του Νίκου Λάιου

Ευρήματα της ακούραστης και αθόρυβης έρευνας του Δημήτρη Υφαντή στα αρχεία του Ψυχιατρικού Νοσοκομείου Αττικής ήρθαν, για πρώτη φορά υπό μορφή βιβλίου, στο φως το 2017 («Τοξικομανία δι’ ηρωίνης. Η χρήση ουσιών στην Ελλάδα του μεσοπολέμου», εκδ. Άγρα). Στο νέο του βιβλίο «Αυτός που έσπασε τις βιτρίνες» (εκδ. Άγρα, 2020), ο κοινωνιολόγος της δημόσιας Μονάδας Απεξάρτησης 18 ΑΝΩ επιστρατεύει σπάνιο πρωτογενές υλικό της ίδιας περιόδου, του Μεσοπολέμου, στη διεξαγωγή μιας συναρπαστικής «μελέτης περιπτώσεως» («case-study»), αυτής του εγκλεισμού του πεζογράφου Γιώργη Ζάρκου στο Δαφνί επί 54 μέρες, το 1932.

Ο ΛΗΣΜΟΝΗΜΕΝΟΣ σήμερα Ζάρκος, καλλιτέχνης αιρετικός και ιδιαίτερα παραγωγικός από τα τέλη της δεκαετίας του 1920 μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1950, από τα νεανικά του χρόνια ενταγμένος και δραστήριος στο κομμουνιστικό κίνημα και μέλος του ΕΑΜ λογοτεχνών στην Κατοχή, έστρεψε χωρίς μισόλογα την πέννα του ενάντια στο ακαδημαϊκό κατεστημένο και τους κρατικούς μηχανισμούς της εποχής του, στηλιτεύοντας καταστάσεις και πρόσωπα με ονοματεπώνυμο. Για αυτές του όλες τις αδιάσπαστες μεταξύ τους επιλογές πλήρωσε με ξυλοδαρμούς, φυλακίσεις και εφτάμισι χρόνων εξορία στην περίοδο της δικτατορίας Μεταξά και της Κατοχής. Πλήρωσε και με το «θάψιμο» του ανατρεπτικού λογοτεχνικού έργου του, ως προς την αξία του οποίου ας σημειωθεί ότι στα «Ζωντανά Πτώματα» του 1934, το δεύτερο στη σειρά βιβλίο όπου διηγείται τις εμπειρίες του από το ψυχιατρείο, τον πρόλογο είχε γράψει ο Βάρναλης.

Πλήρωσε, κατά πως φαίνεται, και με τους δύο σχεδόν μήνες εγκλεισμού του στο Δαφνί, προϊόν συνεργασίας της Γενικής Ασφάλειας, του Εισαγγελέα, αστιάτρων, γιατρών του Δαφνιού και της εκδοτικής εταιρείας «Πυρσός», με την οποία βρέθηκε ο Ζάρκος σε διένεξη επί πενταετία, έπειτα από λογοκλοπή σε βάρος του. Αφορμή του εγκλεισμού του, με την ετεροχρονισμένη διάγνωση «σχιζοειδής κατάστασις (μετ’ ιδεών καταδιώξεως)», στάθηκε το σπάσιμο των βιτρινών τού «Πυρσού» τρεις φορές, καθεμιά από τις οποίες είχε προαναγγείλει ο Ζάρκος στην εταιρεία εγγράφως, εφ’ όσον θα επέμενε αυτή να μην έρχεται σε συμβιβασμό, στην υπόθεση της λογοκλοπής.

Το χρονικό του τιμωρητικού, εκδικητικού εγκλεισμού και των συνδεόμενων με αυτόν περιπετειών του Ζάρκου λίγο πριν και μετά, ξετυλίγεται στις σελίδες του βιβλίου, σαν μωσαϊκό καμωμένο από τα στοιχεία που με φροντίδα και υπομονή συνέλεξε ο Υφαντής, από πηγές δυσεύρετες και διάσπαρτες: Από τα αρχεία του Δαφνιού, το έργο του Ζάρκου, την αλληλογραφία του με τις αρχές και την ιδιωτική εταιρεία, την υπηρεσιακή αλληλογραφία των αρχών μεταξύ τους, τον Τύπο της εποχής κ.ά. Τις πολυάριθμες ψηφίδες συγκολλούν μεταξύ τους, σε σώμα ενιαίο, οι πάντοτε ουσιαστικές, εστιασμένες και απέριττες αναφορές-αρμόσεις του Υφαντή στο κοινωνικό, πολιτικό, ευρύτερα πολιτισμικό πλαίσιο του Μεσοπολέμου. Για να ακολουθήσει η νηφάλια διατύπωση προτάσεων σύνδεσης της «περίπτωσης Ζάρκου» με την ειδικότερη ιστορική πορεία του δημόσιου ψυχιατρείου: Πορεία φορτωμένη με αμαρτίες που εξακολουθούν μέχρι σήμερα να καθορίζουν την υπόσταση και λειτουργία του –όσο κι αν έχουν πράγματι σπάσει οι «βιτρίνες» του– και που κατάματα χρειάζεται να ιδώνονται, με ματιά κριτική και αναστοχαστική, αν θέλουμε να συζητάμε για ανθρωπινότερες πολιτικές δημόσιας ψυχικής υγείας. Ζητούμενο που (θα έπρεπε να) ξαναθέτει –στο τραπέζι μιας αυτοκριτικής της επιστήμης και ενός έντιμου ανοίγματος διαλόγου της με την κοινωνία– η κρίσιμη συγκυρία των πολιτικών διαχείρισης της πανδημίας και του αντίκτυπού τους στους ανθρώπους και στις σχέσεις τους, στο κοινωνικό είναι τους.

