του Δημήτρη Μπελαντή

Τις τελευταίες ημέρες έχει ανακύψει μέσα από ανακοινώσεις και της Επιτροπής Λοιμωξιολόγων αλλά και της κυβέρνησης ιδίως ένα νέο ζήτημα που εκκολάπτεται εδώ και καιρό. Όσοι έχουν πραγματοποιήσει ήδη εμβολιασμό, θα έχουν κατά την κυβέρνηση ορισμένα σοβαρά «προνόμια». Αυτό ξεκινά από το περίφημο voucher των 150 ευρώ για τους νέους, ώστε να έχουν επιπλέον κίνητρο να εμβολιασθούν και φτάνει ως την εξαγγελία χωριστών καθεστώτων πρόσβασης στα καταστήματα εστίασης και ψυχαγωγίας από τα μέσα Ιουλίου. Και αν μεν το πρώτο μέτρο έχει και μια διάσταση γραφικότητας (ο Τσίπρας το χαρακτήρισε απόπειρα «δωροδοκίας της νεολαίας» και σε αυτό δεν έχει και πολύ άδικο), το τελευταίο μέτρο δείχνει ότι το ζήτημα της υγειονομικής διαχείρισης εκ μέρους της κυβέρνησης έχει αρχίσει να προσλαμβάνει ορισμένα πολύ ακραία επικίνδυνα χαρακτηριστικά. Και ίσως κάποιαν στιγμή πρέπει ως πολίτες να ξυπνήσουμε από τον λήθαργο, και ιδίως τον λήθαργο της τυφλής εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση και στο σύστημα εξουσίας γενικότερα.

Το πρόβλημα της δημόσιας υγείας εν μέσω πανδημίας

Δεν χρειάζεται να πει κανείς το αυτονόητο, ότι η κρίση του Covid 19 εδώ και ενάμιση χρόνο περίπου είναι ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα με πλανητικές διαστάσεις. Και η ευκολία και ταχύτητα της μετάδοσης, και οι αβάσταχτα πολλοί θάνατοι πλανητικά αλλά και η γρήγορη μετάλλαξη του ιού δείχνουν ότι δεν ισχύουν οι γενικεύσεις που συσχέτιζαν πέρυσι τον ιό με τα αυτοκινητιστικά ατυχήματα ή με τον κοινό ιό της γρίπης και εμφάνιζαν το ζήτημα ως σχεδόν αμελητέο. Το πρόβλημα είναι σοβαρό και φαίνεται ότι θα έχει μεγάλη διάρκεια. Επίσης, η κατάσταση που επέφερε ο νεοφιλελευθερισμός στα συστήματα υγείας διεθνώς εδώ και σαράντα χρόνια, όπως και η κρίση πολιτικής αντιπροσώπευσης από τα υπαρκτά κομματικά συστήματα, οξύνουν το πρόβλημα. Επίσης, το οξύνει η άρνηση των δυτικών χωρών να συνεργασθούν στο ζήτημα των φαρμάκων και των εμβολίων και με μη δυτικές χώρες (Ρωσία, Κούβα, Ιράν κ.λπ.).

