Οι καταστροφές που προκάλεσε ο όχλος, μέσα σε λίγες μόνο ώρες, ήταν τρομακτικές. Στόχος: Εβραίοι, Αρμένιοι και -με τη μερίδα του λέοντος- Έλληνες. 4.348 επιχειρήσεις, χίλια σπίτια, 110 ξενοδοχεία, 27 φαρμακεία, 26 σχολεία, 5 αθλητικά κέντρα, 21 εργοστάσια και 73 εκκλησίες με σημαντικά αρχιτεκτονικά στοιχεία, ιερά σκεύη και εικόνες μεγάλης καλλιτεχνικής αξίας καταστράφηκαν εν μέρει ή ολοσχερώς. Η Πόλη έχανε οριστικά ένα μεγάλο μέρος από την σπουδαία πολιτιστική της κληρονομιά.

Ο πρωθυπουργός της Τουρκίας, Αντνάν Μεντερές, βασικός υπεύθυνος του πογκρόμ, το οποίο πραγματοποιήθηκε με τους μηχανισμούς του κόμματός του, απέδωσε την ευθύνη στους κομμουνιστές με την κατηγορία ότι οργάνωσαν τα επεισόδια κατ’ εντολήν της Κομμουνιστικής Διεθνούς για να σαμποτάρουν το ΝΑΤΟ! Αυτό προβλεπόταν από την «Επιχείρηση Gladio» που στόχο είχε στις χώρες μέλη του ΝΑΤΟ, να ενοχοποιεί και να εξουδετερώνει τους κομμουνιστές. Αμέσως, συνελήφθησαν 45 γνωστοί κομμουνιστές, μεταξύ των οποίων ο Αζίζ Νεσίν και ο Κεμάλ Ταχίρ, και φυλακίστηκαν για μερικούς μήνες. Εν τωμεταξύ, χιλιάδες άλλοι που συνελήφθησαν, βάνδαλοι και πλιατσικολόγοι, κρατήθηκαν μόνο για λίγες μέρες, ενώ οι πρωταίτιοι αθωώθηκαν στα δικαστήρια.

Τελικά, λίγα χρόνια αργότερα, ο πέλεκυς έπεσε βαρύς στον Μεντερές, τον υπουργό Εξωτερικών Ζορλού και τον πρόεδρο Τζελάλ Μπαγιάρ. Καταδικάστηκαν σε θάνατο από στρατιωτικό δικαστήριο και οι δύο πρώτοι απαγχονίστηκαν το 1961. Ο Μεντερές για να ενισχύσει την κοινωνική του βάση είχε κάνει μεγάλα βήματα οπισθοδρόμησης, επιτρέποντας την ανοικοδόμηση πολλών τζαμιών και την επαναλειτουργία θρησκευτικών σχολών που είχαν απαγορευτεί από τον Κεμάλ. Στη δίκη παρουσιάστηκαν πολλά στοιχεία για το ρόλο των τριών, αλλά όχι των μυστικών υπηρεσιών, στα Σεπτεμβριανά.

