Ο σκηνοθέτης και ηθοποιός μιλά για το εμβληματικό και επίκαιρο Τραγούδι του νεκρού αδερφού που ανεβαίνει στη σκηνή του Θεάτρου Badminton
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ στη Χριστίνα Ανδρέου
.
Ο Θανάσης Παπαγεωργίου, με αφορμή Το τραγούδι του νεκρού αδερφού του Μίκη Θεοδωράκη που παίζεται τώρα στο Θέατρο Badminton, μιλά στον Δρόμο για όλα όσα τον βασανίζουν στο θολό τοπίο της χώρας, αλλά και για όλα εκείνα που μπορούν να φέρουν την ξαστεριά.To έργο λειτουργεί ως γέφυρα μνήμης αλλά και ως πολιτική προειδοποίηση πως μοναδικός δρόμος για να κερδίσουμε την κρίσιμη μάχη το παρόντος δεν είναι άλλος από την αληθινή ενότητα του λαού. Υπ’ αυτήν την έννοια γίνεται προφανής (κι) ο λόγος δημοσίευσης της συνέντευξής του στις πολιτικές σελίδες της εφημερίδας.
Ο Θανάσης Παπαγεωργίου καταπιάνεται και σκηνοθετεί για δεύτερη φορά το εμβληματικό έργο του μεγάλου μουσικοσυνθέτη Μίκη Θεοδωράκη Το τραγούδι του νεκρού αδερφού που παίζεται στο Θέατρο Badminton, μέχρι και τις 5 Απριλίου. Η επιλογή δεν είναι τυχαία. Είναι καρμική. Είναι μια ευκαιρία για τον ιδρυτή της Στοάς να μιλήσει με τη γλώσσα του θεάτρου για όλα εκείνα που θεωρεί σημαντικά σε μια Ελλάδα που ταλανίζεται και παραπέει ανάμεσα στο εθνικό φρόνημα και τον εθνικό διχασμό, αλλά και μια ευκαιρία για να αποτείνει το δικό του φόρο τιμής στο μεγάλο Μίκη. Μια ευκαιρία για να του πει το δικό του ευχαριστώ για το σπάνιο συναίσθημα ανάτασης που νιώθει εκείνος, αλλά και ολόκληρος ο Ελληνισμός, ακούγοντας και τραγουδώντας τις μελωδίες του. Μελωδίες που εξέφρασαν και συνεχίζουν να εκφράζουν την πιο ουσιώδη πλευρά ενός λαού, ενός έθνους.
Το έργο είναι μια λαϊκή τραγωδία εμπνευσμένη από τον εμφύλιο αλληλοσπαραγμό. Με τη δύναμη του συμβολισμού, ουσιαστικά, αποτελεί ένα γενναίο κάλεσμα σε εθνική ομοψυχία σκύβοντας πάνω σε όλες εκείνες τις αξίες που ορίζουν την ατομική-κοινωνική αξιοπρέπεια και τιμή. Όπως και ο ίδιος ο Μίκης είχε πει τότε στο πρώτο ανέβασμα του έργου: «Πιστεύω πως ο μοναδικός δρόμος για να κερδίσουμε τη μάχη μπροστά στην Ιστορία και στον πολιτισμό, είναι αυτή τη στιγμή η αληθινή ενότητα». Επίκαιρο όσο ποτέ. Στη νέα εκδοχή του έργου που πρωτοπαίχτηκε το 1962 από τον θίασο του Μάνου Κατράκη και έκτοτε γνώρισε πολλές επιτυχίες, ανάμεσά τους και εκείνη του Θεάτρου Στοά το 1999, ο Μίκης Θεοδωράκης επιχείρησε μια συνομιλία με το παρόν προσθέτοντας μια ολόκληρη πράξη. Η πρώτη πράξη ασχολείται με τη σκοτεινή περίοδο, πριν και μετά τα Δεκεμβριανά και ο συνθέτης ενσωματώνει τα πρώτα τραγούδια από τα Λυρικά σε στίχους του Τάσου Λειβαδίτη. Η παράσταση ανεβαίνει μ’ έναν σπουδαίο θίασο, που περιλαμβάνει σημαντικές προσωπικότητες του ελληνικού θεάτρου και πενταγράμμου. Τους βασικούς ρόλους ερμηνεύουν η Λήδα Πρωτοψάλτη, ο Κώστας Αρζόγλου, ο Νίκος Αρβανίτης, ο Χρήστος Πλαίνης, η Εύα Καμινάρη κ.ά. Τα Λυρικά ερμηνεύουν ο Κώστας Θωμαΐδης, η Καλιόπη Βέτα και η Μπέτυ Χαρλαύτη, ενώ στο ρόλο του Λαϊκού Τραγουδιστή ο Κώστας Μακεδόνας και μαζί τους η Λαϊκή Ορχήστρα Μίκης Θεοδωράκης υπό τον Γιάννη Μπελώνη.