ΕΔΩ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ η τρέχουσα αξία ανάγνωσης της εργασίας του Υφαντή, με κάποιους τρόπους πρόσθετους και υποδόριους, σημειωτέον. Μέσα από τις γραμμές του βιβλίου ο Ζάρκος προβάλλει αβίαστα ως πρότυπο ανθρώπου «άλλης πάστας», διαφορετικού ανθρωπολογικού τύπου από τον σήμερα κυρίαρχο. Παρακολουθούμε τον άνθρωπο που τα λόγια και οι πράξεις του συμβαδίζουν, αγόγγυστα καταβάλλοντας το τίμημα. Τον άνθρωπο που αισθάνεται βαθιά ότι παλεύει για το δίκιο το προσωπικό του σε ενότητα αδιάσπαστη με τον αγώνα του για το συλλογικό δίκιο, και όχι ζώντας σαν σε «παράλληλα σύμπαντα» – αυτά της μεταμοντέρνας «κοσμολογίας», που μέσα τους «προσομοιώνονται» και «αριστεροί αστερισμοί». Τον άνθρωπο που, στην αμάραντη «γραμμή καταγωγής» της Αντιγόνης, δυσφορεί και αδάμαστος αντιστέκεται στους επιγόνους του Κρέοντα, κρατώντας τήν ανθρωπιά και τον ανθρωπισμό του, όχι με τον αυτοαναιρετικό τρόπο του τροπαίου προς επίδειξη αυτάρεσκη, μα από αίσθηση χρέους ηθική, συμβατή με μια κοσμοαντίληψη πιο καθολική, λιγότερο εφετζίδικη και χοντρόπετση.

Η μελέτη του Υφαντή συμβάλλει στην κατανόηση του ρόλου του ψυχιατρικού ασύλου και της ψυχιατρικής επιστήμης ιστορικά, όσον αφορά το σύμπλοκο πεδίο των νεωτερικών μορφών και τρόπων άσκησης κοινωνικού ελέγχου στη χώρα μας. Σύμπλοκο λόγω διακλαδιζόμενων μηχανισμών επιβολής και καταστολής, μαδήματος της προσωπικότητας του ανθρώπου και αποσκελέτωσης του κοινωνικού του χαρακτήρα – όπου εντάσσεται η ολοένα αμεσότερα υπαγόμενη στο κεφάλαιο επιστήμη, εδώ η ψυχιατρική και οι διαγνώσεις της (βλέπε λ.χ. φαρμακοβιομηχανίες-κολοσσούς).

ΚΑΛΟΥΜΑΣΤΕ, έτσι, σε προβληματισμό πάνω στο φαινόμενο τής ιατρικοποίησης αντιδράσεων, τις οποίες πυροδοτεί η ίδια η αλλοτριωτική, απανθρωποποιητική δράση της σχέσης-κεφάλαιο, εδώ εκδηλωμένη ως (και γύρω από) ένα περιστατικό λογοκλοπής. Ιατρικοποίησης που συνιστά άλλη όψη της ποινικοποίησης περισσότερο, παρά αντίθετό της, όπως ο κυρίαρχος επιστημονικός λόγος πασχίζει να την παρουσιάζει. Ιατρικοποίησης και ποινικοποίησης, λοιπόν, που στις μέρες του Covid τείνουν να κραταιώνουν τούς μεταξύ τους δεσμούς συμπληρωματικότητας, αμοιβαίου παρασιτισμού σε βάρος του ανθρώπινου, του κοινωνικού.

* Οι «περισσευούμενοι» του τίτλου είναι οι κατά Ζάρκον έγκλειστοι στο ψυχιατρείο-«ξεμπερδευτήριο»

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!