Με ευρεία πλειοψηφία 262 ψήφων, εγκρίθηκε από το ελληνικό κοινοβούλιο, τροπολογία του υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου που προβλέπει τη χορήγηση άδειας διαμονής και δικαίωμα εργασίας σε μετανάστες που βρίσκονται για τουλάχιστον τρία χρόνια στη χώρα μας και διαθέτουν δήλωση προσφοράς εργασίας από κάποιο εργοδότη. Σύμφωνα με την κυβέρνηση, και τον αρμόδιο υπουργό Μετανάστευσης Δ. Καιρίδη, η τροπολογία αυτή έρχεται να τακτοποιήσει το καθεστώς της αδήλωτης μεταναστών και αναμένεται να καλύψει μερικές δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους που σήμερα διαβιούν και εργάζονται στη χώρα μας. Βασικό κυβερνητικό επιχείρημα η έλλειψη εργατικών χεριών, που επιτάσσει κινήσεις όπως αυτή, που δίνουν δυνατότητα νόμιμης εργασίας σε περίπου 30 χιλιάδες μετανάστες.
Η εν λόγω τροπολογία εγκρίθηκε με τις ψήφους και των βουλευτών των ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ και Νέας Αριστεράς, που επέλεξαν να βάλουν «προοδευτική» πλάτη σε μια ρύθμιση της κυβέρνησης αποδεχόμενοι το επιχείρημα περί ρύθμισης του καθεστώτος εργασίας των μεταναστών. Στον αντίποδα η κυβερνητική αυτή πρωτοβουλία προκάλεσε μικρά τραντάγματα στο κυβερνητικό στρατόπεδο, με τον πρώην πρωθυπουργό κ. Σαμαρά να καταψηφίζει (μόνος αυτός από τους βουλευτές της πλειοψηφίας) και να μιλά για απόφαση που ανοίγει το δρόμο για αθρόες νομιμοποιήσεις μεταναστών.
Το επιχείρημα περί τακτοποίησης του περιβάλλοντος εργασίας των μεταναστών περιγελά τη νοημοσύνη των πολιτών. Διαψεύδεται από την οργανωμένη απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων, ντόπιων και μεταναστών στο όνομα του εκσυγχρονισμού της αγοράς εργασίας. Διαψεύδεται από την αποδυνάμωση των ελεγκτικών μηχανισμών, όπως η Επιθεώρηση Εργασίας που αφήνουν στην πράξη τους εργαζόμενους και τις εργαζόμενες απροστάτευτους και απροστάτευτες απέναντι στην εργοδοτική αυθαιρεσία. Διαψεύδεται από την ατιμωρησία όσων εργοδοτών πιάνονται να παρανομούν, απασχολώντας εργαζόμενους (πόσο μάλιστα μετανάστες, και ειδικά μετανάστες χωρίς χαρτιά) και εκβιάζοντας τους ότι θα τους απολύσουν να δουλεύουν ανασφάλιστοι και χωρίς ωράριο. Διαψεύδεται από τα στατιστικά στοιχεία των εργατικών ατυχημάτων στον κλάδο των κατασκευών (τηλεπικοινωνίες, ναυπηγοεπισκευή, δημόσια έργα) που αφορούν σε μεγάλο βαθμό μετανάστες εργάτες που λογίζονται από την εργοδοσία ως αναλώσιμοι. Διαψεύδεται από το διογκωμένο τμήμα της μαύρης εργασίας και της παραοικονομίας που ανθεί στη χώρα μας, με τις αρχές όταν δεν εμπλέκονται ενεργά να κάνουν τα στραβά μάτια.