Τώρα που μιλάμε, βρισκόμαστε σχεδόν στη μέση για την ολοκλήρωση των παραστάσεων του Τραγουδιού. Μιας μεγαλειώδους παραγωγής σε μικρούς -μικρόψυχους καλλιτεχνικά- πνευματικά καιρούς. Δεν κουραστήκατε να τολμάτε;
Εφόσον μπορώ και εργάζομαι θα επιλέγω τον κίνδυνο και θα τολμώ. Αλλιώς γιατί να λέγομαι καλλιτέχνης; Δουλειά-αποστολή μας είναι να χωνόμαστε σφήνες μέσα στα τεκταινόμενα και να αμφισβητούμε, να αφυπνίζουμε και να πολεμάμε ό,τι μας πηγαίνει προς τα πίσω. Θεωρώ τη δουλειά του καλλιτέχνη του θεάτρου, μια δουλειά από τη φύση της τολμηρή, άρα και επικίνδυνη. Πράγματι ζούμε σε καιρούς μικρόψυχους από κάθε πλευρά, όχι μόνο καλλιτεχνικά. Νιώθω ότι, αργά και πολύ μαλακά, χωρίς καν να το καταλαβαίνουμε, γλιστράμε στο βόλεμα, στη χειρότερη μορφή αδράνειας. Τώρα περισσότερο από ποτέ πρέπει να είμαστε σε εγρήγορση. Αλλιώς θα τελειώσει αυτή η ωραία τελετή. Δεν θέλω να ανήκω σ’ αυτούς που έχουν πεθάνει και δεν το ξέρουν.
Σαν σκηνοθέτης ανατρέχετε συχνά στο ιστορικό ρεπερτόριο της Στοάς. Επιμένετε να ανεβάζετε έργα που υπήρξαν σταθμός στην ιστορία-υστεροφημία του θιάσου. Γιατί;
Όταν το κάνω αυτό, είναι επειδή υπάρχει μεγάλη ένδεια ρεπερτορίου. Στην τωρινή όμως περίπτωση του Τραγουδιού, με διαλέξανε, δεν διάλεξα. Απλώς ενέδωσα αμέσως επειδή αυτά τα θέματα με ερεθίζουν ιδιαίτερα και επειδή σε τέτοια θέατρα υπάρχουν οι δυνατότητες να υλοποιήσεις καλύτερα το ανέβασμα τόσο απαιτητικών παραστάσεων.
Το τραγούδι του νεκρού αδερφού έχει τη δυναμική ενός συμβολικού έργου. Με λίγες λέξεις, ποια είναι τα μηνύματά του που ακέραια φθάνουν στο κοινό;
Είναι καθαρό αυτό που ζητάει ο συγγραφέας: Ενωθείτε βράχια-βράχια, ενωθείτε χέρια-χέρια. Όσοι έζησαν έναν Εμφύλιο δεν θα τον ξεχάσουν ποτέ, σε κάθε γωνιά της γης. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη κατάρα για τους λαούς.
