του Σωκράτη Μαντζουράνη
Ο θείος Αριστείδης, ήταν παιδικός φίλος του πατέρα μου.
Καλός φίλος.
Σ’ όλα τα ζόρια μας, απίκο.
Ήταν ο μόνος άνθρωπος που «τα έχωνε» χοντρά στον πατέρα μου.
Καβγάδιζαν, δεν μιλιόταν για καιρό και πάλι φίλιωναν.
Κάποτε τον ρώτησα το «γιατί».
-Γιατί είμαστε φίλοι με τον πατέρα σου και τον νοιάζομαι.
Έφυγε για το Cape Town και κάποια στιγμή τον φέραν να αναπαυθεί στη Μυτιλήνη του.
Σαν πήγαμε στην Αγιά Κυριακή για την κηδεία, την ώρα της ταφής ο πατέρας μουρμούρισε:«Άντε γεια. Θα μου λείψει η αγάπη και η έγνοια της γκρίνιας σου».
Ποιος διάβολος ξεσκάλεψε τώρα, τούτες τις μνήμες;
Ένα αρθράκι στην Αυγή ήταν η αφορμή, με τον τίτλο Η Αριστερά της γκρίνιας.
Αφού μ’ ένα μαγικό τρόπο η κριτική προς την κυβέρνηση βαφτίζεται γκρίνια, ακολουθεί μια εξαιρετική περιγραφή της κοινωνίας των «γκρινιάρηδων» και τελικά τούτο το περίεργο είδος όντων, κατηγοριοποιείται.
Όσοι αποτολμούν να κάνουν κριτική στην κυβέρνηση, εντάσσονται από τον αρθρογράφο στην κατηγορία των εντόμων, στη συνομοταξία της σκατόμυγας.
Σε κάτι αριστερά βρομερά πτερωτά, τα οποία πρωί-βράδυ παρακαλούν να τα κάνει η κυβέρνηση «σκατά», για να τραφούν από τα περιττώματα της αποτυχία της.
Βρομερά ζωύφια!
Και επειδή, ως γνωστόν, η πρώτη ριζοσπαστική κυβερνώσα Αριστερά θεωρεί την κριτική και την «άλλη» γνώμη πλούτο και δύναμη, ο αρθρογράφος μας διαβεβαιώνει πως οι αριστερές «σκατόμυγες-γκρινιάρηδες» δεν θα εξοντωθούν με εντομοκτόνο, γιατί «δεν είναι στην κουλτούρα» της Αριστεράς τέτοιες μέθοδοι.
Επειδή συχνά κατηγορούμαι για «γκρίνια» και υπερβολική κριτική, αισθάνθηκα πολύ τυχερός που λόγω αριστερής κουλτούρας γλίτωσα το ψέκασμα.
Έτσι, σκέπτομαι σοβαρά να γίνω πιο προσεκτικός, γιατί η εξουσία ως γνωστόν αλλάζει την κουλτούρα στο πι και φι και ποτέ δεν ξέρεις…
Λέω λοιπόν από δω και μπρος να κάνω λίγο τα στραβά μάτια και από τις «αριστερές σκατόμυγες» της κριτικής, να προσπαθήσω να μεταπηδήσω στους άλλους, τους «κανονικούς» αριστερούς.
Για παράδειγμα: Να, στην αρχή, βαφτίσαμε κόκκινη γραμμή το πρόγραμμα μας, μετά η γραμμή πήγε στο Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης, μετά έγινε τέσσερις κόκκινες γραμμές και τώρα υποθέτω πως βρίσκεται κάπου στις 47 σελίδες της πρότασής μας.
Λοιπόν; Γιατί γκρίνια και κριτική; Ξεμείναμε ποτέ από κόκκινες γραμμές;
Ή, ας πούμε: Δηλώνει ο Βαρουφάκης: «Η κυβέρνηση έχει υπαναχωρήσει από πολλές προεκλογικές της υποσχέσεις, μόνο και μόνο επειδή διακατέχεται από τη μεγάλη επιθυμία να αποκατασταθεί η Ελλάδα ξανά ως ένα κανονικό κράτος εντός της Ε.Ε.».
Πού υπάρχει τώρα λόγος για κριτική και γκρίνια, βρε σκατόμυγα;
Ή το άλλο: «Το Μνημόνιο δεν μπορεί να ξηλωθεί», δηλώνει ο Φίλης και ο Μητρόπουλος συμπληρώνει: «Πρέπει να πούμε στο λαό μας ότι θα εφαρμόσουμε Μνημόνιο όποια κι αν είναι η συμφωνία».
Και λοιπόν; Κι εδώ κριτική για μια κουβέντα παραπάνω, για προεκλογικά ξινά σταφύλια; Πάει, θα την κόψω την κριτική. Άλλωστε, δεν βλέπω να ιδρώνει και κανενός το αφτί.
Άσε που κάποιοι «φρουροί της επανάστασης», μου έκοψαν την καλημέρα λόγω υπερβολικής… κριτικής, όπως μου λένε.
Τέρμα, δεν θα γίνω εγώ αριστερή σκατόμυγα. Άλλωστε με τα σκατά κάθε είδους, δεν είχα ποτέ καμιά σχέση. Φοβάμαι, βέβαια, λίγο μην καταντήσω αριστερός σφουγκοκωλάριος, αλλά αυτό νομίζω ξεπερνιέται εύκολα.
Και εξαργυρώνεται ευκολότερα.
Υ.Γ. Η πρώτη φορά κυβέρνηση της Αριστεράς δεν δίνει θεώρηση εισόδου στην Ελλάδα στη Λεϊλά Χάλεντ, τη θρυλική φιγούρα της Παλαιστινιακής Αντίστασης.
Σιγά που θα…γκρινιάξω και γι’ αυτό. Να υποσκάψω την κυβέρνηση και να με φάει και το ντι-ντι-τι; Ποτέ!