του Δημήτρη Τζουβάνου

Τους καιρούς παρακμής, καληώρα, σημαδεύουν μεταξύ άλλων οι καταρρεύσεις αξιών, εννοιών και προσανατολισμών, υπογραμμίζοντας ανάγκες αναστοχασμού, δηλαδή αναλήψεων κι εμβαθύνσεων. Η έννοια της Πολιτικής είναι ένα απ’ τα βασικά θύματα, εγείροντας ανάλογες απαιτήσεις, και πάντως απαιτήσεις περί τα στοιχειώδη. Σε αντιπαραβολή μάλιστα τόσο με παρακμιακές παραφθορές όσο και με ποικίλες οπισθέλκουσες.

Πολιτική, πολιτική, Παραπολιτική

Η πολιτική στην ευρύτερη έννοιά της (όπως μπορεί να περιλάβει π.χ. και την «εμπορική πολιτική» μιας εταιρίας) αφορά σχεδιασμένες και κανοναρχούμενες πρακτικές στο κοινωνικό πεδίο, που υπηρετούν κάποιο στόχο.

Η Πολιτική, μια πολιτική περί τα μείζονα κοινά, αν και τυπολογικά αφορά υποσύστημα της πολιτικής, βαθύτερα εννοιολογικά υπερκαλύπτει κάθε πολιτική λόγω του καθολικού της αντικειμένου και στόχου. Είναι γνωστοί διάφοροι ορισμοί της Πολιτικής, άλλοι αυτούσιοι κι άλλοι αποτελώντας συνόψεις σχετικών αναλύσεων. Στον Πλάτωνα Πολιτική είναι τα περί την Δίκαιη Πολιτεία (την Κοινότητα της Πόλεως), στον Αριστοτέλη η σχέση Πολίτη και Πολιτείας, στους ρωμαίους η περί τα Δημόσια (res publica) δραστηριότητα και η Τέχνη της Εξουσίας, στον Μακιαβέλι η Τέχνη Διακυβέρνησης, στον Χομπς η επιδίωξη της Κοινωνικής Συνύπαρξης σε ασταθές περιβάλλον, στον Λοκ η Κοινωνικοποίηση του χαοτικού «Φυσικού ανθρώπου», στον Ρουσώ η σύνδεση «Φυσικής Ελευθερίας» και Κοινωνίας, στον Μπίσμαρκ η Τέχνη του Εφικτού, στον Μαρξ η Ιστορική-Κοινωνικοεξελικτική Διαπάλη των Κοινωνικών Τάξεων, στον Βέμπερ ο Αγώνας Ισχύος περί το Κράτος, στον Λένιν η Επιστήμη και Τέχνη της Ταξικής Πάλης, στον Σμιτ η πρακτική με βάση τη διάκριση Εχθρού και Φίλου, στον Γκράμσι η Επιστήμη και Τέχνη της Ηγεμονίας στην οργάνωση του πολιτισμού, σε μίγματα των άνω κ.ά. προσεγγίσεων η Τέχνη των Συμμαχιών κ.λπ.

Στους διάφορους ορισμούς, πέραν ειδικότερων και σημαντικών πτυχών, είναι παρόντα (ρητώς ή σαφώς νοούμενα) τα στοιχεία του Ρεαλισμού, της Εξουσίας ως Ρυθμιστή Ανθρώπινων Σχέσεων, της Δυνατότητας Εξουσιαστικών Μεταβολών (Επιθυμητών ή Μη), του Συγκρουσιακού κι Ενοποιητικού της χαρακτήρα, της Επιστήμης και της Τέχνης (Τεχνικής). Είναι συνακόλουθα ευνόητη τόσο η δυσκολία διαμόρφωσης κι άσκησης Πολιτικής όσο και η ευκολία απλουστεύσεων, ακρωτηριασμών, παραφθορών κι έκπτωσής της.

Πέραν αυτών, οι απαιτήσεις της Πολιτικής έναντι του πολίτη διαφοροποιούνται. Η Πολιτική ως ρυθμιστική, κι ως εκ τούτου εν γένει πολωμένη διαδικασία στο εσωτερικό της κοινωνίας, ορίζει δυο πολικές βαθμίδες σχέσεων έναντί της. Αυτές του Φορέα (Διαμορφωτή κι Εφαρμοστή…) και του Αποδέκτη, λίγο-πολύ ανταποκρινόμενου με όρους Εμπιστοσύνης-Στήριξης ή αντίθετα Απόρριψης-Πολεμικής. Σε κάθε βαθμίδα είναι αυτονόητο ένα ελάχιστο απαιτήσεων έναντι του κινδύνου εκπτώσεων.

