Ο νέος πολιτικός κύκλος και οι μεταμφιέσεις του πολιτικού συστήματος
Του Γιώργου Παπαϊωάννου
Σε άρθρο του προηγούμενου φύλλου του Δρόμου (Πίσω απ’ τη “σκόνη” των καταιγιστικών εξελίξεων του Κ. Δημητριάδη) γίνονταν η παρακάτω επισήμανση: «Ήδη, όμως, γίνεται ορατό ότι τόσο η περικοπή του χρέους όσο και η μετάβαση σε μια μεταμνημονιακή φάση μπορεί πλέον να γίνει αντικείμενο χειρισμών και μιας σχετικοποιημένης, φαλκιδευτικής αντιμετώπισης τόσο από την κυβέρνηση και την τρόικα όσο και από άλλους παίκτες του κατεστημένου που δρουν στην κατεύθυνση της ενσωμάτωσης / εξημέρωσης του ΣΥΡΙΖΑ».
Στο Βήμα της Κυριακής, την επόμενη μέρα, το κεντρικό άρθρο που υπογράφεται από τον Στ. Ψυχάρη έχει τίτλο Ένα φάντασμα πλανάται πάνω από την Ελλάδα. Το «φάντασμα», σύμφωνα με τον εκδότη, είναι «η τρόικα, αγριότερη παρά ποτέ και πολλαπλώς ύποπτη». Αφού στιγματίζονται οι παρεμβάσεις που οδηγούν σε ασφυξία τις τράπεζες και την οικονομία και αναφέρεται ότι όχι άδικα ο υπουργός
Oικονομικών Γ. Στουρνάρας χαρακτηρίζεται από πολλούς «τέταρτο μέλος της τρόικας», το άρθρο διαπιστώνει ότι «η πολιτική που επιβάλλεται τώρα περιορίζει και καταδικάζει τη χώρα σε ατέλειωτη μιζέρια και μπορεί να την οδηγήσει σε κοινωνική έκρηξη». Για να καταλήξει στην ανάγκη ανάκτησης της οικονομικής ανεξαρτησίας και ανασυγκρότησης της οικονομίας που θα είναι «υπόθεση ελληνική».
Στην Καθημερινή της Πέμπτης, ο Αλ. Παπαχελάς αναφέρεται στην τρόικα μιλώντας για τις «αντιφατικές της τοποθετήσεις και το αλαλούμ που προβάλει ως εικόνα» και καταλήγει ότι «είναι σαφές ότι αν δεν υπάρξουν -και μάλιστα εγκαίρως- κάποιες γενναίες υπερβάσεις από την πλευρά των εταίρων και δανειστών, τόσο στο θέμα του χρέους όσο και στο ζήτημα της ανάπτυξης, κάποια στιγμή κάποιος Έλληνας πολιτικός θα αναγκασθεί να δοκιμάσει τη μέθοδο της ρήξης, με όποιες συνέπειες μπορεί να έχει». Επίσης, μόλις χτες ο Γ. Πρετεντέρης από τη στήλη του στα Νέα χαρακτήρισε «την ταχύτερη δυνατή απεμπλοκή μας όχι απλώς πολιτικό στόχο αλλά προϋπόθεση εθνικής επιβίωσης».
Εν τω μεταξύ, την Κυριακή δόθηκε στη δημοσιότητα το κείμενο των 58 που καλούν σε συνεργασία των σοσιαλδημοκρατικών και κεντροαριστερών δυνάμεων. Το κείμενο οριοθετείται από τη «Δεξιά» και τη «νεοκομμουνιστική Αριστερά», από το «μικρό δικομματισμό Ν.Δ.-ΣΥΡΙΖΑ» και εκτιμά ότι «η εποχή των μνημονίων φαίνεται να φτάνει στο τέλος της» και πλέον «η πολιτική δραστηριότητα δεν θα περιορίζεται στην αντίθεση μνημόνιο-αντιμνημόνιο». Ζητούμενο για τους υπογράφοντες είναι μια «εθνική ανασυγκρότηση» ως «πρόβλημα πολιτικό, παραγωγικό και πολιτισμικό». Την κίνηση έσπευσαν να χαιρετίσουν τόσο ο Ευ. Βενιζέλος όσο και ο Κ. Σημίτης, ενώ τη Δευτέρα Τα Νέα με κύριο άρθρο στην πρώτη σελίδα κάλεσαν «να ριζώσει η ελληνική “Ελιά”».
