Τα άλυτα προβλήματα που υποβαθμίζουν τη ζωή στη Δυτική Θεσσαλονίκη. Του Αντώνη Μιχαλάκη.
Σχεδόν τριάντα χρόνια μετά τις πρώτες διεκδικήσεις Τοπικής Αυτοδιοίκησης και κατοίκων για απομάκρυνση του εργοστασίου φυτοφαρμάκων της ΔΙΑΝΑ, ένα ακόμη επεισόδιο στο πολύκροτο σίριαλ της υποβάθμισης του περιβάλλοντος στη Δυτική Θεσσαλονίκη παίχτηκε μπροστά στα μάτια μας. Η προσπάθεια του εργοστασίου ΤΙΤΑΝ, με τη σύμφωνη γνώμη της νομαρχίας και του ΥΠΕΚΑ, για χρήση ως καύσιμο τα απόβλητα βιολογικών και γεωργικών διεργασιών προκαλεί το κοινό αίσθημα και δημιουργεί μια εκρηκτική ατμόσφαιρα για τις τοπικές κοινωνίες. Παρ’όλα αυτά το γεγονός αυτό δεν αποτελεί παρά μόνο μια παρωνυχίδα στις σχέσεις τοπικής κοινωνίας και πολιτείας.
Η ανάπτυξη του αστικού ιστού της Θεσσαλονίκης δημιούργησε ένα τερατούργημα, το οποίο συμπιέζει ασφυκτικά τη ζωή των πολιτών. Η ανάδειξη της πόλης σε πρωταθλήτρια στα αιωρούμενα σωματίδια, η ανυπαρξία στοχευμένων περιβαλλοντικών πολιτικών, η έλλειψη δημόσιων χώρων, η υποβάθμιση της ποιότητας ζωής, και η επικράτηση αντιλήψεων που προτάσσουν το οικονομικό κέρδος απέναντι στο κοινωνικό όφελος οριοθετούν τη μέχρι τώρα υπάρχουσα κατάσταση. Ιδιαίτερα η Δυτική Θεσσαλονίκη χαρακτηρίζεται από έντονα προβλήματα περιβαλλοντικής υποβάθμισης, κατάρρευσης των στοιχειωδών όρων διαβίωσης και παντελούς έλλειψης ασπίδας κοινωνικής προστασίας.
Ας μου επιτραπεί η σταχυολόγηση μερικών από τα προβλήματα, που παραμένουν άλυτα για τη Δυτική Θεσσαλονίκη.
Εργοστάσιο ΔΙΑΝΑ: Μετά τον αγώνα για την απομάκρυνση των τοξικών πρώτων υλών και προϊόντων, παρέμεινε στην ημερήσια διάταξη το αίτημα για εξυγίανση του χώρου. Η εξακριβωμένη μόλυνση του υδροφόρου ορίζοντα από απόβλητα της ΔΙΑΝΑ, η μη ύπαρξη μέχρι πρότινος δικτύου νερού της ΕΥΑΘ και η προσπάθεια εκμετάλλευσης χώρων του εργοστασίου από τους ιδιοκτήτες καθιστούν το αίτημα για εξυγίανση άμεσο και αδιαπραγμάτευτο. Ταυτόχρονα, το κόστος μεταφοράς των τοξικών που επωμίστηκε η ελληνική πολιτεία, αλλά και το κοινωνικό κόστος υποβάθμισης της ποιότητας ζωής και υγείας σηματοδοτούν την ανάγκη για απόδοση του χώρου στην τοπική κοινωνία και δημιουργία ενός χώρου περιβαλλοντικής μνήμης.