Η τροπολογία, αλλά και το συνολικότερο κυβερνητικό αφήγημα δεν λέει τίποτα για τα παραπάνω. Χρησιμοποιεί το επιχείρημα του εξορθολογισμού και της ρύθμισης μιας ήδη στρεβλής παγιωμένης κατάστασης για να επιβάλει ως μονόδρομο τη μεταναστευτική του πολιτική. Το εν εξελίξει παζάρι της κυβέρνησης Μητσοτάκη με την Ε.Ε. φαίνεται να παγιώνει τον ρόλο της Ελλάδας ως φράχτη και τόπο διαλογής μεταναστευτικών πληθυσμών για λογαριασμό των χωρών του ευρωπαϊκού κέντρου. Μερίδα των ντόπιων ελίτ βλέπει σε αυτή την συνθήκη μια μεγάλη ευκαιρία για να συνεχίσει να κάνει τις μπίζνες της με φθηνά εργατικά χέρια. Συναινεί έτσι στον ευρωπαϊκό σχεδιασμό και ψάχνει τρόπους να τον επιβάλει και στην κοινωνία που συνεχίζει να βλέπει το μεταναστευτικό ως παράγοντα ανασφάλειας και κοινωνικού κατακερματισμού.
Φθηνά εργατικά χέρια ζητούν οι εργοδότες
Το μοντέλο ανάπτυξης που προωθούν οι κυβερνώντες φέρνει νέες Μανωλάδες σε μια σειρά τομείς της οικονομίας και μάλιστα με τη βούλα του κράτους. Η μετατροπή της χώρας σε διαμετακομιστικό κέντρο και κόμβο ενέργειας, σε συνδυασμό με την έκρηξη του υπερτουρισμού σε μια σειρά περιοχές, δημιουργεί άμεσες και επιτακτικές ανάγκες για έργα υποδομής αλλά και την ανάπτυξη μια σειρά κλάδων παροχής υπηρεσιών, σχεδόν πάντα με κρατικό χρήμα και ενίσχυση. Από τις κατασκευές και την αγροτική παραγωγή μέχρι τη βαριά βιομηχανία του τουρισμού και την εστίαση, φθηνά εργατικά χέρια με όρους ακραίας εκμετάλλευσης θα έρθουν να καλύψουν τις ανάγκες των εργοδοτών για γρήγορο κέρδος.
Οι κραυγές για τις ελλείψεις σε εργατικά χέρια αποκρύπτουν την πραγματικότητα της κακοπληρωμένης εργασίας και των δεκάδων αντικινήτρων που θέτει το υπάρχον πλαίσιο στους εργαζόμενους. «Μας λείπουν 500 χιλιάδες εργατικά χέρια», δηλώνουν χωρίς ντροπή υπουργοί της κυβέρνησης την ώρα που η ανεργία βρίσκεται στα ύψη. «Δεν πάνε οι νέοι να δουλέψουν σεζόν», ακούμε ήδη από το προηγούμενο καλοκαίρι. «Έφυγαν οι εργάτες από την Αλβανία και έμειναν οι ελιές στα δέντρα», επαναλαμβάνουν τα ρεπορτάζ των ΜΜΕ. Τι αποκρύπτουν; Τους όρους εργασίας, τους μισθούς πείνας και τα ωράρια λάστιχο που καθιστούν αβίωτη την εργασία. Τα μηδενικά κίνητρα για να μείνει κάποιος στην επαρχία και να εργαστεί στον κλάδο της αγροτικής παραγωγής αν δεν έχει πίσω του αντίστοιχο οικογενειακό υπόβαθρο. Την ουσιαστική αποεπένδυση σε αυτούς τους κλάδους αιχμής, που αντί να αξιοποιήσουν το κρατικό και ευρωπαϊκό χρήμα που απορροφούν για τον εκσυγχρονισμό των παραγωγικών μεθόδων τους, επιμένουν να βασίζονται στην ένταση της εργασίας απαιτώντας από το κράτος να τους τη διασφαλίσει με το μικρότερο δυνατό κόστος.
Χαρακτηριστικές είναι οι δηλώσεις του διευθύνοντα συμβούλου της Lamda Development, Οδυσσέα Αθανασίου, που έχει αναλάβει το έργο της ανάπλασης στο Ελληνικό. Το εμβληματικό έργο –για τις ελληνικές ελίτ και όχι για τη χώρα βέβαια– που είχε διαφημιστεί, μεταξύ άλλων και γιατί θα άνοιγε δεκάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας (έως 80 χιλιάδες συνολικά και πάνω από 10 χιλιάδες κατά τη διάρκεια κατασκευής του). Ήταν 8 Νοεμβρίου όταν ο Οδ. Αθανασίου, σύμφωνα με το ρεπορτάζ του ΑΠΕ-ΜΠΕ, έκανε λόγο για «νομοθετικές παρεμβάσεις της πολιτείας που θα πρέπει να ληφθούν τους αμέσως επόμενους μήνες, προκειμένου εργατικό δυναμικό εκτός Ευρώπης να μπορεί να εργαστεί στη χώρα μας». Είναι λες και η τροπολογία έρχεται κατά παραγγελία της παραπάνω δήλωσης, ενάμιση μόλις μήνα μετά.
