Η επικίνδυνη κλιμάκωση των γεωπολιτικών ανταγωνισμών και η «πολυδιάστατη» εξωτερική πολιτική του «ναι σε όλα»
του Ρούντι Ρινάλντι
Όσο κι αν φαίνεται παράξενο, υπάρχει κάτι σαν κενό στρατηγικής των βασικών δυνάμεων, ενώ παράλληλα «τρέχουν» διάφοροι σχεδιασμοί σε περιοχές και στήνονται πολλαπλά ταμπλό συμμαχιών, ανακατατάξεων και διαφοροποιήσεων. Αυτό οδηγεί στο συμπέρασμα ότι δεν μπορεί εύκολα να διακρίνει κανείς ποια είναι η στρατηγική κάθε δύναμης στα διάφορα γεωπολιτικά επίκεντρα.
Μπορεί κανείς -για παράδειγμα- να «διαβάσει» με ευκρίνεια την στρατηγική και τις προτεραιότητες των ΗΠΑ σε Ευρώπη, Μέση Ανατολή, Ν.Α. Ασία; Ακόμα πιο εμφαντικά υπάρχουν αναζητήσεις και διαφορετικές «προτάσεις» στα κέντρα αποφάσεων των ΗΠΑ. Το ίδιο μπορεί κανείς να διαπιστώσει, πώς στην Ευρώπη η γερμανική στρατηγική για την νέα φάση που διανύουμε, μάλλον επωάζεται και δεν έχει ακόμα κατασταλάξει. Έτσι για τους δύο βασικούς πόλους της Δύσης (ΗΠΑ και Ευρώπη-Γερμανία) παρόλο που είναι υποχρεωμένοι να πάρουν μέτρα για να αντικρούσουν την σχετική και μεγάλη υποχώρησή τους και να εμποδίσουν την ανάδειξη κέντρων όπως Ρωσία και Κίνα, φαίνεται ότι έχουν αποκλίνοντα σχέδια και πολλές αντιπαραθέσεις μεταξύ τους.
Και τούτο, σε μια στιγμή που, όπως σημειώνεται, οι big three (ΗΠΑ, Ρωσία, Κίνα) έχουν περάσει σε μεγαλύτερη ταχύτητα. Οι ΗΠΑ για να προσπαθήσουν να επιβραδύνουν την παρακμή τους, η Ρωσία και η Κίνα για να την επιταχύνουν. Στην Ουάσιγκτον ακόμα και η πιθανότητα ενός Γ’ Παγκόσμιου Πολέμου κατά της Ρωσίας ή της Κίνας δεν αντιμετωπίζεται ως ταμπού, αλλά υπάρχει ως σενάριο…
Συρία και στο… βάθος Ρωσία
Η Ρωσία, έχοντας προχωρήσει σε μια εσωτερική ανασυγκρότηση, είναι υποχρεωμένη να αντιδράσει με αποφασιστικότητα και με όλους τους τρόπους στην επιχείρηση περικύκλωσής της και διαβάθμισής της σε μια περιφερειακή δύναμη περιορισμένης ισχύος. Ο πόλεμος στη Συρία που κινδυνεύει να αποτελέσει θρυαλλίδα παγκόσμιας ανάφλεξης ανάμεσα σε βασικές δυνάμεις που εμπλέκονται, καθώς και η σύμπηξη μιας συμμαχίας της Ρωσίας με τον σιίτικο παράγοντα στην ευρύτερη περιοχή (Ιράν, Ιράκ, Συρία, Λίβανος, Υεμένη) αποτελούν, αντικειμενικά, μια σε εξέλιξη κλιμάκωση με απρόοπτες συνέπειες. Η Τουρκία διά του σουλτάνου Ερντογάν δηλώνει πως κατανοεί την κατάρριψη του ρωσικού επιβατικού αεροπλάνου, δείχνοντας πως η αντιπαλότητα Τουρκίας-Ρωσίας θα είναι μόνιμο στοιχείο -υπέρτερο της όποιας συνεργασίας- και πως ο νεο-οθωμανισμός θα πολιτευτεί και ως ανεξάρτητος παράγοντας και ως προγεφύρωμα του ΝΑΤΟ, αλλά και ως δύναμη του σουνιτικού τόξου στην κρίσιμη περιοχή.
