Του Γιώργου Τσίπρα.

Με αφορμή το νέο αμερικανικό τυχοδιωκτισμό στην Κορέα.

Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος στο ευρωπαϊκό θέατρο ξεκίνησε γιατί μια μεγάλη δύναμη επιχείρησε να εναρμονίσει τη γεωπολιτική της ισχύ, τσεκουρωμένη από την ήττα σε προηγούμενο πόλεμο, με την πολύ μεγαλύτερη οικονομική και στρατιωτική ισχύ που είχε ανακτήσει. Με τα σημερινά δεδομένα, ο Τρίτος Παγκόσμιος θα ξεκινήσει γιατί η μόνη υπερδύναμη του πλανήτη χρησιμοποιεί δίχως φραγμούς την αδιαμφισβήτητη στρατιωτική της υπεροπλία για να προστατέψει τη φθίνουσα οικονομική και γεωπολιτική της ηγεμονία.
Ανεξάρτητα από το ποιον και τη γνώμη που έχει κανείς για το καθεστώς της Πιονγκγιάνγκ, η πολιτική της να μην αφήνει αναπάντητες τις προκλήσεις των… καθεστώτων της Σεούλ και της Ουάσινγκτον είναι η πολιτική ενός κράτους που, απλώς, σέβεται τον εαυτό του. Μπορεί να παρουσιάζονται για αυτό το λόγο από τα διεθνή ΜΜΕ ως ψυχοπαθείς αλλά ανοησία θα ήταν η υποχωρητικότητα απέναντι σε μια υπερδύναμη που κυνικά εκμεταλλεύεται και την παραμικρή κίνηση καλής θέλησης του αντιπάλου μόνο και μόνο για να κερδίσει έδαφος. Εξίσου παραμορφωτική είναι και η εικόνα των διεθνών ΜΜΕ για τον εξοπλισμό της Πιονγκγιάνγκ με πυρηνικά. Το μέχρι πού έχουν σκοπό οι ΗΠΑ να σπρώξουν την κλιμακούμενη ένταση στην κορεατική χερσόνησο είναι άγνωστο. Όμως, είναι φανερό ότι το παιχνίδι με τη φωτιά είναι σκόπιμο. Η αντίδραση της Β. Κορέας ήταν αναμενόμενη. Θέλουν απλώς να στείλουν ένα μήνυμα στην Πιονγκγιάνγκ; Να δοκιμάσουν     διάφορα «αντανακλαστικά» στην περιοχή; Επιδιώκουν μια περιορισμένη πολεμική εμπλοκή (που πιστεύουν ότι μπορούν να ελέγξουν); Επιδιώκουν να εμπλακούν και οι ίδιες στρατιωτικά;
Πριν από δυο χρόνια επιχείρησαν κάτι αντίστοιχο στη Γεωργία. Η εκεί σύρραξη με τη Ρωσία ακολούθησε, επίσης, κοινές ασκήσεις ΗΠΑ-Γεωργίας, ενώ όταν οι ρωσικές δυνάμεις εισέβαλαν στη δεύτερη υπήρχαν ακόμη Αμερικανοί πεζοναύτες στο έδαφος της Γεωργίας, καθώς και αμερικανικός στόλος στα ανοιχτά της χώρας στη Μαύρη Θάλασσα. Οι 1.000 Γεωργιανοί στρατιώτες των ειδικών δυνάμεων που υπηρετούσαν το μεγάλο αφεντικό στο Ιράκ, αερομεταφέρθηκαν εσπευσμένα. Πόσο απείχαν όλα αυτά από ένα μικρό έστω απευθείας θερμό επεισόδιο ΗΠΑ-Ρωσίας;
Στο Πακιστάν οι ΗΠΑ έχουν προχωρήσει ήδη σε μια μεσαίας έντασης «μεθοριακή» εισβολή, αντιμετωπίζοντας τις δυτικές περιοχές της χώρας περίπου ως πεδίο ασκήσεων, ενώ επίδικο για τις ΗΠΑ είναι και ο έλεγχος των πυρηνικών του Πακιστάν. Δίπλα στις δολοφονικά τηλεκατευθυνόμενα αεροπλάνα για τα οποία υπάρχουν άτυπες μυστικές συμφωνίες με το Καράτσι και για τα οποία η Ουάσιγκτον επισήμως δεν γνωρίζει τίποτα (!), έχουν προστεθεί τακτικές παραβιάσεις από επιθετικά ελικόπτερα και μονάδες πεζικού με το έτσι θέλω και με εκατοντάδες θύματα, προκαλώντας την οργισμένη αντίδραση όχι μόνο του πακιστανικού λαού αλλά και τοπικών αξιωματούχων και μέρους του στρατού και του βαθιού κράτους.
Κάθε φορά που οι αμερικανοί εισβάλλουν από το Αφγανιστάν στο Πακιστάν επικαλούνται το δικαίωμα της αυτοάμυνας ή της «εν θερμώ καταδίωξης». Να πώς αντιμετωπίζει ένας ειδικός της (αμερικανικής βεβαίως) εθνικής ασφάλειας τους πονοκεφάλους του ΝΑΤΟ: «Τι πρέπει να κάνουν οι διοικητές αν λάβουν πληροφορίες για κινήσεις των Ταλιμπάν μερικά μίλια μακριά; Περιμένουν να δεχτούν επίθεση ή επιτίθενται πρώτοι; Για τους Αμερικανούς διοικητές αυτό δεν αποτελεί ζήτημα. Τα υπόλοιπα νατοϊκά στρατεύματα μπορούν να εμπλακούν σε επιχειρήσεις προενεργού αυτοάμυνας» (1). Δηλαδή, κάνουμε επίθεση αφού, έτσι κι αλλιώς, αν μας επιτεθούν θα βρεθούμε σε αυτοάμυνα… Λιγότερο σοφιστικέ ο επίσημος νομικός σύμβουλος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ κύριος Koh μας διαβεβαίωνε, τον περασμένο Μάρτη, ότι οι δολοφονικές μη επανδρωμένες πτήσεις ανά τον κόσμο που έχουν στοιχίσει εκατόμβες νεκρών (η πλειοψηφία άμαχοι) είναι «σύμφωνες με το έμφυτο δικαίωμα της αυτοάμυνας, στο πλαίσιο του Διεθνούς Δικαίου» (2).
Από τότε που οι Σοβιετικοί παραδόθηκαν και τυπικά στη Δύση, οι ΗΠΑ έχουν διεξάγει πολέμους μεγάλης έντασης στον Παναμά το 1989, στο Ιράκ το 1991, στη Γιουγκοσλαβία το 1999, στο Αφγανιστάν και ξανά στο Ιράκ από το 2001 και από το 2003 αντίστοιχα μέχρι σήμερα και «διέταξαν» το δεύτερο πόλεμο του Ισραήλ στο Λίβανο, το 2006. Όχι και άσχημα για ένα διάστημα 20 ετών, αν συγκριθεί με τους δύο «μόνο» αντίστοιχης έντασης πολέμους στην Κορέα και το Βιετνάμ σε ένα προηγούμενο διάστημα 45 ετών.