Πρώην στρατόπεδα: Ο χωροταξικός σχεδιασμός της ευρύτερης περιοχής δεν μπορεί παρά να περιέχει σε πρώτη θέση τους χώρους των πρώην στρατοπέδων. Δημόσιοι χώροι, λειτουργικοί με κοινωνικό όφελος, υπερασπιστές του αστικού πρασίνου και δημιουργοί μιας εναλλακτικής αναπτυξιακής πολιτικής μπορούν να επιτελέσουν έναν πραγματικό μοχλό ανάδειξης της περιβαλλοντικής και πολιτιστικής κληρονομιάς του αστικού χώρου της Δυτ. Θεσσαλονίκης. Οι όποιοι σχεδιασμοί έχουν να κάνουν με τεμαχισμό και διαμοιρασμό αυτών των χώρων στα εργολαβικά συμφέροντα, αποτελούν καίριο πλήγμα στην προοπτική όλης της Θεσσαλονίκης. Η απόδοση των στρατοπέδων στην τοπική κοινωνία, χωρίς όρους και προγραμματικές συμβάσεις μεταξύ ΥΠΕΘΑ και Δήμων, αποτελεί ουσιαστική ανάγκη. Η υπεράσπιση ενός δικτύου χώρων αστικού πρασίνου και μητροπολιτικών πάρκων από τα ανατολικά στα δυτικά και από τα βόρεια ως τη θάλασσα αποτελεί μοναδική σανίδα σωτηρίας για το πολεοδομικό συγκρότημα.
Μεγάλες βιομηχανικές μονάδες: Τα διυλιστήρια της ΕΚΟ και η τσιμεντοβιομηχανία ΤΙΤΑΝ εντάσσονται πλέον μέσα στον οικιστικό ιστό, με όλες τις συνέπειες που υπάρχουν από τέτοιου είδους βιομηχανικές δραστηριότητες. Είναι ανάγκη να προταθεί το αίτημα για απομάκρυνση αυτών των βιομηχανιών ερευνώντας με σαφήνεια, διαφάνεια και συνολική προοπτική τους όρους μιας τέτοιας απομάκρυνσης. Η διευθέτηση επίσης βιομηχανικών και βιοτεχνικών πάρκων με όρους αειφορίας και εφαρμογής αδιάβλητων και κοινωνικών κριτηρίων για τη λειτουργία μεγάλων βιομηχανικών μονάδων καθίστανται αναγκαία ζητήματα προς επίλυση.
ΑΓΝΟ: Μια περιοχή 13 στρεμμάτων παραμένει ερημωμένη και έρμαια των διαθέσεων του ιδιοκτήτη-επενδυτή. Κυβερνήσεις των προηγούμενων ετών είναι πολιτικά εκτεθειμένες με τη διαδικασία δημοπρασίας του χώρου. Χωρίς εκμετάλλευση των ευκαιριών, το μέλλον του πρώην εργοστασίου ΑΓΝΟ φαντάζει ιδιαίτερα ανησυχητικό. Είναι αδήριτη ανάγκη να εξυπηρετηθεί το δημόσιο συμφέρον με τη διεκδίκηση απαλλοτρίωσης του ΑΓΝΟ και τη δημιουργία ενός πνεύμονα πρασίνου στο κέντρο της πόλης.
Η ενιαία αντιμετώπιση των Γενικών Πολεοδομικών Σχεδίων, η αξιοποίηση των προϊόντων κοινωνικού συντελεστή από τους Δήμους, ο σχεδιασμός της πόλης με τις αρχές της αειφορίας, της λειτουργικότητας και της κοινωνικής αποτελεσματικότητας μπορούν να δράσουν ευεργετικά για την πόλη. Ταυτόχρονα, η ανάδειξη της Τοπικής Αυτοδιοίκησης σε υπερασπιστή της κοινωνικής συνοχής, απλώνοντας ένα δίχτυ προστασίας και αλληλεγγύης, η αυτονομία της απέναντι σε κομματικές και κυβερνητικές επιδιώξεις αλλά και η σταθερή διεκδικητική της στάση αποτελούν όρους για την ουσιαστική ανάπτυξη της περιοχής.
Η καταδίκη προσωπικών πολιτικών και στρατηγικών καθώς και η ανάδειξη συλλογικοτήτων που εμβαθύνουν στον προβληματισμό της κοινωνίας των πολιτών και την τοπική δημοκρατία είναι το στοίχημα για μια αξιόπιστη, υπεύθυνη και αποτελεσματική πολιτική. Αποκρούοντας τις επιδιώξεις των λίγων και προτάσσοντας το συμφέρον των πολλών.