Την πιο κοινή κι ευδιάκριτη έκπτωση της πολιτικής αποτελεί η παραπολιτική, η ενασχόληση με ανούσια (αν και κάποια ενδεικτικά σημαντικότερων ζητημάτων) περί την πολιτική ζωή ζητήματα, το πολιτικό κουτσομπολιό, όπου τα άξια επισημάνσεων στοιχεία είναι δύο. Ότι αφορούν μια πραγματική «λαϊκή», πολιτισμική κι ανθρωπολογική ροπή κι ότι επίσης αυτή αξιοποιείται κατά περίπτωση από Πολιτικές εν γένει αντι-χειραφετητικές.

Α-πολιτική, Αντιπολιτική και Μεταπολιτική

Ιδιαίτερη μορφή έκπτωσης αποτελεί η Α-πολιτικότητα ως στάση και συχνά κι ως πρόταση αν και συνήθως η τελευταία συγκεκαλυμμένη. Στην πραγματικότητα η Α-πολιτικότητα ποτέ δεν είναι απόλυτη αφού ακόμα και σε περιπτώσεις ακραίας αποχής «απ’ τα κοινά» ένα σκιώδες ενδιαφέρον κι αντίστοιχη ψυχο-συναισθηματική Στάση σοβεί, έστω σε «πρακτική» ιδιωτεία. Κι ακόμα η Α-πολιτικότητα μπορεί να διακριθεί σε συγκυριακή-ασυγκρότητη και σε «επεξεργασμένη».

Η συγκυριακή αφορά το μίγμα επίγνωσης της δυσκολίας περί την Πολιτική, βιοτικής τύρβης (εξαντλητικής κατά περίπτωση) κι απογοητεύσεων απ’ «τα πράγματα», όπως καταγράφεται πχ. στις εκλογικές αποχές. Η ιδιωτεία αυτή, ανατάξιμη αν και συχνά εμμένουσα σε ευρύτερες συγκυρίες, βοά σιωπηρά αναζητώντας «φως ελπίδας», δηλ. ουσιαστικούς λόγους κι όρους συμμετοχής.

Η επεξεργασμένη Α-πολιτικότητα, μηδενιστικού λίγο-πολύ χαρακτήρα, είναι λιγότερο «λαϊκή» και πιο συχνή σε «πνευματικούς» κύκλους όπου στην πραγματικότητα αφορά μια παγανιστική προσέγγιση των βιοτικών και κοινωνικών ζητημάτων. (Θεωρούμε ότι οι 3 βασικές μορφές παγανισμού είναι η ειδωλολατρική δεισιδαιμονία, ο θετικιστικός επιστημονισμός και η α-πολιτικότητα). Με πηγές ανάλογες της συγκυριακής, κυριαρχείται επί πλέον από ιδεολογική επεξεργασία η οποία παρακάμπτει τα «καθ’ ημάς, δηλ. τα υπ’ ευθύνη μας ελευθερωτικά…» καταφεύγοντας σ’ ένα είδος μονοφυσιτικής, παγανιστικής, μοιρολατρικής, ανέλπιδος, απόκοσμης «καρτερίας». Συχνά η α-πολιτικότητα αυτή, ασυνεπής στον εαυτό της, εκτείθεται πολιτικολογούσα, συνήθως αστόχως. Φυσικά, πέραν του παγιδευμένου στην α-πολιτικότητα «πνευματικού» δυναμικού, ένα πολιτικά ενεργό πνευματικό δυναμικό –όπου και κάποιες εμβληματικές μορφές– σημαδεύει πάντοτε τους καιρούς και τα δύσκολα ιστορικά βήματα.

