Σε λιγότερο από ένα μήνα θα διεξαχθούν αυτοδιοικητικές εκλογές. Οι κυβερνώντες συμπεριφέρονται φυσιολογικά, δηλαδή παίρνουν υπόψη τους ότι βρισκόμαστε σε προεκλογική περίοδο. Το ίδιο και τα οικονομικά κέντρα και οι επιτελείς της τρόικας.
Τι τώρα, τι μετά από δύο μήνες, δεν έχει τόση σημασία πότε θα απαιτηθούν τα νέα μέτρα. Άλλωστε ο προϋπολογισμός του 2011 που «ζητά» εξοικονόμηση 5,5 δισ. από νέες επιβαρύνσεις των εργαζόμενων, πλάι στα ευρωστατιστικά που αναθεωρούν για πολλοστή φορά το έλλειμμα εξακοντίζοντάς το πάνω από 15% προοιωνίζουν το τι θα μας έρθει οσονούπω…
Βρισκόμαστε σε προεκλογική περίοδο αλλά χωρίς κλίμα εκλογών. Η ατμόσφαιρα δεν έχει ζεσταθεί καθόλου, ο κόσμος σαν να αδιαφορεί για τη «μάχη» που έρχεται. Δεν φαίνεται να πείθεται ότι υπάρχει κάποια αξιόπιστη πολιτική πρόταση. Όλα μοιάζουν μια από τα ίδια… Οι δημοσκοπήσεις μέχρι τώρα εμφανίζουν μια πολύ χαμηλή επίδοση για τους υποψήφιους των δύο μεγάλων κομμάτων, ενώ ο συνήθης «κανένας» παίρνει τη μορφή του «δεν πάω να ψηφίσω». Η αποχή και η αδιαφορία δεσπόζουν. Απειλούν να παγιδεύσουν την αμφισβήτηση και ν’ αποτελέσουν τη σανίδα σωτηρίας για ολόκληρο το πολιτικό σύστημα. Είναι όμως η πρώτη εκλογική αναμέτρηση σε συνθήκες Μνημονίου, σε συνθήκες όπου έχουμε «μια καινούργια και πρωτόγνωρη κατάσταση, για την οποία, κατά κάποιο τρόπο, κανείς δεν είναι προετοιμασμένος». Γιατί με το Μνημόνιο δεν έχουμε να κάνουμε με μια συνηθισμένη αντιλαϊκή κυβερνητική πολιτική (όπως ο νόμος Γιαννίτση για το ασφαλιστικό), ή, πολύ περισσότερο, με κάποια επιμέρους σύγκρουση μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας (σε θέματα π.χ. μισθών, απολύσεων, συνθηκών εργασίας) αλλά με μια συνολική και βίαιη τομή στα θεμέλια του «κοινωνικού συμβολαίου». Δηλαδή «πρόκειται για μια ολομέτωπη αντιπαράθεση μεταξύ της πολιτικής εξουσίας (καθώς και των εγχώριων και διεθνών στηριγμάτων της) και του συνόλου σχεδόν της κοινωνίας». Αυτές οι σκέψεις του Στάθη Κουβελάκη έχουν τεράστια πολιτική σημασία για την εκτίμηση της κατάστασης και την ποιότητα της απάντησης που θα δώσουμε.
Μια αξιόπιστη πολιτική σήμερα δεν θα μπορούσε να αγνοήσει τα ουσιαστικά, δεν θα μπορούσε να αποφύγει την τοποθέτηση του ζητήματος του χρέους και της οικονομικής και πολιτικής διεξόδου της χώρας. Δεν θα μπορούσε παρά να είναι σε διαρκή πόλεμο με τη μικροπολιτική που «αυθορμήτως» αναπαράγεται όπως έχουμε μάθει από την πείρα, ιδιαίτερα σε αυτοδιοικητικές αναμετρήσεις.
Όλοι εξαιτίας της λαϊκής οργής εμφανίζονται μεταμφιεσμένοι και αντιμνημονιακοί. Μπουρδολογούν ακατάσχετα προκειμένου να μετατρέψουν το Μνημόνιο σε αναγκαίο κακό ή σε γεγονός αντιστρέψιμο φτάνει να πείσουμε τον Γ. Παπανδρέου και την κυβέρνηση να συμπεριφερθούν ως καλό ΠΑΣΟΚ. Τα αντάρτικα ψηφοδέλτια του ΠΑΣΟΚ σε αυτήν την λογική οδηγούν.