Όμως, η απάντηση των κυβερνήσεων και των μεγάλων εταιρικών σχηματισμών της φαρμακοβιομηχανίας, καθώς και ενός σημαντικού τμήματος της κοινότητας επαγγελμάτων υγείας είναι κάθε άλλο παρά πολιτικά και κοινωνικά «ουδέτερη» ή απλώς «τεχνοεπιστημονική-αντικειμενική». Σύμφωνα με αυτήν την τοποθέτηση, η μόνη λύση στο πρόβλημα είναι ο εμβολιασμός. Τόσο η ενίσχυση των δημοσίων συστημάτων υγείας όσο και η αναζήτηση κανονικών φαρμάκων για την αντιμετώπιση του ιού, αν δεν εγκαταλείπονται, πάντως υποβαθμίζονται. Ενώ καταδικάζεται ως «θεωρία συνωμοσίας» όχι μόνο η ανορθολογική γενική απόρριψη των εμβολίων αλλά και κάθε έλλογος σκεπτικισμός απέναντι στα υπαρκτά εμβόλια, τις επενέργειές τους και τον εξαναγκαστικό τρόπο επιβολής τους από την κρατική εξουσία. Την ίδια στιγμή όπου το ζήτημα των παρενεργειών απαιτεί όλο και μεγαλύτερη αποσαφήνιση καθώς και το σπάσιμο των στεγανών πληροφόρησης, αλλά και τη στιγμή όπου για παράδειγμα ο Αμερικανικός Οργανισμός Φαρμάκων (FDA) εγκρίνει τη χρήση του εμβολίου Pfizer, πρόσφατα ακόμη και για άτομα 12-15 ετών, αλλά στα πλαίσια μιας χρήσης «έκτακτης ανάγκης» (“emergency use”) και όχι μιας επικυρωμένης χρήσης, γίνεται αντιληπτό ότι εδώ έχουμε (και μάλιστα ανεξάρτητα από τις μεγάλες υπαρκτές οικονομικές σκοπιμότητες) εφαρμογή εμβολιαστικών σχημάτων που δεν έχουν δοκιμαστεί για επαρκώς μεγάλο χρονικό διάστημα. Δεν χρειάζεται να φέρει κανείς την ιδιότητα του γιατρού για να αντιληφθεί ότι αυτού του τύπου η εφαρμογή, ακόμη και αν δεν γίνεται αλλιώς, επιφέρει σοβαρά προβλήματα, τα οποία αποσιωπούνται πλήρως.

Η θεώρηση ότι στις μεγάλες κρίσεις η επιστήμη, ιδίως η θετική και εμπειρική επιστήμη και γνώση, είναι απλώς ένα ουδέτερο εργαλείο για τη διάσωση των ανθρώπων είναι τουλάχιστον αφελής. Χωρίς να χρειαστεί να πάει κανείς σε ακραίες θεωρίες, όπως ήταν παλιά «η αστική και η προλεταριακή επιστήμη» τύπου Λυσένκο, ισχύει ότι η εφαρμοσμένη επιστήμη και ιδίως οι τεχνολογίες που αναπτύσσονται για την μαζικού/βιομηχανικού τύπου εφαρμογή της επιστήμης, οι οποίες υπερβαίνουν κατά πολύ τη γνώση ή την έρευνα που τις στηρίζει, (π.χ. φάρμακο) συνδέονται έντονα με τις σχέσεις εξουσίασης και συχνά τις υπηρετούν ή σε λιγότερες περιπτώσεις τις αμφισβητούν (βλ. και το παράδειγμα των θεωριών του Φουκώ για τη σχέση ιατρικών επιστημών και σχέσεων εξουσίασης). Προϋποθέτουν έναν ορισμένο τύπο ανθρώπου επί του οποίου εφαρμόζονται, με συγκεκριμένα βιολογικά αλλά και κοινωνικοπολιτιστικά χαρακτηριστικά (τρόπος διαβίωσης, άγχος-κατάθλιψη, εν μέρει κοινωνικά προσδιορισμένες ασθένειες, σωματικές ή ψυχικές κ.λπ.). Επιπλέον, η όλο και μεγαλύτερη ανάπτυξη της βιοτεχνολογίας και της γενετικής, καθώς και της μικροηλεκτρονικής, δεν κινείται μόνο από την «ευγενή πρόθεση» να προληφθούν και να θεραπευθούν ορισμένες σοβαρές νόσοι (πράγμα από μόνο του θετικό) αλλά και από ομολογημένες προσδοκίες εκ μέρους του πολυεθνικού κεφαλαίου υπέρ της επίτευξης μιας σχεδόν «αθανασίας», «υγιεινιστικής ευγονικής» και μη ευαλωτότητας για τους «εκλεκτούς» του ανθρώπινου γένους. Όπως επίσης και υπέρ της αντικατάστασης σε πολλούς κλάδους της ανθρώπινης εργασίας από τις έξυπνες μηχανές της Τεχνητής Νοημοσύνης. Αυτά δεν τα προλέγει πια μόνο η Επιστημονική Φαντασία, αλλά μας παρουσιάζει πολύ ειλικρινά ο Γκέιτς, ο Έλον Μασκ της Τέσλα και τόσοι άλλοι μεγιστάνες.

