Στη φωτογραφία: Τα πρώτα φάρμακα που έστειλε η λέσχη «Δρόμοι Φιλίας και Πολιτισμού» έφτασαν στους Έλληνες της Ουκρανίας. Η συγκέντρωση και αποστολή συνεχίζεται. Φερών 3, πλατεία Βικτωρίας, Κυριακή και Τετάρτη, 7-10 το βράδυ
Η στασιμότητα στο επίπεδο των διαπραγματεύσεων, η ισορροπία στις αντιμαχόμενες δυνάμεις, η απροθυμία της πλειονότητας του κόσμου να εκδηλωθεί ενεργητικά, οι εκλογές και στις δύο πλευρές και η παγωνιά και τα χιόνια που εμποδίζουν ακόμα και τα όπλα να εκπυρσοκροτήσουν, μαζί με άλλους παράγοντες εσωτερικούς και εξωτερικούς, καθορίζουν, εκτός απροόπτου, πώς θα εξελιχθεί η κατάσταση στην ανατολική Ουκρανία.
Η επιτυχία των Αμερικάνων και η κατάληψη της εξουσίας από τον Ποροσένκο και τους άλλους ολιγάρχες που προσχώρησαν στο αμερικάνικο στρατόπεδο, δημιούργησε αρχικά ένα κλίμα ευφορίας στα δυτικά. Αλλά αυτή ευφορία, που κόστισε στην Ουκρανία μια ολοκληρωμένη απόσχιση και μία σε εξέλιξη, δεν μπόρεσε να επιλύσει κανένα από τα προβλήματα που ανέκυψαν από το χάος που προκάλεσε η βίαιη ανατροπή του διεφθαρμένου Γιανουκόβιτς. Η οικονομία της χώρας καταρρέει ραγδαία, ο κρατικός μηχανισμός είναι διαλυμένος, κανένας δεν έχει εμπιστοσύνη σε κανέναν, η κοινωνία είναι βαθιά διχασμένη.
Αυτό που κατάφεραν οι Αμερικάνοι, μέχρι στιγμής, είναι να δημιουργήσουν ένα ανοιχτό τραύμα στα ευρωπαϊκά πλευρά της Ρωσίας. Κι αυτό που κατάφεραν οι Ρώσοι, που μάλλον αιφνιδιάστηκαν από τη σφοδρότητα της αμερικανικής παρέμβασης και την ανατροπή του στάτους κβο στην Ουκρανία, είναι να αποσπάσουν το διαμάντι της Κριμαίας, διαμάντι από γεωπολιτική, στρατιωτική, πολιτισμική και οικονομική πλευρά. Επίσης, να απειλούν την Ουκρανία με μία δεύτερη απόσχιση η οποία ήδη συντελείται στο Ντονιέτσκ και το Λουγάνσκ.
Οι Ρώσοι ενδιαφέρονται βασικά να μην μπει η Ουκρανία στο ΝΑΤΟ. Εάν διασφαλιστεί αυτό, μπορεί να αλλάξει και η στάση τους και να εξαναγκάσουν τους ανατολικούς αυτονομιστές σε συμβιβασμό εφόσον η Λαϊκή Δημοκρατία του Ντονιέτσκ και η Λαϊκή Δημοκρατία του Λουγάνσκ χωρίς τη ρώσικη υποστήριξη πολύ δύσκολα θα επιβιώσουν. Μέχρι τώρα, η κυβέρνηση του Κιέβου, πιεζόμενη από τους Αμερικάνους και μερικούς συμμάχους, όπως η Πολωνία και οι χώρες της Βαλτικής, αλλά και από τη δυναμική εθνικιστική και νεοφασιστική μειοψηφία στους κόλπους της, επιδεικνύει μία αδιαλλαξία που δεν ανταποκρίνεται ούτε στις δυνάμεις της ούτε στα συμφέροντα της χώρας.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η Ουκρανία, χάρη στις ειδικές σχέσεις της με τη Ρωσία, προμηθευόταν πετρέλαιο και αέριο σε προνομιακά χαμηλότερη από τη διεθνή αγορά τιμή και, μάλιστα, ήταν η μόνη χώρα παγκοσμίως που είχε πίστωση, η οποία ξεπερνούσε τα τρία δισεκατομμύρια δολάρια.
Η αδιαλλαξία της κυβέρνησης του Κιέβου υποθάλπεται και από ένα κομμάτι της ευρωπαϊκής γραφειοκρατίας που θεωρεί μεγάλο εχθρό της Ευρώπης τον Πούτιν σε αντίθεση με επιχειρηματικούς κύκλους που θεωρούν τη διένεξη με τη Ρωσία καταστροφική.
