του Γιάννη Σχίζα
Αυτός ο τίτλος προέρχεται από ένα βιβλίο του Φρόυντ, όπου ο πρωτοπόρος ψυχαναλυτής πραγματεύεται τις συνέπειες του Πολιτισμού στην ανθρώπινη ύπαρξη και ειδικά στα ένστικτά της. Τις συνέπειες αυτές μπορεί να έχει επαυξημένες ο πολιτισμός σε μια προεκλογική περίοδο (!), όπου κυριαρχεί το δευτερογενές ένστικτο της ανάδειξης και της καρεκλοθηρίας, πολύ συχνά με αντίτιμο την «ψυχή» των συντελεστών του.
Σε μια προεκλογική περίοδο όπως αυτή, πηγαινοέρχονται οι «υψηλές» αναλύσεις για το πολιτισμό και όλοι τονίζουν την υψηλή αξία του, το γεγονός πως δεν είναι «κερασάκι στην τούρτα» – που λέει και η κυρία Σαριλάκη (1). Τότε εμφανίζεται από τους «ειδήμονες» ένας πολιτιστικός δικομματισμός: Που θέλει ενάντια στον πολιτισμό των Πατούληδων να ορθώνεται ο μεταμοντέρνος πολιτισμός της Δούρου, σκηνοθετώντας μια απόλυτη σύγκρουση, μια μαύρη τρύπα, από την οποία θεωρητικά δεν μπορεί να ξεφύγει κανείς. Την ίδια ώρα όμως ο λαϊκός πολιτισμός επιχειρεί να σταθεί στον κόσμο των ιδεών. Με όπλο αυτό που έλεγε ο ποιητής Μπρεχτ για τις «Ερωτήσεις ενός εργάτη που διαβάζει»:
«Ποιος έχτισε την Θήβα την εφτάπυλη; –
σε βιβλία δε βρίσκεις παρά των βασιλιάδων τα ονόματα, –
οι βασιλιάδες κουβάλησαν τ’ αγκωνάρια; –
και τη χιλιοκατεστραμένη Βαβυλώνα-
ποιος την ξανάκτισε τόσες φορές; »
Κοντολογής: Μέσα στη διαπασών της κατεστημένης πολιτικής για τον πολιτισμό, κάποιοι τρίτοι προσπαθούν να πουν ότι ο λαός δεν είναι η πηγή όλων των καταστάσεων, είτε αυτά λέγονται κρατική επιχορήγηση, είτε λέγονται ΕΣΠΑ. Να πουν αυτό που πήγαν να πουν «Οι καλλιτέχνες ενάντια στο μνημόνιο» – άσχετο αν στην πορεία το ξείπαν…(2)
Πολιτισμός χωρίς «ρύπανση»
Τι προϋποθέτει ο πολιτισμός; Πρωτίστως, θέλει χρόνο, δηλαδή χρόνο ελεύθερο. Κι ακόμη θέλει χρόνο «καθαρό», που δεν ρυπαίνεται από τις σκέψεις ενός ανέργου ή ψιλοαπασχολούμενου για το πώς θα αντιμετωπίσει τα προβλήματα της βιωτής… Όλα αυτά δηλαδή που μας έχει «διασφαλίσει» η παράταξη της κυρίας Δούρου: Με την επισφάλεια της εργασίας στα ύψη, με την ανεργία (ανοιχτή ή συγκεκαλυμμένη ) να ανέρχεται στο 35%, με τους ανθρώπους να ξενιτεύονται. Με τους συνταξιούχους να πένονται και να εναποθέτουν τις ελπίδες τους στον 14ο και 15ο μισθό (!), αφού οι υπάρχοντες δεν καλύπτουν τις ανάγκες τους…
«Ζω με μια αξιοπρεπέστατη σύνταξη των 600 ευρώ!. Και πάλι καλά να λέτε. Υπάρχουν άνθρωποι που παίρνουν 250 ευρώ», ανέφερε ο Μάνος Ελευθερίου σε μια από τις τελευταίες του συνεντεύξεις. Ο σπουδαίος ποιητής, στιχουργός και πεζογράφος, δήλωνε χαμηλοσυνταξιούχος και σε σχετική ερώτηση δημοσιογράφου για το αν «θεωρεί πως κάποιος που έχει συμβάλει στο πνευματικό μας κεφάλαιο, όπως εσείς, θα έπρεπε να διαβιεί καλύτερα στα γηρατειά του;», απάντησε: «Δεν πιάνουν αυτά. Εδώ μου έκοψαν εντελώς το επικουρικό, το οποίο πλήρωνα επί 40 χρόνια. Μου το κόβουν ενώ δεν έκανα καμιά απάτη, δεν πρόδωσα την πατρίδα μου»…(3)
Η κυρία Δούρου έπεσε σε συγκυρία αλλεπάλληλων περικοπών των κονδυλίων για τον πολιτισμό, πράγμα που δεν θέλει να ομολογήσει κι ας κραδαίνει τα 71 εκατομμύρια των δικών της χορηγιών.