Δεν πρόκειται για τυχαία δημοσιεύματα, αρθρογραφίες, πρωτοβουλίες. Με διαφορετικούς τρόπους μεγάλα εκδοτικά και επιχειρηματικά συγκροτήματα, παράγοντες του πολιτικού συστήματος, της Δεξιάς, της Κεντροδεξιάς, της Κεντροαριστεράς, επιβεβαιώνουν ότι έχουμε μπει σε ένα νέο κύκλο πολιτικών εξελίξεων. Ο κύκλος αυτός σημαδεύεται από όσα ακολούθησαν τη δολοφονία στο Κερατσίνι και από την φανερή πλέον πρόθεση να προχωρήσουν μια σειρά πολιτικοί χειρισμοί των αδιεξόδων που συσσωρεύονται από το τροϊκανό καθεστώς στη χώρα.
Στο επίκεντρο των εξελίξεων η πολιτική κρίση, η αδυναμία συσπείρωσης ευρύτερων στρωμάτων γύρω από τα μνημονιακά κόμματα, η ανυπαρξία ενός κεντροαριστερού πόλου και η ανάγκη να χτυπηθεί ή να ενσωματωθεί ο ΣΥΡΙΖΑ. Το χτύπημα στη Χρυσή Αυγή χρησιμοποιείται σαν όχημα ανασύστασης του πολιτικού συστήματος. Ταυτόχρονα, παίρνονται πρωτοβουλίες από παράγοντες του παλιού διαπλεκόμενου οικονομικού και πολιτικού κόσμου ώστε να δείξουν ότι είναι ικανοί να προχωρήσουν σε μια «μεταμνημονιακή» ή «μετατροϊκανή» εποχή. Η «στοχοποίηση» του Γ. Στουρνάρα από νεοδημοκράτες βουλευτές και υπουργούς είναι κι αυτή ενδεικτική. Ακόμα και ο ίδιος ο Α. Σαμαράς με το περιβάλλον του είναι υποχρεωμένος να ανταποκριθεί στη νέα κατάσταση και σχεδιάζει τις επόμενες κινήσεις του.
Είναι προφανή τα τρωτά σημεία αυτής της επιχείρησης. Οι πολιτικοί παράγοντες που μπαίνουν μπροστά ή κρύβονται πίσω από τις διεργασίες είναι δοκιμασμένοι και δεν φαίνονται προς το παρόν πιο άφθαρτες λύσεις και εφεδρείες. Ο μεγαλοεπιχειρηματικός κόσμος που ανακαλύπτει τώρα την ανεξαρτησία και την εθνική υπερηφάνεια ή ξιφουλκεί θαρραλέα με το «φάντασμα» της τρόικας είναι, όπως και το πολιτικό προσωπικό, σύμφυτος με την υποτέλεια και το μεταπρατισμό. Όλοι αυτοί, όσοι βγαίνουν από τα συντρίμμια ενός πολιτικού συστήματος και ενός «παραγωγικού» μοντέλου που μαζί δούλεψαν όλα αυτά τα χρόνια, καμιά ουσιαστική ανασυγκρότηση δεν μπορούν να βάλουν σε κίνηση. Και βέβαια τα οικονομικά δεδομένα είναι τέτοια που δεν αφήνουν μεγάλα περιθώρια διαφορετικών χειρισμών και πολιτικών.
Παρόλα αυτά, όσο δεν αποκτά δυναμική ένα «αντίπαλο δέος» που πειστικά και πρακτικά να απαντάει στα μεγάλα αδιέξοδα της χώρας, όσο δεν δίνεται περιεχόμενο σε μια αληθινή μετάβαση, η πραγματικότητα θα θολώνεται και οι σημερινοί διαχειριστές θα κερδίζουν χώρους και χρόνο.
Ας επιχειρήσουμε μια ιστορική αναλογία. Τα αδιέξοδα της χούντας επέβαλλαν το 1973 την αναζήτηση μιας «φιλελευθεροποίησης» που να μην πειράξει τα θεμέλια του συστήματος. Οι εξελίξεις απέτρεψαν αυτή τη μεταμφίεση και έφεραν αλλαγές σε άλλη κλίμακα από αυτές που σχεδιάζονταν. Οι παράγοντες του σημερινού ειδικού καθεστώτος ετοιμάζουν κάποιες «μετατροϊκανές» μεταμφιέσεις που όχι μόνο δεν θα θίγουν το σημερινό καθεστώς αλλά κρύβουν ακόμα πιο καταστροφικές εξελίξεις. Μόνο ο ίδιος ο λαός και δυνάμεις που δεν είναι εξαρτημένες από τους διεθνείς παράγοντες μπορούν να πρωταγωνιστήσουν σε μια πραγματική εθνική ανασυγκρότηση, σε μια δημοκρατική μεταπολίτευση του λαού.