«Ο Μεγάλος Περίπατος του Πέτρου» και «Η Αρραβωνιαστικιά του Αχιλλέα» της Άλκης Ζέη είναι ίσως τα μόνα μυθιστορήματα που αποτυπώνουν λογοτεχνικά τα χαρακτηριστικά της γενιάς της ΕΠΟΝ, τόσο στη στιγμή της διαμόρφωσής τους όσο και στην εξέλιξή τους μέσα στον ιστορικό και προσωπικό χρόνο. Τα 67 χρόνια από την ίδρυση της ΕΠΟΝ είδαν τη νεολαία της Κατοχής να ενηλικιώνεται μέσα στην Αντίσταση, να συντρίβεται μέσα στην ήττα του Εμφυλίου, να συνθλίβεται μέσα στη δογματικότητα, να αντέχει τις εσωτερικές και εξωτερικές εξορίες, να παραιτείται ή να επιμένει, να διχάζεται στη διάσπαση, να κατακερματίζεται και να επιμένει στη νοσταλγία μιας χαμένης ολότητας.
Με αφορμή την επέτειο ίδρυσης της ΕΠΟΝ στις 23 Φλεβάρη του ’43, η Άλκη Ζέη μίλησε στο “Δρόμο”.
Συνέντευξη στην Έλενα Πατρικίου
Α.Ζ.: Όταν ιδρύθηκε η ΕΠΟΝ, εμείς δουλεύαμε ήδη στην Αντίσταση και χαρήκαμε πολύ γιατί φτιάχτηκε μια οργάνωση νεολαίας ξεχωριστή από τους «μεγάλους». Πιστεύαμε ότι έτσι θα είχαμε κάποια ανεξαρτησία. Βεβαίως, υπήρχε εξάρτηση από το ΚΚΕ, αλλά είχαμε πραγματικά κάποια ανεξαρτησία. Το βάρος της κομματικής καθοδήγησης δεν το νιώσαμε μέσα στην Κατοχή. Οι καθοδηγητές μας ήταν νέα παιδιά, με πολύ πιο ελεύθερο πνεύμα από τα μεγαλύτερα κομματικά στελέχη. Θυμάμαι πως είχαμε έναν καθοδηγητή –δεν ξέρω αν ζει ακόμα ή αν πέθανε– που τον αγαπούσαμε πολύ και του λέγαμε για να τον πειράξουμε: «Δεν μπορεί, κάποιο ψεγάδι θα σου βρούμε για να σε καθαιρέσουμε». Έχω ακόμα μια φωτογραφία μας από μια επονίτικη εκδρομή: Είμαστε δυο κοπέλες, πεσμένες στα πόδια του καθοδηγητή μας, γιατί τον πειράζαμε ότι θα τον καταγγείλουμε πως είναι «ανήθικος» και έχει τα κορίτσια να σέρνονται στα πόδια του. Είχαμε χιούμορ και κυρίως είχαμε μεγάλη αγάπη μεταξύ μας. Παρόλο που ήταν Κατοχή, ήμασταν νέοι και ήμασταν χαρούμενοι. Το «πολεμάμε και τραγουδάμε» ήταν τελείως πραγματικό στη διάρκεια της Κατοχής. Στον Εμφύλιο είναι που δεν γελάγαμε πια καθόλου.
Ε.Π.: Όταν μιλάμε για τη «γενιά της ΕΠΟΝ», μιλάμε για μια γενιά ολόκληρη που διαμορφώθηκε από και μέσα σ’ αυτή την οργάνωση…
Α.Ζ.: Η ΕΠΟΝ ήταν μια πολύ πλατιά οργάνωση, καμία σχέση με οποιαδήποτε από τις μεταγενέστερες αριστερές οργανώσεις. Είχε καταφέρει να ενώσει και να συνθέσει την πλειοψηφία της νεολαίας και είχε μια εκτίμηση και ένα κύρος μέσα στον κόσμο. Για πάρα πολλά νέα παιδιά η ΕΠΟΝ, με τις λέσχες της, τις συζητήσεις, ήταν η πρώτη επαφή με την τέχνη και τη λογοτεχνία. Τότε θαυμάζαμε πολύ τους Ρώσους συγγραφείς. Αντίθετα, τη γενιά του ’30 τη θεωρούσαμε πολύ δεξιά. Αλλά και όλη η ατμόσφαιρα, οι συζητήσεις, σε έσπρωχναν στο δρόμο του διαβάσματος. Θυμάμαι συζητήσεις που κάναμε με τον Κώστα Αξελό ή με τον Δημήτρη Δεσποτίδη (ίδρυσε αργότερα τις εκδόσεις Θεμέλιο), που ήταν ακριβώς το υπόδειγμα του φωτισμένου καθοδηγητή. Πολλοί από μας έγραψαν χάρη στον Δεσποτίδη.