Χωριστά καταστήματα για ειδικές κατηγορίες πληθυσμών υπήρξαν στον εικοστό αιώνα, όσον αφορά τη λεγόμενη Δύση, σε τρεις περιπτώσεις μόνο: στον ναζισμό έναντι των Εβραίων, στις Νότιες Πολιτείες των ΗΠΑ έναντι των εγχρώμων και στη Νότια Αφρική και πάλι έναντι των εγχρώμων. Ο κ. Μητσοτάκης και πιθανόν και άλλοι κυβερνώντες στη Δύση φιλοδοξούν να γίνουμε η τέταρτη περίπτωση, έναντι των «επικίνδυνων» συμπατριωτών μας, έναντι ημών των ίδιων

Από την ασφυκτική υπερπροστασία στο απαρτχάιντ

Η στάση της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας, όπως και πολλών άλλων κυβερνήσεων, ήταν αρχικά η επιβολή αποφυγής του συγχρωτισμού και η γενίκευση του λοκντάουν. Αρχικά, η στάση αυτή είχε σαφώς και ορθολογικά χαρακτηριστικά και συνοδεύθηκε από μια ευρεία κοινωνική αποδοχή, σε σχέση π.χ. με την «ανοσία αγέλης» κ.λπ.

Στην πορεία, έχει φανεί ότι η πανδημία αποτελεί για το κεφάλαιο αλλά και για τις κυβερνήσεις μια μεγάλη ευκαιρία και οικονομικής-κοινωνικής αναδιάρθρωσης, αλλά και βίαιης πειθάρχησης των κοινωνιών. Ας δούμε πρώτα το πεδίο των συλλογικών δικαιωμάτων: η δυσκολία συλλογικής δράσης μέσα στο καθεστώς της αρρώστιας και του λοκντάουν συνέβαλε σημαντικά στο να περάσει η κυβέρνηση το ένα ακραίο νεοφιλελεύθερο και αυταρχικό νομοσχέδιο μετά το άλλο. Διαδηλώσεις, ΑΕΙ, πρόσφατα το αντεργασιακό νομοσχέδιο, και πολλά άλλα. Ας δούμε το θέμα του κρατικού αυταρχισμού: άγριοι ξυλοδαρμοί πολιτών και νέων, όπως τον Μάρτιο στη Νέα Σμύρνη, αναβάθμιση των ακραίων κατασταλτικών σωμάτων τύπου ΔΡΑΣΗ, καλλιέργεια της λογικής ότι το κράτος είναι η Αστυνομία και οι ειδικές δυνάμεις καταστολής της. Προσπάθεια σύνδεσης στην κοινή συνείδηση αυτής της αμείλικτης δράσης με τη δήθεν προστασία της υγείας και ευζωίας των πολιτών. Ας δούμε το θέμα του μοντέλου ανάπτυξης: παρασιτισμός, ιδιωτικοποίηση των πάντων, στήριξη αποκλειστικά στην Ε.Ε. και τα πακέτα της, ανάδειξη του τουρισμού και μάλιστα ενός ορισμένου τύπου και του real estate ως μόνης διεξόδου από τη βαθιά κρίση της χώρας.

