Μέσα σε λιγότερο από 24 ώρες σημειώθηκαν δύο ναυάγια πλοίων, που χρησιμοποιούνταν για τη μεταφορά μεταναστών στο Αιγαίο. Και τα δυο έγιναν λόγω των κακών καιρικών συνθηκών που επικρατούσαν, αλλά και της κακής ποιότητας των σκαφών. Το πρώτο, σημειώθηκε στα Κύθηρα με ιστιοφόρο που φαίνεται να είχε 95 άτομα, από τα οποία, μέχρι τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, διασώθηκαν τα 80, ενώ υπάρχουν αναφορές και για νεκρούς. Το δεύτερο, συνέβη στη Λέσβο, με λέμβο που μετέφερε 40-50 άτομα, από τα οποία μέχρι στιγμής έχουν διασωθεί 28, ενώ έχουν επιβεβαιωθεί και 18 νεκροί.
Το μέγεθος της τραγωδία κάνει επιτακτικό το γεγονός να αναζητηθούν οι ευθύνες για την ένταση των μεταναστευτικών ροών, τη μορφή που λαμβάνει αυτό το φαινόμενο στα θαλάσσια σύνορα μας, αλλά και την αντιμετώπισή του από μέρους του ελληνικού κράτους.
Η μετανάστευση παρουσιάζεται ως ένα σχεδόν φυσικό φαινόμενο, που προκαλείται από διάφορες τοπικές κρίσεις (πολεμικές, επισιτιστικές αλλά και την κλιματική). Έτσι επιχειρείται να συσκοτιστεί ότι η ένταση και η μορφή που λαμβάνει η μετανάστευση στην περιοχή μας, είναι απόλυτα συνδεδεμένη με την ανατίναξη της Μ. Ανατολής και της Β. Αφρικής από τις δυτικές ελίτ και όχι μόνο (Ευρώπη, ΗΠΑ, Τουρκία, Ισραήλ κ.ά.) με αποτέλεσμα τη «ρευστοποίηση» κρατών και την εξάπλωση του πολέμου. Μέσα από τη φυσικοποίηση του φαινομένου νομιμοποιούνται πολιτικές διαχείρισης που έχουν την μορφή έκτακτης ανάγκης, αλλά γρήγορα μονιμοποιούνται. Οι πολιτικές αυτές, σκοπεύουν στην προστασία των υπευθύνων και στην αποσύνδεση του φαινομένου από τις πολεμικές και οικονομικές τους εξορμήσεις, μέσα από μια «ανθρωπιστική» στάση προς τους κατατρεγμένους.
ΣΕ ΔΕΥΤΕΡΟ επίπεδο, η προσπάθεια μεταναστών να διαβούν τα θαλάσσια σύνορα μας μέσα από δίκτυα διακινητών, που συχνά οδηγούν στο θάνατο των πρώτων, έχει σε μεγάλο βαθμό διαμορφωθεί από την Τουρκία. Αυτό βέβαια αφόρα τη χρήση του μεταναστευτικού-προσφυγικού από την Άγκυρα, ως παράγοντα γεωπολιτικής αποσταθεροποίησης και εκβιασμού για «παζάρια». Τα τελευταία χρόνια η Τουρκία έχει συστηματικά εκμεταλλευτεί το μεταναστευτικό στην προσπάθεια της να δημιουργήσει ένα καθεστώς διάτρητων και γκριζαρισμένων συνόρων με την Ελλάδα, είτε αυτό αφορά τον Έβρο, είτε το Αιγαίο. Μάλιστα, σε αυτό ο ρόλος των διακινητών δεν είναι διόλου άσχετος, δεδομένου ότι δρουν εντελώς ανεμπόδιστοι, με πλοία να σαλπάρουν σε συνθήκες που θα έπρεπε να είχαν εμποδιστεί ακόμη και για τυπικούς λόγους. Είναι προφανές πως αυτή η πολιτική, πέρα από επικίνδυνη, είναι και απάνθρωπη. Ταυτόχρονα θα πρέπει να τονιστεί πως στις συγκεκριμένες συνθήκες –δηλαδή ο απόπλους ακατάλληλων πλοίων με τέτοιο καιρό– αποτελεί πολιτική δολοφονίας των μεταναστών στο βωμό του τουρκικού επεκτατισμού. Επιπρόσθετα, θα έπρεπε να καταγγελθεί πως δεν είναι τυχαίο ότι τέτοια τραγικά γεγονότα λαμβάνουν χώρα σε σχεδόν πλήρη συγχρονισμό με τα επεισόδια ανοίγματος και έντασης των τουρκικών διεκδικήσεων. Παράλληλα, σε αυτή την πολιτική εγγράφεται και η χρησιμοποίηση των μεταναστευτικών πληθυσμών για την εκταμίευση τεράστιων ποσών από την Ε.Ε. για την Τουρκία, μέσα από την υπογραφή συνθηκών που δεν εφαρμόζονται, υπό την διαρκή απειλή της «απελευθέρωσης» των ροών. Επομένως, η τουρκική επεκτατική πολιτική έχει διπλή ευθύνη, τόσο για τις στρατιωτικές επιχειρήσεις ανατίναξης της περιοχής, όσο και για την απάνθρωπη και εγκληματική εργαλειοποίηση του μεταναστευτικού.
ΤΈΛΟΣ, η αντιμετώπιση του φαινομένου από τις ελληνικές αρχές κάθε άλλο παρά ιδανική είναι. Από τη μία είναι ξεκάθαρο πως η αποδοχή ενός ρόλου φύλακα των ευρωπαϊκών συνόρων και δημιουργίας ζωνών αποθήκευσης και διαλογής μεταναστών, δεν είναι ο ρόλος που θα έπρεπε να έχει η χώρα μας, ενώ και η ύπαρξη της Frontex και η ανάμειξη ΝΑΤΟϊκών δυνάμεων, συμβάλλουν περεταίρω στο γκριζάρισμα των συνόρων και στην αδυναμία ελέγχου και αποφυγής τέτοιων τραγικών περιστατικών. Από την άλλη, η πολιτική διαρκούς κατευνασμού της Τουρκίας και η επίδειξη καλής διαγωγής στους συμμάχους, οδηγεί σε μια κατάσταση όπου η χώρα δεν θέλει να απαιτήσει και να επιδιώξει την εφαρμογή των συνθηκών από την Ε.Ε. και την Τουρκία,. Επίσης δεν επιδιώκετε περιορισμός των διακινητών, είτε για να μην έχουμς «δυσάρεστες» εμπλοκές με την Τουρκία στα θαλάσσια σύνορα μας, είτε γιατί θεωρείται «ασύμφορο», δεδομένου ότι η Τουρκία δεν είναι διατεθειμένη να εφαρμόσει όσα έχει υπογράψει. Αυτή όμως η διπλή πίεση – από την εξάρτηση στην Ευρώπη και τον κατευνασμό της Τουρκίας– είναι που αφήνει χώρο στη Άγκυρα να κατηγορεί την Ελλάδα για τις επαναπροωθήσεις, προσπαθώντας να δώσει και μια ηθική διάσταση στον αναθεωρητισμό της. Όλα αυτά δε, συμβαίνουν σε μια στιγμή έντασης των σχέσεων Ελλάδας-Τουρκίας.
Εν κατακλείδι, ο περιορισμός τέτοιων τραγικών περιστατικών περνά από τον αγώνα ενάντια στον πόλεμο και όσους τον προωθούν, ενάντια στον τουρκικό επεκτατισμό και την εγκληματική εργαλειοποίηση των μεταναστών από μέρους του και από την αλλαγή ρότας της χώρα μας.