Πρέπει να το πάρουμε χαμπάρι. Ζούμε σε κοινωνίες τηλεκατευθυνόμενες. Με ανθρώπους που έχουν μάθει στα έτοιμα, τα προκάτ. Όλα να αγοράζονται. Όλα να γίνονται από άλλους. Πράγματα, ενέργειες και ιδέες.
Κάποτε παίζαμε όλοι ποδόσφαιρο στις πλατείες και τις αλάνες, με ελβιέλες και με τσαρούχια. Τώρα εκατομμύρια φίλαθλοι βλέπουν τα ματς στην τηλεόραση, λίγες χιλιάδες πάνε στο γήπεδο και ελάχιστοι κλωτσάνε μπάλα. Ακόμα και τα σεξουαλικά ένστικτα «ικανοποιούνται» όλο και περισσότερο στο σπίτι ή στο γραφείο με τσόντες. Από την πράξη στο μπανιστήρι.
Οι μανάδες μας μαγειρεύανε κάθε μέρα για να τρώμε το φαγητό ζεστό, όπως έβγαινε απ’ την κατσαρόλα. Τώρα, η πίτσα, το χάμπουργκερ και τα προμαγειρεμένα – ζεσταμένα στους φούρνους μικροκυμάτων πάνε σύννεφο. Ούτε μέχρι το περίπτερο για εφημερίδα, ούτε στο δισκάδικο για ένα δίσκο δεν πάει κανείς, αφού όλα κατεβαίνουν στον υπολογιστή. Και για όσους βγαίνουν ακόμα, η διασκέδαση έχει περιοριστεί το πολύ σε μία-δύο φορές το μήνα, το σαββατόβραδο. Τα ελληνικά και τουρκικά σίριαλ να ’ναι καλά. Εικονικές συγκινήσεις.
Και η αγωνία, ο θυμός, η αγανάχτηση για τα κτηνώδη μέτρα που κόβουν τις συντάξεις, τα δώρα και τους μισθούς κολλάνε στη λάσπη που ξεχύνεται από τα παράθυρα των ειδήσεων και τα τοκ-σόου. Άλλοι μιλάνε εξ ονόματος των συνταξιούχων, των μισθωτών και των εμπόρων. Η τύχη τους στα χέρια δημαγωγών, κλεφτών, απατεώνων, ανίκανων, μεσαζόντων, ξεπουλημένων, φερέφωνων.
Ο τηλεθεατής-πολίτης παρακολουθεί, παθητικά, τους επαγγελματίες της πολιτικής να αντιδικούν για λογαριασμό του και εκτονώνεται. Πολιτικός αυνανισμός. Και μετά, πάει για ύπνο με τα άγχη του σε προσωρινή καταστολή. Αντί να βγει στο δρόμο, να ουρλιάξει.
Οι μανάδες μας μαγειρεύανε κάθε μέρα για να τρώμε το φαγητό ζεστό, όπως έβγαινε απ’ την κατσαρόλα. Τώρα, η πίτσα, το χάμπουργκερ και τα προμαγειρεμένα – ζεσταμένα στους φούρνους μικροκυμάτων πάνε σύννεφο. Ούτε μέχρι το περίπτερο για εφημερίδα, ούτε στο δισκάδικο για ένα δίσκο δεν πάει κανείς, αφού όλα κατεβαίνουν στον υπολογιστή. Και για όσους βγαίνουν ακόμα, η διασκέδαση έχει περιοριστεί το πολύ σε μία-δύο φορές το μήνα, το σαββατόβραδο. Τα ελληνικά και τουρκικά σίριαλ να ’ναι καλά. Εικονικές συγκινήσεις.
Και η αγωνία, ο θυμός, η αγανάχτηση για τα κτηνώδη μέτρα που κόβουν τις συντάξεις, τα δώρα και τους μισθούς κολλάνε στη λάσπη που ξεχύνεται από τα παράθυρα των ειδήσεων και τα τοκ-σόου. Άλλοι μιλάνε εξ ονόματος των συνταξιούχων, των μισθωτών και των εμπόρων. Η τύχη τους στα χέρια δημαγωγών, κλεφτών, απατεώνων, ανίκανων, μεσαζόντων, ξεπουλημένων, φερέφωνων.
Ο τηλεθεατής-πολίτης παρακολουθεί, παθητικά, τους επαγγελματίες της πολιτικής να αντιδικούν για λογαριασμό του και εκτονώνεται. Πολιτικός αυνανισμός. Και μετά, πάει για ύπνο με τα άγχη του σε προσωρινή καταστολή. Αντί να βγει στο δρόμο, να ουρλιάξει.
Ασθμαίνων,
Γκαούρ
Γκαούρ
Σχόλια