Η σιωπή της Ελλάδας
Ο ξεριζωμός των Ρωμιών αντιμετωπίστηκε ως ένα ζήτημα ήσσοντος σημασίας.
Στη αρχή της δεκαετίας του ’50, η ελληνική κυβέρνηση και ο στρατός είχαν τεθεί κάτω από την απόλυτη κηδεμονία των Αμερικανών. Πρωθυπουργοί και υπουργοί Άμυνας και Εξωτερικών ορίζονταν ή εγκρίνονταν από τις ΗΠΑ μέσω της πρεσβείας στην Αθήνα. Η φτωχή Ελλάδα είχε στείλει στρατιώτες στην άπω ανατολή να πολεμήσουν εναντίον Κορεατών και Κινέζων για τα συμφέροντα των ΗΠΑ! Η νέα τάξη των πλουσίων είχε ευεργετηθεί με τα δολάρια του σχεδίου Μάρσαλ και τα φορτηγά πλοία που δόθηκαν στους εφοπλιστές, και δεν ήθελε αντιπαραθέσεις.
Η Αριστερά, σακατεμένη από τον Εμφύλιο, προσπαθούσε να ανασυγκροτήσει το ηθικό και τις δυνάμεις της, διασκορπισμένη σε φυλακές και ξερονήσια, στην Πολωνία και το Ουζμπεκιστάν.
Διανοούμενοι και καλλιτέχνες δεν συγκινήθηκαν από το δράμα του ελληνισμού της Πόλης. Είναι εκπληκτικό ότι η πρώτη ταινία που πραγματεύεται τους διωγμούς είναι η Πολίτικη Κουζίνα του Κωνσταντινουπολίτη Τάσου Μπουλμέτη, 40 χρόνια αργότερα! Στο τόσο ευαίσθητο ελληνικό τραγούδι, ξεχωρίζει μόνο η περίφημη Κωνσταντινούπολη του Κώστα Βίρβου, που τραγούδησε ο Στέλιος Καζαντζίδης.
Οι μελέτες μετριούνται στα δάχτυλα, οι αναφορές στον Τύπο ελάχιστες και η ελληνική κοινωνία προσπέρασε το γεγονός αδιάφορα.
Σ’ αυτό συνέβαλε και ο πειθαρχημένος τρόπος με τον οποίο οι Ρωμιοί της Πόλης εντάχθηκαν στην ελληνική κοινωνία. Δεν διεκδίκησαν, δεν έκαναν φασαρία και πάλεψαν μόνοι τους ξέροντας ότι ο δρόμος επιστροφής στην πατρίδα ήταν κλειστός.
Στον Τύπο, όπως επισημαίνει και η Αριάνα Φερεντίνου, ο ξεριζωμός των Ελλήνων της Πόλης δεν παρουσιάστηκε ως σημαντικό ιστορικό γεγονός, μέχρι σήμερα. Και για την κοινή γνώμη, ο αφελληνισμός της Πόλης δεν αποτέλεσε άλλο έναν κρίκο στην αλυσίδα των μεγάλων τραγωδιών που έχουν καταγραφεί στη συλλογική μνήμη, όπως η Άλωση της Πόλης και η Μικρασιατική Καταστροφή.
Ίσως, έπαιξε ρόλο στην υποβάθμιση του πογκρόμ, ο ηρωικός αγώνας των Κυπρίων εναντίον της βρετανικής κατοχής που συνέβαινε ταυτόχρονα και οι θυσίες των αγωνιστών είχαν εξάψει και μονοπωλήσει τον εντόπιο πατριωτισμό.
Εξάλλου, ούτε η κυπριακή ηγεσία ούτε η ελληνική ήθελαν να συνδεθεί το πογκρόμ με τον αγώνα των Κυπρίων για ανεξαρτησία και αυτοδιάθεση. Έτσι, πέρασε στα ψιλά αυτή η «παράπλευρη απώλεια» του απελευθερωτικού αγώνα.

