(Δείτε τα προηγούμενα Μέρος Α΄, Β΄)

Τα έγγραφα που έχουμε στη διάθεσή μας δείχνουν ότι ο Αλέξης Πάρνης ήταν από την αρχή αποφασισμένος να σταθεί στο πλευρό του Νίκου Ζαχαριάδη ανοιχτά κι ανυποχώρητα. Δεν ξέρω αν είχε αίσθηση του κινδύνου που αυτό συνεπαγόταν. Αυτό που φαίνεται από τα ντοκουμέντα που πλέον έχουμε στα χέρια μας από το φάκελο που εντόπισε στα σοβιετικά αρχεία ο ιστορικός Νίκος Παπαδάτος, είναι ότι υπερασπίστηκε τη θέση του με σθένος και με θάρρος. Χιλιάδες ήταν οι πολιτικοί πρόσφυγες που εναντιώθηκαν στην καθαίρεση του Ζαχαριάδη από τη θέση του Γενικού Γραμματέα του ΚΚΕ με την παρέμβαση των Σοβιετικών και άλλων πέντε αδελφών κομμάτων, αλλά αυτοί βρίσκονταν μακριά στην Τασκένδη. Ο Πάρνης ήταν στη Μόσχα και είχε να αντιμετωπίσει τους πρώην συντρόφους του που ενεργούσαν για λογαριασμό και με την κάλυψη της νέας ηγεσίας του ΚΚΕ, αλλά και με τις πλάτες των Σοβιετικών αξιωματούχων που αυτονόητο είναι ότι συντάσσονταν με την κομματική άποψη την οποία κατ’ ουσίαν είχαν διαμορφώσει και επιβάλλει με την ισχύ τους. Η διάσπαση στο κόμμα ήταν γεγονός, ανομολόγητο. Η πλειονότητα των κομματικών μελών που βρίσκονταν στη Σοβιετική Ένωση με την ιδιότητα του πολιτικού πρόσφυγα είχαν αντιδράσει έντονα και αρνούνταν να αναγνωρίσουν τη νέα ηγεσία. Οι Σοβιετικοί σε συνεργασία με τους «κολιγιαννικούς», όπως αποκαλούνταν όσοι συντάχθηκαν με τον Κολιγιάννη, απομόνωσαν τους «ταραξίες» και άρχισαν τις φοβέρες, τους αποκλεισμούς και τις εκτοπίσεις για να κάμψουν την αντίσταση της πλειοψηφίας. Ο Πάρνης αρνείται να συμμορφωθεί με τις παραινέσεις της νέας ηγεσίας και κάνει παρεμβάσεις στα ανώτερα κλιμάκια του ΚΚΣΕ, αξιοποιώντας τους διάσημους λογοτέχνες που τον υποστηρίζουν, προκειμένου να αποτραπεί η κακομεταχείριση των συντρόφων του στην Τασκένδη έχοντας την πληροφορία ότι μεθοδεύεται η εκτόπιση όλων των «ζαχαριαδικών» σε διάφορα μέρη του Ουζμπεκιστάν, του Καζαχστάν και της Σιβηρίας. Μάλιστα, προωθεί –μέσω φίλων του σοβιετικών συγγραφέων– τα διαβήματά τους στην Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΣΕ και στον ίδιο τον Χρουτσόφ. Μεταξύ άλλων, μεταφέρει επιστολή του Στρατηγού Γιώργη Καλιανέση που είχε τιμωρηθεί με τρία χρόνια φυλάκισης και εκτοπισμού σε στρατόπεδο της Σιβηρίας.

