Οι πραγματικές προκλήσεις του υπό ίδρυση πολιτικού φορέα.Του Σπύρου Παναγιώτου*
Η προσυνεδριακή συζήτηση για τον ΣΥΡΙΖΑ με έναν τρόπο έχει ήδη ξεκινήσει. Το ερώτημα είναι αν η συζήτηση αυτή αλλά και το ιδρυτικό συνέδριο που θα ακολουθήσει θα αναμετρηθεί με τις πολιτικές και οργανωτικές προϋποθέσεις συγκρότησης ενός πολιτικού φορέα ικανού να εμπνεύσει, να συμβάλλει και να πραγματοποιήσει μια μετάβαση, με τομές και ρήξεις σε μια νέα Ελλάδα σε μια άλλη Ευρώπη.
Έχουμε ανάγκη από ένα συνέδριο ουσίας. Ένα συνέδριο ανοιχτό στους εργαζόμενους και την κοινωνία, πραγματική δύναμη της ίδιας της μετάβασης. Κυρίως έχουμε ανάγκη να συζητήσουμε και να συνειδητοποιήσουμε τις συνθήκες μέσα στις οποίες καλούμαστε να παίξουμε ρόλο και, σε αυτή την βάση, να συμφωνήσουμε μια πολιτική γραμμή και ένα σχέδιο.
Ζούμε, λοιπόν, σε συνθήκες καταστροφής, συντριβής της κοινωνίας, της οικονομίας της χώρας, σε συνθήκες ανθρωπιστικής κρίσης. Παράλληλα διαμορφώνονται συνθήκες έντασης όλων των γεωπολιτικών ζητημάτων στην περιοχή και ιδιαίτερα στοχευμένης επίθεσης ενάντια σε Ελλάδα και Κύπρο. Το συνδυασμένο αποτέλεσμα αυτών των δύο εξελίξεων στην περιοχή μας θα είναι να ζήσουμε υπό την επίδραση περισσότερων τους ενός δυσμενών παραγόντων. Διάλυσης της κοινωνίας, ακραίας φτώχειας και συρρίκνωσης εργασιακών δικαιωμάτων, αντιδημοκρατικών εκτροπών αλλά και συρρίκνωσης κυριαρχικών δικαιωμάτων. Δηλαδή σε συνθήκες πανεθνικής κρίσης και ήττας όσο οι τρόικες εσωτερικού και εξωτερικού διαφεντεύουν την τύχη της χώρας.
Ένας φορέας, λοιπόν, που φιλοδοξεί να μετασχηματιστεί σε φορέα μετάβασης και ανατροπής και να αναλάβει μάλιστα την κυβέρνηση της χώρας θα κριθεί από τις απαντήσεις που θα δώσει στο σύνολο αυτών των προβλημάτων. Των προβλημάτων της κοινωνίας και όχι όσων εμείς ή κάποιοι από εμάς θα θέλαμε ή θεωρούμε σαν τις μεγάλες πολιτικές ή ιδεολογικές προκλήσεις της εποχής μας.
Συστηματική προετοιμασία
Η αντιμετώπιση τέτοιων μεγάλων προβλημάτων απαιτεί με τη σειρά της συστηματική προετοιμασία των πολιτικών όρων ενός σχεδίου μετάβασης και παράλληλα προετοιμασία του κόσμου στη βάση αυτού του σχεδίου. Έτσι, η «κατάργηση του Μνημονίου», η «διαγραφή του χρέους», η «επαναδιαπραγμάτευση της δανειακής σύμβασης», το «καμιά θυσία για το ευρώ» πρέπει να συμπληρωθούν άμεσα με ένα σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας έξω από τις ράγες του μνημονίου, της διαπλοκής και του παρασιτισμού, στηριγμένο σε νέα παραγωγικά και καταναλωτικά πρότυπα, ικανού να πείσει για τη δυνατότητα να υπάρξουμε την επόμενη μέρα. Να συμπληρωθεί με τη διατύπωση ενός σχεδίου πολιτειακής επαναθεμελίωσης με πραγματική δημοκρατία έξω από τις ράγες του σημερινού πολιτικού συστήματος. Να συνοδευτεί με ένα σχέδιο μιας νέας εξωτερικής πολιτικής που θα δημιουργεί και αναθερμαίνει νέες και παλιές συμμαχίες, θα συγκροτεί συσπειρώσεις έξω από τα αποσταθεροποιητικά και φιλοπόλεμα σχέδια των ανταγωνιζόμενων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων στη περιοχή.