Το μεταναστευτικό ως πρόβλημα
Μοιάζει σαν μια μερίδα των ελίτ να ζει ξανά το όνειρο της Ολυμπιάδας 2004 όταν μετανάστες εργάτες δούλεψαν στα έργα για να θησαυρίζουν μερικοί ολιγάρχες και εργολάβοι, πείθοντας και μερίδα της κοινωνίας ότι αυτό είναι «ανάπτυξη» – τη συνέχεια τη γνωρίζουμε ή μάλλον τη βιώνουμε ακόμη. Έτσι και τώρα, ξενοδόχοι, εργολάβοι, κατασκευαστές έργων ΑΠΕ κ.ά., βλέπουν ξανά μια μεγάλη ευκαιρία. Όμως η ιστορία επαναλαμβάνεται ως φάρσα ή ως τραγωδία. Το περιβάλλον γεωπολιτικής έντασης και τα ενεργά πολεμικά μέτωπα που γεννούν νέα καραβάνια ξεριζωμένων, η δημογραφική μετατόπιση προς την ανατολή και η γήρανση της Ευρώπης –και ειδικά της χώρας μας–, ο μεθοριακός ρόλος της χώρας μας σε μια Ευρώπη που μοιάζει όλο και περισσότερο με Ευρώπη-φρούριο, αναθεωρώντας υπό το βάρος της κοινωνικής κρίσης και ασφάλειας την εδώ και δεκαετίες μεταναστευτική της πολιτική, καθιστούν το μεταναστευτικό ένα ζωτικής σημασίας πρόβλημα για τη χώρα μας.
Ο υπουργός εργασίας του Πακιστάν, προδίδει τα μελλούμενα, όταν κάνει λόγο σε δημοσίευμα του στο X για συζητήσεις με τον ομόλογο του, Άδωνη Γεωργιάδη, για τη συμβολή της χώρας του στην κάλυψη των αναγκών της Ελλάδας σε «500 χιλιάδες ειδικευμένους εργάτες στον κατασκευαστικό τομέα» κι ας έσπευσε να μιλήσει για συζητήσεις και όχι για συμφωνία μετά τις αντιδράσεις που προκάλεσε η δημοσίευση στο κοινό στην Ελλάδα. Αυτά συζητούν, αυτά παζαρεύουν με τους Ευρωπαίους, ό,τι και αν λένε για επικοινωνιακούς λόγους στο φιλοθεάμον κοινό. Τη στιγμή που εκατοντάδες χιλιάδες υψηλά καταρτισμένοι νέοι έχουν φύγει από τη χώρα κατά την προηγούμενη δεκαετία, μαζί με αυτούς και αρκετοί μετανάστες του πρώτου κύματος από τις χώρες των Βαλκανίων που αναζητούν ένα καλύτερο μέλλον σε χώρες του ευρωπαϊκού βορρά, η κυβέρνηση παζαρεύει την προσέλκυση φθηνού εργατικού δυναμικού από χώρες όπως το Πακιστάν, η Αίγυπτος, το Μπαγκλαντές κ.ά. Δικαιολογημένα μια τέτοια προοπτική προκαλεί φόβους και ανασφάλεια στην κοινωνία, που βλέπει στην πράξη που οδηγεί ο εγκλωβισμός χιλιάδων ανθρώπων στη χώρα μας, που οδηγεί ο κατακερματισμός της κοινωνίας και η μετατροπή της χώρας σε χώρο με πολυπολιτισμικές ζώνες (νησιά, κέντρα των πόλεων κ.α.), χωρίς στρατηγική για τα σημαντικά ζητήματα και διαρκώς υποκείμενο σε λογής-λογής πειραματισμούς από τους ισχυρούς του πλανήτη.