Παράλληλα, το μαλακό υπογάστριο της Ευρώπης, η Βαλκανική Χερσόνησος, πιθανόν να είναι, μετά την Ουκρανία, ένα νέο μέτωπο αντιπαράθεσης ΗΠΑ-Ε.Ε. και Ρωσίας. Η τελευταία θα προσπαθήσει να εκμεταλλευτεί κάθε δυνατότητα επιρροής και συνεργασίας με βαλκανικές χώρες και να εμποδίσει την πλήρη «δυτικοποίησή» τους ή να ανεχτεί μεγαλύτερη και σταθερότερη παρουσία της Τουρκίας που θα παίξει το χαρτί της προστασίας μειονοτήτων και μουσουλμανικών πληθυσμών στην περιοχή.
Στο πλαίσιο αυτό, ακόμη και οι προσφυγικές ροές αποτελούν γεωπολιτικό χαρτί και μοχλό εξελίξεων. Η Τουρκία δεν «εξάγει» μετανάστες (παλιότερα) και τώρα πρόσφυγες, έτσι χωρίς λόγο και γιατί δεν μπορεί να κάνει αλλιώς. Το να «γκριζάρει» το Ανατολικό Αιγαίο και ιδιαίτερα ορισμένα νησιά μπορεί να διευκολύνει τη «συγκυριαρχία» και την προώθηση λύσεων-εκτρωμάτων στο Κυπριακό. Το να κατευθυνθούν οι ροές των προσφύγων προς τη Θράκη και τη Μακεδονία, σε μια στιγμή που θα κλείσουν οι πύλες προς Ευρώπη και Δυτικά Βαλκάνια, μπορεί κάλλιστα να δημιουργήσουν συνθήκες αλλοίωσης εθνολογικών δεδομένων και συσχετισμών σε ευαίσθητες περιοχές.
Ακόμα και για την Ε.Ε. το Προσφυγικό μπορεί να αποτελέσει έναν πονοκέφαλο αν Τουρκία με το γενικό «οκέι» των ΗΠΑ αρχίζει να σπρώχνει τα προσφυγικά ρεύματα προς την Ευρώπη. Από ό,τι φάνηκε, η Ε.Ε. ήταν εντελώς ανέτοιμη να αντιμετωπίσει και κληρονόμησε πολλά προβλήματα σε πολιτικό επίπεδο. Λίγο το Προσφυγικό, λίγο το σκάνδαλο με την VW και τις υποκλοπές, λίγο το Ουκρανικό, λίγο οι διαφωνίες ΔΝΤ με τα όργανα της Ε.Ε., όλα αυτά εξασθενούν ή προσπαθούν να αναχαιτίσουν τη γερμανική επιρροή στην Ε.Ε.
Η «νησίδα» Ελλάς
Μέσα σε αυτό το κομφούζιο και τα διασταυρούμενα πυρά έχουμε και την «νησίδα» Ελλάδα και των κυβερνήσεων που νομίζουν ότι κυβερνούν και διαφημίζουν μιαν δήθεν πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική. Το τραγικό στην περίπτωσή μας είναι ότι λέμε σε όλους «ναι» (εκτός από του Ρώσους) και δεν έχουμε καθόλου οποιαδήποτε στρατηγική στόχευση για μια νέα θέση ή μια ορισμένη στάση που να κατοχυρώνει την υπόσταση της χώρας.
Τα αλλεπάλληλα «ναι» όλων των κυβερνήσεων προς τους συνασπισμένους Δυτικούς δανειστές και τους οργανισμούς τους (Ε.Ε.-ΕΚΤ-ΔΝΤ-ΝΑΤΟ) μετατρέπουν τη χώρα σε προτεκτοράτο, ξεχαρβαλώνουν την οικονομία και το κρατικό διοικητικό μηχανισμό, διαλύουν την κοινωνία, βουλιάζουν τη χώρα. Με τεράστια ταχύτητα η «αριστερή» κυβέρνηση έκλεισε την πόρτα σε Ρώσους και Ιρανούς, τηρώντας τις δεσμεύσεις προς τις «συμμαχίες» της που διαλύουν τη χώρα, λέει «ναι» στο σχέδιο μετατροπής της χώρας σε χώρο αποθήκευσης προσφύγων, «παίζει» το φιλοαμερικανικό χαρτί στις νέες διαφοροποιήσεις στην Ε.Ε., χωρίς να μπορεί να πει «όχι» στη Γερμανία, κάνει πως δεν καταλαβαίνει τι στήνεται στο Κυπριακό (μόλις προχθές η νέα πρέσβειρα των ΗΠΑ στην Κύπρο δεξιώθηκε την ηγεσία των τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων στα κατεχόμενα), ψηφίζουμε την παράταση των κυρώσεων ενάντια στην Ρωσία και τώρα παρακολουθούμε τις ουρές που έχει η… Πανουσιάδα με όλες τις υπηρεσίες να έχουν κάνει πάρτι και να στέλνονται διάφορα μηνύματα προς πολλές κατευθύνσεις.