Οι Σοβιετικοί δίνουν εντολή να σταματήσουν οι δημοσιεύσεις και οι εκδόσεις των έργων του Πάρνη που είχαν προγραμματιστεί. Πράγματι, ανατρέχοντας στη λίστα (περιλαμβάνεται στο σοβιετικό φάκελό του) των έργων που βλέπουν το φως της δημοσιότητας, είναι χαρακτηριστικό ότι στα χρόνια 1956, 1957 και 1958, δεν βγαίνει κανένα βιβλίο του ούτε δημοσιεύονται ποιήματα ή διηγήματά του στο σοβιετικό Τύπο. Ο Πάρνης είναι κομμένος, μόλις ένα χρόνο μετά το θρίαμβο του 1955, όταν με το επικό ποίημα «Νίκος Μπελογιάννης» κερδίζει το πρώτο βραβείο στο ετήσιο φεστιβάλ των απανταχού σοσιαλιστικών νεολαιών που πραγματοποιείται στη Βαρσοβία, με μέλη της κριτικής επιτροπής τον Πάμπλο Νερούντα, τον Ναζίμ Χικμέτ κ.ά. Σύμφωνα με το σχετικό έγγραφο που υπάρχει στο ντοσιέ «Φάκελος Αλέξη Πάρνη» για την πρώτη έκδοση του «Μπελογιάννη» στην ΕΣΣΔ τυπώθηκαν 150.000 αντίτυπα. Επίσης το βιβλίο κυκλοφόρησε σε πολλές χώρες μεταφρασμένο, ακόμα και στην Κίνα.

 

Κόντρα από συντρόφους

Το μοναδικό δημοσιευμένο κείμενο του Πάρνη στο οποίο γίνεται αναφορά είναι η «Φιλοσοφία της λιποταξίας» στην έγκυρη φιλολογική εφημερίδα «Λιτερνατούρναγια Γκαζέτα». Πρόκειται για μία ανοιχτή επιστολή που ο Πάρνης απευθύνει στον Πολωνό ποιητή Μπράουν. Ο μικρός μοσχοβίτικος κύκλος των Ελλήνων καλλιτεχνών που τον κατατρέχει ως «ζαχαριαδικό» πιάνεται απ’ αυτό το «γράμμα» για να βάλει φραγή και στο τελευταίο βήμα μέσα από το οποίο μπορεί να εκφραστεί ο Πάρνης.

Αμέσως μετά τη διαγραφή του Ζαχαριάδη από το ΚΚΕ στην 7η Ολομέλεια, τον Φεβρουάριο του 1957, οκτώ πρώην σύντροφοι του Πάρνη από το χώρο του πολιτισμού και της επικοινωνίας στέλνουν επιστολή διαμαρτυρίας και καταγγελίας στην εφημερίδα «Λιτερνατούρναγια Γκαζέτα». Μερικοί απ’ αυτούς, στα χρόνια που θα ακολουθήσουν, θα διακριθούν για το καλλιτεχνικό τους έργο, αλλά την εποχή εκείνη μόνο ο Πάρνης έχει πραγματικά απογειωθεί στο σοσιαλιστικό μπλοκ με τον «Μπελογιάννη» του.

Οι «8» αποδίδουν σειρά από κατηγορίες στον Πάρνη, υποβαθμίζουν το έργο του, χρησιμοποιούν πολύ βαρείς χαρακτηρισμούς για την προσωπικότητά του και απαιτούν από τους Σοβιετικούς να μην δημοσιεύουν τα γραπτά του, γνωστοποιώντας ταυτόχρονα ότι ενημερώνουν σχετικά «πολλές σοβιετικές οργανώσεις». Αντίγραφο της επιστολής τους παραδίδεται εχέμυθα στον Πάρνη από τον υπεύθυνο Διεθνών Σχέσεων της Ένωσης Συγγραφέων Μπορίς Πολεβόι.