Για όσους ενδιαφέρονται πραγματικά για την κοινωνική συνοχή αυτής της κοινωνίας, που αποτελεί προϋπόθεση αξιοπρεπούς διαβίωσης τόσο του ντόπιου πληθυσμού όσο και των μεταναστών, η άρνηση αυτού του μέλλοντος είναι μονόδρομος. Η μετατροπή της Ελλάδας σε φράχτη και κέντρο διαλογής μεταναστών για λογαριασμό της Ε.Ε. δεν είναι μια βιώσιμη επιλογή. Η δήθεν «κανονικοποίηση» αυτού του εγκλωβισμού με την αξιοποίηση των απορριπτόμενων ως αναλώσιμα εργατικά χέρια στις επιδοτούμενες, με κρατικό χρήμα, μπίζνες των εργολάβων δεν είναι μια βιώσιμη λύση, πόσο μάλλον μια «προοδευτική» πρόταση. Μια μεγάλη στροφή στο μοντέλο ανάπτυξης της χώρας, βασισμένης στις ενδογενείς παραγωγικές δυνατότητες, την περιφερειακή ανάπτυξη και την προστασία της εργασίας και του περιβάλλοντος είναι όρος βιωσιμότητας για αυτό τον τόπο.
Ελλάδα: Ευρωπαϊκός φράκτης και αποθήκη
Όχι τυχαία, η ρύθμιση για την εργασία των μεταναστών από την ελληνική βουλή συνέπεσε με την ολοκλήρωση των παζαριών στην Ε.Ε. για τη νέα συμφωνία μετανάστευσης και ασύλου για τις χώρες της Ένωσης. Η εν λόγω συμφωνία προβλέπει αυστηρότερες πολιτικές ελέγχου των μεταναστευτικών ροών στα εξωτερικά σύνορα της Ε.Ε. και αυστηροποίηση των διαδικασιών ασύλου. Παράλληλα με τον μηχανισμό της «υποχρεωτικής αλληλεγγύης» δίνει τη δυνατότητα σε χώρες που δεν επιθυμούν να δεχτούν μετανάστες στο έδαφος τους, να το πράττουν, πληρώνοντας ένα ποσό ως «πέναλτι» προς ενίσχυση του ευρωπαϊκού μηχανισμού μετανάστευσης.
Στην κυβέρνηση πανηγυρίζουν για τη συμφωνία αυτή, προβάλλοντας ως καρπό και της δικής τους διαπραγμάτευσης τη διάταξη της υποχρεωτικής αλληλεγγύης αλλά και την πρόβλεψη για διαδικασίες προ-ελέγχου στα σύνορα της Ε.Ε. με δυνατότητα επαναπατρισμού όσων δεν, προδήλως, δικαιούνται χορήγηση ασύλου.
Στην πράξη ο μηχανισμός αλληλεγγύης δίνει το δικαίωμα στις χώρες του ευρωπαϊκού κέντρου να εξαγοράζουν το δικαίωμα αποχής από τον επιμερισμό των μεταναστευτικών ροών, όταν το επιθυμούν. Έτσι οι χώρες πρώτης υποδοχής, με το αζημίωτο, γίνονται και επίσημα τόποι εγκλωβισμού των μεταναστών. Παράλληλα η πρόβλεψη για προκαταρκτικό έλεγχο των αιτήσεων ασύλου που θα απορρίπτει πριν καν την κατάθεση αίτησης όσους δεν έχουν πρόδηλα προσφυγικό προφίλ, δημιουργεί ένα επιπλέον βάρος διαχείρισης αυτών των «απορριπτόμενων». Η αναφορά σε επαναπροωθήσεις και επιστροφές είτε στις χώρες εισόδου είτε στις χώρες προέλευσης μοιάζει με ανέκδοτο, αν λάβουμε υπόψη την εμπειρία από ανάλογες αποφάσεις στο παρελθόν, όπως η συμφωνία Ε.Ε.-Τουρκίας, για το μεταναστευτικό που προέβλεπε ρητά επιστροφές και που ποτέ δεν υλοποιήθηκαν.