Πώς φτάσαμε στα Σεπτεμβριανά;
Η ελληνική παρουσία στην Κωνσταντινούπολη είναι συναρπαστική και συνάμα αξιοπερίεργη. Για να μην πάμε πολύ πίσω, στην αρχή του 20ου αιώνα, η περίοδος είναι εξαιρετικά ανώμαλη για την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Εσωτερικά οξύνεται η σύγκρουση ανάμεσα στους Νεότουρκους και τον Σουλτάνο και εξωτερικά διαλύεται έχοντας ανοιχτά μέτωπα σε όλο της τον περίγυρο. Άγγλοι, Γάλλοι, Ιταλοί, Γερμανοί, Ρώσοι, Βαλκάνιοι, Αρμένιοι, από κοντά Αμερικανοί, και βεβαίως Έλληνες, διεκδικούν τμήματα που θεωρούν ότι τους ανήκουν ή αποτελούν ιμπεριαλιστική λεία.
Ακόμα και σ’ αυτές τις συνθήκες, ο πολυεθνικός χαρακτήρας της αυτοκρατορίας εξακολουθεί να αποτελεί ένα δίχτυ προστασίας για τις εθνικές μειονότητες. Ούτε οι ήττες των Οθωμανών στους Βαλκανικούς Πολέμους δεν επηρεάζουν το στάτους, τη ζωή και την ασφάλεια των ελληνικών κοινοτήτων στην Πόλη, τη Σμύρνη και την Καππαδοκία. Ο Πόντος πρέπει να ειδωθεί ξεχωριστά.
Αυτή η πολιτική συνεχίζεται στην Κωνσταντινούπολη, και υπό το νέο καθεστώς. Εγγύηση δεν είναι μόνο η συνθήκη της Λωζάννης, που εύκολα παραβιάστηκε στις δεκαετίες ’50 και’60, αλλά ο Κεμάλ που υπολογίζει στη συμβολή των μειονοτήτων στον εκσυγχρονισμό της Τουρκίας. Ο Κεμάλ απορρίπτει οτιδήποτε συνδέεται με τον οθωμανισμό, ακόμα και τα τραγούδια. Η βεβιασμένη προσπάθεια δημιουργίας τουρκικής εθνικής συνείδησης και δυτικότροπου κράτους συναντάει προβλήματα και εσωτερικές αντιστάσεις. Είναι πολύ δύσκολη η έξοδος από την καθυστέρηση και η δημιουργία τουρκικής άρχουσας τάξης, μορφωτικά και οικονομικά εύρωστης, σε συνθήκες σχεδόν καθολικού αναλφαβητισμού, έλλειψης υποδομών, ανύπαρκτης διοίκησης κ.λπ. Αρχικά, και πολλοί Ρωμιοί δεν έβλεπαν με καλό μάτι την αποφασιστικότητα του Κεμάλ να δημιουργήσει ένα αμιγώς κοσμικό κράτος που η εκκλησία, ισλαμική ή χριστιανική, θα περιορίζεται σε θρησκευτικά καθήκοντα, χωρίς άλλες εξουσίες. Πάντως, σε γενικές γραμμές, η ελληνική μειονότητα διατηρεί το ρόλο της στους σημαντικούς τομείς της εκπαίδευσης, της κουλτούρας και του εμπορίου, μαζί με Αρμενίους και Εβραίους. Το 1927, οι Έλληνες της Πόλης ανέρχονται περίπου σε 120 χιλιάδες άτομα, με δεκάδες σχολεία, εκκλησίες, κοινωφελή ιδρύματα κ.λπ. Η συνθήκη ειρήνης μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, το 1930, υπογράφεται σε εξαιρετικά θερμό κλίμα. Ορισμένοι υποστηρίζουν ακόμα και τη συγκρότηση ελληνοτουρκικής ομοσπονδίας. Ανοίγονται νέες προοπτικές όχι μόνο για τους Έλληνες με τουρκική υπηκοότητα, αλλά και για τους Έλληνες με ελληνική υπηκοότητα. Ο παππούς μου, ο Κώστας, Χιώτης με ελληνική υπηκοότητα, ζούσε στην Πόλη με «διαμονητήριον», που φυλάσσεται στο οικογενειακό μας αρχείο.
Τα σύννεφα εμφανίζονται μετά τον πρόωρο θάνατο του Κεμάλ, το 1938. Ο παγκόσμιος Πόλεμος, με την Τουρκία ουσιαστικά ουδέτερη χάρη σε εύστοχους χειρισμούς, προκαλεί μεγάλη οικονομική κρίση την οποία διαχειρίζονται πολιτικοί που είχαν έρθει σε ρήξη με τον Κεμάλ, με επικεφαλής τον Ισμέτ Ινονού.
Ο φόρος περιουσίας, το 1942, που αποσκοπεί αφενός στην εξασφάλιση πόρων για το κράτος και αφετέρου στη μεταφορά οικονομικής και κοινωνικής ισχύος από τις μειονότητες στους Τούρκους, στην ολιγόμηνη εφαρμογή του, προκαλεί ένα ισχυρό πλήγμα, με κατασχέσεις περιουσιών και εξορίες, στον ελληνισμό.
Με τη λήξη του πολέμου και την υπαγωγή Ελλάδας και Τουρκίας στο δυτικό στρατόπεδο, με κοινό εχθρό πλέον τη Σοβιετική Ένωση, η νέα περίοδος αναδημιουργίας των Ρωμιών, χαρακτηρίζεται «χρυσή εποχή» (1947-1955). Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις αναβαθμίζονται, το Πατριαρχείο ενισχύεται (και σαν αντίβαρο στο Πατριαρχείο Μόσχας), ο νέος πατριάρχης Αθηναγόρας φτάνει στην Πόλη με το αεροπλάνο του προέδρου Τρούμαν, επιστρέφονται περιουσίες στις ελληνικές κοινότητες, δύο Έλληνες βουλευτές εκπροσωπούν τη μειονότητα, για πρώτη φορά Τούρκος πρωθυπουργός πηγαίνει στο Φανάρι και καταργούνται οι βίζες.
Ο Τσιτσάνης, ο Χιώτης, ο Παπαϊωάννου και άλλοι καλλιτέχνες, ηθοποιοί και μουσικοί, ψυχαγωγούν Έλληνες και Τούρκους στα ελληνικά κοσμικά κέντρα. Ένα κλίμα ευφορίας επικρατούσε στην Πόλη στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ’50.

