Στο έργο της Άγκαθα Κρίστι «Έγκλημα στο Όριεντ Εξπρές», που έγινε και κινηματογραφική επιτυχία (με πολλές επανεκδόσεις), γίνεται ένα έγκλημα, και οι υποψίες για τον δράστη περιστρέφονται σε αρκετούς από τους επιβάτες ξεχωριστά – μέχρι που στο τέλος ο δαιμόνιος Ηρακλής Πουαρό ανακαλύπτει ότι το έγκλημα το έκαναν όλοι μαζί, καταφέροντας πολλές μαχαιριές στο θύμα.
Συνειρμικά, η παρέλαση όλων των επίσημων φορέων της πολιτείας, του πρωθυπουργού και των αρχηγών των κομμάτων, από το σημείο του εγκλήματος στα Τέμπη, θύμισε μια αλήθεια: ότι αυτό το έγκλημα έχει πολλούς δράστες, κι ότι η μετάθεση της ευθύνης απλά στο «ανθρώπινο λάθος» ενός σταθμάρχη, ή το εξυπνότερο «δεν είναι ώρα να μιλήσουμε για ευθύνες», απλά χρησιμοποιούνται από τους ενόχους για να διευκολύνουν τη θέση τους.
Η διάλυση του ελληνικού σιδηρόδρομου, ο πόλεμος ενάντια στον σιδηρόδρομο, είναι διαχρονικός. Και τα τελειωτικά του χτυπήματα δόθηκαν τις πρώτες δεκαετίες του αιώνα μας. Η επιλογή που έγινε ήταν εσκεμμένη, συνειδητή: Υποβάθμιση και διάλυση του σιδηρόδρομου, έμφαση στους αυτοκινητόδρομους (πριμοδότηση του Ι.Χ. αυτοκινήτου, δηλαδή αντιπροσώπων-εισαγωγέων και τραπεζών, καθώς και των μεγάλων κατασκευαστικών εταιρειών και των εργολάβων δρόμων, που εισπράττουν διόδια αιωνίως) και στις μεγάλες εταιρείες Logistics. Ο σιδηρόδρομος ήταν ένα βάρος…
Ο ΟΣΕ ως δημόσιος οργανισμός τεμαχίστηκε. Τμήματά του πωλήθηκαν σε εξευτελιστικές τιμές (η ιδιωτικοποίηση είναι επικερδής), το προσωπικό μειώθηκε δραματικά, γραμμές καταργήθηκαν (π.χ. όλο το σιδηροδρομικό δίκτυο της Πελοποννήσου αχρηστεύθηκε). Κρατήθηκε βασικά η γραμμή Αθήνας-Θεσσαλονίκης, διαφημίστηκε όσο δεν έπαιρνε η μείωση της διάρκειας του ταξιδιού, αγνοήθηκαν προκλητικά όλες οι προειδοποιήσεις των σωματείων εργαζομένων, κηρύχθηκαν παράνομες και καταχρηστικές όλες οι στάσεις εργασίας που ήθελαν να πραγματοποιήσουν για να παρθούν μέτρα για την ασφάλεια των δρομολογίων. Ξοδεύτηκαν λεφτά που ποτέ δεν έφτασαν στην πραγματοποίηση στοιχειωδών μέτρων ασφαλείας και σήμανσης.
