Το κείμενο που ακολουθεί είναι η εισαγωγική τοποθέτηση του Κωνσταντή Κυριακού στην παρουσίαση του βιβλίου της Χρύσας Τζιαφέτα «Padre Camilo. Η σκέψη και η δράση του Καμίλο Τόρες» (εκδ.Red N’ Noir), η οποία έγινε στο χώρο βιβλίου «Εκλάμψεις» (Σπύρου Τρικούπη 71, Εξάρχεια).
του Κωνσταντή Κυριακού
«Όταν ήρθε ο αγγελιοφόρος κι ανάγγειλε στο βασιλιά ότι είχαν φέρει τα κεφάλια των απογόνων του Αχαάβ, τότε ο Ιηού διέταξε να τα βάλουν σε δύο σωρούς, κοντά στην είσοδο της πύλης ως το πρωί. Το πρωί βγήκε ο Ιηού και στάθηκε στην πύλη και είπε στο λαό: «Όλοι εσείς είστε αθώοι! Εγώ συνωμότησα εναντίον του κυρίου μου, του βασιλιά Ιωράμ, και τον σκότωσα· αλλά αυτούς ποιος τους σκότωσε; Μάθετε, λοιπόν, ότι κανένας από τους λόγους του Κυρίου εναντίον των απογόνων του Αχαάβ δε θα μείνει ανεκπλήρωτος. Ο Κύριος εκπλήρωσε όλα όσα είχε πει με το δούλο του τον Ηλία». Τότε ο Ιηού σκότωσε όλους όσοι είχαν απομείνει από την οικογένεια του Αχαάβ στην Ιζρεέλ, τους άρχοντές του, τους εμπίστους του και τους ιερείς του. Δε γλίτωσε κανένας.» (Βασιλείων Δ΄ 10:8-11)
Στο παραπάνω απόσπασμα από την Παλαιά Διαθήκη φαίνεται έντονα το εκδικητικό πνεύμα του ιουδαϊκού Θεού, όπου και αποτέλεσε τη θεολογική βάση για μια πολύ σημαντική επαναστατική μορφή που έδρασε γύρω στα 1520: τον Γερμανό χριστιανό διαμαρτυρόμενο Τόμας Μύντσερ. Ο Μύντσερ και ο Καμίλο Τόρρες μπορούν να θεωρηθούν κατά έναν τρόπο παράλληλες προσωπικότητες, καθώς και οι δύο τους ήταν ιερωμένοι, εξεγερμένοι ιερωμένοι, που ξεσήκωσαν ο καθένας στην εποχή του τις κατώτερες τάξεις ενάντια στην εξουσία, ξεκινώντας από ένα θεολογικό μετερίζι. Επομένως, δείχνει να υπάρχει μια ιστορική συνέχεια μεταξύ των αγώνων για τη χιλιετή βασιλεία του Θεού πριν τη νεωτερικότητα και της Θεολογίας της Απελευθέρωσης στον 20ό αιώνα, στην οποία κατατάσσουν τον Τόρρες. Βασική ιδέα και στις δύο περιπτώσεις, η σύνδεση της χριστιανικής πίστης με το κοινωνικό ζήτημα και κατόπιν με τους ταξικούς αγώνες. Η εξέγερση νοείται ως θέλημα θεού, σαν μια ιερή πράξη, η μέρα της επανάστασης ως ειμαρμένη και η ίδια η επανάσταση σαν γεγονός ως ένας Μεσσίας, ιδέα την οποία μπορεί να δει κανείς και σε θεωρητικά κείμενα των πρώτων δεκαετιών του 20ού αιώνα, όπως του Γκουστάβ Λαντάουερ στο χώρο του κοινωνικού αναρχισμού και του Βάλτερ Μπένγιαμιν στη μαρξιστική θεωρία.
