Επιμέλεια: Χριστόδουλος Δολαψάκης
Το 2014, στην προσπάθεια τους να πειστούν οι γονείς για την ανάγκη εμβολιασμού των παιδιών τους έναντι της ιλαράς με το MMR, ερευνητές στις ΗΠΑ δοκίμασαν δύο διαφορετικές στρατηγικές: μέσω της πρώτης εξηγούσαν με επιστημονικά δεδομένα ότι το MMR δεν προκαλεί αυτισμό, ενώ μέσω της δεύτερης έδειχναν φωτογραφίες παιδιών που πέθαναν από ιλαρά. Προς έκπληξη της «επιστήμης» όχι μόνο και οι δύο στρατηγικές απέτυχαν, αλλά επιπλέον ενίσχυσαν τον σκεπτικισμό και την άρνηση. Ούτε απλώς η παράθεση των επιστημονικών δεδομένων, η επίκληση στον ορθό λόγο που η επιστήμη υποτίθεται ότι αντιπροσωπεύει αλλά ούτε απλά η απεύθυνση στο θυμικό και στο συναίσθημα οδήγησαν στο επιδιωκόμενο αποτέλεσμα.
Ποια θα ήταν η αναλογία με τις σημερινές συνθήκες; Ποιοι είναι οι κρίκοι της αλυσίδας που λείπουν ώστε η συνεχιζόμενη υγειονομική και ανθρωπιστική κρίση στην Ελλάδα -γιατί περί αυτού πρόκειται- να γίνει αντιληπτή σε όλη της την έκταση, να προκαλέσει οργή ενάντια στους υπεύθυνους για αυτήν, να μην οδηγήσει σε απάθεια, αλλά να αποτελέσει αφορμή για μια άλλη στάση και σκέψη; Ένα χρόνο μετά και ο δρόμος που πρέπει να διανυθεί είναι μακρύς και πιθανά κάθε μέρα γίνεται δυσκολότερος γιατί η πανδημία και κυρίως τα μέτρα που επιβλήθηκαν για τον «περιορισμό» της επιφέρουν μια κατάσταση διαλυτική όπου φαίνεται να μπορούμε ταυτόχρονα να «χαιρόμαστε» τον καλό καιρό και τον καφέ στον ήλιο και να «θρηνούμε» 80 νεκρούς καθημερινά.
Είναι βέβαιο πως χρειάζεται η «αλήθεια», η όσο το δυνατόν πιο ακριβής περιγραφή της πραγματικότητας, ιδίως όταν οι κυβερνώντες και οι αυτόκλητοι ή εντεταλμένοι υπερασπιστές τους, επιστήμονες ή μη, με θράσος την αποκρύπτουν ή την παραμορφώνουν ώστε να «χωράει» στα σχέδιά τους. Όμως η πανδημία και οι πανδημικές πολιτικές διδάσκουν πως αυτή η αλήθεια δεν είναι μόνο «επιστημονική», δεν προκύπτει κυρίως μέσω της αναζήτησης άρθρων, μελετών και στατιστικών μοντέλων, ούτε απλά από την περιγραφή της πραγματικότητας των νοσοκομείων, των διασωληνωμένων, των θανάτων, για να ξαναγυρίσουμε στο παράδειγμα της μελέτης του 2014. Οι κυβερνώντες το γνωρίζουν πολύ καλά και γι αυτό το λόγο χρησιμοποιούν όρους όπως «Επιχείρηση Ελευθερία» για το εμβόλιο ή «πόλεμος» για την πανδημία. Τα επιχειρήματα και οι πρακτικές που συνοδεύουν την πολιτική διαχείριση της πανδημικής ανθρωπιστικής κρίσης είναι «εφ όλης της ύλης» και με το βλέμμα στο μέλλον το οποίο έτσι παρουσιάζεται ως αναπότρεπτο. Με το βλέμμα στο μέλλον και εφ όλης της ύλης πρέπει να είναι και η απάντηση. Με αυτόν τον τρόπο θα απαντηθεί το ερώτημα για το «ποια είναι η αλήθεια».
Η παθητικότητα ως ευνοϊκή συνθήκη
Αποσπάσματα από τη μελέτη «Η ψυχοπαθολογία της πείνας, του φόβου και του άγχους», μία πολύτιμη εργασία των ιατρών Φ. Σκούρα, Α. Χατζηδήμου, Α. Καλούτση και Γ. Παπαδημητρίου που εκδόθηκε το 1947 (επανέκδοση 1991, εκδόσεις Οδυσσέας) που περιγράφει τις ψυχικές συνέπειες της κατοχής. Όπως γράφεται στον πρόλογο, οι συγγραφείς προσπάθησαν να είναι «συνεπείς σε μια αυστηρή επιστημονική μέθοδο εξέτασης» καθώς «κάθε ανάλογη προσπάθεια είναι λυτρωτική, συνέχιση της προσπάθειας για ψυχική ανασυγκρότηση».