Τι άλλαξε και όλα γκρεμίστηκαν;
Υπάρχουν διάφορες ερμηνείες για τα Σεπτεμβριανά. Η πιο εκλαϊκευμένη θεωρεί ότι όλα είναι αποτέλεσμα του εγγενούς μίσους των Τούρκων για τους Έλληνες. Ότι κάθε ενέργεια των Τούρκων αποσκοπεί στην καταστροφή της Ελλάδας. Αυτή η άποψη είναι διαδεδομένη και επηρεάζει συμπεριφορές και πολιτικές από την άκρα Δεξιά (χοντροκομμένα) ώς την άκρα Αριστερά (εκλεπτυσμένα).
Η δεύτερη θεωρεί ότι η βασική αιτία για τα Σεπτεμβριανά, είναι το κυπριακό. Υποστηρίχτηκε εξ αρχής από τον τότε γενικό πρόξενο της Ελλάδας στην Πόλη Βύρωνα Θεοδωρόπουλο με αναφορά του στο υπουργείο Εξωτερικών.
Ο πριν από λίγα χρόνια γενικός πρόξενος της Ελλάδας στην Πόλη Αλέξης Αλεξανδρής, γέννημα-θρέμα Κωνσταντινουπολίτης, στην εμπεριστατωμένη μελέτη του, επισημαίνει ότι τα προβλήματα της ελληνικής μειονότητας ανέκυπταν κάθε φορά που οι ελληνοτουρκικές σχέσεις περνούσαν σοβαρή κρίση.
Στην Τουρκία, τα τελευταία χρόνια, μια γενιά τολμηρών αναθεωρητών της επίσημης ιστορίας, όπως η Ντιλέκ Γκιουβέν, υποστηρίζει -με πολλά καινούρια ανέκδοτα στοιχεία από ξένα και τουρκικά αρχεία- ότι, χωρίς να αγνοείται το κυπριακό και ο βρετανικός παράγοντας, τα Σεπτεμβριανά είναι «προϊόν» του «εκτουρκισμού».
Αναμφίβολα, το νέο καθοριστικό για τις εξελίξεις στοιχείο που υπεισέρχεται στο πρώτο μισό της δεκαετίας του ’50, είναι η ανάπτυξη του απελευθερωτικού αγώνα των Κυπρίων και η αντίδραση των Άγγλων που καταφέρνουν να μετατρέψουν την αντίθεση Κυπρίων-Άγγλων σε αντίθεση Ελλάδας-Τουρκίας, χρησιμοποιώντας την ελληνική μειονότητα στην Πόλη για να οδηγήσουν σε ρήξη τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Είναι η εποχή του Ψυχρού Πολέμου και η Κύπρος είναι χρήσιμη στους Βρετανούς που προσπαθούν να διασώσουν κάποιες αποικίες. Ακόμα και απλοί Πολίτες έλεγαν πάντοτε ότι πίσω από τα Σεπτεμβριανά είναι οι Εγγλέζοι. Μερικές φορές, το βίωμα είναι σημαντικότερο από τις αναλύσεις των ειδικών.
Κι αυτό αποδεικνύεται από πληθώρα στοιχείων. Κατ’ αρχήν, οι Τούρκοι δεν είχαν δείξει κανένα ενδιαφέρον για την τύχη της Κύπρου μέχρι τη στιγμή που παρακινούνται εκβιαστικά από τους Βρετανούς. Έτσι, πιέζεται η Ελλάδα να μην υποστηρίξει τους Κύπριους αδελφούς και να μην φέρει το θέμα στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ. Η προβοκάτσια στο τουρκικό προξενείο της Θεσσαλονίκης που αποτελεί το έναυσμα για το πογκρόμ, οργανώνεται από τις τουρκικές μυστικές υπηρεσίες κατά τη διάρκεια των εργασιών της συνδιάσκεψης του Λονδίνου, ανάμεσα σε Αγγλία, Ελλάδα και