Ιδού ένα μέρος της επιστολής των «οκτώ»:

«Εμείς, οι κάτωθι πολιτικοί πρόσφυγες-κομμουνιστές που δουλεύουμε και σπουδάζουμε στη Μόσχα, θέλουμε να εκφράσουμε την έντονη διαμαρτυρία μας για τη δημοσιευμένη στη Φιλολογική Εφημερίδα επιστολή του Αλέξη Πάρνη με τον τίτλο “Φιλοσοφία της λιποταξίας”. […]

Ο αδικαιολόγητα εγκωμιασμένος αλαζόνας Πάρνης έχει χάσει από καιρό την επαφή με το κόμμα και το λαό του. Για πολλές και διάφορες αιτίες αποφάσισε να συνδέσει την τύχη του με την κλίκα Ζαχαριάδη. Ο Πάρνης έγινε άμεσος συνεργός στην οργανωμένη απ’ τον Ζαχαριάδη τεράστια αντισοβιετική προβοκάτσια σε μια απ’ τις οργανώσεις των Ελλήνων Πολιτικών Προσφύγων το καλοκαίρι του 1955.

Η Έκτη πλατιά ολομέλεια της Κ.Ε. του Κ.Κ.Ε (Μάης 1956), κατήγγειλε την εγκληματική δράση της κλίκας Ζαχαριάδη, στηριγμένη στη συντροφική βοήθεια των αδελφών κομμάτων με επικεφαλής το ΚΚΣΕ, αναγεννώντας το κόμμα μας. Οι Έλληνες κομμουνιστές στο φως των αποφάσεων του Εικοστού συνεδρίου του ΚΚΣΕ, συσπειρώθηκαν για να διορθώσουν τα λάθη της προηγούμενης κομματικής ηγεσίας, για την αποκατάσταση των Λενινιστικών αρχών. Ο Πάρνης τάχθηκε ενάντια στις αποφάσεις της 6ης Ολομέλειας, πήγε ενάντια στο κόμμα, είχε ενεργητική συμμετοχή στην οργανωμένη από το Ζαχαριάδη αντικομματική φραξιονιστική εκστρατεία ενάντια στην εφαρμογή των αποφάσεων της 6ης Ολομέλειας, ενάντια στην ενότητα του κόμματος. Εντελώς πρόσφατα στην 7η Ολομέλεια της Κ.Ε. του Κ.Κ.Ε. αποκαλύφθηκαν συμπληρωματικές πληροφορίες που φωτίζουν τις αντικομματικές δραστηριότητες του Πάρνη και τις διασυνδέσεις του με τη χρεοκοπημένη κλίκα του Ζαχαριάδη.

Το φθινόπωρο του περασμένου χρόνου η Κ.Ε. του Κ.Κ.Ε. προσπάθησε να βοηθήσει τον Πάρνη και του ανέθεσε μια σοβαρή αποστολή, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα κάθε ευκολία για να συνεχίσει το λογοτεχνικό του έργο. Όμως ο Πάρνης δεν ήθελε να φύγει από τη Μόσχα γιατί -όπως διαπιστώθηκε στην 7η ολομέλεια- έπαιζε ρόλο συνδέσμου ανάμεσα στο Ζαχαριάδη και τους οπαδούς του, μεταβάλλοντας το διαμέρισμά του σε κέντρο αντικομματικής δράσης. Αρνήθηκε να πειθαρχήσει στο κόμμα γιατί εκτός απ’ όλα τ’ άλλα δεν ήθελε να χάσει το μοσχοβίτικο διαμέρισμα, φοβήθηκε να στερηθεί τις ανέσεις που του εξασφάλισε ο σοβιετικός λαός. Μ’ άλλα λόγια ο Πάρνης λιποτάκτησε, (κι άιντε ύστερα απ’ αυτό να παραδεχτείς πως ήταν ο πιο κατάλληλος για να γράψει το άρθρο «Φιλοσοφία της λιποταξίας»).

Στα τέλη του 1956 ο Πάρνης διαγράφτηκε από το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας γιατί παρ’ όλες τις προειδοποιήσεις συνέχισε την αντικομματική του δράση (που είναι επίσης και αντισοβιετική!).