Η Υπο-πολιτική αφορά μια «Πολιτική» οργανικώς Ανάπηρη, με ακρωτηριασμένα βασικά στοιχεία του όντως Πολιτικού. Δεν πρόκειται για κάποια «λάθος Πολιτική» αλλά για οργανική υποκατάσταση της όποιας Πολιτικής από επί μέρους στοιχεία της, όπως αυτό μπορεί να φανεί πιο καθαρά πιο κάτω εστιάζοντας ειδικότερα στην Πολιτική

Ακραία μορφή της επεξεργασμένης α-πολιτικής είναι η Αντι-πολιτική. Μαχητική, προτασιακή και καταγγελτική της εν γένει Πολιτικής, εργαλειοποιεί κι αντιπροτείνει ποικιλότροπα α-πολιτικές θεματικές, προσεγγίσεις και προσανατολισμούς, ασκώντας έτσι με τη σειρά της κάποιο είδος «Πολιτικής», εκπτωτικής φυσικά.

Ειδική μορφή Αντι-πολιτικής, κι εν ταυτώ είδος εκπτωτικής «Πολιτικής», συγκροτούν επίσης ποικίλες εκδοχές αντι-συστημικών αναρχοειδών κι «αυθόρμητων» ιδεοπραξιών. Ας σημειώσουμε ωστόσο ότι το εκπτωτικό στοιχείο εδώ ούτε αφορά ούτε απαξιώνει Αντιστάσεις κι Εκρήξεις και ιδίως Αυτοθυσιαστικές Εξεγέρσεις με τυπικό πολιτικό έλλειμμα αλλά με Ισχυρό Αίτημα-Μήνυμα Δικαίου. Αντίθετα εδώ πρόκειται για πολύτιμη «προεξοφλημένη» Πολιτικότητα (που ως τέτοια υπερκαθορίζει τον ολικό χαρακτήρα των Εξεγέρσεων παρά το πολιτικό τους έλλειμμα), παράγοντας και έμμεσο πολιτικό αποτέλεσμα με τον ιδιαίτερο και υπερβατικό τρόπο που οι εξεγέρσεις και θυσίες γονιμοποιούν τις μετέπειτα Ιδεοπραξίες και Πολιτικές.

Την σημερινή ύστερη νεωτερική εποχή του μεταμοντερνισμού, ως πλαστογράφημα μετα-φιλελεύθερων σκιρτημάτων κι ως έκφραση και στήριγμα του παρακμιακού και υπό τριγμούς πολιτισμικού κοινωνικού καθεστώτος έχει προβάλλει (και προβάλλεται τεχνιέντως) η Μετα-πολιτική. Η Μετα-πολιτική, υπονοώντας και το «τέλος της Πολιτικής», αποτελεί εκδοχή του «τέλους της ιστορίας» και της αιώνιας βασιλείας του φιλελευθερισμού που υποστήριξε προ 30ετίας ο Φουκογιάμα, για να ανακαλέσει μερικά χρόνια αργότερα.

Η Μετα-πολιτική οικοδομείται σε 3 πυλώνες δηλ. στις νέες τεχνολογίες επικοινωνίας και δικτύωσης, στην υποκατάσταση των πολιτισμικών επιδίκων από το «life style» και τέλος στην απαξίωση των κοινωνικοπολιτικών αξιών, επιδίκων και ρήξεων. Πλην βεβαίως αυτών που υπηρετούν την ίδια της την αναπαραγωγή (κυρίως ο ακραίος φιλελέ ατομοδικαιωματισμός και κορεκτίλα) όπου φυσικά και καιροσκοπικά «αξιοποιούνται» και στοιχεία Πολιτικής στις πλέον εκπτωτικές εκδοχές της. Κύριος βέβαια στόχος της Μεταπολιτικής είναι η μετάθεση των γραμμών κοινωνικής τριβής, η αλλοτριωτική πλαστογράφηση του κοινωνικού «Εχθρού». Φυσικά η Μετα-πολιτική πλαστογράφηση έχει ορισμένο έδαφος κι ούριο άνεμο αξιοποιώντας τις δυο πλευρές της παρακμής, δηλ. την πραγματική σήψη του «παλιού» (Ιδεοθεωρίας και Πολιτικού Συστήματος) όσο και τα εξ αυτών διαμορφωμένα παρακμιακά κοινωνικά αντανακλαστικά και υποδοχές. Το θετικό της Μετα-πολιτικής είναι η εν μέσω της διαλυτικής επέλασής της στοιχηματική αφύπνιση-αναβάθμιση του Πολιτικού αποθέματος της κοινωνίας, ζαλισμένου κι εξόριστου εν πολλοίς στα διάσπαρτα ξερονήσια της.

