Κατατέθηκε ο κρατικός προϋπολογισμός 2025 που καταγράφει για ένα ακόμα έτος, 17ο συνεχές, την οικονομική επιδρομή του κράτους στα φτωχότερα στρώματα της κοινωνίας. Φυσικά αυτό συμβαίνει στη χώρα που η δημοτικότητα της κυβέρνησης είναι στο 27%, δεν υπάρχει αντιπολίτευση ούτε οργανωμένο λαϊκό κίνημα αφού: 1) έχει χαθεί η εμπιστοσύνη του λαού στο πολιτικό σύστημα, και 2) όλοι οι υπάρχοντες μηχανισμοί του λαϊκού και του εργατικού κινήματος υπακούουν στις κομματικές επιλογές εκείνων που κατέχουν τις εντός «πλειοψηφίες». Με αυτά τα δεδομένα προδιαγράφεται ένα ακόμα έτος «εντός-εκτός μνημονίων» που τα λαϊκά στρώματα καλούνται να πληρώσουν όλους τους λογαριασμούς για να υπηρετηθούν οι ανάγκες των δανειστών (πλεονάσματα για έντοκη επιστροφή δανείων), η αύξηση της κερδοφορίας του κεφαλαίου (υπέρ-πλεονάσματα για να δίνονται επιδοτήσεις που υποτίθεται ότι φέρνουν ανάπτυξη) και η κομματική νομενκλατούρα, αφ’ ενός του κυβερνητικού στρατοπέδου (που αμείβεται ποικιλοτρόπως με παράλογα ποσά) αλλά και παράλληλα των φερόμενων ως αντιπολιτευόμενων κομματικών μηχανισμών.
Η διαδικασία κατάθεσης και συζήτησης του κρατικού προϋπολογισμού έχει εξελιχθεί σε μία παρωδία. Όπως παρωδία έχουν καταντήσει όλοι μαζί τις διαδικασίες διαβούλευσης που προβλέπει το θεσμικό πλαίσιο. Όλα είναι για το «θεαθήναι» το «φαίνεσθαι», χωρίς ουσία και περιεχόμενο. Ενδεικτικά όλες οι συζητήσεις επί των προϋπολογισμών τα προηγούμενα χρόνια αλλά και οι «διαβουλεύσεις» επί των νομοσχεδίων. Σε όλα αποφασίζει και διατάσσει η ηγετική ομάδα της κυβέρνησης (σήμερα το σκληρό-στενό περιβάλλον της οικογένειας Μητσοτάκη) και οι βουλευτές πειθαρχούν, διότι διαφορετικά «τίθενται εκτός κόμματος» με ότι αυτό συνεπάγεται για το μέλλον τους και τα οικονομικά τους συμφέροντα. Η ανύπαρκτη αντιπολίτευση βρίσκει πάντοτε κάτι δευτερεύον για να εκφράσει την αντίθεσή της στον υπό έγκριση κρατικό προϋπολογισμό και να σώσει τα προσχήματα για τον εαυτό της. Φυσικά για όλα αυτά που σήμερα μπορεί να εκφράζουν αντιρρήσεις, όταν οι ίδιοι ήταν κυβέρνηση έκαναν όσα κατηγορούν την κυβέρνηση. Σε αυτό το πλαίσιο δεν εξαιρείται ούτε το ΚΚΕ, αρκεί να θυμηθούμε τον Δεκέμβριο 1989 και τα όσα φορομπηχτικά στήριξε συνειδητά με την τότε «κυβέρνηση Ζολώτα» στην οποία συμμετείχε. Το συνδικαλιστικό κίνημα, ελεγχόμενο από αυτό το πολιτικό σύστημα, κάνει αυτή την περίοδο την «ετήσια-επετειακή» κινητοποίηση για τον προϋπολογισμό και οι κομματικοί μηχανισμοί προσπαθούν να κερδίσουν τις σχετικές εντυπώσεις με την παρουσία τους και την παράταξή τους, καθώς όλα πλέον είναι παιγνίδι εντυπώσεων και όχι ουσίας.