Αφήνουμε λοιπόν στην άκρη τις επιδόσεις της στο Μάτι και στην πλημμύρα της Μάνδρας, καθώς επίσης και στον εγκιβωτισμό των ρεμάτων, όπου έχει καταφέρει να εισπράξει την αποδοκιμασία των περιβαλλοντικών οργανώσεων… Αφήνουμε την ελλείπουσα συστράτευσή της για θέματα όπως τα παλιά-καλά ξύλινα σκάφη, όπου η Ε.Ε. επιδοτεί την καταστροφή τους – με αποτέλεσμα να έχουν εκλείψει τα 13.000 από τα 17.500 ξύλινα σκάφη… Αφήνουμε στην άκρη την παράκαμψη του αρχαιολογικού νόμου και της συνταγματικής επιταγής της προστασίας του πολιτιστικού περιβάλλοντος, προς όφελος της εταιρείας και των σχεδίων της για την περιοχή του Ελληνικού. Ας ασχοληθούμε λοιπόν με την συμπαθή τάξη των εγχώριων- επαγγελματιών καλλιτεχνών, όπου η κυρία Σαριλάκη στέκεται πολύ ικανοποιητικά, όταν με αφορμή τον διαγωνισμό για το Ελληνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης (ΕΜΣΤ) μας κοινοποιεί ότι «καμία από τις 16 υποψηφιότητες Ελλήνων δεν θεωρήθηκαν επαρκείς για την θέση διευθυντή του ΕΜΣΤ με αποτέλεσμα να στρέφεται τώρα το υπουργείο σε διεθνή διαγωνισμό!». Η ίδια μας γνωρίζει, σε ανύποπτο χρόνο, ότι είναι εντυπωσιακή η συνολική απαξίωση του ελληνικού δυναμικού κι είναι έκδηλη πλέον η αγωνία του χώρου της τέχνης».(3)
Σε ένα άρθρο του Κοσμά Βίδου και με αφορμή την έκθεση στην Αθήνα της documenta 14, διαβάζουμε το γνωμικό του Τομ Στόπαρντ: «Δεν είναι καθόλου δύσκολο να κατανοήσεις τη μοντέρνα τέχνη. Αν κρέμεται στον τοίχο είναι πίνακας, αν μπορείς να περπατήσεις γύρω της είναι γλυπτό». Η έκθεση documenta 14 άκουσε τα εξ αμάξης, για τα κόστη, τη διεύθυνση και κυρίως για τη περιορισμένη ελληνικότητα ενός γεγονότος που διαδραματίσθηκε στην Αθήνα αλλά ήταν ελληνικό ελάχιστα. Γι αυτό δεν φέρει καμία ευθύνη η Περιφέρεια Αττικής;
Η «λαϊκή τέχνη» που ευαγγελίζεται η κυρία Δούρου πρόκειται για ένα ταξίδι από το μεταμοντέρνο με κατεύθυνση στον νεομεσαίωνα, θυμίζει μουσικούς ρόλους στα πλαίσια αυλικών σκηνικών και γελωτοποιούς που συγκάλυπταν τις κριτικές αιχμές εναντίον του ηγεμόνα με περίτεχνες φρασεολογίες
Καταγγέλλοντας την Πατούλαινα…