Το έργο, εκτός των άλλων, μιλάει κυρίως και για την ανάγκη συλλογικής μνήμης. Στην Ελλάδα των μνημονίων τι δεν πρέπει να ξεχνάμε ως λαός; Αλλά και σε τι νέο πρέπει να επενδύσουμε;
Είναι απόλυτη ανάγκη, αυτήν ειδικά την εποχή, να κρατάμε ζωντανές τις μνήμες μας. Όχι μόνο για τα πρόσφατα γεγονότα της Ιστορίας μας, αλλά ακόμα, και ιδιαίτερα, για τα χτεσινά και τα σημερινά. Είναι ανάγκη να μην ξεχάσουμε, με την ευκολία που συνηθίζουμε εμείς οι Έλληνες να ξεχνάμε, πώς φτάσαμε σήμερα σ’ αυτή την οδυνηρή κατάσταση. Είναι ανάγκη να θυμόμαστε με λεπτομέρειες, με ονόματα, με φράσεις και συγκεκριμένα γεγονότα, τουλάχιστον τα τελευταία δέκα χρόνια. Δεν ζητάει κανείς πολλά. Τι φαγητό έφαγες χτες. Αν δεν θυμάσαι τουλάχιστον αυτό, τι να περιμένεις από ιστορική μνήμη; Οι πρώτες παραστάσεις του Τραγουδιού δημιούργησαν μια συγκίνηση για τους μεγάλους και ένα ιστορικό ενδιαφέρον για τους νέους, οι οποίοι δεν είχαν ιδέα για την εποχή. Κατά την διάρκεια των δοκιμών μιλούσα στους νεώτερους ηθοποιούς για τα ιστορικά γεγονότα και περιέγραφα την εποχή, αλλά λίγοι γνώριζαν και ακόμη λιγότεροι είχαν διαβάσει. Κάποιοι θεατές μού είπαν ότι διδάχτηκαν Ιστορία. Μακάρι. Μακάρι να ανοίξουν τα βιβλία και να διδαχτούν.
Τι μπορεί να γονατίσει έναν λαό; Οι κίνδυνοι είναι έξω ή μέσα στο σπίτι μας;
Ο κίνδυνος είναι ένας και μοναδικός. Η επώαση της εμφυλιοπολεμικής μας κατάστασης. Δεν θέλουμε να το λέμε, αλλά τα στρατόπεδα απομακρύνονται επικίνδυνα μεταξύ τους -κάνει ό,τι μπορεί γι’ αυτό η αντίδραση και βοηθάει απίστευτα η άγνοια. Με ρωτάτε αν είναι μέσα στο σπίτι μας. Πιο μέσα δεν γίνεται. Πριν από καιρό έμαθα ότι ένα αντρόγυνο χώρισε επειδή δεν μπόρεσε να γεφυρώσει το κομματικό του χάσμα! Εκείνος ήταν ΚΚΕ κι εκείνη ΣΥΡΙΖΑ! Απίστευτο; Κι όμως χώρισαν, με δύο δωδεκάχρονα παιδιά. Θέλετε και το χειρότερο; Τα παιδιά τα έχει πλησιάσει τώρα η Χρυσή Αυγή!