Τουρκία. Με την επακόλουθη διακοπή των διαπραγματεύσεων, η Βρετανία μπλοκάρει, στις 23 Σεπτεμβρίου, τη συζήτηση της κυπριακής αυτοδιάθεσης στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ. Μετά το πογκρόμ, σύμφωνα με τον Β. Θεοδωρόπουλο, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ John Foster Dulles, στέλνει τηλεγράφημα σε Αθήνα και Άγκυρα, συστήνοντας και επιβάλλοντας ψυχραιμία!
Ο τότε πρωθυπουργός Anthony Eden, στα απομνημονεύματά του, εξηγεί ότι στόχος της Βρετανίας ήταν να μην παρουσιαστεί το κυπριακό σαν πρόβλημα που δημιουργεί η βρετανική αποικιοκρατία, αλλά σαν ελληνοτουρκική διένεξη. Μία λαϊκή εξέγερση εναντίον των Ρωμιών της Πόλης ήταν ο καλύτερος τρόπος για να προκληθεί μια οξεία κρίση μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας.
Για να υλοποιηθεί το σχέδιο, ενεργοποιούνται οργανώσεις εθνικιστών και επιστρατεύονται λούμπεν στοιχεία. Ο πληθυσμός της Πόλης είχε αυξηθεί κατά 60% σε μια δεκαετία, κυρίως από φτωχούς αγρότες που κατοικούσαν σε παραγκογειτονιές. Και για να εξασφαλιστεί μεγάλη συμμετοχή, μετακινήθηκαν δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι από την επαρχία, με τρένα, λεωφορεία και πλεούμενα. Σ’ αυτό το κομμάτι του πληθυσμού, περνούσε εύκολα η προπαγάνδα ότι «οι ξένοι τρώνε το ψωμί μας», ειδικά σε περίοδο οικονομικής ύφεσης. «Η εχθρότητα ήταν κοινωνική και όχι πολιτική», είχε γράψει τότε, ο δημοσιογράφος Χουσεΐν Τζαχίτ Γιαλτσίν.
Ποτέ άλλοτε ο ελληνισμός της Πόλης δεν είχε βρεθεί σε τόσο δυσμενή θέση. Οι απελάσεις των Ρωμιών με ελληνική υπηκοότητα, δέκα χρόνια αργότερα, αποτέλεσαν το δεύτερο μαζικό και οργανωμένο κύμα διώξεων, εξαιτίας της εμπόλεμης κατάστασης στην οποία είχαν περιέλθει οι δύο χώρες με τις ενδοκοινοτικές αγριότητες του ’63-’64 στην Κύπρο. Η ΕΟΚΑ Β΄, προς μεγάλη ικανοποίηση των Βρετανών, είχε τσιμπήσει το δόλωμα και πολεμούσε πια εναντίον των Τούρκων μειονοτικών, αλλά και του Μακαρίου και των Κυπρίων κομμουνιστών. Η κατάσταση γινόταν ακόμα πιο εκρηκτική από την παρουσία ελληνικού και τουρκικού στρατού στο νησί που είχε συμφωνηθεί από τον Καραμανλή, το 1959, στις συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου, που όριζαν τις τρεις χώρες (Βρετανία, Τουρκία, Ελλάδα) ως εγγυήτριες. Έκτοτε, η στρατιωτική παρουσία των Βρετανών στο νησί ήταν σχεδόν αδύνατο, πρακτικά και νομικά, να αμφισβητηθεί. Μέχρι που ήρθε η χούντα των Παπαδόπουλου-Ιωαννίδη για να θάψει το κυπριακό ακόμα πιο βαθιά και να ολοκληρώσει την έξοδο των Ρωμιών από την Πόλη.