Υπο-πολιτική και Συνδικαλιστική Πολιτική

Η Υπο-πολιτική αφορά μια «Πολιτική» οργανικώς Ανάπηρη, με ακρωτηριασμένα βασικά στοιχεία του όντως Πολιτικού. Δεν πρόκειται για κάποια «λάθος Πολιτική» αλλά για οργανική υποκατάσταση της όποιας Πολιτικής από επί μέρους στοιχεία της, όπως αυτό μπορεί να φανεί πιο καθαρά πιο κάτω εστιάζοντας ειδικότερα στην Πολιτική.

Στις διάφορες εκδοχές Υπο-πολιτικής οι δύο πλέον κραυγαλέες είναι η Εσχατολογική-Μη Ρεαλιστική και η Θεματική-Τομεακή Πολιτική, αν αντιπαρέλθουμε την ρουσφετολογική και περί τα ασήμαντα δημαγωγική Μικρο-πολιτική. Η πρώτη, με εύλογο στήριγμα την όντως «Δυνατότητα» Πολιτικών Αλλαγών (ή και Σταθεροποιήσεων) ξεχνά ότι αυτή η όντως Δυνατότητα ΔΕΝ περιλαμβάνει τα Πάντα και δη τα ανεπεξέργαστα ή ιδεοληπτικά Επιθυμητά αλλά έχει σύνθετους όρους όσο και περιορισμούς που τη διαχωρίζουν απ’ τον Ρομαντισμό και τον Βολουνταρισμό (Με λογισμό και μ’ όνειρο, θα πει εδώ ο Σολωμός).

Η δεύτερη, με επίσης εύλογο στήριγμα όντως «θεματικά» επίδικα ξεχνά ότι αυτά συνδέονται με άλλα συνεπίδικα με τρόπο εν γένει μη πάντοτε απλά συνεργικό αλλά και ορισμένως συναπαιτητικό έως και αντιθετικό κ.λπ. απαιτώντας σύνθετη (κι εν γένει μεταπλασμένη) ένταξη του «θεματικού» στο όντως «Πολιτικό». Φυσικά υπάρχει ανάγκη ειδικότερης θεματικής πολιτικής πχ. στα Εθνικά, στο Περιβάλλον, στην Εργασία, στην Υγεία κ.λπ. καθώς κι ορισμένη «αυτονομία» σχετικής ιδεοπρακτικής επεξεργασίας και συνεισφοράς. Ωστόσο η αυτονομία αυτή είναι περιορισμένη (π.χ. απ’ την «Οικονομία» κ.λπ.) η δε όντως σύνδεση θεματικών και Πολιτικής δεν έχει μορφή «αθροιστική» αμετάπλαστων θεματικών ορθοτομήσεων κ.λπ. αλλά σύνθετη «συναρτησιακή», δηλ. με πολύπλοκες τομεακές αλληλεξαρτήσεις όπου η στενή «θεματική» ή κι η εμπειροτεχνική προσέγγιση αδυνατούν. Εν γένει η «θεματική» υπο-πολιτική, ανεξαρτήτως «θέματος», έχει έντονα καιροσκοπικά, λαϊκιστικά και «υποκειμενίστικα» (στενά, ιδιοτελή, μη υποκειμενοποιητικά) στοιχεία, δηλ. έχει εν τέλει χαρακτήρα «στενού συνδικαλισμού» με Πολιτικό μανδύα. Ιδίως όταν πρόκειται για «κομματικό» συνδικαλισμό (και δεν εννοούμε εδώ τον κομματικοποιημένο συνδικαλισμό που αποτελεί άλλο θέμα), δηλ. για αναγωγή του Πολιτικού στο στενοκομματικό διεκδίκημα. Γενικά η θεματική-συνδικαλιστική υποπολιτική λειτουργεί απο-πολιτικά για την κοινωνία κι αυτοκαταστροφικά για τους ποικίλους διάττοντες φορείς της, αν και καθαυτή έχει πάντοτε έδαφος παρασιτισμού. Εξ ου και η επισήμανση του Λένιν, ότι δεν υπάρχει μόνον Συνδικαλισμός και Πολιτική αλλά και Συνδικαλιστική Πολιτική, διαλυτική για το κίνημα.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!