Ο Δρόμος στέκεται με σεβασμό απέναντι σε όσους πλήγηκαν από την φονική πυρκαγιά. Τα θύματα, τους αγνοούμενους, τους συγγενείς και τους φίλους τους. Η οδύνη είναι ολόκληρης της κοινωνίας και η συγκίνηση μεγάλη. Η απλόχερη αλληλεγγύη που εκδηλώθηκε είναι ένα σημαντικό στοιχείο, μια ελπίδα μέσα στην χαμοζωή που μας έχουν καταδικάσει πολιτικές και πολιτικοί. Καταθέτουμε λοιπόν μερικές πρώτες σκέψεις.
1 Είναι προφανές ότι το στάτους της χώρας πέφτει διαρκώς. Ότι το «λιγότερη Ελλάδα» δεν είναι ουρανοκατέβατο αλλά προϊόν συγκεκριμένων κατευθύνσεων, σχεδιασμών και πολιτικών που εφαρμόζονται εδώ και χρόνια. Δίπλα στα καθημερινά προβλήματα επιβίωσης θα προστίθενται όλο και συχνότερα στιγμές καταστροφής τέτοιας κλίμακας που θα ξεπερνά τα συνηθισμένα και την κανονικότητα. Στην πραγματικότητα είναι η παρουσία τέτοιων γεγονότων που με τρόπο εκκωφαντικό θα εκδηλώνουν την εποχή που ζούμε. Τις πολύμορφες ελλείψεις και ανάγκες, αυτό που χτίζεται, το τι μας περιμένει. Κάτι σαν αποκαλύψεις που φέρνουν στην επιφάνεια, αυτό που άλλοτε μεθοδικά και στοχευμένα κι άλλοτε ως υποπροϊόν παράγει την «Ελλάδα εντός κρίσης». Μια σειρά λόγοι και όχι το κακό το ριζικό μας έκαψαν τόσους ανθρώπους. Κάποιοι άλλοι λόγοι οδηγούν στις αυτοκτονίες για χρέη, στις αυτοκτονίες μαθητών κ.ό.κ. Μα είναι αδύνατον όλα αυτά να λογαριαστούν ξεχωριστά. Γιατί ούτε οι κοινωνίες, ούτε η ζωή είναι κάποιο πρότζεκτ όπου τίθενται και επιλύονται προβλήματα. Έτσι, το εάν αυτές οι στιγμές θα γίνουν καμπανάκια και θα δράσουν ως εκκλήσεις για κάτι διαφορετικό, αυτό είναι το καθοριστικό ζήτημα. Και δεν είναι καθόλου αυτονόητο. Γιατί οι απώλειες γίνονται συνήθειες, το έχουμε ζήσει.
2 Υπάρχει μια διαχρονική και μια επίκαιρη διάσταση στα πράγματα. Η πρώτη αφορά τη σχέση που έχει το πολιτικό σύστημα της χώρας με την κοινωνία και το λαό. Οι δομές, οι συμφύσεις, οι προτεραιότητες, οι στοχεύσεις αυτού του πολιτικού συστήματος είναι αδύνατον να εξυπηρετήσουν την όποια εκδοχή συνολικής και συλλογικής προκοπής του τόπου. Το πολιτικό σύστημα μοιάζει να λειτουργεί μονάχα για να αναπαράγεται, εκτελώντας συμβόλαια που καμιά σχέση δεν έχουν με το αίτημα μιας αξιοπρεπούς ζωής. Το μόνο μέλημα είναι η πιστή εφαρμογή όσων προστάζουν οι μεγαλύτεροι παίκτες και το ζύγιασμα της κοινωνικής διάθεσης ώστε να αποφευχθούν μεγάλες αναστατώσεις. Ζύγιασμα που δεν αφορά στενά την κοροϊδία αλλά και τα κάθε λογής πάρε-δώσε. Και την ίδια στιγμή ήταν πάντα τα χειρότερα φορτία του ελληνικού λαού που το σταθεροποιούσαν στην επιφάνεια.
3 Η επίκαιρη διάσταση: Το 2018, και παρά την ποικιλία στην εκφορά πολιτικών, λόγων, στρατηγικών και σχεδίων, η κατάσταση μοιάζει απελπιστικά ίδια ως προς το ποιόν αυτού του πολιτικού συστήματος. Κι αν δεν υπάρχουν ακριβώς σε στεγανά από τη μία οι κυβερνώντες και από την άλλη ο λαός, αυτός είναι ένα ακόμα λόγος για την ανεξαρτησία της κοινωνίας από ό,τι σάπιο και χαλασμένο παράγεται άνωθεν. (Πολύ ενδεικτικό το θράσος και η ανικανότητα των «πάνω» και η αλληλεγγύη και πρωτοβουλία των «κάτω»). Γιατί για να λειτουργήσει γόνιμα αυτή η αντίθεση οφείλει ο εδώ πόλος να συγκροτεί παντού και διαρκώς την παρουσία του. Αν είναι πια φανερό ότι δεν υπάρχει καμιά πρόθεση να αντιμετωπιστούν τα πραγματικά ζητήματα από τους «εκλεγμένους», τότε μένει στους «υπόλοιπους» να ορίσουν όχι απλά την πρόθεση αλλά και την ισχύ να αλλάξουν τα πράγματα. Ακόμα και οι ευθύνες δεν πρόκειται να αποδοθούν στην πράξη δίχως αυτή την ισχύ.