 

Δεν θα μπορέσω ποτέ να το ξεχάσω

Ήμουν 14 ετών. Δεν θα μπορέσω ποτέ να το ξεχάσω. Ακόμα θυμάμαι τι είδα στο Μπέγιογλου το πρωί της 7ης Σεπτεμβρίου 1955. Η σκηνή ήταν σοκαριστική. Ο μεγάλος δρόμος έμοιαζε με εμπόλεμη ζώνη, με τις βιτρίνες των μαγαζιών και στις δύο πλευρές σπασμένες και όλα τα προϊόντα πεταμένα στο δρόμο. Στοίβες από ρούχα, βιβλία, τετράδια, πολυελαίους και πολλά άλλα πράγματα. Άνθρωποι έπαιρναν ό,τι έβρισκαν. Έμοιαζε με την ημέρα της κρίσεως. Αυτό που παρατήρησα αμέσως ήταν ότι υπήρχαν και κάποια μαγαζιά απείραχτα. Αυτά που είχαν αναρτημένη την τουρκική σημαία δεν είχαν υποστεί καταστροφές. Τα καταστραμμένα είχαν επιγραφές με ελληνικά ονόματα. Αν και έχει περάσει μισός αιώνας, ακόμα ανατριχιάζω όταν το θυμάμαι. Φεύγοντας, οι Έλληνες πήραν μαζί τους μια σημαντική κουλτούρα, ένα χρώμα και ένα διαφορετικό τρόπο ζωής. Μας άφησαν μόνους στην Ιστανμπούλ να ζήσουμε τις άχρωμες ζωές μας. Μετά, μας κατέκλυσε η θλίψη, αλλά ήταν πλέον πολύ αργά.
Mehmet Ali Birand, 7 Σεπτεμβρίου 2005

 

Στόχος μία ομοιογενής τουρκική πολιτεία

Ήταν μία κρατική επιχείρηση σχεδιασμένη να μεταφέρει κεφάλαια από τους επιχειρηματίες των μειονοτήτων στους μουσουλμάνους Τούρκους και να εξαναγκάσει τις μη τουρκικές κοινότητες να εγκαταλείψουν την πατρίδα τους για να καθαρίσει ο δρόμος για μία ομοιογενή τουρκική πολιτεία. Το γεγονός προκλήθηκε από το αίτημα της Ελλάδας στον ΟΗΕ να αναγνωριστεί η αυτοδιάθεση της Κύπρου. Οι Έλληνες εγκατέλειψαν τα πατροπαράδοτα σπίτια και τη χώρα τους μαζικά, αφήνοντας την Τουρκία χωρίς τον πολιτισμικό πλούτο, την οικονομική επιχειρηματικότητα και το κοινωνικό περιβάλλον στο οποίο η ανοχή θα ανθούσε μέσα από τις πολιτισμικές ανταλλαγές. Η δημόσια εικόνα των μειονοτήτων, που αντιμετωπίζονταν σαν «πέμπτη φάλαγγα» πάντα έτοιμη για προδοσία, δηλητηρίασε την πολιτική ζωή της χώρας. Ο απλός πολίτης οδηγήθηκε να πιστεύει ότι υπήρχαν παντού εχθροί, γι’ αυτό έπρεπε να είναι διαρκώς σε επιφυλακή έναντι των «υπονομευτών». Ατυχώς, ο «άλλος» ήταν πάντα κάποιος από μας. Έτσι, το «έθνος-κράτος» που τόσο εξαίρεται στην επίσημη ρητορία δεν βρήκε ποτέ μία στιγμή ηρεμίας, επειδή το έθνος μονίμως πολεμούσε εναντίον του εαυτού του.
Ergil Dogu, 17 Σεπτεμβρίου 2008

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!