Η διαγραφή από το Κόμμα δεν άλλαξε τη φραξιονιστική αντικομματική συμπεριφορά του Πάρνη, που χρησιμοποιεί όλα τα διαθέσιμα σ’ αυτόν μέσα για να βλάψει το κόμμα, να το διαβάλει, να το διασπάσει.

Εύκολα μπορεί να καταλάβει κάνεις την έκπληξη κι αγανάκτηση που μας κυρίεψε όταν είδαμε στη «Λιτερατούρναγια Γκαζέτα» το υπογραμμένο από τον Πάρνη κείμενο. Ένας άνθρωπος που ‘χει χάσει την ιδιότητα του κομμουνιστή υπερασπίζεται την… κομμουνιστική ηθική. Ο φιλοτομαριστής και καριερίστας καταφέρεται ενάντια στο «φιλοτομαρισμό» εξυμνώντας την «αυτοθυσία»; Ο Πάρνης τσαλαπατάει όλες τις βασικές αρχές της κομματικής δεοντολογίας κι έχει το θράσος να δίνει στους άλλους μαθήματα αφοσίωσης στα κομμουνιστικά ιδανικά.

Ε, όχι! Αυτό είναι σκέτη ιεροσυλία, ύβρις στα ιδανικά μας, σαρκασμός για κάποια ιερά ονόματα όπως αυτό του Μπελογιάννη. (Ο Πάρνης τα εκμεταλλεύεται κι αυτά με τον πιο ασύστολο τρόπο). […]

Έχουμε τη γνώμη ότι ο Πάρνης δεν έχει καμιά σχέση με το συνεπή αγώνα για την καθαρότητα της Μαρξιστικής Λενινιστικής ιδεολογίας. Δεν πρέπει να εμφανίζεται στις σελίδες του Σοβιετικού τύπου γιατί δεν είναι σε θέση ν’ απαντήσει στο ερώτημα «με ποιον είσαι», στο ερώτημα ποιά υπόθεση υπηρετεί η τωρινή αντικομματική του διαγωγή.

Κοντολογίς το «γράμμα» του Πάρνη είναι μια σαφώς ψεύτικη, υποκριτική ενέργεια και προσβολή για τα ιερά ιδανικά του κομμουνισμού.

Έχουμε τη γνώμη ότι η σύνταξη της «Λιτερνατούρναγια Γκαζέτα» έκανε λάθος δημοσιεύοντας το γράμμα του Α. Πάρνη. Οι Έλληνες κομμουνιστές-πολιτικοί πρόσφυγες έχουν ενημερώσει εγκαίρως πολλές Σοβιετικές οργανώσεις (όπως και την εφημερίδα «Λιτερνατούρναγια Γκαζέτα») με σοβαρά στοιχεία σχετικά με τη διαγωγή του Πάρνη.

Παρακαλούμε τη «Λιτερατούρναγια Γκαζέτα» να προσέξει αυτή τη φορά το πρόβλημα που εκθέσαμε ώστε να μην ξανακάνει παρόμοια λάθη στο μέλλον.»

 

(Η επιστολή κλείνει με τα ονόματα, τις υπογραφές και τις ιδιότητες των «οκτώ»)

 

Ο Αλέξης Πάρνης υπογράφει το νέο του βιβλίο «Ο ρυθμός του κόσμου» (φωτό Στ. Ελληνιάδης)

Αντιστροφή γεγονότων

Η πρώτη επισήμανση είναι ότι απαιτούν να εφαρμοστεί –πέρα από την καθιερωμένη λογοκρισία–, ένας απόλυτος αποκλεισμός, μία καθολική απαγόρευση των έργων του Πάρνη, ακόμα κι όταν εκθειάζει τα σοσιαλιστικά ιδεώδη. Επειδή ο Πάρνης «αποφάσισε να συνδέσει την τύχη του με την κλίκα Ζαχαριάδη» και «είχε ενεργητική συμμετοχή στην οργανωμένη από το Ζαχαριάδη αντικομματική φραξιονιστική εκστρατεία ενάντια στην εφαρμογή των αποφάσεων της 6ης Ολομέλειας, ενάντια στην ενότητα του κόμματος».