Το τέλος αυτής της διαδρομής, όπου η αρρώστια χάνει τα υγιεινολογικά και φυσικά της χαρακτηριστικά και γίνεται ένα εργαλείο τρόμου και πειθάρχησης, είναι το Απαρτχάιντ Υγείας. Από εδώ οι εμβολιασμένοι και από εκεί οι ανεμβολίαστοι. Από εδώ οι υπεύθυνοι πολίτες από εκεί οι «ατομιστές» και οι «μολυσματικοί-επικίνδυνοι» (πόσο θυμίζει αυτό τις «εκφυλισμένες φυλές»). Προφανώς, η στροφή στο Απαρτχάιντ αναδεικνύει και μια κρίση της αξιοπιστίας της κυβέρνησης. Μεγάλο μέρος των «σκεπτικιστών» δεν είναι ανορθολογικοί ή «ψεκασμένοι»: ο σκεπτικισμός τους είναι αποτέλεσμα και έλλογη απόρροια των παλινωδιών και των μεταπτώσεων σε όσα δηλώνουν οι εταιρείες και οι κυβερνήσεις διεθνώς. Αλλά και της διάχυτης πληροφόρησης για τις παρενέργειες, η οποία δυστυχώς είναι φανερό ότι φιλτράρεται. Όταν οι δόσεις γίνονται από μία δύο και από δύο τρεις και από τρεις μια κάθε χρόνο, και μάλιστα σε σύντομο χρονικό διάστημα, γιατί οι πολίτες να εμπιστεύονται άκριτα τα κράτη ή ακόμη και τους αλληλοαντικρουόμενους «χρησμούς» της Ιατρικής Εξουσίας; Γιατί να μην έχουν ένα αυτοτελές δικαίωμα έρευνας και κρίσης, λαμβάνοντας πάντοτε υπ’ όψιν και τη γνώμη των γιατρών, σε έναν κόσμο τεράστιας αλλά ανεπεξέργαστης πληροφόρησης; Γιατί η πληροφόρηση να είναι μόνο προνόμιο των ειδικών, σύμφωνα με τις Ιερές Γραφές του επιστημονισμού και της τεχνοκρατίας;

Μεταμοντέρνο Απαρτχάιντ

Τη στιγμή που η ύπαρξη ανοιχτών χώρων το καλοκαίρι για την εστίαση, σε συνδυασμό και με αυτονόητα μέτρα όπως η απόσταση κ.λπ. θα μπορούσε να δώσει απαντήσεις στο ζήτημα της αποτροπής μετάδοσης, σε συνδυασμό πιθανόν και με έναν εθελοντικό και όχι πειθαναγκαστικό εμβολιασμό, η επιλογή των «χωριστών καταστημάτων» (με αδιευκρίνιστο αν θα ισχύει και για τους ανοιχτούς χώρους) και μάλιστα των αμιγώς για εμβολιασμένους, όπου ο μη εμβολιασμένος δεν θα μπορεί να μπει ούτε καν με τη χρήση τεστ, είναι, όπως θα έλεγε και ο κ. Γεραπετρίτης, μια επιλογή «παιδαγωγικού» ή «συμβολικού» χαρακτήρα. Όπου το «παιδαγωγικό» στοιχείο έγκειται στον εθισμό των πολιτών όχι μόνο στην άκριτη υποταγή στην κάθε εξουσία αλλά και στην ιδεολογία του ρατσισμού-φασισμού νέου τύπου. Χωριστά καταστήματα για ειδικές κατηγορίες πληθυσμών υπήρξαν στον εικοστό αιώνα, όσον αφορά τη λεγόμενη Δύση, σε τρεις περιπτώσεις μόνο: στον ναζισμό έναντι των Εβραίων, στις Νότιες Πολιτείες των ΗΠΑ έναντι των εγχρώμων και στη Νότια Αφρική και πάλι έναντι των εγχρώμων. Ο κ. Μητσοτάκης και πιθανόν και άλλοι κυβερνώντες στη Δύση φιλοδοξούν να γίνουμε η τέταρτη περίπτωση, έναντι των «επικίνδυνων» συμπατριωτών μας, έναντι ημών των ίδιων.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!