Ε.Π.: Έχετε μιλήσει για τον Δεσποτίδη σαν να ήταν ο εμβληματικός Επονίτης, υποδειγματικός, σαν τους ανταρτοεπονίτικους υποδειγματικούς λόχους, και με ένα πνεύμα διαρκούς ανταρσίας.
Α.Ζ.: Μα, ήταν. Όταν αργότερα ήρθε στη Μόσχα να χειρουργηθεί, το έσκασε με τις πιτζάμες από το νοσοκομείο στην επέτειο της Επανάστασης, για να «χωθεί μέσα στο πλήθος». Κόντεψαν να τρελαθούν οι Σοβιετικοί. Να τους φύγει άνθρωπος από το κομματικό νοσοκομείο! Δεν μπορούσαν να καταλάβουν τι σήμαινε γι’ αυτόν να βρεθεί μέσα στον κόσμο στην Κόκκινη Πλατεία. Είχε το πνεύμα της ανταρσίας, που ήταν το πνεύμα της ΕΠΟΝ, κι ήταν βέβαια και το πνεύμα εκείνης της εποχής, της αντιδογματικής.
Ε.Π.: Τι σήμαινε για τα κορίτσια η μαζική τους συμμετοχή στην ΕΠΟΝ;
Α.Ζ.: Τα κορίτσια, με την Αντίσταση, βρήκαν και τη δική τους απελευθέρωση. Με την ΕΠΟΝ, βγήκαν από τα σπίτια τους και απέκτησαν μια οντότητα. Και η ίδια η επαφή και η συνεργασία στη δουλειά της Αντίστασης με το άλλο φύλο ήταν απελευθερωτική. Μην ξεχνάτε πως τα σχολεία ήταν τότε αρρένων και θηλέων, και όλη η ζωή των νέων ήταν χωρισμένη σε αρρένων και θηλέων. Και μέσα στην οργάνωση αυτά δεν υπήρχαν. Όπως ήταν αγόρια στην καθοδήγηση, ήταν και κορίτσια στην καθοδήγηση. Υπήρχε μεγάλη ισότητα. Εγώ τουλάχιστον έτσι το έζησα από την πρώτη στιγμή.
Ε.Π.: Στο «Μεγάλο Περίπατο του Πέτρου», το πέρασμα της Αντιγόνης από τα μπουκλάκια στα ίσια μαλλιά εικονογραφεί την εσωτερική αλλαγή από έναν τύπο «χολιγουντιανό» σε έναν τύπο γυναίκας που διεκδικεί μια άλλη θέση στη ζωή.
Α.Ζ.: Θα γελάσετε, αλλά, όταν η αδελφή μου άρχισε να χτενίζεται σαν την Αλίντα Βάλι, ο πατέρας μας, που δεν ήξερε από μόδες, χάρηκε, γιατί το βρήκε σεμνό, ενώ η διευθύντρια του σχολείου τής χάλασε αμέσως τα μαλλιά, γιατί ήξερε πως ήταν «μοντέρνο». Είναι μια κατάσταση που οι σημερινές κοπέλες δεν μπορούν να τη φανταστούν. Εμείς πιο πολύ φοβόμασταν τους πατεράδες μας παρά τους Γερμανούς. Θυμάμαι μια κοπέλα που την είχαν συλλάβει. Τη ρωτούσαμε αν φοβήθηκε, κι αυτή απαντούσε: «Έχω φάει τόσο ξύλο απ’ τον πατέρα μου, που αυτό μου φάνηκε τίποτα».
Ε.Π.: Αν στο «Περίπατο» δείχνετε το πέρασμα στην ωριμότητα, στην «Αρραβωνιαστικιά του Αχιλλέα» δείχνετε και την παραίτηση ενός τμήματος αυτής της γενιάς.