Μας διαβεβαιώνει η κυρία Σαριλάκη: ο πολιτισμός δημιουργεί εισοδήματα, και η « αμερικανική βιομηχανία θεάματος με 5 εκατ. προσωπικό είναι πρώτη σε εξαγωγές και προσθέτει στην αμερικανική οικονομία 764 δισ. κάθε χρόνο». Αυτά όμως τα δισεκατομμύρια προέρχονται από κοινωνίες που είναι ικανές να πληρώνουν –πρώτον– και δεύτερον, είναι δισεκατομμύρια που προέρχονται σε μεγάλο βαθμό από αβαθή θεάματα και ακροάματα. Τέλος στην Αμερική υπάρχουν οι σπόνσορες, στην Ελλάδα όμως σπανίζουν. Γι’ αυτό μια καλλιτέχνης όπως η Θεοδώρα Τζήμου μπορεί να λέει χαρακτηριστικά ότι πρέπει να κάνεις 15 πράγματα για να καταφέρνεις να διατηρείς αλώβητη την καλλιτεχνική σου ταυτότητα! (5). Εξάλλου σε μια συνέντευξη του Δημοσθένη Παπαδόπουλου στη Μάνια Ζούση (Αυγή) αναφέρεται η διαπίστωση ότι ο ρόλος του καλλιτέχνη εξασθενεί, κι ότι αυτό είναι δείγμα μεσαίωνα (6).
Η αρχαιόφιλη και διαπνεόμενη από την «τέχνη αεροδρομίου» Ν.Δ., κάνει κακή χρήση των πολιτιστικών πόρων της χώρας – σύμφωνοι. Αλλά η κυρία Δούρου ως «Αγία Τερέζα» της πολιτικής αναπλάθει το Πεδίον του Άρεως επί το ιδιωτικότερον, προσφέροντας στους καλλιτέχνες τις σάρκες του λαού και αποκλείοντας τους περιπατητές.
Η κυρία Σαριλάκη καταγγέλλει την Πατούλαινα που φωτογραφίζεται στα χρυσά σαλόνια, «ενώ οι άνθρωποι πουλάνε στο φέισμπουκ τα μεταχειρισμένα παπούτσια τους» – και σε τούτο ευθυγραμμίζεται με τους πατροκτόνους που ζητούν την επιείκεια του δικαστηρίου γιατί έμειναν ορφανοί…
Η «λαϊκή τέχνη» που ευαγγελίζεται η κυρία Δούρου πρόκειται για ένα ταξίδι από το μεταμοντέρνο με κατεύθυνση στον νεομεσαίωνα, θυμίζει μουσικούς ρόλους στα πλαίσια αυλικών σκηνικών και γελωτοποιούς που συγκάλυπταν τις κριτικές αιχμές εναντίον του ηγεμόνα με περίτεχνες φρασεολογίες. Εμένα πάντως με παραπέμπει στον Κώστα Σημίτη που ως πρωθυπουργός προκάλεσε συνάντηση λογίων και καλλιτεχνών σε κεντρικό ξενοδοχείο: Για να εκδηλώσει στη συνέχεια τη δυσφορία του για τον όρο «αυλικοί διανοούμενοι», που χρησιμοποιήσαμε κάποιοι…
Σημειώσεις
1. Βασιλίκας Σαριλάκη, «Μπορεί να εκσυγχρονιστεί ο Πολιτισμός στην Ελλάδα; Τι έργο έκανε η Ρένα Δούρου», theartnoise.blogspot.com
2. Οι καλλιτεχνες ενάντια στο Μνημόνιο, www.nadiavalavani.gr
- Βασιλίκας Σαριλάκη, «Κανένας Έλληνας δεν κάνει για διευθυντής στο ΕΜΣΤ;», blogspot.com
- Κοσμάς Βίδος, «Πόσο τέχνη είναι η μοντέρνα τέχνη;», protagon.gr
- Θεοδώρα Τζήμου, blog.gr
- Γιάννη Σχίζα, «Ο καλλιτέχνης που δεν είναι αυλικός», Αυγή, 14/1/17