Αυτές οι διαστάσεις-συμπληρώσεις του προγράμματος μας πρέπει με τρόπο πρωτότυπο και τολμηρό να τεθούν υπόψη των εργαζόμενων και της κοινωνίας. Να συμβάλουν στη συγκρότηση ενός πολιτικού ρεύματος- κινήματος, υποκείμενου της μετάβασης και της αλλαγής. Ενός πολιτικού ρεύματος με συγκεκριμένη ταυτότητα που με αφετηρία την αντίθεση στο μνημόνιο θα θέτει στο επίκεντρο του αγώνα την ανεξαρτησία, της παραγωγική ανασυγκρότηση, την πραγματική δημοκρατία, βήματα χειραφέτησης των εργαζόμενων, μια νέα θέση της Ελλάδας στο σύγχρονο κόσμο.
Αδιέξοδη πόλωση
Η αναγκαία συζήτηση και συμφωνία για αυτά θα καθιστούσαν το συνέδριό μας συνέδριο ουσίας. Με αυτή την έννοια, ο τρόπος που πολώνεται η συζήτηση στις γραμμές μας δεν βοηθά. Τα «κάτω» και «έξω», το «όχι στην Ε.Ε. και το ευρώ», η «συμμαχία με ΚΚΕ και ΑΝΤΑΡΣΥΑ» είναι λίγα, περιοριστικά, μη πειστικά, μια και δεν πασχίζουν να σχετιστούν με τις αναγκαίες πολιτικές και οργανωτικές προϋποθέσεις και δεν αντιλαμβάνονται την ανάγκη να εντοπιστεί το «αδύνατο σημείο του κρίκου» όπως έχει διαμορφωθεί σήμερα σαν σημείο εκκίνησης βαθύτερων κοινωνικών μετασχηματισμών.
Με τον ίδιο τρόπο δεν βοηθούν οι βεβαιότητες ότι η επίλυση των προβλημάτων της χώρας μπορούν να αντιμετωπισθούν αποκλειστικά εντός των ευρωπαϊκών θεσμών, με κάποια «επαναθεμελιώση» της Ε.Ε. και της Ευρωζώνης και αντιλαμβάνονται την αμφισβήτηση του παραπαίοντος ευρωπαϊσμού ως «δεξιά αντίληψη» ή τάση προς «εθνική απομόνωση». Το βασικό ερώτημα παραμένει: Προετοιμάζουμε το λαό και προετοιμαζόμαστε για μια ρήξη με την υπαρκτή νεοφιλελεύθερη Ευρώπη; Ή έχουμε αυταπάτες για έναν εύκολο συμβιβασμό υπέρ μας;
Δεν μπορεί να προβληθεί μια πειστική γραμμή ούτε να χαραχθεί ένας δρόμος μετάβασης, επαναλαμβάνοντας ανιαρά όπλα και μεθόδους από τις αρνητικές παραδόσεις του παρελθόντος. Στην πραγματικότητα, η αναζήτηση λύσεων για το σήμερα δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί με το τρόπο σκέψης και τα εργαλεία που είχαμε μέχρι τώρα.
Με αυτή την υποχρέωση καλείται να αναμετρηθεί το συνέδριό μας. Αυτό θα το καθιστούσε συνέδριο ουσίας.
* Ο Σπύρος Παναγιώτου είναι μέλος της Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