ΟΙ ΙΔΕΕΣ της Θεολογίας της Απελευθέρωσης συνοψίζονται στα όσα έγραψε ο Γκουστάβο Γκουτιέρες τη δεκαετία του ‘70. Οι έννοιες της Αγάπης και της Αδελφοσύνης που διδάσκει το Ευαγγέλιο, αλλά και της Αμαρτίας αποκτούν μία πολιτική υπόσταση, υπερβαίνοντας τον καθαρά ηθικοπλαστικό χαρακτήρα που είχαν εξ’ αρχής. Ο εσωτερικός αγώνας του πιστού ενάντια στην αμαρτωλή πλευρά του ανθρώπου μετατρέπεται σε εξέγερση ή όπως το λέει ο ίδιος ο Γκουτιέρες σε «διαμαρτυρία ενάντια στον πλούτο». Λόγω αυτού, καθήκον της εκκλησίας, ιδιαίτερα στη Λατινική Αμερική, είναι να αποσυνδεθεί από τις σχέσεις της με την καθεστηκυία τάξη, ούτως ώστε να είναι πιστή και συνεπής στα ιδανικά της, ακολουθώντας τα βήματα εκείνου του Ιησού που «έζησε, δούλεψε αγωνίστηκε και πέθανε στο κέντρο της πόλης». Οφείλει να είναι στο πλάι των φτωχών και των αδύναμων, στους οποίους και απευθύνεται το χριστιανικό μήνυμα αν λάβει καθώς «ο Κύριος με έχρισε και με έστειλε να αναγγείλω το χαρμόσυνο μήνυμα στους φτωχούς, να θεραπεύσω τους συντριμμένους ψυχικά» (Κατά Λουκάν 4:18). Για τη Θεολογία της Απελευθέρωσης είναι αναγκαία η επαναστατική πράξη, με το ακτιβιστικό στοιχείο να βρίσκει πάλι μια θεολογική προέλευση σε λόγια του Ευαγγέλιου όπως «Μή νομίσητε ὅτι ἦλθον βαλεῖν εἰρήνην ἐπί τήν γῆν. Οὐκ ἦλθον βαλεῖν εἰρήνην, ἀλλά μάχαιραν» (Κατά Ματθαίον 10:34).
Στο πνεύμα των παραπάνω ιδεών, ο Καμίλο Τόρρες, όντας σπουδαγμένος στην Ευρώπη κοινωνιολόγος παράλληλα με την ιερατική του ιδιότητα, συνδύασε τη χριστιανική του πίστη με την κομμουνιστική επανάσταση, λέγοντας ότι «η προσευχή μόνον δεν αρκεί» και «η ουσία του χριστιανισμού είναι η αγάπη προς τον πλησίον και το καλό της πλειοψηφίας δεν μπορεί να επιτευχθεί παρά μόνο με την επανάσταση». Αναφερόμενος στο παράδειγμα της Πολωνίας έλεγε για τον σοσιαλισμό ότι μπορεί να οικοδομηθεί χωρίς να καταστραφεί το «ουσιαστικό στον χριστιανισμό». Εκτός από τον ταξικό αντικαπιταλιστικό αγώνα, η επαναστατικές δράσεις εκείνη την εποχή άγγιζαν και άλλα κοινωνικά ζητήματα, όπως την κοινωνική θέση του γυναικείου φύλου. Στο κείμενο του «Μήνυμα προς τις γυναίκες» (1965), ο Τόρρες αναφέρεται στη διπλή καταπίεση των γυναικών στην Κολομβία και γενικά στις υπανάπτυκτες χώρες, τόσο λόγω των ταξικών ανισοτήτων όσο και λόγω ανδροκρατίας . Σε ένα συγκεκριμένο σημείο αυτού του κειμένου παρομοιάζει την ολιγαρχία με ένα χταπόδι που επεκτείνει τα πλοκάμια του και μεταξύ άλλων, τα επεκτείνει προς τις γυναίκες. Απευθυνόμενος στους άνδρες επαναστάτες, έλεγε ότι η Κολομβιανή γυναίκα έχει αξίες ως ανθρώπινο ον, δεν είναι απλά «εργαλείο», τονίζοντας τη γενναιοδωρία των γυναικών και την ικανότητα τους να βοηθήσουν και να στηρίξουν τις επαναστατικές και αντιστασιακές δράσεις ως αναπόσπαστο κομμάτι της επαναστατημένης λαϊκής μάζας.
Ως αδογμάτιστος και ελεύθερο πνεύμα, ήταν υπέρ του πλουραλισμού, γράφοντας σε ένα κείμενό του ότι τα αντιτιθέμενα ρεύματα είτε είναι στη φιλοσοφία, είτε στη θρησκεία ή την πολιτική, οφείλουν να αντιμετωπίζουν την πραγματικότητα της συνύπαρξης τους. Η συγκεκριμένη οπτική μπορεί να ταιριάξει με ένα απόσπασμα από την «Παρακμή του Αστικού Κόσμου» του Παναγιώτη Κονδύλη, που λέει: «μονάχα η ποικιλομορφία και η αδιάκοπη πολεμική αντιπαράθεση στους κόλπους του ίδιου σχηματισμού, είτε πρόκειται για σχηματισμό κοινωνικό, είτε για σχηματισμό μέσα στην ιστορία των ιδεών, μπορεί να εξηγήσει διαφορισμούς και ρήγματα που εγκαινιάζουν τη μετάβαση σε άλλους σχηματισμούς· οι δυνάμεις οι οποίες θρυμματίζουν τον υφιστάμενο σχηματισμό ή την υφιστάμενη δομή, είναι κι αυτές κατά κανόνα διασπασμένες και αντιφατικές».