Ο κρατικός προϋπολογισμός 2025 είναι «μία από τα ίδια» των προηγούμενων ετών για το λαό με ή χωρίς κυβέρνηση Μητσοτάκη-Ν.Δ. Στον πίνακα που ακολουθεί κάνουμε μια σύγκριση της εξέλιξης των φορολογικών εσόδων την περίοδο 2019-2025, δηλαδή της παρούσας κυβέρνησης.
Τα συμπεράσματα είναι οδυνηρά για το λαό και επιβεβαιώνουν αυτό που βιώνει καθημερινά, τη φτωχοποίηση με βάση τις ακολουθούμενες πολιτικές: συνέχιση μνημονιακών πολιτικών για έσοδα υπέρ των δανειστών (πλεονάσματα) συν την πρόσθετη προσπάθεια της κυβέρνησης, κατά το υπόδειγμα της εποχής Τσίπρα-ΣΥΡΙΖΑ, για επιπλέον έσοδα (υπέρ-πλεονάσματα) που θα τους επιτρέπουν να κάνουν μικροπαροχές προς το λαό για το θεαθήναι και ταυτόχρονα υψηλές παροχές στο μεγάλο επιχειρηματικό κεφάλαιο. Ειδικότερα
1 Εκτίναξη έμμεσων φόρων: Την περίοδο 2019-2025 ο μέσος πληθωρισμός σύμφωνα με τα στοιχεία της κυβέρνησης είναι αυξημένος κατά 19,3%. Η αύξηση των έμμεσων φόρων (φόροι κατανάλωσης με κύριο φόρο τον ΦΠΑ) είναι 36,2%. Δηλαδή μέσα σε έξι χρόνια τα λαϊκά στρώματα, που αυτά δαπανούν το σύνολο του εισοδήματός τους για να επιβιώσουν και συνεπώς πληρώνουν τους συγκεκριμένους φόρους, έχασαν από το εισόδημά τους 16,9% λόγω της τεράστιας φορολογικής επιβάρυνσης μέσω του ΦΠΑ.
Φυσικά αυτή η αυξημένη φορολογική επιβάρυνση έχει συγκεκριμένη αιτία. Είναι αποτέλεσμα της αισχροκέρδειας που ανέχεται/υποθάλπει η κυβέρνηση για να έχει αυτά τα φορολογικά έσοδα. Επί τρία χρόνια τώρα υπόσχεται «πάταξη της αισχροκέρδειας» με διάφορους τρόπους και μηχανισμούς. Το αποτέλεσμα είναι ουσιαστικά ενίσχυση της αισχροκέρδειας για να έχει αυξημένα φορολογικά έσοδα.
Την ίδια περίοδο οι μέσοι μισθοί και οι συντάξεις είναι αυξημένοι σε ποσοστά χαμηλότερα του πληθωρισμού και φυσικά πολύ χαμηλότερα από την αύξηση των έμμεσων φόρων. Σε σχετικό άρθρο (Δρόμος φύλλο 705 9/11/2024) αποδείξαμε ότι πρακτικά οι μέχρι σήμερα ονομαστικές αυξήσεις στον κατώτατο μισθό όχι μόνο δεν οδήγησαν σε πραγματική αύξηση, όπως ισχυρίζεται η κυβέρνηση, αλλά αντίθετα έχει σημειωθεί σημαντική μείωση αν λάβουμε υπόψη την αυξημένη φορολογία και την ληστρική ακρίβεια που υποθάλπει η κυβερνητική πολιτική. Αντίστοιχα και για τους συνταξιούχους (Δρόμος φύλλο 707 23/11/2024).
