ως προς τα αίτια, τους μηχανισμούς, τα συγκρουόμενα συμφέροντα, το ρόλο του λαού, και του κλήρου, την ηγεμονική στάση των κοτζαμπάσηδων, τα καπάκια με τον εχθρό, τον ευτελισμό και την πενία στα στερνά κάποιων αγνών ηρώων όπως η Μαυρογέννους κ.α.
Προσωπικά, ναι, έκανα την «παρέμβασή» μου, αν θέλετε, και μάλιστα πολύ πριν αρχίσουν τα πανηγύρια. Έχοντας διαβάσει όλη τη σχετική βιβλιογραφία, ψυχογραφήσει τις αντινομίες της προσωπικότητας του ήρωά μου, «χωρίς φόβο και πάθος». Το κείμενο είναι γραμμένο σε μεικτή γλώσσα, κατά τον τρόπο της προφορικής και της επιστολικής έκφρασης των Αγωνιστών, με την διασπορά δανείων της τουρκικής, της αρβανίτικης και της ιταλικής, τον γλωσσών δηλαδή που μεταχειριζόταν ο Οδυσσέας. Δοσμένο με απόλυτη φυσικότητα και με την παλέτα όλων των ψυχικών διακυμάνσεων που βιώνει ένας μελλοθάνατος στο κελί του την στερνή του ώρα. Είναι σπαρταριστό και γενναίο κείμενο, και με ανάγλυφη περιγραφή των αντιθέσεων του καιρού εκείνου. Αληθινό γιατί δεν κρύβει και δεν καμουφλάρει τίποτε. Ούτε τις αδυναμίες και τα σφάλματα του ίδιου του Ανδρούτσου. Σκοπεύουμε με τον φίλο μου, εξαίρετο ηθοποιό, Στέλιο Μάινα να το κάνουμε θεατρική παράσταση. Με ενθουσιασμό. Ο Στέλιος έχει από φυσικού του τα βασικά στοιχεία που ταιριάζουν σε μια τέτοια προσωπικότητα. Και θα άξιζε να παιχτεί στις φυλακές όλης της χώρας, είτε εν λειτουργία, είτε ιστορικές, Μπούρτζι, Γεντί Κουλέ, Ιτς Καλέ, κ.λπ. Ευελπιστούμε ότι οι ζόρικες εποχές που διανύουμε θα μας επιτρέψουν να αναδείξουμε την ευπρόσωπη δουλειά που ετοιμάζουμε.
«Ελευθερία ή Θάνατος είπα.
Το θάνατο τον έχουμε.
Την Ελευθερία όμως;»
Χαρακτηριστικά αποσπάσματα του βιβλίου του Θωμά Κοροβίνη για τον Οδυσσέα Ανδρούτσο
Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος στο κελί του, λίγο πριν την δολοφονία του, περιγράφει τη ζωή του, την αντρειοσύνη του, τα όπλα τους, τις μάχες του, τις πονηριές του (Οδυσσέας γαρ), τις γυναίκες του. Βρίζει τον Γκούρα για την προδοσία που από παλικάρι έγινε προδότης Γιούδας των Κωλέττηδων, και δίνει μια εικόνα της Επανάστασης με τις διαμάχες της και τους εμφύλιους.
«Αγαπούν, λένε, την πατρίδα! Με την πατρίδα και τη μερίδα! Η πατρίς είναι ιδέα, ωρέ, είναι έρωτας!»
***
«Η αγωνία μου όλη ήτον δια την ελευθέρωσιν της ραγιαδοσύνης αλλά και δια την προσωπικήν μου τιμήν και τη δόξα, όμως και δια το ίδιον συμφέρον. Αργεί να γένη συνείδησις η εθνική ανάγκη. Είχομεν συνείδησιν ομογενείας και εν πολλοίς κοινής θρησκείας αλλά, ίδίως κατά την έναρξιν του αγώνος, δεν εξεχωρίζαμε – ασφαλώς και η αφεντιά μου – ανάμεσα εις τας ανάγκας του Έθνους και τας επιδιώξεις ένεκεν των συμφερόντων μας.»
***
«Εν μέσω εμφυλίων σφαγών, λέγω, ουδέ τα όρια της επικρατείας ασφαλίζονται, ουδέ το Έθνος διοργανίζεται. Όχι άλλες φατρίες αδερφοί! Η διχόνοια καιν ο φατριασμός είναι σύμφυτα του φιλτάτου και κακορίζικου Γένους μας.»
***
«Κατάρα θεού το γένος των Γραικών το ένδοξον ως βρυκόλαξ να πορεύεται βυζαίνοντας αίμα αδερφοκτόνον. Λύκους, τσακάλια, αγρίμια δεν εσκιάχτηκα τόσους χρόνους σχίζοντας όρη απάτητα και λαγκαδιές και ρουμάνια, μηδέ δίψαν, μηδέ αφαγίαν ελογάριασα ποτές μου, μόνον αυτούς τους οφιούς οπού γεννοβολούν τα περβόλια της δημογεροντίας και η φαναριώτικη ίντριγκα, ω μητέρα Ελλάδα. Οι πρώτοι, οι δημογέροντες επιθυμούν να παραμείνουν υπό το ζυγόν έτι πλουταίνοντες. Τουτουνούς τους πρέπει η αυτοθέλητος τυραννία, διότι οι ίδιοι την προτιμούν. Ημείς δε οι λοιποί, οι επιθυμούντες την νόμιμον ελευθερίαν μας και όχι τον δοτόν ραγιαδισμόν ως σουλτανικοί υπήκοοι πασχίζομεν με σκοπόν την πλήρωσιν των ανθρωπίνων δικαιωμάτων μας. Οι δεύτεροι, οι λογιότατοι, έσπειραν σατανικώς τη διχόνοιαν. Το δε αμάρτημα ημών, των τρίτων, είναι το φίλαρχον και φιλόπλουτον πνεύμα το οποίον κυριαρχεί εις τους πλείονας των αρχηγών στρατιωτικών εκ των πρώτων συλλόγων εις Επίδαυρον και Άστρος.»
***
«Αφού, λέγω, είμεθα πρώην σκλάβοι, φρέσκοι ελευθερωμένοι, αν δεν δίνωμε πίστιν εις την ιδέαν της Πατρίδας, είμεθα προς όλεθρον.»
***
«Ελευθερία ή Θάνατος είπα. Το θάνατο τον έχουμε. Την Ελευθερία όμως;»