Οι υπογράφοντες θεωρούσαν φραξιονισμό την αντίθεση της πλειοψηφίας των Κουκουέδων στην αντιδημοκρατική με την παρέμβαση των «αδελφών κομμάτων» καθαίρεση του Ζαχαριάδη και όχι τις συνωμοτικές ενέργειες μιας μικρής ομάδας στελεχών που μεθόδευσαν με τους Σοβιετικούς αξιωματούχους το εσωτερικό πραξικόπημα. Αναφέρονταν στην «ενότητα και την αναγέννηση του κόμματος» την ώρα που «η εφαρμογή των αποφάσεων της 6ης Ολομέλειας» είχε προκαλέσει στο ενωμένο μέχρι τότε ΚΚΕ ένα ρήγμα τόσο βαθύ που όχι μόνο δεν θεραπεύτηκε ποτέ, αλλά τελικά άνοιξε και το δρόμο για τη μεγάλη διάσπαση του 1968, στην οποία πρωτοστάτησαν οι «αντιζαχαριαδικοί» και οι «κολιγιαννικοί» που λίγα χρόνια πριν είχαν όλοι μαζί κατηγορήσει τους «ζαχαριαδικούς» για διασπαστές. Μάλιστα, αυτοί που κατήγγειλαν τον Πάρνη, βάζοντας σε άμεσο κίνδυνο την ακεραιότητα του, για αντικομματισμό και αντισοβιετισμό, ύψωσαν οι ίδιοι –πριν λαλήσει τρις– τις σημαίες είτε του αντικομματισμού είτε του αντισοβιετισμού. Το ΚΚΕ ποτέ δεν συνήλθε πλήρως από τους φραξιονισμούς και τις διασπαστικές ενέργειες αυτών που καθαίρεσαν τον Ζαχαριάδη και έστειλαν με τις πράξεις ή την ανοχή τους στη Σιβηρία και τους άλλους τόπους εκτοπισμού πολλούς παλιούς τους συντρόφους μόνο και μόνο επειδή στάθηκαν στο πλευρό του Ζαχαριάδη και αρνήθηκαν να αποδεχτούν τα τετελεσμένα που τους επέβαλε η νέα ηγεσία που επιλέχθηκε από τους ιθύνοντες του ΚΚΣΕ.

Επίσης, όλοι αυτοί που έγραφαν κατηγορηματικά ότι ο Πάρνης «δεν πρέπει να εμφανίζεται στις σελίδες του σοβιετικού Τύπου» διεκδίκησαν στον υπόλοιπο βίο τους τη μέγιστη δυνατή ελευθερία για τη δική τους καλλιτεχνική έκφραση, χωρίς ποτέ να κάνουν αυτοκριτική ή έστω να ζητήσουν μια ταπεινή συγγνώμη απ’ αυτούς που ένιωσαν την ασφυξία του αποκλεισμού και την απειλή του εκτοπισμού χάρη και στις δικές τους ενέργειες.

 

Εξ ιδίων τα βέλη

Γράφοντας, σ’ αυτό το σημείο, για άλλη μια φορά, βρέθηκα μπροστά σε ένα λεπτό και δισεπίλυτο πρόβλημα-δίλημμα που με έχει απασχολήσει πολλές φορές και δεν θέλω να το προσπερνάω με μια στεγνή αποδοκιμασία όσο δικαιολογημένη κι αν είναι από τα γεγονότα. Επιλογές, πράξεις και συμπεριφορές που κανείς απορρίπτει ως αντιδημοκρατικές, αντισυντροφικές ή σκέτα απάνθρωπες, όπως η καταγγελία, ο αποκλεισμός κι ο εξοστρακισμός των διαφωνούντων, μπορούν να δικαιολογηθούν ή να ιδωθούν με κατανόηση και επιείκεια κάτω από ορισμένες συνθήκες και περιστάσεις; Πολύ μεγάλο θέμα στο οποίο θα προσπαθήσω να επανέλθω κάποια στιγμή με πιο αναλυτικό σχολιασμό.