2 Αυξημένοι άμεσοι φόροι φυσικών προσώπων: Την περίοδο 2019-2025 η αύξηση στους άμεσους φόρους φυσικών προσώπων είναι 39,4% (!), υπερδιπλάσια από τη μέση μεταβολή του πληθωρισμού (19,3%). Φυσικά αυτό δεν συνδέεται με κάποια αλλαγή στη σύλληψη της πραγματικής φοροδιαφυγής που γίνεται στα μεγάλα εισοδήματα. Η αύξηση αυτή είναι αποτέλεσμα της επιδείνωσης της αντιλαϊκής-φορομπηχτικής πολιτικής προς τα λαϊκά στρώματα (μισθωτοί, ελεύθεροι επαγγελματίες και αγρότες). Βασικοί παράγοντες αυτής της επιδείνωσης είναι η φορολογική επιδρομή στους ελεύθερους επαγγελματίες λαό η μη τιμαριθμοποίηση του αφορολόγητου και της φορολογικής κλίμακας. Το αποτέλεσμα αυτής της «φορο-ληστρικής» πολιτικής σε βάρος του λαού να λαμβάνουν μικροαυξήσεις για να αντιμετωπίσουν την ακρίβεια και αυτά τα χρήματα αντί να καταλήγουν στην τσέπη τους, για να τους ανακουφίσουν, να καταλήγουν στα αιματηρά πλεονάσματα του άθλιου πολιτικού συστήματος. Ειδικά στην περίπτωση των συνταξιούχων η θεωρητική αύξηση είχε σαν συνέπεια ακόμα και την ονομαστική μείωση της σύνταξης λόγω της φορομπηχτικής πολιτικής (!). (Δρόμος, 23/11/2024). Με αυτή την πολιτική συνεπώς η κυβέρνηση Μητσοτάκη αυξάνει υπέρμετρα την άμεση φορολογική επιβάρυνση του λαού μέσω του «μηχανισμού» της μη τιμαριθμοποίησης αφορολόγητου και φορολογικής κλίμακας.
3 Αύξηση φορολογίας κερδών δυσανάλογα χαμηλή σε σχέση με την αύξηση της κερδοφορίας των επιχειρήσεων. Στον πίνακα φαίνεται ότι ο φόρος εισοδήματος νομικών προσώπων (φόρος επί των κερδών των μεσαίων και μεγάλων επιχειρήσεων) είναι αυξημένος κατά 77,8% στην περίοδο 2019-2025 όμως την ίδια περίοδο έχουμε «έκρηξη» στην κερδοφορία τους που είναι πολλαπλάσια. Ειδικότερα οι εισηγμένες εταιρείες στο χρηματιστήριο την περίοδο 2019-2023, χωρίς τις τράπεζες, σημείωσαν αύξηση 727% (!). Η αύξηση της κερδοφορίας συνεχίζεται με υψηλούς ρυθμούς και το 2024 (7,7% στο Α’ εξάμηνο 2024). Συνεπώς ενώ προκύπτει δεκαπλασιασμός των κερδών η αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης είναι πολύ χαμηλότερη. Σημειώνεται ότι οι φόροι νομικών προσώπων που θα καταβληθούν το 2025 αφορούν τα κέρδη του 2024. Εάν σε αυτά τα μεγέθη συμπεριληφθούν και οι τράπεζες τότε τα μεγέθη κερδοφορίας γίνονται «αστρονομικά», αλλά οι τράπεζες ως γνωστόν απαλλάσσονται από την φορολόγηση των κερδών (εφαρμογή της νομοθεσίας «αναβαλλόμενου φόρου» που ψήφισαν και στήριξαν όλα τα κυβερνητικά κόμματα από το 2012).
