Γράφει ο Δημήτρης Α. Σεβαστάκης
Εκτός από τους οικονομικούς μικροδείκτες, εκτός από την τρομοκρατική αφήγηση των μέσων, το έλλειμμα οδηγεί και σε μια έκρηξη της επιθυμίας για δημόσια καλλιτεχνική έκφραση. Μια ιδιότυπη πολιτιστική βουλιμία γεμάτη εναλλακτικότητες: Θέατρο του δρόμου, εκθέσεις σε βιοτεχνίες, συναυλίες σε ερείπια και γιαπιά.
Ομάδες, καλλιτέχνες, νεογκουρού της αλήθειας και των χρησμών, μετά την μικροαστική συνθήκη της αντιστασιακής θεατροφιλίας που άνθισε τη μεταδικτατορία, μετά τη μαζική τηλεόραση υπό μορφήν θεάτρου που διέσπειρε κυρίως η ιδιωτική τηλεόραση, φτάσανε στο σκονισμένο τόπο του εναλλακτικού, καλλιτεχνικού ακτίφ.
Αντίσταση στην κρίση με δράσεις καλλιτεχνών δίπλα ακριβώς από την αφισοκόλληση για τη σωτηρία των λουλουδιών της Πάρου, παράλληλα με απέραντα κείμενα στη μπλογκόσφαιρα για την υψηλή ακτινοβολία των κινητών ή για τη σημαντική συλλογική ανάγκη της «θετικής ενέργειας» ή για το «νερό με όζον» του γνωστού ντόκτορος. Υπάρχει πράγματι μια συμπιεσμένη συλλογική ανάγκη για επαφή με τον άλλον που φτιάχνει έργα και καλλιτεχνικές εκφωνήσεις ή απλώς συμπιέζεται ο αποθησαυρισμένος ναρκισσισμός; Πλήθος εκφραστών της ίσαλης ή Υψηλής δημιουργίας, ανακατεύονται σε πυκνές και συμφορητικές ημιφεστιβαλικές εβδομάδες. Έργα, δημιουργοί, χαπενίστες και γκρουπούσκουλα μιας χαώδους «καλλιτεχνικότητας». Συχνά κλεισμένοι σε μια γυάλινη και επιθετική απαίτηση για προσοχή, για έπαινο, για προσχωρητική κολακεία.
Γνωρίζουμε όμως: Η Τέχνη –η πιο αθώα, άνομη και μεγαλομανής πλευρά της ύπαρξης- έρχεται όταν αυτή το αποφασίσει κι όχι όταν εσύ το απαιτήσεις. Η Τέχνη βρίσκει την ανάγκη του άλλου, δεν εγκαθίσταται θρασεία πάνω στην ανάγκη του άλλου. Η τέχνη απαιτεί ένα απόθεμα μεγάλης αγάπης κι όχι ένα δουλικό θαυμασμό. Η τέχνη μόνο σ’ αυτή την ανέκλιτη και ανεκβίαστη ηδονοθηρία έρχεται και σου λέει. Αρκεί να είσαι έτοιμος. Καλός ο ακτιβισμός, καλύτερη όμως, η κατανόηση των εκφραστικών μέσων, η οικονομία και η ευθυβολία. Ο μεσσίας πέθανε. Η Ποπ νίκησε. Ο Ποπ μεσσιανισμός της ευκολίας, οι μοσχοπουλημένες εναλλακτικότητες, δεν διασώζουν ούτε την καθαρότητα της Ποπ, δεν στοιχειοθετούν καν τη δύστροπη μεγαλοσύνη των μεγάλων καλλιτεχνών. Είναι στο ενδιάμεσο, σε ένα περίπου. Συγκινούν ως φωνές των φτωχών, εκνευρίζουν ως επινοήματα χορηγών, συχνά μένουν άλαλα καλλιτεχνικά διαβήματα, που ούτε ενώνουν ανθρώπους ούτε ενώνονται απ’ τους ανθρώπους στο ενιαίο καλό.
Είναι φρικτή η εποχή που ζούμε. Ούτε έναν εγωισμό της προκοπής δε μπορεί να θεσμοθετήσει…
* Ο Δημήτρης Α. Σεβαστάκης είναι ζωγράφος, επ. καθηγητής Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ.