Την ίδια στιγμή που συνεχίζεται ο εμφύλιος ενδοσυστημικός σπαραγμός στις ΗΠΑ (μόλις προχθές ο Τραμπ, με ένα ακόμη μήνυμά του στο twitter, μίλησε για ένα «εγκληματικό βαθύ κράτος» εντός της κυβέρνησης και των μυστικών υπηρεσιών, το οποίο επιχειρεί να τον ανατρέψει), γίνεται όλο και πιο εμφανής η βούληση της αμερικανικής υπερδύναμης να ακολουθήσει πορεία σύγκρουσης με το Ιράν. Η απόφαση Τραμπ για αποχώρηση των ΗΠΑ από την πολυμερή συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, η οποία έχει επικυρωθεί με ομόφωνη απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, βρήκε αυτήν την εβδομάδα τη συνέχειά της σε πρωτοφανούς βιαιότητας δηλώσεις του νέου ΥΠΕΞ Μάικ Πομπέο. Ο τελευταίος δήλωσε ότι οι ΗΠΑ θα εξαπολύσουν εναντίον του Ιράν «κυρώσεις που όμοιές τους δεν έχουν υπάρξει ξανά στην ιστορία» με στόχο την ανατροπή της ιρανικής κυβέρνησης και τον υποβιβασμό του Ιράν, από ισχυρό περιφερειακό παίκτη, σε μια «κανονική» (δηλαδή υποτακτική στις ΗΠΑ) χώρα.
Ακόμη και συστημικοί αναλυτές, όπως ο Σιν ΜακΦέιτ του Ατλαντικού Συμβουλίου (ενός από τα παλιότερα και πλέον έγκυρα βορειοαμερικανικά think tank, που συνδέεται οργανικά με το ΝΑΤΟ), επισημαίνουν ότι «οι επιθετικές δηλώσεις του Πομπέο μπορεί να ακούγονται εντυπωσιακές, αλλά κάπως έτσι αρχίζουν οι πόλεμοι». Ο Άαρον Ντέιβιντ Μίλερ, πρώην διαπραγματευτής του αμερικανικού ΥΠΕΞ και σύμβουλος προηγούμενων προέδρων (τόσο Δημοκρατικών όσο και Ρεπουμπλικανών), έγραψε ότι «οι δηλώσεις του Πομπέο πρόβαλαν μια σειρά εξωφρενικές απαιτήσεις, που σχεδόν σίγουρα θα απορριφθούν από το Ιράν και, το σπουδαιότερο, η αμερικανική κυβέρνηση δεν έχει τα μέσα να τις επιβάλει». Πού το πάει λοιπόν η Ουάσιγκτον, υπό την αμφισβητούμενη καθοδήγηση του Τραμπ και με αιχμή του δόρατος γεράκια όπως ο Πομπέο; Παρεμπιπτόντως, ο τελευταίος, μιλώντας την Τετάρτη στο Κογκρέσο, επιβεβαίωσε έμμεσα ότι η κλιμάκωση της αμερικανικής επιθετικότητας κάθε άλλο παρά σημαίνει παύση ή έστω αναστολή του ενδοσυστημικού εμφυλίου: συγκεκριμένα, είπε ότι δεν υπάρχει «βαθύ κράτος» εντός της αμερικανικής διοίκησης. Κι όταν του επισημάνθηκε ότι άλλα λέει ο Τραμπ, περιορίστηκε να απαντήσει ότι… δεν γνωρίζει τις δηλώσεις του προέδρου του!