Για τους «οκτώ», η άποψη του Πάρνη είναι ότι οι περισσότεροι παρασύρθηκαν από τον Σταύρο ή Σταμάτη Γιαννακόπουλο, που είναι γνωστότερος ως «Πέτρος Ανταίος». Αλλά κι αυτό το ελαφρυντικό, πάνω στην κουβέντα, σχετικοποιείται, γιατί οι καταγγέλλοντες που ανήκαν στην ίδια ΚΟΒ με τον Πάρνη και συναποφάσισαν τη διαγραφή του και ενήργησαν για την παραπέρα απομόνωσή του, δεν ήταν κάποιοι που δεν τον γνώριζαν καλά ή δεν είχαν αναπτύξει στενότερους δεσμούς μαζί του. Είχαν σχέσεις από το βουνό και από την Τασκένδη. Εργάζονταν όλοι στο ελληνόφωνο ραδιόφωνο της Μόσχας, συνάδελφοι, δηλαδή. Έναν απ’ αυτούς τον είχε βοηθήσει τραυματία στο βουνό ο Πάρνης. Με τους περισσότερους είχαν από κοινού μία σημαντική καλλιτεχνική δράση στην Τασκένδη, το 1951-2, όπως μας πληροφορεί ο «Ριζοσπάστης» (12 Οχτώβρη 2003), ανεβάζοντας, μάλιστα, στο ξεκίνημα του θιάσου που είχαν δημιουργήσει, δύο θεατρικά έργα του Αλέξη Πάρνη!

«Η εναρκτήρια παράσταση δόθηκε στις 10 του Μάρτη 1951, με τα έργα των Αλ. Πάρνη «Το προχωρημένο φυλάκιο» και Γ. Σεβαστίκογλου «Να λευτερώσουμε τους αλυσωμένους». Σύμφωνα με την εφημερίδα «Προς τη Νίκη», την παράσταση παρακολούθησαν εκπρόσωποι του Μπολσεβίκικου Κόμματος και της Κομσομόλ, η κομματική καθοδήγηση και πολλοί Έλληνες απ’ όλες τις Πολιτείες. Την έναρξη των παραστάσεων χαιρέτισε εκπρόσωπος της κομματικής καθοδήγησης, ο οποίος τόνισε την ιδιαίτερη συμβολή του θιάσου «στο έργο της μόρφωσης και της διαπαιδαγώγησης των συντρόφων».

Δύο ακόμα ελληνικά έργα με θεματολογία από την περίοδο του Εμφυλίου τροφοδότησαν το δραματολόγιο του θιάσου τον επόμενο χρόνο. Πρόκειται για το «Προγεφύρωμα» του Αλ. Πάρνη και «Η Μαρουσώ η Βαγγέλαινα δίνει όρκο» του Γ. Σεβαστίκογλου. Ο θίασος βρισκόταν, ακόμα, στα πρώτα του βήματα και η απήχησή του δεν ξεπερνούσε τους κόλπους της ελληνικής προσφυγικής κοινότητας.»

Ο Αλέξης Πάρνης με τον συγγραφέα Ιβάν Τζουχά που ερευνά τις διώξεις κατά των Ελλήνων (φωτό Στ. Ελληνιάδης)