Α.Ζ.: Δεν είναι λογικό; Κάποιοι άνθρωποι δεν άντεξαν να πάνε παραπέρα. Μην ξεχνάτε ότι, μετά την Κατοχή, οι συνθήκες έγιναν από πολλές απόψεις πολύ πιο σκληρές. Στις άλλες χώρες, έγινε η Απελευθέρωση και οι άνθρωποι άρχισαν να φτιάχνουν τη ζωή τους. Εμείς, έγινε η Απελευθέρωση, και ακόμα δεν τη φτιάξαμε. Και, βέβαια, ήταν και οι εσωκομματικές συνθήκες, που εξάντλησαν τις αντοχές των ανθρώπων. Στην «Αρραβωνιαστικιά» μιλάω για τη διαγραφή κάποιου, επειδή στα Δεκεμβριανά φορούσε πορτοκαλί κασκόλ. Ήταν ένας Επονίτης, που μάλλον είχε άλλες τάσεις –δεν εννοώ ιδεολογικά– και αυτό ήταν απολύτως καταδικαστέο από την οργάνωση. Βεβαίως, δεν μπορούσε καν να ειπωθεί, κι έτσι διαγράφτηκε για το πορτοκαλί κασκόλ.
Ε.Π.: Πώς μια γενιά, διαμορφωμένη με τις ίδιες εμπειρίες και προσδοκίες, διασπάται η ίδια; Πόσο τραυματική ήταν η εμπειρία της διάσπασης του ’68;
Α.Ζ.: Η τραυματική εμπειρία ξεκινάει πολύ νωρίτερα, με το 20ό Συνέδριο, όταν μάθαμε όλα εκείνα τα πράγματα που δεν ξέραμε, όταν μάθαμε για τα στρατόπεδα… Και τότε αρχίσαμε να ζητάμε το καινούριο. Νομίζαμε ότι θα μπορέσουμε να συμβάλουμε σε κάτι καινούριο, χτίζοντας πάνω στο παλιό. Πιστεύαμε ότι γίνεται ένα άνοιγμα, που φέρνει την ελευθερία, αλλά πάνω στον ίδιο δρόμο. Βέβαια, το γκρέμισμα που έγινε μετά, αυτό δεν το φανταζόμασταν. Τώρα κάτι άλλο πρέπει να χτιστεί. Κάτι τελείως καινούριο.
Ε.Π.: Πώς θα εξηγούσατε σήμερα σε ένα παιδί τι ήταν η ΕΠΟΝ;
Α.Ζ.: Θα το εξηγούσα όπως το έκανα και στο «Μεγάλο Περίπατο», όπου προσπάθησα να δώσω αυτό που σκεφτόμουν τότε, χωρίς τη μετέπειτα γνώση. Αλλά δεν ξέρω αν το παράδειγμα της ΕΠΟΝ μπορεί ακόμα να λειτουργήσει. Είναι πολύ διαφορετική η σημερινή εποχή. Τότε δεν υπήρχε καμία αμφιβολία. Τώρα ούτε ξέρεις πού πας ούτε τι πρέπει να κάνεις. Κι άλλωστε, ο κόσμος έχει την εντύπωση πως κάτι το οργανωμένο είναι και δογματικό. Η δική μας η γενιά είχε ένα όραμα. Ήμασταν βέβαιοι πως το μέλλον θα είναι αυτό που φανταζόμασταν. Και ξέραμε ποιος είναι ο εχθρός.
Τα σημερινά παιδιά είναι χαμένα, γιατί δεν ξέρουν ούτε ποιος είναι ο εχθρός ούτε ποιος είναι ο φίλος ούτε ποιος είναι ο στόχος. Ίσως τα πράγματα είναι πιο δύσκολα στην Ελλάδα, όπου το ιδανικό της κατανάλωσης είναι ακόμα κυρίαρχο μέσα στην κοινωνία. Αλλά θέλω να ελπίζω πως από την κρίση θα βγει κάτι θετικό, μία θετική αντίδραση σε όλα όσα ζούμε. Τα νέα παιδιά βλέπουν ίσως περισσότερα πράγματα, θέλουν να τα δουν όλα και να τα ζυγιάσουν όλα, ενώ εμείς ήμασταν προσηλωμένοι σε ένα μόνο στόχο. Εμείς ήμασταν πιο ήρεμοι και πιο ευτυχισμένοι, γιατί είχαμε τη σιγουριά του μέλλοντος. Αλλά αυτό ήταν χαρακτηριστικό μιας συγκεκριμένης εποχής και τελείωσε. Και πρέπει να το πάρουμε απόφαση πως τελείωσε.