«Προδότες» όσοι επικρίνουν τον Ομπάμα
του Μύρωνα Ξυδάκη
Το 2016 έκλεισε με αρκετά θεαματικό τρόπο για τις ΗΠΑ, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά την εξωτερική τους πολιτική. Στις 29 Δεκεμβρίου το FBI και το Υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας (DHS) εξέδωσαν κοινό ανακοινωθέν στο οποίο υποτίθεται πως περιλαμβάνονται αδιάσειστα στοιχεία που αποδεικνύουν ότι η Ρωσία υπέκλεψε τους λογαριασμούς ηλεκτρονικής αλληλογραφίας προσωπικοτήτων και πολιτικών οργανισμών με σκοπό «να παρέμβει στην αμερικανική εκλογική διαδικασία». Ο Μπαράκ Ομπάμα την ίδια κιόλας μέρα ανακοίνωσε την απέλαση 35 Ρώσων διπλωματών, γιατρών κ.ά., ενώ ταυτόχρονα διέταξε το κλείσιμο δύο ρωσικών κτιριακών εγκαταστάσεων στη Νέα Υόρκη και το Μέριλαντ (οι οποίες υποτίθεται πως λειτουργούσαν σαν βάσεις για την εξαπόλυση των κυβερνοεπιθέσεων), καθώς και την επιβολή κυρώσεων στις ρωσικές υπηρεσίες πληροφοριών.
Την επόμενη μέρα 30 Δεκεμβρίου η Washington Post, σε μια καταφανή προσπάθεια να οξύνει το ήδη βεβαρημένο κλίμα, ισχυρίστηκε ότι σε μια μονάδα παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος στο Βερμόντ εντοπίστηκε το ίδιο λογισμικό με αυτό που χρησιμοποίησαν οι Ρώσοι για να υποκλέψουν δεδομένα από την Εθνική Επιτροπή των Δημοκρατικών. Βέβαια, η ιστορία κατέρρευσε σχεδόν αμέσως, και η εφημερίδα υποχρεώθηκε να εκδώσει διορθωτική ανακοίνωση. Παράλληλα, το ίδιο το πόρισμα του FBI και του Υπουργείου Εσωτερικής Ασφαλείας αμφισβητείται από πολλούς ειδικούς σε θέματα κυβερνο-ασφάλειας καθώς περιλαμβάνει, όπως επισημαίνουν, εικασίες και όχι αποδείξεις. Χαρακτηριστικό είναι και το γεγονός ότι βασίστηκε σχεδόν εξ ολοκλήρου στις πληροφορίες που συνέλεξε η Crowdstrike, μια ιδιωτική εταιρία της οποίας συνιδρυτής είναι ο Δ. Αλπέροβιτς, στέλεχος του Ατλαντικού Συμβουλίου. Το εν λόγω Ατλαντικό Συμβούλιο, στο οποίο έχουμε αναφερθεί και κατά το παρελθόν [βλ. φύλλο 338: Καλωσορίσατε στην πρωτεύουσα της προπαγάνδας!], χρηματοδοτείται από το Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ, και είναι τα τελευταία χρόνια στην εμπροσθοφυλακή της προπαγάνδας ψυχροπολεμικού τύπου σε βάρος της Ρωσίας.
Ωστόσο, παρά τις επικρίσεις και τις αποκαλύψεις, το πολιτικό και μιντιακό κατεστημένο των ΗΠΑ δεν πτοείται και συνεχίζει να καλλιεργεί με το δημόσιο του λόγο ένα περιβάλλον ασφυκτικό απέναντι σε όποιον τολμήσει να εκφράσει τις αμφιβολίες του για τις ενέργειες της αμερικανικής κυβέρνησης. Το σχήμα είναι απλό: «Ή είσαι με τον Ομπάμα και τις αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες, ή είσαι προδότης και πράκτορας των Ρώσων»…
Ήπια η αντίδραση του Πούτιν
Είναι προφανές πως όλη αυτή τη ρωσο-υστερία που καλλιεργείται το τελευταίο διάστημα στις ΗΠΑ δεν είναι άσχετη από τη δηλωμένη πρόθεση του Τραμπ να προχωρήσει σε εξομάλυνση των σχέσεων με τη Ρωσία μόλις αναλάβει την προεδρία στις 20 Ιανουαρίου. Αυτό που επιδιώκεται επί της ουσίας, όπως σημειώνει άλλωστε και ο Ρ. Χάντερ, πρώην πρέσβης των ΗΠΑ στο NATO, είναι να δημιουργηθούν τετελεσμένα που να δεσμεύουν τον Τραμπ στη συνέχιση της ίδιας επιθετικής πολιτικής που ακολουθείται έως σήμερα έναντι της Ρωσίας. Τα τετελεσμένα αυτά θα μπορούσαν να πάρουν είτε τη μορφή μιας αμετάκλητης ή έστω δύσκολα αναστρέψιμης ρήξης μεταξύ των δύο χωρών, είτε τη διαμόρφωση μιας κοινής γνώμης στην αμερικανική κοινωνία που να καθιστά δυσβάσταχτο το πολιτικό κόστος μιας προσέγγισης με τον μεγάλο εχθρό Πούτιν.
Ενδεικτικό αυτού του κλίματος είναι και το γεγονός ότι η προσπάθεια του Τραμπ να υποβαθμίσει τη σημασία του πορίσματος FBI/DHS, καθώς και οι δηλώσεις στελεχών του επιτελείου του ότι οι ενέργειες Ομπάμα ήταν υπερβολικές και ασύμμετρες, αντιμετωπίστηκαν από το σύνολο σχεδόν του μιντιακού και πολιτικού κατεστημένου των ΗΠΑ ως πράξη προδοσίας. Ούτε στο ίδιο του το κόμμα δεν βρήκε υποστήριξη ο Τραμπ, καθώς όλα τα σημαίνοντα στελέχη των Ρεπουμπλικάνων όχι μόνο τάχθηκαν υπέρ των μέτρων Ομπάμα αλλά του άσκησαν και κριτική ότι είναι πολύ ήπια ή/και ότι έπρεπε να είχαν επιβληθεί πολύ νωρίτερα! Από την άλλη ο Πούτιν, αντιλαμβανόμενος την παγίδα που πάει να στηθεί, προτίμησε να κρατήσει μια πολύ πιο ήπια στάση από τον Αμερικανό ομόλογό του. Δεν προχώρησε σε αντίποινα, παρά τις προτάσεις του Ρώσου υπουργού Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ, και δήλωσε πως θα συζητήσει το ζήτημα με τον νέο πρόεδρο των ΗΠΑ μόλις αυτός αναλάβει τα καθήκοντά του.
Είναι σαφές πως το μπλοκ της παγκοσμιοποίησης προσπαθεί με νύχια και με δόντια να διασφαλίσει ότι τίποτα δεν θα διαταράξει την υπάρχουσα κατάσταση πραγμάτων και το συσχετισμό δύναμης στη διεθνή σκηνή. Το αν θα το καταφέρει ή αν απλά πρόκειται για τον «επιθανάτιο ρόγχο πολιτικών πτωμάτων», όπως χαρακτηριστικά δήλωσε ο Κ. Καζάτσεφ, πρόεδρος της επιτροπής διεθνών σχέσεων της Άνω Βουλής της Ρωσίας, θα φανεί τους επόμενους μήνες.