ΜΑΖΙ με το συνδυασμό των κοινωνικών και των αντικαπιταλιστικών αγώνων, ένα άλλο σημαντικό στοιχείο στη ζωή και τη δράση του Καμίλο Τόρρες είναι ο συνδυασμός του κοινωνικού με το εθνικό ζήτημα, καθώς η τελευταία δράση του, στα πλαίσια της οποίας σκοτώθηκε το 1966, ήταν η συμμετοχή του στον Εθνικό Απελευθερωτικό Στρατό της Κολομβίας. Εκείνη την περίοδο υπήρχε παγκοσμίως ένα μεγάλο ρεύμα αντι-ιμπεριαλιστικών αγώνων και κινημάτων, με ισχυρή παρουσία στις χώρες της Λατινικής Αμερικής. Ηλίου φαεινότερο το παράδειγμα του Φιντέλ Κάστρο, που πήρε την εξουσία στην Κούβα με αντάρτικο εναντίον του αμερικανοκίνητου καθεστώτος του Μπατίστα. Σε αυτό το πλαίσιο ,μαζί με το κοινωνικοπολιτικό πρόταγμα οι λαοί της Λατινικής Αμερικής προέτασσαν την εθνική τους ταυτότητα και το πατριωτικό τους αίσθημα ως αντίπαλο δέος απέναντι στον δυτικό ιμπεριαλισμό και στις υποτακτικές προς αυτόν κυβερνήσεις και δικτατορίες. Όλο αυτό συνοψίζεται στη φράση του Τσε Γκεβάρα «Patria o Moerte» («Πατρίδα ή Θάνατος»). Ο Τόρρες ήταν, όπως δήλωνε ο ίδιος, επαναστάτης ως Κολομβιανός, καθώς δεν μπορούσε να παραμένει ξένος στους αγώνες του λαού του.
Η παραπάνω παράμετρος μπορεί να δημιουργήσει αισθήματα οικειότητας σε μια μερίδα ανθρώπων του ελλαδικού χώρου, λόγω του παρελθόντος του αντιφασιστικού / αντιναζιστικού αγώνα και των δράσεων του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Οι ιδέες που δημιουργούσαν ομοψυχία στα αντάρτικα και τις οργανώσεις της αντίστασης ενάντια στον κατακτητή, συνοψίζονται στο στίχο από γνωστό αντάρτικο τραγούδι που λέει «θέλουμε λεύτερη εμείς πατρίδα και πανανθρώπινη τη λευτεριά». Τους τελευταίους δύο μήνες το εθνικό ζήτημα ξαναβρίσκει μια επικαιρότητα στο διεθνές στερέωμα, αν λάβει κανείς υπ’ όψιν του τα πρόσφατα γεγονότα στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ και την εθνοκάθαρση που έχουν υποστεί οι Αρμένιοι ή στην Παλαιστίνη που άναψαν ξανά τα αίματα στην εδώ και δεκαετίες αποκλεισμένη και καταπιεσμένη Γάζα. Μέσα σε αυτό το κλίμα, εμφανίζεται ξανά στο προσκήνιο ένα ενεργό συλλογικό υποκείμενο, που ωστόσο δρα υπό δυσμενείς συνθήκες και είναι καίρια η ανάγκη του να αποκτήσει επαναστατικό χαρακτήρα.
Εν κατακλείδι, αν μπορεί να συνοψιστεί με κάποιον τρόπο η κληρονομιά που άφησε στο σήμερα ο Καμίλο Τόρρες, έχει δύο παραμέτρους. Πνευματικότητα στην εποχή της απομάγευσης και αγώνας για την ανεξαρτησία των εθνών και των λαών, που να συμβαδίζει όμως με τον διεθνισμό και τη συλλογική χειραφέτηση της ανθρωπότητας από την εκμετάλλευση και την άδικη εξουσία.