Εσάς ως καλλιτέχνη-πνευματικό άνθρωπο τι μπορεί να σας γονατίσει;
Ελπίζω ότι μπορώ και αντιστέκομαι ως καλλιτέχνης όλα αυτά τα χρόνια στη φθορά που επιφέρει, στο λαό μας, στο κοινό, αυτή η τακτική του «ένα βήμα μπροστά και δύο πίσω». Αλλά με έχει κουράσει η ημιμάθεια που έγινε προτέρημα, η μαγκιά που θεωρείται εξυπνάδα και η οποιαδήποτε διαπλοκή που είναι απαραίτητη για την προσέγγιση. Το άτομο είναι συστηματικά παραπληροφορημένο. Τα μέσα που διαθέτουν οι εξουσίες λειτουργούν με στόχο την αποβλάκωσή του πολίτη και τη μετατροπή του σε άβουλο χειροκροτητή. Δεν ανατριχιάζετε στο άκουσμα του συνθήματος «Γιώργο δυνατά, να φύγει η Δεξιά»; Δεν σκέφτεστε κι εσείς ότι μόνο ηλίθια μυαλά, πληρωμένοι οπαδοί ή άνθρωποι από άλλον πλανήτη μπορούν να το κραυγάσουν; Δεν αγωνιάτε με τη στάση της αντιπολίτευσης που θεωρεί ότι δουλειά της είναι να φέρνει αντίρρηση σε όλα για να δικαιολογήσει την ύπαρξή της; Δεν αντιλαμβάνεστε κι εσείς ότι ο πολιτισμός και ό,τι έχει σχέση μ’ αυτόν τείνει να γίνει μια ανάμνηση των παλιών καλών χρόνων; Δεν φοβόσαστε ότι η βία στο σχολείο, το bullying, θα εξελιχτεί σε αιματοχυσία; Είναι ζήτημα χρόνου, έχει γίνει ήδη σε άλλες χώρες. Εκφράζει εσωτερική ανάγκη, δεν είναι παιχνίδι. Είναι κανόνας ζωής, δεν είναι το διάλειμμα. Και το χειρότερο ότι αποκρύπτεται για να μην κηλιδωθούν σχολεία και δάσκαλοι; Τέλος, δεν προβληματίζεστε με την αντισυριζέικη θέση του ΚΚΕ που αγγίζει τα όρια της μανίας; Ποιος τολμάει να πει ότι είμαστε όλοι αριστεροί, βρε αδελφέ; Να, το αντρόγυνο που ανάφερα πριν, χώρισε. Κάθε μέρα απομακρύνεται όλο και περισσότερο η περίπτωση να καθίσουμε στο ίδιο τραπέζι. Αυτά όλα με γονατίζουν και σ’ αυτά αντιστέκομαι.
Νιώθετε πως διανύουμε τα χρόνια του «ανεπίσημου εθνικού μας διχασμού»; Τι σχέση έχει η Ελλάδα του 2015 με την Ελλάδα του Εμφυλίου που περιγράφει το έργο του μεγάλου μουσικοσυνθέτη;
Απαγορεύεται προς το παρόν η οπλοφορία. Αν επιτρεπόταν θα βλέπαμε το μέγεθος του «ανεπίσημου» διχασμού μας. Και τότε θα διαπιστώναμε ότι τίποτα δεν άλλαξε από τα χρόνια του εμφύλιου σπαραγμού. Ακούγεται υπερβολικό; Δείτε πώς περιγράφεται και θεωρείται ένας οπαδός της σημερινής κυβέρνησης! Είναι εχθρός της ευημερίας, οδηγεί την πατρίδα στον όλεθρο, κάθε μέρα μας φέρνει πιο κοντά στο τέλος μας. Πόσο θέλει για να πατήσεις τη σκανδάλη όταν έχεις πωρωθεί από τον φανατισμό;
Τι είναι ο Μίκης Θεοδωράκης για τον Ελληνισμό;
Το γράφω και στο πρόγραμμα του θεάτρου: Θεωρώ τιμή μου που έζησα την ίδια εποχή με τον Μίκη. Μόνο μεμψίμοιροι δεν μπορούν να δουν το μέγεθός του. Υπάρχουν αντιρρήσεις και αντίλογοι. Ας κάνουμε την αυτοκριτική μας όλοι εμείς οι αλάνθαστοι. Εγώ τον τραγούδησα και τον τραγουδάω, μεγάλωσα με τις μελωδίες του και ένιωσα σπάνια αισθήματα ανάτασης μέσα μου. Και μόνο γι’ αυτό, τον ευχαριστώ.