Περισσότερο ίσως και απ’ την τρομοκρατία, η πείνα επέδρασε πάνω στην ψυχή και στο σώμα του πληθυσμού τον καιρό της κατοχής. Εκείνη είναι που έφερε μπροστά στα μάτια του καθένα την εικόνα του αφανισμού του. Οι επιδράσεις της πείνας στην ψυχική μας ζωή, στον τρόπο αντιμετώπισης της ζωής, στον τρόπο σκέψης και δράσης, υπήρξαν τεράστιες και δεν έχουν προσεχτεί όπως έπρεπε ως τα σήμερα. Για ένα μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού η πείνα υπήρξε ένα βίωμα, ένα ερέθισμα εντελώς νέο και άγνωστο, που φυσικό ήταν να ταράξει βαθύτατα ολόκληρο το ψυχικό εποικοδόμημα. Δεν υπήρξε άνθρωπος που να έμεινε ανεπηρέαστος και δεν έμεινε οργανικό σύστημα που να μην εξεδήλωσε λίγο ή πολύ τον αντίχτυπο του υποσιτισμού και της στέρησης. Ο ακριβής αριθμός των θανάτων από πείνα δε μαθεύτηκε ποτέ, αφού οι περισσότεροι πέθαιναν σαν άγνωστοι ή από νοσήματα που απλώς συμπαρομαρτούσαν το δράμα της πείνας. Μόνο από περιγραφές και από την προσωπική του αντίληψη, μπορεί ο καθένας μας να συλλάβει σε όλο της το πλάτος τη φοβερή πραγματικότητα της «πανδημίας» του λιμού. Ο πανικός, ο μεγάλος πανικός της πείνας, ζωγραφιζόταν ολοζώντανος στα τραβηγμένα πρόσωπα. Όσοι είχαν τα μέσα, στοίβαζαν τις κονσέρβες στην αποθήκη τους, τρομοκρατημένοι από τα πτώματα του δρόμου που έδιναν το παράδειγμα «προς αποφυγή». Οι άλλοι έτρωγαν ό,τι κι αν έβρισκαν, χωρίς επιλογή και διάκριση, γιατί τους κατείχε ο φόβος κι η αγωνία μην τυχόν πάθουν αβιταμίνωση ή «πρήξιμο». Οι ουρές σταματούσαν την κυκλοφορία και χρησίμευαν σαν πόλοι έλξης κάθε ανήσυχου περιπατητή. Ο γενικός εκνευρισμός και οι καβγάδες ήταν στην ημερήσια διάταξη. Οι περισσότεροι τσακώνονταν χωρίς να ξέρουν γιατί. Η γκρίνια και η ανησυχία της πείνας κατείχε και τους πιο ψύχραιμους, ακόμα κι εκείνους που δεν είχαν σοβαρούς λόγους να παραπονούνται. (Για τους νοσηλευόμενους λόγω ασιτίας) η αδιαφορία είναι κυρίαρχη, καμία ανησυχία, φόβος ή αγωνία για τα τραγικά γεγονότα της κατοχής και τους κινδύνους που καθημερινά μας απειλούσαν. Οι εκτελέσεις και οι συλλήψεις τους άφηναν αδιάφορους, σαν να κατέχονταν από μοιρολατρία και αναλγησία. Ο πανικός της πείνας είχε αποσυνθετική επίδραση στο ηθικό. Όλοι απασχολούνταν με την κοιλιά τους, που ήταν βέβαια ο αντικειμενικός σκοπός του τρομοκρατικού όπλου της πείνας. Οι κατακτητές, εφαρμόζοντάς το, ήξεραν ότι χτυπούσαν στα καίρια για να σπάσουν κάθε αντίσταση στις κατακτημένες χώρες. Κάθε φορά που η αντίσταση σημείωνε επιτυχίες, οι Γερμανοί μπλοκάριζαν τα τρόφιμα τις παραγωγικές περιοχές. Κάτω από τις συνθήκες αυτές (πείνα, τρομοκρατία) με την έντονη θυμική φόρτιση, η προσωπικότητα οπισθοδρομούσε. Η θυμική και ενστικτώδικη ζωή έβγαινε στην επιφάνεια και κυριαρχούσε. Έτσι είδαμε να ξαναφαίνονται οι πιο χαμηλές εγωϊστικές τάσεις. Η πείνα ήταν η κυριότερη αφορμή που διαμόρφωσε την απαθή στάση. Η παθητικότητα ήταν ευνοϊκή συνθήκη.