Μια κοινωνία που δεν προλαβαίνει να πάρει ανάσες, που ζει καταθλιπτικά εδώ και χρόνια αλλά δεν το αντιλαμβάνεται, δεν το συνειδητοποιεί και ούτε καν μπορεί να το αποτρέψει. Κι έρχεται εκείνη η μέρα που σκεπάζει τα πάντα ένα μαύρο σεντόνι που η ύφανσή του είναι τόσο πυκνή που ούτε η πιο ισχυρή ηλιαχτίδα δεν μπορεί να το διαπεράσει.
Κάθεσαι μπροστά στην τηλεόραση, βλέπεις, ακούς και θέλεις να βρίσεις, να τα πεις χύμα, αλλά εμφανίζεται απ’ αριστερά ο Κανάκης και σου παίρνει τη βρισιά μέσα από το στόμα. Ψάχνεις να βρεις το δίκιο σου, οργίζεσαι και αναρωτιέσαι πού πήγαν χαμένα χρόνια, χρήματα… μιλάς δυνατά αρχίζεις να ουρλιάζεις, αλλά το δικό σου ουρλιαχτό το καλύπτει ο Καμπουράκης που φωνάζει πιο δυνατά και λέει όσα εσύ σκέφτεσαι τόση ώρα. Μιλάει για ανευθυνότητα, αμφισβητεί την εξουσία και απαιτεί δικαιοσύνη.
Εάν δει κανείς όλη την εικόνα, μπορεί εύκολα να αντιληφθεί πώς ακριβώς παίζεται το παιχνίδι και πώς έχει μοιραστεί: Επικρατούν δύο τάσεις στο επικοινωνιακό κομμάτι: Η πρώτη τάση είναι οι σάκοι του μποξ, αυτοί δηλαδή που δικαιολογούν τα αδικαιολόγητα που προσπαθούν να βγάλουν «λάδι» την κυβέρνηση, υποδυόμενοι συχνά τους κουτούς. Είναι αυτοί που μπαίνουν μπροστά δεχόμενοι το μένος όλου του κόσμου. Γιατί βρίζοντας τους σάκους, κάπως εκτονώνεσαι. Η δεύτερη τάση είναι αυτοί που μιλάνε ακριβώς σαν και σένα. Που λένε όσα θέλεις να πεις… «Γεια στο στόμα σου Αντώνη», «βρε Γιώργο, τι καλά που τα λες», «πες τα Δημήτρη, ναι όλοι τους καθάρματα είναι». Και πάλι είσαι ικανοποιημένος, γιατί κάποιος σε καταλαβαίνει…
Κι όταν περάσει ο καιρός και στεγνώσουν τα δάκρυά τους, θα επανέλθουν και οι δύο περιπτώσεις στις εργοστασιακές ρυθμίσεις τους, να είσαι σίγουρος. Γιατί μόνον έτσι τους χρειάζεται το σύστημα: Alert και ευέλικτους, ό,τι θέλουν οι πελάτες!