Στο εσωτερικό της Ουκρανίας, έχει επέλθει ένα βαθύ ρήγμα στις σχέσεις των ανθρώπων που ανήκουν στις δύο μεγάλες εθνικές ομάδες, των Ουκρανών και των Ρώσων, αλλά και στις άλλες μικρότερες εθνότητες, που είναι πάνω από εκατό. Το κίνημα ανατροπής του Γιανουκόβιτς, που είχε πολιτικά, οικονομικά και γεωστρατηγικά χαρακτηριστικά, χρειαζόταν ένα ιδεολογικό στοιχείο που θα ερέθιζε και θα συσπείρωνε μεγάλα τμήματα της κοινωνίας, σαν απαραίτητη προϋπόθεση για την επιτυχία του πραγματικού στόχου. Το στοιχείο αυτό είναι ο ουκρανικός εθνικισμός, μειοψηφικός αλλά δυναμικός, που στηρίχτηκε στην καλλιέργεια και προβολή της αντίθεσης με τη Ρωσία και με κάθε τι ρώσικο.
Αυτή η αντίθεση, σε μεγάλο βαθμό τεχνητή, αφού οι συνιστώσες του κοινού πολιτισμού είναι περισσότερος από τις συνιστώσες του διαφορετικού, μετατράπηκε σε πολεμικό λάβαρο και εξώθησε βίαια τα μέλη της κοινωνίας να πάρουν θέση υπέρ της μιας ή της άλλης πλευράς, προκαλώντας ένα βαθύ χάσμα ανάμεσα στους πολίτες που μέχρι τότε συνυπήρχαν αρμονικά. Με κέντρο το Λβιβ/Λβοβ στη δυτική Ουκρανία, όπου ευδοκιμεί, στην κατά άλλα ορθόδοξη Ουκρανία, η καθολική εκκλησία με τη μορφή της ουνίας, αναπτύχθηκε μια μεγάλη αντιρωσική καμπάνια, για να εφαρμοστεί στην κατ’ εξοχήν ρωσόφωνη περιοχή, από το Χάρκοβο ως την Οδησσό.
Στην ανατολική και νότια Ουκρανία δεν προϋπήρχε κανένα ρεύμα αποσχιστικό. Και οι μικτές οικογένειες, ουκρανορωσικές, ήταν ενιαίες και συμπαγείς, ομόγλωσσες και ομόθρησκες, με κοινή ιστορική ρίζα. Όμως, με την ενίσχυση του κινήματος στην κεντρική πλατεία του Κιέβου, στο μαϊντάν, οι εθνικιστικές κορόνες επικράτησαν και έστειλαν το αποκρουστικό μήνυμά τους σε όλη τη χώρα.
Οι ανατολικοί δέχονται έκτοτε μια εντατική και πολύμορφη επίθεση περιφρόνησης από τους δυτικούς που τους θεωρούν αγροίκους και αμόρφωτους, ρωσόφιλους και κομμουνιστές. Αυτή η περιφρόνηση και υποβάθμιση απείλησε τους Ρώσους και τους ρωσόφωνους, και εν γένει τους περισσότερους ανατολικούς, πάρα πολλών Ουκρανών συμπεριλαμβανομένων, γιατί έθιξε την ταυτότητά τους και την κουλτούρα τους, τη γλώσσα, τον πολιτισμό και την ιστορία τους. Από τον Πούσκιν στον Λένιν και από τη Σοβιετική Ένωση στη Ρωσία, την επανάσταση του 1917 και τον πατριωτικό πόλεμο 1941-45, όλα τα ιερά και τα όσια θίχτηκαν και βεβηλώθηκαν. Αυτή η προσπάθεια κατεδάφισης του πολιτισμού και της ιστορίας τους δημιούργησε το κατάλληλο έδαφος για να εκδηλωθούν αυτονομιστικές και αποσχιστικές τάσεις.
Οι δυτικοί, τυφλωμένοι, δεν μπορούν να παραδεχτούν ότι οι επιλογές τους οδήγησαν τη χώρα στο διαμελισμό, την καταστροφή και την υποτέλεια.
Πριν από τα γεγονότα στο μαϊντάν, η συντριπτική πλειονότητα των λαών της Ουκρανίας, μετά από πολλές δεκαετίες ειρηνικής συνύπαρξης, δεν είχε φανταστεί ότι θα συνέβαιναν όλα αυτά. Ότι μειοψηφικές ομάδες και ολιγάρχες, με τη συνδρομή των ξένων, θα καταργούσαν βίαια τη διοίκηση της χώρας, ότι θα καταλάμβαναν πραξικοπηματικά την εξουσία και ότι θα οδηγούσαν τη χώρα στο διαμελισμό. Ούτε το φαντάζονταν, ούτε το επιθυμούσαν. Τώρα, όμως, όλοι, πέρα από τους φανατικούς, νεοφασίστες και εθνικιστές, αναγκάστηκαν να πάρουν θέση, με συνέπεια ο εσωτερικός διχασμός να πάρει τερατώδεις διαστάσεις.
Οι ξένες επεμβάσεις, ο πόλεμος, ο διαμελισμός της χώρας, ο διχασμός της κοινωνίας, η φτώχεια και η ανασφάλεια αλλοίωσαν την Ουκρανία και την έριξαν στο χάος, από το οποίο κανένας δεν ξέρει πότε και πώς θα βγει.