Αντιστροφή θέσεων και απόψεων

Ο Στ. Γιαννακόπουλος είχε κάνει πολύ θετική παρουσίαση στην ελληνική εφημερίδα «Προς τη Νίκη» για το πρώτο βιβλίο του Αλέξη Πάρνη στην ΕΣΣΔ, μια ποιητική ανθολογία με τίτλο «Καρδιά της Ελλάδας» που εκδόθηκε προς τα τέλη του 1953 και κυκλοφόρησε σε όλη την ΕΣΣΔ σε τιράζ –σύμφωνα με το δημοσίευμα– 150.000 αντιτύπων από τον εκδοτικό οίκο «Αγκανιόκ» με πρόλογο του μεγάλου συγγραφέα Κωνσταντίν Σίμονοφ. «Το πρώτο μεταφρασμένο στα ρούσικα βιβλίο» γράφει με κεφαλαία γράμματα στον υπότιτλο του άρθρου του ο Γιαννακόπουλος και συνεχίζει: «[…] Με ικανοποίηση και χαρά βλέπει ο κάθε σύντροφός μας την ανάπτυξη μέσα απτίς γραμμές του κινήματός μας, ενός νέου ταλέντου, χάρη στην απεριόριστη στοργική βοήθεια του ΚΚΣΕ και της σοβιετικής Πατρίδας, χάρη στη φροντίδα του κόμματός μας. […] Η ανάδειξη του Πάρνη είναι μια τιμή που γίνεται στον αγώνα του λαού μας, στους συγγραφείς μας, που παλεύουν στο ίδιο λαϊκό χαράκωμα, στο κόμμα μας, που εμψυχώνει και καθοδηγεί αυτό τον αγώνα…».

Τι μεσολάβησε, άραγε, ώστε μετά από δύο χρόνια και κάτι ο Γιαννακόπουλος να πρωτοστατεί στη διαγραφή του Πάρνη από μέλος του ΚΚΕ και να μαζεύει τους άλλους της «παρέας» για να καταγγείλουν ομαδικά τον Πάρνη, που εντωμεταξύ έχει θριαμβεύσει με το έργο του «Μπελογιάννης» (1955) αποσπώντας ύμνους από την αφρόκρεμα των σοβιετικών συγγραφέων, καθώς και από τον Ναζίμ Χικμέτ; Τι άλλαξε τόσο δραματικά ώστε ο Πάρνης από μεγάλο «ταλέντο» που «τιμάει τους αγώνες του λαού μας» να μετατραπεί αυτομάτως σε «φιλοτομαριστή» και «καριερίστα»;

Η άποψη τους άλλαξε με τη στροφή του Γιαννακόπουλου και των άλλων από τον Ζαχαριάδη στον Κολιγιάννη! Ο ιστορικός ηγέτης του ΚΚΕ είχε εν μία νυκτί μεταβληθεί σε «προβοκάτορα και τυχοδιώκτη». Και όσοι αντιδρούν και τον υποστηρίζουν, γίνονται αυτομάτως εχθροί. Ο Γιαννακόπουλος ήταν καταπέλτης εναντίον των πρώην συντρόφων του που δεν ακολούθησαν τη σοβιετική επιταγή και τη νέα ηγεσία που τοποθετήθηκε εκ των άνω στο ΚΚΕ. Αυτά, βέβαια, δεν αναφέρονται στις υμνητικές για τον Γιαννακόπουλο νεκρολογίες που γράφτηκαν στην «Αυγή» και αλλού, επικεντρώνοντας μόνο στις αξιόλογες πτυχές του βίου του. Διαφωνώντας ο Πάρνης βρίσκεται ακαριαία εκτός. Εκτός παρέας, εκτός κόμματος, εκτός κυκλοφορίας. Χωρίς ελευθερία έκφρασης, χωρίς δουλειά, χωρίς πόρους, με γυναίκα και τρία μικρά παιδιά. Και με καταγγελίες των πρώην συντρόφων, συνεργατών, φίλων και συναδέλφων του στις σοβιετικής αρχές για «αντισοβιετική δράση» που αποτελεί σοβαρότατο ποινικό αδίκημα.

Αλλά ο Πάρνης δεν δειλιάζει. Και αντεπιτίθεται!

(στο επόμενο: Φάκελος Αλέξη Πάρνη, περίοδος απομόνωσης)

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!