Οι φαγούρες
του αμερικανικού Πενταγώνου
Οι ΗΠΑ φαίνεται να επιδιώκουν στενότερες «επαφές» με Κίνα και Ρωσία (ιδιαίτερα τη δεύτερη) και αυξάνουν τις προκλήσεις. Οι τυχοδιωκτισμοί αυτού του είδους, όπως και ο τρέχων με τη Β. Κορέα, θα πολλαπλασιαστούν. Οι αντίπαλοι νιώθουν έτσι την ανάσα του θηρίου και οι ΗΠΑ τους δοκιμάζουν. Όσο τέτοια εγχειρήματα τελούν υπό έλεγχο και δεν γεννούν αναπάντεχα για τους εμπνευστές τους γεγονότα τότε ενεργούν σε όφελος του ισχυρότερου. Ένα ελεγχόμενο θερμό επεισόδιο ή περιορισμένος πόλεμος δεν βρίσκεται έξω από τη λογική αυτή.
Ωστόσο, υπάρχουν και δυο πυρηνικές «φαγούρες». Η μια αφορά τα στρατηγικά πυρηνικά. Για πρώτη φορά διαγράφεται στο ορίζοντα, έστω και αμυδρά, η πιθανότητα να αποκτήσει η μια από τις δυο πυρηνικές υπερδυνάμεις, και συγκεκριμένα οι ΗΠΑ, το απόλυτο πλεονέκτημα, δηλαδή τη δυνατότητα μιας αιφνιδιαστικής πυρηνικής επίθεσης να εκμηδενίσει την πυρηνική ισχύ του αντιπάλου με «ελεγχόμενο» κόστος για την επιτιθέμενη πλευρά (ας πούμε μερικές «μόνο» πόλεις στο χειρότερο σενάριο). Παρά τα όσα υποβάλλονται περί του αντιθέτου ο στόχος αυτός δεν είναι δευτερεύων για τις ΗΠΑ, απ’ όπου και η μεγάλη πρεμούρα για την αντιπυραυλική ασπίδα.
Η δεύτερη αφορά τα λεγόμενα μικρά πυρηνικά ή τα σενάρια ενός μίνι πυρηνικού πολέμου. Η με νόημα εμετική δήλωση της Χίλαρι Κλίντον το 2007 πως απέναντι στο Ιράν «όλες οι επιλογές πρέπει είναι ανοικτές» εκφράζει αυτή την προσέγγιση. Για παράδειγμα, η ενδεχόμενη χρήση μικρών «διατρητικών» πυρηνικών στο Ιράν, λιγότερο δεν θα στόχευε μόνο το Ιράν αλλά θα έστελνε ακριβώς το μήνυμα και σε όλους τους ενδιαφερόμενους: για τις ΗΠΑ όλες οι επιλογές είναι ανοικτές…
Επιπλέον, μια πρώτη χρήση πυρηνικών μετά το 1945, ακόμη κι αν γίνει από τρίτες δυνάμεις, δημιουργεί ένα προηγούμενο, ώστε να βγουν τα όπλα αυτά από τη ναφθαλίνη των συνθηκών του ψυχρού πολέμου, να πάψουν αντιμετωπίζονται με «παλιομοδίτικες» αντιλήψεις και να βρουν τη θέση τους ανάμεσα στις επιλογές της υπερδύναμης, όπως θα έλεγε και η Χίλαρι. Προς το παρόν αναζητούν μια κατάλληλη, «ξεχωριστή» ευκαιρία.
Θα ζήσουμε στα επόμενα δέκα-είκοσι χρόνια ένα μεγάλο πόλεμο; Ένα πόλεμο που θα αντιπαραθέτει δύο τουλάχιστον από τις μεγάλες δυνάμεις, πόλεμο συμβατικό, ολίγον πυρηνικό ή πολύ πυρηνικό; Χωρίς οι στρατιωτικοί ανταγωνισμοί να αποτελούν την πρωταρχική αιτία, συσσωρεύονται και εδώ οι όροι για κάτι τέτοιο.

(1) Max Boot, Jeane J. Kirkpatrick,
Weekly Standard 03/07/2006.
(2) Inside Justice.com

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!