Λείπει, τελείως, η συναίσθηση πως, ως σταυροδρόμι η χώρα μας, συναντιέται με τα γεωπολιτικά τόξα ισχυρών δυνάμεων, γίνεται πεδίο δοκιμασίας αντοχών και πειραματισμών, και κανείς-μα κανείς δεν νοιάζεται για την υπόστασή της. Ο πολιτικός κόσμος, το πολιτικό σύστημα είναι εντελώς ανίκανοι να συγκροτήσουν μια απάντηση στις απειλές που ζώνουν τη χώρα. Οι χώροι εξουσίας, τα κέντρα που παίρνουν ή υποτίθεται πως παίρνουν αποφάσεις αποπνέουν δυσοσμία αποσύνθεσης και επιπολαιότητας: μια κυβέρνηση ανίκανη και πολλαπλά «διαφανής», δηλαδή άδεια από στόχους και έρμα, μια αντιπολίτευση σαν γκαραγκιόζ-μπερντέ με τους 4 υποψηφίους, έναν κρατικό μηχανισμό υπό διάλυση και μια αμυντική ικανότητα συρρικνωμένη στο ελάχιστο και κυρίως μια κοινωνία υπό διάλυση και κουρασμένη.
Κι αν αρχίσουν να «κελαηδούν» οι διαρροές, οι κασέτες, τα βίντεο, τότε θα αυξηθεί στο έπακρο η «αμυντική ισχύς» του πολιτικού συστήματος -πάντα σε βάρος της χώρας και του λαού. Ο εσωτερικός διαμελισμός μπορεί να προηγηθεί του εθνικού αλλά και αυτή η χρονική σειρά μπορεί να αλλάξει.
Σε ένα χαώδη και ταραγμένοι κόσμο, σε μια νευραλγική περιοχή όπως η δική μας και σε μια χώρα σαν την Ελλάδα, δεν επιτρέπεται ο χαζοχαρουμενισμός, η ψευτιά, το (υπο)τίποτα που κυριαρχεί. Μερικοί που βλέπουν μόνο τα μνημόνια, ίσως καταλάβουν πως μακάρι να ήταν μόνο σε αυτά οι απειλές… Είναι τεράστια η καθυστέρηση όσο δεν βλέπει κανείς την συνολική εικόνα, ολόκληρο το θηρίο της απειλής μιας κοινωνικής και εθνικής καταστροφής.
Τι χρειάζεται λοιπόν;
Υπάρχουν δυνάμεις που μπορούν να αντιμετωπίσουν αυτές τις απειλές και κινδύνους; Η απάντηση δεν είναι απλή και εύκολη. Και υπάρχουν και δεν υπάρχουν. Δεν υπάρχουν αν εγκλωβιστούμε να τις αναζητήσουμε στο υπάρχον πολιτικό σύστημα. Υπάρχουν, αν δούμε την πρόσφατη Ιστορία και την συναίσθηση των απειλών σε πλατύ κόσμο αλλά και σε ανθρώπους που πονάνε τον τόπο και ξέρουν πολλά. Μόνο που αυτό το δυναμικό είναι διάχυτο, σκόρπιο.
Αυτές οι δυνάμεις πρέπει και οφείλουν να συσπειρωθούν. Δεν πρόκειται ως διαδικασία για δημιουργία ενός φορέα, ενός κόμματος κ.λπ. Πρόκειται πρωτίστως για τον προσδιορισμό κεντρικού στόχου και περιεχομένων και η μορφή να υποταχθεί στις ανάγκες του αγώνα για την εκπλήρωση των στόχων και των περιεχομένων. Η μορφή «κίνηση», «κίνημα», «πολιτικό κίνημα» είναι πιο κοντινή στην ανάγκη επίτευξης στόχων, όπως η μη διάλυση της χώρας, η πολιτική οικονομική και κοινωνική διέξοδος της χώρας.
Δεν αναζητούνται μεσσίες, δεν κάνουμε συστημική αντιπολίτευση, θέτουμε τις βάσεις ενός πολιτικού κινήματος διεξόδου με κεντρικούς άξονες, την πραγματική δημοκρατία -την ενδογενή παραγωγική ανασυγκρότηση- την ανεξαρτησία και υπόσταση της χώρας -την κοινωνική συνοχή και δικαιοσύνη- την επαναηθικοποίηση της πολιτικής.
Πρώτο, αλλά ουσιαστικό βήμα, είναι να συσπειρωθούν οι δυνάμεις που συνειδητοποιούν αυτήν την ανάγκη και θέλουν να δοκιμάσουν μια τέτοια επιλογή.