Η μουσική ανοίγει δρόμους… Σε 47 σημεία της πόλης των Αθηνών, δεκάδες μουσικά σχήματα και εκατοντάδες μουσικοί, μαζί με χιλιάδες πολίτες θα δώσουν για πέντε μέρες ένα διαφορετικό τόνο στην πόλη, μας πληροφορεί η νέα δημοτική αρχή του κ. Καμίνη, προαναγγέλλοντας όσα προγραμματίζονται να γίνουν στη φετινή Ευρωπαϊκή Γιορτή της Μουσικής, που ξεκινά αύριο Κυριακή και ολοκληρώνεται την Πέμπτη.
Πέρα από τα κλισέ περί πολιτισμού που κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει τη διατύπωσή τους, η πραγματικότητα αυτής της πόλης είναι πολύ σκοτεινή και δεν ωραιοποιείται με μουσικά χάπενιγκ, τουριστικά events και μεγαλόστομες διακηρύξεις. Πόσω μάλλον όταν τις μέρες -που θα εξελίσσεται η γιορτή- οι δρόμοι και οι κεντρικές πλατείες θα είναι πλημμυρισμένες από κόσμο που η ψυχολογία του δεν αφήνει περιθώρια «εορταστικής» συμμετοχής και ανάτασης.
Αντίθετα -για όποιον καταλαβαίνει κάτι παραπάνω– τα νέα παιδιά του Συντάγματος αμφισβητούν σε βάθος αυτήν ακριβώς την αντίληψη επιδερμικής ψυχαγωγίας που διακονείται με επιμέλεια εδώ και χρόνια από το Δήμο της Αθήνας, μοιράζοντας δεξιά κι αριστερά κονδύλια, με μόνη επιδίωξη να αναπαράγει αν όχι να μεγεθύνει το πολιτιστικό «κενό». Για τούτο κι ο κόσμος αυτός ζητά Δημοκρατία και συμμετοχή για ο, τι τον αφορά πραγματικά, κάτι πολύ περισσότερο από ένα απρόβλεπτο μουσικό ξάφνιασμα, όσο ευχάριστο κι αν είναι εν τέλει. Το πρόσωπο της πόλης, η αναβάθμιση της καθημερινότητας των πολιτών δεν εκφωνείται άπαξ, σχεδιάζεται σε βάθος, με ήθος, συνέπεια και συνέχεια. Τότε πράγματι θα μπορούσαμε να συμφωνήσουμε ότι ο πολιτισμός ανοίγει δρόμους, δεν τους κλείνει, μας ωθεί να θυμόμαστε, όχι να λησμονούμε. Και επειδή θυμόμαστε τι συνέβη τα 30 τελευταία χρόνια σ’ αυτήν εδώ τη χώρα, ας μας επιτραπεί να είμαστε καχύπτοπτοι με τα ωραία και μεγάλα λόγια. Και να θυμώνουμε πολύ όταν απ’ τους πολιτιστικούς αρμοδίους του Δήμου επιχειρούνται συγκρίσεις με το Δήμο Βρυξελλών «που αποτελείται σε ποσοστό 80% από μετανάστες, και εμείς εδώ στην Αθήνα πρέπει να δώσουμε έμφαση στον πολιτισμό για να μπορέσουμε όχι μόνο να ενώσουμε τα διάφορα πληθυσμιακά κράματα που έχουμε αλλά και να αναβαθμίσουμε την καθημερινότητα των δημοτών».
Τόση υποκρισία! Από εκείνους που ενώ μετέτρεψαν το κέντρο της πόλης σε ανθρώπινη χωματερή, τώρα συναινούν με τη χρήση του κατασταλτικού «πολιτισμού», ώστε να το «απελευθερώσουν» από το πληθυσμιακό κράμα των… έγχρωμων σκουπιδιών.
Αντίθετα -για όποιον καταλαβαίνει κάτι παραπάνω– τα νέα παιδιά του Συντάγματος αμφισβητούν σε βάθος αυτήν ακριβώς την αντίληψη επιδερμικής ψυχαγωγίας που διακονείται με επιμέλεια εδώ και χρόνια από το Δήμο της Αθήνας, μοιράζοντας δεξιά κι αριστερά κονδύλια, με μόνη επιδίωξη να αναπαράγει αν όχι να μεγεθύνει το πολιτιστικό «κενό». Για τούτο κι ο κόσμος αυτός ζητά Δημοκρατία και συμμετοχή για ο, τι τον αφορά πραγματικά, κάτι πολύ περισσότερο από ένα απρόβλεπτο μουσικό ξάφνιασμα, όσο ευχάριστο κι αν είναι εν τέλει. Το πρόσωπο της πόλης, η αναβάθμιση της καθημερινότητας των πολιτών δεν εκφωνείται άπαξ, σχεδιάζεται σε βάθος, με ήθος, συνέπεια και συνέχεια. Τότε πράγματι θα μπορούσαμε να συμφωνήσουμε ότι ο πολιτισμός ανοίγει δρόμους, δεν τους κλείνει, μας ωθεί να θυμόμαστε, όχι να λησμονούμε. Και επειδή θυμόμαστε τι συνέβη τα 30 τελευταία χρόνια σ’ αυτήν εδώ τη χώρα, ας μας επιτραπεί να είμαστε καχύπτοπτοι με τα ωραία και μεγάλα λόγια. Και να θυμώνουμε πολύ όταν απ’ τους πολιτιστικούς αρμοδίους του Δήμου επιχειρούνται συγκρίσεις με το Δήμο Βρυξελλών «που αποτελείται σε ποσοστό 80% από μετανάστες, και εμείς εδώ στην Αθήνα πρέπει να δώσουμε έμφαση στον πολιτισμό για να μπορέσουμε όχι μόνο να ενώσουμε τα διάφορα πληθυσμιακά κράματα που έχουμε αλλά και να αναβαθμίσουμε την καθημερινότητα των δημοτών».
Τόση υποκρισία! Από εκείνους που ενώ μετέτρεψαν το κέντρο της πόλης σε ανθρώπινη χωματερή, τώρα συναινούν με τη χρήση του κατασταλτικού «πολιτισμού», ώστε να το «απελευθερώσουν» από το πληθυσμιακό κράμα των… έγχρωμων σκουπιδιών.
Στ. Μ.
Σχόλια