Ερανιστής: Γιώργος Τοζίδης

 

Η εσωστρέφεια μετά το δημοψήφισμα στο Ηνωμένο Βασίλειο και η, χωρίς όρους, προσχώρηση στο νέο ψυχρό (;) πόλεμο που, για την προώθηση των δικών τους συμφερόντων, στήνουν οι ΗΠΑ στην Ανατολική Ευρώπη και στις θάλασσες της Νότιας Κίνας, έχει τυφλώσει τις πολιτικές ελίτ της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.). Παρά το γεγονός ότι η Κίνα και η Ρωσία είναι (ή θα έπρεπε να είναι για γεωπολιτικούς και οικονομικούς λόγους) στρατηγικοί εταίροι της Ε.Ε., οι ευρωπαϊκές ελίτ δεν αντιλαμβάνονται ότι η αυξανόμενη εμπορική συνεργασία μεταξύ Κίνας και Ρωσίας θα πλήξει μακροπρόθεσμα τις ευρωπαϊκές εξαγωγές και θα αποτελέσει ένα ακόμη πλήγμα στη στάσιμη οικονομία της Ε.Ε. Από τη μία, η δίψα της Κίνας για πρώτες ύλες και ενεργειακούς πόρους και από την άλλη οι κυρώσεις στη Ρωσία μετά την προσάρτηση της Κριμαίας και η στρατιωτική περικύκλωσή της από το ΝΑΤΟ, έχουν φέρει αυτές τις δύο χώρες πολύ κοντά.

Μία πρόσφατη ανάλυση του Bruegel, με τίτλο «Η εμπορική σχέση Κίνας – Ρωσίας και η επίπτωσή της στην Ευρώπη», των Al. Garcia Herrero και Jianwei Xu, αναλύει, με βάση στατιστικά στοιχεία, την εξέλιξη της εμπορικής σχέσης αυτών των δύο χωρών και τις επιπτώσεις στην Ε.Ε. Τα βασικά ευρήματα της ανάλυσης είναι ότι ενώ οι εξαγωγές της Ε.Ε. στην αγορά της Κίνας είναι συμπληρωματικές των αντίστοιχων ρωσικών, οι κινεζικές εξαγωγές ανταγωνίζονται τις ευρωπαϊκές στην αγορά της Ρωσίας. Αυτό σημαίνει ότι μία ενδυνάμωση της οικονομικής συνεργασίας Ρωσίας και Κίνας θα έχει αρνητικές συνέπειες στις ευρωπαϊκές εξαγωγές, ιδιαίτερα εάν εξαλειφθούν οι δασμοί στο εμπόριο μεταξύ των δύο χωρών (σήμερα ανέρχονται σε 7% περίπου). Οι τομείς που θα επηρεαστούν αρνητικά περισσότερο είναι ο ηλεκτρονικός και μηχανολογικός εξοπλισμός και οι πυρηνικοί αντιδραστήρες, αποδεικνύοντας την ταχύτατη άνοδο της Κίνας και τη μεταβολή της δομής των εξαγωγών της*. Αναδεικνύεται, παράλληλα, η στρατηγική σπουδαιότητα της ενίσχυσης, μέσω επενδύσεων, της παραγωγικής δομής των κρατών – μελών της Ε.Ε.

Δυστυχώς για την Ε.Ε., η Κίνα αυξάνει συνεχώς το μερίδιό της στην παγκόσμια αγορά, έχει αναδειχθεί ως η μεγαλύτερη εξαγωγική χώρα σε παγκόσμιο επίπεδο, ξεπερνώντας την Ιαπωνία και την Ε.Ε. ενώ αντίθετα το αντίστοιχο μερίδιο της Ε.Ε. βρίσκεται σε πτώση. Η οικονομική σχέση της Κίνας με τη Ρωσία έχει ενδυναμωθεί μετά την είσοδο της Κίνας στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου και ιδιαίτερα μετά την επιβολή κυρώσεων από τη Δύση στη Ρωσία (κυρώσεις που επιβλήθηκαν προκειμένου να στηριχθεί το νεοφασιστικό καθεστώς του Κιέβου).

Στην αγορά της Κίνας, η Ε.Ε. έχει ένα σαφές πλεονέκτημα έναντι της Ρωσίας καθώς καλύπτει το 20% περίπου των συνολικών κινεζικών εισαγωγών ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τη Ρωσία είναι μικρότερο από 5% (πετρέλαιο και φυσικό αέριο). Αντίθετα στην αγορά της Ρωσίας, η Ε.Ε. συνεχίζει να χάνει μερίδιο στις συνολικές ρωσικές εισαγωγές (μόνο λόγω των κυρώσεων οι ευρωπαϊκές εξαγωγές στη Ρωσία μειώθηκαν κατά 28,4% την περίοδο 2014 – 2015). Ενώ το μερίδιο της Κίνας στις ρωσικές εισαγωγές αυξήθηκε από 3,9% το 1998 σε 21% το 2014, το μερίδιο της Ε.Ε. μειώθηκε από 70% σε 55%. Το υψηλό μερίδιο που εξακολουθεί να κατέχουν τα ευρωπαϊκά προϊόντα στην αγορά της Ρωσίας αποδεικνύουν την ανάγκη απεμπλοκής της Ε.Ε. από την επιρροή των ΗΠΑ και διαμόρφωσης μιας στρατηγικής εταιρικής σχέσης με τη Ρωσία (σήμερα το σύνθημα «Ενωμένη Ευρώπη από τον Ατλαντικό μέχρι τα Ουράλια» έχει επανακτήσει τον ειρηνευτικό και αντιφασιστικό χαρακτήρα του).

Η πρόσδεση της Ε.Ε. στα σχέδια των ΗΠΑ που επιχειρούν, μέσω των πολεμοκάπηλων σχεδιασμών τους, να αντισταθμίσουν την οικονομική αποδυνάμωσή τους, έχει ως αποτέλεσμα τη συνεχή υποβάθμιση της θέσης της στον παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας ενώ θέτει σε κίνδυνο την παγκόσμια ειρήνη.

 

*Αντίθετα, οι εξαγωγές αγροτικών προϊόντων στη Ρωσία (που ενδιαφέρουν κυρίως τις χώρες του ευρωπαϊκού νότου) δεν αντιμετωπίζουν προβλήματα ανταγωνισμού από τα αντίστοιχα κινεζικά.

 

www.gtozidis.wordpress.com

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!