Του Κώστα Ανδριανόπουλου.
Το ΠΑΣΟΚ αντιμετώπισε τις δημοτικές εκλογές επικοινωνιακά. Έλπισε πως απέναντι στην πολιτική θα κυριαρχήσει η εικόνα. Πως το βράδυ των εκλογών ο εκλογικός χάρτης της Ελλάδας θα πρασινίσει με την κυριαρχία του στις 10 από τις 13 περιφέρειες, δημιουργώντας την ψευδαίσθηση της παντοδυναμίας.
Το σχέδιο δεν στηριζόταν μόνο στα νούμερα, είχε και πολιτικές προϋποθέσεις. Η ανασυγκρότηση στη ΝΔ παλινδρομεί και την κρατάει μακριά από ρόλους εναλλακτικούς. Στην Αριστερά η κρίση και η διαλυτικότητα δεν αφορά μόνο τα εσωτερικά της αλλά και την αντιπολιτευτική της γραμμή. Ενώ το μαχητικό μαζικό κίνημα της άνοιξης συρρικνώθηκε σε ασπόνδυλη και βουβή κοινωνική αγανάκτηση. Αυτή η συγκυρία άφησε περιθώρια χειρισμού στο ΠΑΣΟΚ και δημιούργησε ψευδαισθήσεις για τα όρια της κυβερνητικής τακτικής.
Η φθορά του ΠΑΣΟΚ όμως είναι προϊούσα, δεν αναχαιτίζεται, δεν συγκαλύπτεται. Οι πράσινες περιφέρειες περιορίζονται σε 6 έως 7, όπως λένε οι δημοσκοπήσεις. Στην κρίσιμη περιφέρεια Αττικής ο Σγουρός ενδέχεται να μην εκλεγεί, ενώ τα ποσοστά του την πρώτη Κυριακή ακυρώνουν κάθε σχέδιο για τη συσκότιση της πολιτικής πραγματικότητα. Επιδιώχθηκε και εν πολλοίς υλοποιήθηκε η πολιτική απονεύρωση των εκλογών, πλαστογραφήθηκε η σημασία τους ως κεντρική πολιτική αναμέτρηση, ή και αφαιρέθηκε ο δημοψηφισματικός χαρακτήρας που θα επιθυμούσε μια μερίδα της Αριστεράς, όλα αυτά, όμως, δεν βοήθησαν. Μέσα από τις δημοτικές εκλογές μπαίνει ανοιχτά το ζήτημα της πολιτικής κυριαρχίας. Δηλαδή, τίθεται θέμα αν θα συνεχίσει ο ΠΑΣΟΚ να έχει τη δυνατότητα να κυβερνά. Ακόμα παρά πέρα, η αμφισβήτηση περιλαμβάνει το κλονιζόμενο πολιτικό σύστημα το οποίο έχοντας χάσει τις ιδεολογικές και νομιμοποιητικές εφεδρείες στήριξής του, διατηρείται εν ζωή στα πλαίσια των υφιστάμενων πολιτικών ισορροπιών και μόνο. Το ενδεχόμενο των βουλευτικών εκλογών ή άλλου τύπου κυβερνητικών λύσεων, οι οποίες από το Μάη δεν έπαψαν να μελετούνται, έρχονται στην επικαιρότητα.
Οι εξελίξεις, όμως, γύρω από τις δημοτικές εκλογές έχουν κι άλλες, βαθύτερες και εξίσου σημαντικές επιπτώσεις. Επιταχύνουν τις δρομολογημένες μετατοπίσεις της κοινωνικής συνείδησης, αποκαλύπτοντάς τες μαζικά, και κάνοντας πλατιά κατανοητό ότι αυτές άγουν τις εξελίξεις, ότι αποτελούν την κυρίαρχη κοινωνικοπολιτική διαδικασία. Η κοινωνική υποστήριξη σ’ όλες τις πλευρές των κυβερνητικών πρακτικών συρρικνώνεται. Η κοινωνική βάση του ΠΑΣΟΚ ρευστοποιείται και διαχέεται. Το ίδιο το ΠΑΣΟΚ ως στρατηγικός χώρος ρηγματώνεται, παύει να είναι συμπαγής και κυρίως περιορίζεται. Η δυνατότητα που είχε ν’ αναπαράγεται έξω από την εκάστοτε πολιτική του, ακυρώνεται. Εν τέλει, μετά την Αριστερά και τη ΝΔ μπαίνει και το ΠΑΣΟΚ σε κρίση.
Παράλληλα κατεδαφίζεται η αντιδεξιά συσπείρωση και ιδεολογία. Γεγονός καθοριστικό, αφού η αντιδεξιά ρητορεία ήταν ο μοχλός της πασοκικής κυριαρχίας τα τελευταία 30 χρόνια και βασικός παράγοντας εσωτερικής ισορροπίας του πολιτικού συστήματος.
Μπροστά σ’ αυτές τις εξελίξεις ο Παπανδρέου, χωρίς πολλά περιθώρια πλέον, κατέφυγε στις χοντροκομμένες υποσχέσεις για έκτακτη προεκλογική οικονομική βοήθεια στους συνταξιούχους, και σε πακέτα βοήθειας σε εργοδοτικά μεσοστρώματα που η πολιτική του έχει στοχοποιήσει. Ενώ δέχεται και τις συνέπειες της υπόθεσης του Αστακού, όπου ο ίδιος πολύπλευρα (προσωπικά, πολιτικά, οικογενειακά) εκτεθειμένος χρεώθηκε και τις έντονες εσωτερικές αντιδικίες για το ζήτημα, ανακαλύπτοντας νέο «σωσίβιο» στο πρόσωπο του Μιχάλη Χρυσοχοΐδη, ο οποίος αναβαθμίζεται, παίρνοντας αρμοδιότητες από τον πανίσχυρο Παμπούκη.
Ωστόσο, εδώ που έχουν φτάσει τα πράγματα η αμφισβήτηση δεν ενσωματώνεται με παροχολογία ούτε με υποκριτικούς παραμερισμούς στελεχών, τα οποία φορτώνονται τα εκάστοτε αδιέξοδα. Αντίθετα, αναζητά την καταγραφή της, την κεντρική της πολιτική παρέμβαση, αναζητώντας να εκφράσει με τον προσφορότερο τρόπο την οργή της απέναντι στην κυβέρνηση και το πολιτικό σύστημα.