Ξαναπιάνοντας μαζί με το λαό το νήμα της απόρριψης του πολιτικού συστήματος

του Βασίλη Ξυδιά

 

Όταν ο γεροτυφλοπόντικας υποσκάπτει τα θεμέλια του πολιτικού συστήματος, οι τελευταίοι που παίρνουν χαμπάρι τι συμβαίνει είναι, όπως φαίνεται, οι φερέλπιδες επαναστάτες, που ανυπόμονοι ζουν μόνο για τη στιγμή με τα βεγγαλικά και τα πυροτεχνήματα.

Έτσι, την ώρα που ένας στους δύο Έλληνες απαξίωνε την κοινοβουλευτική διαδικασία, δηλώνοντας εμπράκτως την αποστροφή του για το προδικασμένο αποτέλεσμα αυτών των εκλογών, η πλειονότητα των στελεχών της ριζοσπαστικής Αριστεράς κατήγγειλε τη στάση αυτή ως απολίτικη. Διότι η στάση αυτή δεν βόλευε τους δικούς της εκλογικούς στόχους, που μετρούσαν την ήττα και τη νίκη με βάση τις έδρες και τα εκλογικά ποσοστά. Πολύ πιο υποψιασμένοι για την αδιόρατη απειλή της αποχής ήταν οι γνωστοί και μη εξαιρετέοι αναλυτές των καναλιών και των συγκροτημάτων του Τύπου, που το βράδυ των αποτελεσμάτων ένιωθαν τη βαριά τη σκιά της, να μην τους αφήνει να χαρούν όσο θα ήθελαν το ευτυχές γι’ αυτούς άνοιγμα ενός νέου μνημονιακού συριζαϊκού κύκλου.

Ίσως, λοιπόν, αυτή να είναι η πρώτη ουσιαστική αυτοκριτική που η Aριστερά χρωστά στον εαυτό της και στο λαό που θέλει να υπηρετήσει. Να εξασκηθεί στην παρατήρηση όσων λαμβάνουν χώρα στη γκρίζα περιοχή του πολιτικού υπεδάφους.

5

 

Τα πρώτα σημάδια

Ας θυμηθούμε ότι η κρίση του πολιτικού συστήματος προηγείται της οικονομικής κρίσης και των μνημονίων. Η γενικευμένη πολιτική δυσπιστία κορυφώνεται ήδη από την περίοδο 2007-2008, ξεκινώντας από τις μεγάλες πυρκαγιές και φτάνοντας στα γεγονότα του Γρηγορόπουλου. Κι όταν η κοινωνία αναχωνεύει το σοκ του 1oυ Μνημονίου (καλοκαίρι 2011), η πολιτική αυτή κρίση ξεπερνά την κρίση πολιτικής εκπροσώπησης και οριακά εξελίσσεται σε κρίση των βασικών πολιτειακών θεσμών (με κορυφαία χαρακτηριστικά τις μούντζες, τα γιαούρτια και το σύνθημα «Να καεί, να καεί το μπουρδέλο η Βουλή»).

Από την άποψη αυτή ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν, πράγματι, το τελευταίο χαρτί του πολιτικού συστήματος – εξαρχής, όχι μόνο τώρα στο τέλος. Μπορεί κανείς να ήλπιζε σε ένα είδος συστημικής πατροκτονίας από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ. Όμως, δεν υπάρχει αμφιβολία πως μπροστά στην αδυναμία του κινήματος των πλατειών να δώσει μια άλλη απάντηση, εντελώς ξένη προς το πολιτικό σύστημα, ο λαός επέλεξε έναν από τους υφιστάμενους πολιτικούς παίκτες για να κάνει αυτός την υπέρβαση για λογαριασμό του. Ο ΣΥΡΙΖΑ -ή ακριβέστερα ο Αλέξης Τσίπρας- το έπιασε αυτό και υποσχόμενος ότι θα κυβερνήσει καβάλησε το άλογο της ανάθεσης. Έτσι, αν επί Αγανακτισμένων (2011-2012) η αντιμνημονιακή διάσταση ήταν η αιχμή ενός βαθύτερου και ευρύτερου αντισυστημισμού που ερχόταν από πιο πίσω, επί της περιόδου που μπήκε ισχυρά στο παιχνίδι ο ΣΥΡΙΖΑ (2012-2014) το αντισυστημικό στοιχείο, αν και πάντα ισχυρό στο λαό, μετριάζεται στο επίπεδο της κομματικής ρητορικής και υποτάσσεται σε μια στενή λογική «μέτρων πολιτικής» και κυρίως μέτρων οικονομικής πολιτικής.

 

Αποπροσανατολιστική κριτική

Είναι πολύ χαρακτηριστική από την άποψη αυτή, και λειτούργησε με πολύ ύπουλο τρόπο για την αντισυστημική διάθεση του κόσμου, η συρρίκνωση της κριτικής του μνημονίου σε κριτική «κατά της λιτότητας». Θα μπορούσε να αναφέρει κανείς και άλλα τέτοια παραδείγματα. Διότι όσο κι αν φαίνεται παράδοξο, η εμβάπτιση και η υπαγωγή του «αντιμνημονίου» στη λογική της αριστεράς -είτε της «ριζοσπαστικής» ή ακόμα και της λεγόμενης «αντικαπιταλιστικής»- καθιστούσε τον αντιμνημονιακό αγώνα ζήτημα «πολιτικής» και «πολιτικής βούλησης», αποστεγνώνοντάς τον από τη βαθύτερη συστημική του διάσταση.

Η εξήγηση γι’ αυτό είναι απλή. Το συστημικό στοιχείο ταυτίζεται στην αριστερή συνείδηση με την «ανατροπή του καπιταλισμού» (μια φαντασιακή «ανατροπή», θα έπρεπε να προσθέσουμε εδώ, αλλά ας το προσπεράσουμε για την ώρα). Στο βαθμό λοιπόν που η ανατροπή των μνημονίων δεν έθετε άμεσα -ούτε για την αριστερά τύπου ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ούτε και για τη λεγόμενη «αντικαπιταλιστική» αριστερά- το ζήτημα της ανατροπής των υφιστάμενων κρατικών θεσμών (των θεσμών της «αστικής δημοκρατίας») δεν μπορούσε αυτή η αριστερά να διακρίνει κάποιο άλλο συστημικό διακύβευμα. Και επομένως δεν μπορούσε να αναγνωρίσει την ειδική αξία των λαϊκών αντισυστημικών αιτημάτων άμεσης εφαρμογής, που είχαν να κάνουν είτε με τη διεύρυνση της πολιτικής συμμετοχής (πραγματική δημοκρατία κ.λπ.), είτε με την ειδική στόχευση κατά της ολιγαρχίας και της διαπλοκής ως αιχμών μιας ριζικής συστημικής ανατροπής, ιστορικής κλίμακας για το ελλαδικό κράτος.

Για να το πούμε με απλά λόγια, εγκλωβισμένη ανάμεσα στο παρόν κράτος του Βαρδινογιάννη, του Λάτση και του Μπόμπολα από τη μια, και σε μια μελλοντική «σοσιαλιστική δημοκρατία» από την άλλη, η Αριστερά δεν μπορούσε να φανταστεί μια «εδώ και τώρα» πραγματικά δημοκρατική, θεσμική, πολιτειακή ανατροπή που θα ενίσχυε τη λαϊκή και εθνική κυριαρχία.

 

Κλειδί το βαθύ αντισυστημικό αίσθημα

Τώρα που ο κύκλος του ΣΥΡΙΖΑ έκλεισε, θα ήταν ευχής έργο αν η ηττημένη και απορημένη αντιμνημονιακή Αριστερά, ξαναέπιανε το νήμα από την αρχή – στο νέο βέβαια επίπεδο πραγμάτων. Η τεράστια αποχή δείχνει πως ένα μεγάλο μέρος του λαού βρίσκεται ξανά σ’ ένα ψυχολογικό σημείο παρόμοιο μ’ αυτό που είχε βρεθεί στις παραμονές του μνημονίου (2010). Με δεδομένη την ήττα, είναι φυσικό να πρυτανεύει η απογοήτευση, η σύγχυση και ο αποπροσανατολισμός, σε συνδυασμό όμως με μια βαθειά ψυχική αποξένωση από το πολιτικό σύστημα.

Απ’ αυτό το σημείο πολλά σενάρια μπορεί κανείς να φανταστεί να ξεδιπλώνονται· άλλα καλά κι άλλα κακά. Όμως, σε κάθε περίπτωση, δεν μπορεί να υπάρξει κανένα καλό σενάριο αν η Αριστερά δεν αναδεχθεί το βαθύ αυτό αντισυστημικό αίσθημα, ακόμα και με τα όποια αρνητικά του στοιχεία. Κι αν όλα πάνε κατ’ ευχήν, αυτή, εκτιμώ, θα είναι η βάση όχι μόνο για την αναγκαία νέα στρατηγική (υπό την έννοια των πολιτικών κατευθύνσεων) αλλά και για μια νέα δυνατότητα συγκρότησης-ανασυγκρότησης της ίδιας της κοινωνίας και των δομών της.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!