4 Στην περίπτωση των πυρκαγιών, η δύναμη και οι δυναμικές της κοινωνίας έσωσαν ό,τι μπορούσε να σωθεί. Η μεταγραφή αυτών στο πολιτικό πεδίο–όχι στο στημένο πολιτικό τσίρκο- είναι μια αναγκαία αλλά καθόλου εύκολη υπόθεση. Γιατί είναι τόσο μεγάλο το εύρος και το βάθος της διάλυσης που μόνο μια στάση διαρκούς προσφοράς και συνολικής υπευθυνοποίησης μπορεί να δώσει πιθανότητες διεξόδου. Δεν υπάρχει σήμερα ρεαλιστική πολιτική έξω από αυτά. Όποιος την ευαγγελίζεται κοροϊδεύει. Ενώ ο καλύτερος τρόπος να εξανεμιστεί και να ξεθυμάνει η όποια δίκαιη οργή είναι η βιασύνη να αξιοποιηθεί και να εκπροσωπηθεί πολιτικά και πολιτικάντικα αντί να εκτραπεί δημιουργικά.
5 Το ζήτημα λοιπόν παραμένει πολιτικό. Και πρέπει να το διατηρήσουμε σε αυτή τη σφαίρα. Γιατί είτε από κούραση από τις συνεχείς ακυρώσεις, είτε ύπουλα για να καλυφθούν ευθύνες και φταίχτες, είτε από την περιρρέουσα ατμόσφαιρα του «ο καθένας ας κάνει ό,τι μπορεί και νιώθει» μπορεί έτσι να πλήξουμε κάθε έννοια συλλογικού, δημόσιου, καθολικού ακόμα και κρατικού. Κι αυτό δε βοηθά. Το πώς μια κοινωνία θα συγκροτείται και θα «λειτουργεί», το τι μυαλά και νοοτροπίες θα κουβαλά υπερβαίνει τις ατομικές προθέσεις. Εξάλλου, η προσωπική στάση και η ευθύνη δεν είναι ιδιωτικό ζήτημα και ούτε φτάνει παντού χωρίς διαμεσολαβήσεις. Υπάρχουν πόροι για τη δασοπροστασία, υποδομές και μέσα για την διάσωση ανθρώπων, νόμοι για τον πολεοδομικό σχεδιασμό, προβλέψεις για τους εμπρησμούς, αεροπλάνα για την κατάσβεση, σεμινάρια για εκπαίδευση των πληθυσμών, στυλ και νοοτροπίες που φυτρώνουν ή και κόβονται μαχαίρι κ.ό.κ. Ο χαρακτήρας και το πρόσημο όλων αυτών πρέπει να τεθεί στο δημόσιο διάλογο.
Η κυβέρνηση Τσίπρα, τόσο για τη συνολική της πολιτική, όσο και για τη σοβαρή της ανικανότητα έχει αναδειχθεί σε μια τυχοδιωκτική και επικίνδυνη για την χώρα και την κοινωνία κυβέρνηση
6 Είναι μεγάλη η οργή, η οδύνη, ο πόνος για την καταστροφή, η απέχθεια για τον πολιτικό κόσμο και την αναλγησία του. Είναι εκκωφαντική η οργή και ο αποτροπιασμός για το θράσος της πολιτικής ηγεσίας, όταν δηλώνει ξεδιάντροπα ότι «νιώθει περηφάνια» για όσα έκανε στην 44η επέτειο της μεταπολίτευσης, όταν άνθρωποι, δέντρα, ζώα, σπίτια, έγιναν παρανάλωμα της φωτιάς, σε συνθήκες υποτίθεται επιφυλακής και ετοιμότητας. Η καθυστερημένη ανάληψη της πολιτικής ευθύνης από τον Τσίπρα έρχεται κάτω από το βάρος της μεγάλης λαϊκής δυσφορίας. Η αρχική γραμμή ότι ούτε η καταστροφή είναι μεγάλη, ούτε είναι η ώρα των καταλογισμών αλλά και το μοίρασμα των ευθυνών και στους πληγέντες ήταν τόσο προκλητική που δεν μπορούσε να σταθεί. Η ανάληψη ευθύνης, χωρίς ακόμα να γνωρίζουμε τα «δια ταύτα» της, είναι κι αυτή κομμάτι της –αποκλειστικά πια– επικοινωνιακής πολιτικής του Μαξίμου.
7 Η κυβέρνηση Τσίπρα, τόσο για τη συνολική της πολιτική, όσο και για τη σοβαρή της ανικανότητα, έχει αναδειχθεί σε μια τυχοδιωκτική και επικίνδυνη για την χώρα και την κοινωνία κυβέρνηση. Ο πολίτης είναι ανυπεράσπιστος και το αίσθημα ότι ανά πάσα στιγμή μπορεί να κινδυνεύσει ενισχύεται. Από την προχειρότητα, από την ανυπαρξία και τη διάλυση δομών και υπηρεσιών. Οι κυβερνώντες έχουν εξαντλήσει την υπομονή και την καρτερία του κόσμου, έχουν ξεπεράσει τα όρια ανοχής και γρήγορα θα πάρουν πόδι. Όσο πιο γρήγορα, τόσο καλύτερα. Μαζί με τη δίκαιη τιμωρία της κυβέρνησης θα πρέπει να αναδειχθεί και να σταθεί μια κοινωνία και μια πολιτεία που να μάχεται πραγματικά για την διέξοδο της χώρας. Όχι μια αντικατάσταση με μια ακόμα ρεπλίκα της νεοφιλελεύθερης ασυδοσίας και αιχμαλωσίας της χώρας. Για να μη συνεχιστεί η «λιγότερη Ελλάδα».
«δρόμος»