Στόχος η καθυπόταξη του Ιράν
Οι ισχυρισμοί που, κατά την Ουάσιγκτον, δικαιολογούν την καταγγελία της διεθνούς συμφωνίας για το Ιράν και την κλιμάκωση της έντασης με την Τεχεράνη είναι βέβαια προσχηματικοί, έως και γελοίοι. Για παράδειγμα, ο Τραμπ ισχυρίζεται ότι το Ιράν ενισχύει όχι μόνο την Χεζμπολά αλλά και… την Αλ-Κάιντα, τους Ταλιμπάν και άλλες σουνιτικές τζιχαντιστικές οργανώσεις. Πρόκειται βέβαια για πλήρη αντιστροφή της πραγματικότητας, καθώς οι ιρανικές και φιλοϊρανικές δυνάμεις πρωτοστατούν στην καταπολέμηση των τζιχαντιστών (που ενισχύονται άμεσα από στενούς συμμάχους των ΗΠΑ, όπως η Σαουδική Αραβία) σε όλη την περιοχή. Ισχυρίζεται επίσης ο Τραμπ ότι θέλει να αποτρέψει τη δυνατότητα της Τεχεράνης να αποκτήσει πυρηνικά όπλα – έναν στόχο που διασφάλιζε αποτελεσματικά ακριβώς η συμφωνία από την οποία αποσύρεται! Κι αυτό το επιβεβαιώνουν, πέραν των αρμόδιων διεθνών οργανισμών, και όλες τις υπόλοιπες δυτικές χώρες που τη συνυπέγραψαν (Βρετανία, Γαλλία και Γερμανία)…
Στην πραγματικότητα οι δηλώσεις του Πομπέο ήταν πολύ πιο αποκαλυπτικές για τις πραγματικές επιδιώξεις της Ουάσιγκτον από τις αστείες δικαιολογίες που ψελλίζει ο Τραμπ. Αυτό που οι ΗΠΑ θέλουν είναι να ξεδοντιάσουν όλο το σιιτικό τόξο και να καθυποτάξουν ένα Ιράν που αμφισβητεί έμπρακτα την υποτιθέμενη παντοδυναμία τους στην ευρύτερη Μέση Ανατολή. Και, με την ενθάρρυνση του σιωνιστικού λόμπι στις ΗΠΑ και του Ισραήλ, που γνωρίζει ότι μόνο του δεν μπορεί να τα βάλει με το Ιράν όσα πυρηνικά όπλα κι αν διαθέτει (ανομολόγητα και παράνομα, βέβαια – αλλά αυτό δεν ενοχλεί τη λεγόμενη διεθνή κοινότητα…), φαίνεται ότι οι πλέον πολεμοχαρείς κύκλοι της βορειοαμερικανικής υπερδύναμης εξετάζουν στα σοβαρά μια επίθεση κατά της Τεχεράνης.
«Διαφωνούν» οι Ευρωπαίοι, οργίζονται οι Ιρανοί
Αυτοί οι κύκλοι υπολογίζουν ότι έτσι θα ανακόψουν την πτωτική πορεία των ΗΠΑ, θα προστατεύσουν τα «ζωτικά συμφέροντά τους» και θα ανακτήσουν το κύρος τους, που έχει πληγεί βαρύτατα από αλλεπάλληλες πολιτικές και στρατιωτικές ήττες στη Μέση Ανατολή. Πρόκειται σαφώς για μια τυχοδιωκτική και επικίνδυνη πολιτική, που ρισκάρει ένα ολοκαύτωμα (μακριά από τις ΗΠΑ βέβαια…) με αμφίβολα αποτελέσματα. Όχι μόνο επειδή το Ιράν (ή, ορθότερα, το σιιτικό τόξο, το οποίο καθιστά σαφή την ενίσχυση της επιρροής του ακόμα και μέσα από τις πρόσφατες εκλογικές αναμετρήσεις στον Λίβανο και το Ιράκ*) δεν είναι εύκολος στόχος. Αλλά και επειδή μια τέτοια πορεία θα φέρει την Ουάσιγκτον σε ευθεία σύγκρουση με τη Μόσχα, που δεν είναι διατεθειμένη να διαγράψει τα κέρδη της δυναμικής επιστροφής της στη Μέση Ανατολή.
Κατά τα άλλα, παρά τις «φιλειρηνικές» τοποθετήσεις και εκκλήσεις βασικών ευρωπαϊκών δυνάμεων, στην πράξη είναι αμφίβολο αν η αποπροσανατολισμένη Ευρώπη μπορεί να ανακόψει την κλιμάκωση που επιβάλει η Ουάσιγκτον. Ήδη μια σειρά ευρωπαϊκές πολυεθνικές (Total, Airbus, Danieli, Moller-Maersk κ.ά.), με τεράστιο οικονομικό κόστος για τις ίδιες, ακυρώνουν ή αναβάλουν τα συμβόλαια και τις επενδύσεις τους στο Ιράν, μη θέλοντας να υποστούν και οι ίδιες κυρώσεις από τις ΗΠΑ. Την ίδια στιγμή, στο Ιράν δυναμώνει η «αμυντική συσπείρωση» της λαϊκής πλειοψηφίας γύρω από την κυβέρνηση της χώρας, με το 92% να καταδικάζει την πολιτική του Τραμπ και το 67% να ζητά αντίποινα κατά των ΗΠΑ, παρόλο που η πλειοψηφία εκτιμά ότι χειροτερεύει η οικονομική κατάστασή της εξαιτίας της αντιπαράθεσης με την Ουάσιγκτον**. Ταυτόχρονα, πληθαίνουν οι φωνές που ζητούν την επανέναρξη του προγράμματος κατασκευής πυρηνικών όπλων ως παράγοντα αποτροπής ξένης επίθεσης…
* Βλ. αντίστοιχα τα φύλλα 407 (σελ. 16) και 408 (σελ. 17).
** www.iranpoll.com/s/IranPoll-exclusive-Apr-2018-results-2018-5-8.pdf