Συνεπώς το σύνολο των κυβερνητικών πολιτικών και του οικονομικού συστήματος λειτουργεί για να συμβάλλει στην αύξηση των κερδών του επιχειρηματικού τομέα και ταυτόχρονα να μειώνει αναλογικά τη φορολογική του επιβάρυνση. Εάν μάλιστα μπούμε στη διαδικασία ανάλυσης της φορολόγησης των διανεμόμενων μερισμάτων τότε η κατάσταση είναι «κωμικοτραγική». Κέρδη εκατοντάδων εκατομμυρίων φορολογούνται με 5%(!) από το 2020 και προηγούμενα (2019) την είχε πάει στο 10% η κυβέρνηση της «αριστεράς» Τσίπρα – ΣΥΡΙΖΑ από 15% (!) Σε αυτό δε το 5% εξαντλείται η φορολογία (!) όταν για το μισθωτό η αύξηση του π.χ. 3% μπορεί να τον ανεβάσει κλίμακα και στην περίπτωση των συνταξιούχων είχαμε ονομαστική μείωση σύνταξης γιατί ανέβηκε σε συντελεστή όσον αφορά το «χαράτσι» της εισφοράς αλληλεγγύης.
«Αψιμαχίες» εκ του ασφαλούς
Σε αυτές της συνθήκες φορολογικής λαίλαπας σε βάρος του λαού τα κόμματα της αντιπολίτευσης προσπαθούν να ψελλίσουν κάποια αντιπαράθεση που δεν θα τους εκθέσει πολύ όταν θα μπορέσουν να γίνουν κυβέρνηση, όπως προσδοκούν. Συνεπώς κάνουν αποδεκτό το πλαίσιο που υπάρχει, καθώς αυτό είναι η κανονικότητα αποδεκτή από όλους, και προσπαθούν να πουν κάτι που θα τους διαφοροποιήσει. Το ΠΑΣΟΚ με την κατάθεση του κρατικού προϋπολογισμού και με «αέρα στα πανιά» του ως «αξιωματική αντιπολίτευση» ανέβασε τόνους ζητώντας τη μείωση των συντελεστών ΦΠΑ κατά δύο ποσοστιαίες μονάδες. Η κυβέρνηση απάντησε ότι αυτό δεν μπορεί να γίνει γιατί κάθε μονάδα είναι έσοδα 1 δισ. ευρώ και δεν υπάρχει δυνατότητα υποκατάστασης. Με αυτά είναι όλοι τους ικανοποιημένοι. Η «αξιωματική αντιπολίτευση» καθώς πρότεινε κάτι που ανακουφίζει το λαό και η κυβέρνηση καθώς απάντησε με βάση την αποδεκτή από όλους τους κανονικότητα. Έτσι όλα είναι καλά και η ζωή συνεχίζεται… Φροντίζουν να κάνουν «αψιμαχίες» εκ του ασφαλούς αλλά δεν θέτουν το ουσιαστικό ζήτημα της αντιλαϊκότητας του φορολογικού συστήματος: ότι φόρους πληρώνουν μόνο τα λαϊκά στρώματα. Ενδεικτικά η κυβέρνηση και η αξιωματική αντιπολίτευση ψάχνουν τα 2,2 δισ. ευρώ για να μειωθεί ο ΦΠΑ. Η απλή και γρήγορη απάντηση είναι ότι τα μισά από αυτά μπορούν να βρεθούν με την επαναφορά του συντελεστή φορολογίας εισοδήματος νομικών προσώπων στο 28% που ήταν το 2019 από 22% που έγινε το 2021 και στο 15% των διανεμόμενων κερδών από 5% έγινε με τις μειώσεις κατά 5% κάθε φορά το 2019 (ΣΥΡΙΖΑ) και το 2020 (Ν.Δ.). Τα υπόλοιπα μπορούν να εξασφαλιστούν με την αντίστοιχη μείωση των υπερπλεονασμάτων. Όμως αυτές είναι λογικές έξω από την «κανονικότητα» που ακολουθεί το πολιτικό σύστημα, χωρίς φυσικά να είναι επαναστατικές… Άρα η «αντιπαράθεση» για το ΦΠΑ γίνεται για να τηρηθούν τα προσχήματα.