Και τώρα, όλο το πανελλήνιο μαθαίνει πως δεν υπήρχαν συστήματα ελέγχου, πως οι σταθμάρχες και οι μηχανοδηγοί επικοινωνούσαν με cb ή τηλεφωνικά… Και βλέπουμε το ολοκαύτωμα στα Τέμπη και το δράμα που εκτυλίσσεται στις οικογένειες των νέων ανθρώπων και των εργαζομένων που χάθηκαν. Ένα προαναγγελμένο και προμελετημένο έγκλημα. Με πολλούς ενόχους:
Όλες τις κυβερνήσεις που πέρασαν τις τελευταίες 2-3 δεκαετίες και δεν έκαναν τίποτα για να σταματήσει η απαξίωση του σιδηρόδρομου, μεριμνώντας μόνο για το ξεπούλημά του και την ιδιωτικοποίηση των «φιλέτων» του, και αδιαφορώντας για την ασφάλεια των επιβατών. Όλους τους πρωθυπουργούς και υπουργούς Οικονομικών που υπέγραψαν τα μνημόνια. Όλους τους υπουργούς Μεταφορών που δεν έκαναν τίποτα τόσα χρόνια. Όλες τις διοικήσεις του ΤΑΙΠΕΔ, που υποτίθεται είχαν την ευθύνη για το δίκτυο. Όλα τα ΜΜΕ που «δεν ήξεραν», που δεν έκαναν καμία νύξη, κανένα ρεπορτάζ (πλην ελάχιστων εξαιρέσεων), και τώρα αφιερώνουν ολόκληρο το πρόγραμμα για την κάλυψη του γεγονότος (του εγκλήματος). Αφού έχει γίνει.
Η εγκατάλειψη του σιδηρόδρομου είναι κι αυτή ένα διαχρονικό έγκλημα. Το πιο ασφαλές, το πιο οικολογικό, το πιο προσαρμοσμένο σύστημα μεταφοράς (όπως γενικά τα μεταφορικά σταθερής τροχιάς) εγκαταλείφθηκε, αφέθηκε να διαλυθεί. Στην Αργεντινή μετά τη χρεοκοπία το σιδηροδρομικό δίκτυο παραδόθηκε σε ξένες εταιρείες (ευρωπαϊκές, κινεζικές, αμερικάνικες κ.λπ.) για να μεταφέρονται τα φορτία (κυρίως σόγιας) στα ιδιωτικοποιημένα λιμάνια (από τις ίδιες δυνάμεις). Δεν υπάρχει πλέον επιβατικό κοινό στους σιδηρόδρομους. Γιγάντωσαν μεγάλες ιδιωτικές εταιρείες λεωφορείων, που σηκώνουν το «βάρος» (με το αζημίωτο) της μεταφοράς επιβατών σε μια τεράστια χώρα.
Ο Μανώλης Γλέζος (όπως και πολλοί άλλοι) από τα πρώτα χρόνια του ΠΑΣΟΚ (1981) είχε εισηγηθεί προτάσεις για ανάπτυξη και αναβάθμιση του σιδηρόδρομου στην Ελλάδα, χωρίς να εισακουστεί από την τότε κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου. Μια οποιαδήποτε πρόταση παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας δεν μπορεί να μην περιλαμβάνει τις συγκοινωνίες, και δη αυτές σταθερής τροχιάς, σαν μια βασική επιλογή.
Το συστημικό έγκλημα μπορεί μέσα από την τραγικότητά του να συμβάλει στη συνειδητοποίηση ότι η ιδιωτικοποίηση και το ξεπούλημα του δημόσιου τομέα σκοτώνει στην κυριολεξία, αυξάνει την ανεργία, διαλύει τη χώρα, την παραδίδει σε αδηφάγα ξένα συμφέροντα. Οι μεταφορές (όπως και άλλοι νευραλγικοί τομείς) πρέπει να βρίσκονται υπό δημόσιο έλεγχο. Οι δρόμοι δεν μπορούν να ανήκουν σε εταιρείες εργολάβων και κοινοπραξίες, ούτε οι ναυτικές μεταφορές στο έλεος και τη βουλιμία των εφοπλιστών.
Η οργή να ξεχειλίσει, να πάρει πολιτικό χαρακτήρα, να σημαδέψει όλους τους ένοχους του διαρκούς εγκλήματος που διαπράττεται από ελίτ, πολιτικό σύστημα, εργολάβους, ΜΜΕ, «τυφλή» δικαιοσύνη.
Ο Δρόμος, μαζί με τον λαό και τις οικογένειες των εργαζομένων και νέων που χάθηκαν, θρηνεί. Αλλά δεν ξεχνά και δεν σιωπά.