Μόνο προτάσεις που θα συνολικοποιούν το επιμέρους πρόβλημα, θα το εντάσσουν στο γενικό πλαίσιο τραβώντας τις απαραίτητες διαχωριστικές γραμμές (κατ’ αντιδιαστολή όμως με την εσωστρέφεια και το σεχταρισμό), μόνο προτάσεις που θα απαντούν στο πολιτικό ζήτημα της εναλλακτικής προοπτικής μπορεί να ασκήσουν μια ευεργετική, προωθητική, συνθετική λειτουργία. Λειτουργία που θα ανασυγκροτεί μια άλλη πολιτική ικανή να ορίζει μια νέα πολιτική και κοινωνική Αριστερά. Το διαπιστούμενο κενό Αριστεράς δεν μπορεί να καλυφθεί με κανέναν άλλο πιο σύντομο δρόμο!
Βρισκόμαστε σε προεκλογική περίοδο αλλά χωρίς κλίμα εκλογών. Η ατμόσφαιρα δεν έχει ζεσταθεί καθόλου, ο κόσμος σαν να αδιαφορεί για τη «μάχη» που έρχεται. Δεν φαίνεται να πείθεται ότι υπάρχει κάποια αξιόπιστη πολιτική πρόταση. Όλα μοιάζουν μια από τα ίδια… Οι δημοσκοπήσεις μέχρι τώρα εμφανίζουν μια πολύ χαμηλή επίδοση για τους υποψήφιους των δύο μεγάλων κομμάτων, ενώ ο συνήθης «κανένας» παίρνει τη μορφή του «δεν πάω να ψηφίσω». Η αποχή και η αδιαφορία δεσπόζουν. Απειλούν να παγιδεύσουν την αμφισβήτηση και ν’ αποτελέσουν τη σανίδα σωτηρίας για ολόκληρο το πολιτικό σύστημα. Είναι όμως η πρώτη εκλογική αναμέτρηση σε συνθήκες Μνημονίου, σε συνθήκες όπου έχουμε «μια καινούργια και πρωτόγνωρη κατάσταση, για την οποία, κατά κάποιο τρόπο, κανείς δεν είναι προετοιμασμένος». Γιατί με το Μνημόνιο δεν έχουμε να κάνουμε με μια συνηθισμένη αντιλαϊκή κυβερνητική πολιτική (όπως ο νόμος Γιαννίτση για το ασφαλιστικό), ή, πολύ περισσότερο, με κάποια επιμέρους σύγκρουση μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας (σε θέματα π.χ. μισθών, απολύσεων, συνθηκών εργασίας) αλλά με μια συνολική και βίαιη τομή στα θεμέλια του «κοινωνικού συμβολαίου». Δηλαδή «πρόκειται για μια ολομέτωπη αντιπαράθεση μεταξύ της πολιτικής εξουσίας (καθώς και των εγχώριων και διεθνών στηριγμάτων της) και του συνόλου σχεδόν της κοινωνίας». Αυτές οι σκέψεις του Στάθη Κουβελάκη έχουν τεράστια πολιτική σημασία για την εκτίμηση της κατάστασης και την ποιότητα της απάντησης που θα δώσουμε.
Μια αξιόπιστη πολιτική σήμερα δεν θα μπορούσε να αγνοήσει τα ουσιαστικά, δεν θα μπορούσε να αποφύγει την τοποθέτηση του ζητήματος του χρέους και της οικονομικής και πολιτικής διεξόδου της χώρας. Δεν θα μπορούσε παρά να είναι σε διαρκή πόλεμο με τη μικροπολιτική που «αυθορμήτως» αναπαράγεται όπως έχουμε μάθει από την πείρα, ιδιαίτερα σε αυτοδιοικητικές αναμετρήσεις.
Όλοι εξαιτίας της λαϊκής οργής εμφανίζονται μεταμφιεσμένοι και αντιμνημονιακοί. Μπουρδολογούν ακατάσχετα προκειμένου να μετατρέψουν το Μνημόνιο σε αναγκαίο κακό ή σε γεγονός αντιστρέψιμο φτάνει να πείσουμε τον Γ. Παπανδρέου και την κυβέρνηση να συμπεριφερθούν ως καλό ΠΑΣΟΚ. Τα αντάρτικα ψηφοδέλτια του ΠΑΣΟΚ σε αυτήν την λογική οδηγούν.
Μόνο προτάσεις που θα συνολικοποιούν το επιμέρους πρόβλημα, θα το εντάσσουν στο γενικό πλαίσιο τραβώντας τις απαραίτητες διαχωριστικές γραμμές (κατ’ αντιδιαστολή όμως με την εσωστρέφεια και το σεχταρισμό), μόνο προτάσεις που θα απαντούν στο πολιτικό ζήτημα της εναλλακτικής προοπτικής μπορεί να ασκήσουν μια ευεργετική, προωθητική, συνθετική λειτουργία. Λειτουργία που θα ανασυγκροτεί μια άλλη πολιτική ικανή να ορίζει μια νέα πολιτική και κοινωνική Αριστερά. Το διαπιστούμενο κενό Αριστεράς δεν μπορεί να καλυφθεί με κανέναν άλλο πιο σύντομο δρόμο!
Σχόλια