Συνέντευξη στον Σταμάτη Μαυροειδή

 

Οι μονοπρόσωπες εκδόσεις Πανοπτικόν παρουσίασαν στο κοινό έναν εκδοτικό και συνάμα μεταφραστικό άθλο. Άθλο που τον μοιράζονται ισότιμα, σχεδόν, ο εκδότης Κώστας Δεσποινιάδης και ο μεταφραστής Ζήσης Σαρίκας. Μιλάμε για την έκδοση των απάντων του Φρίντριχ Νίτσε στα ελληνικά που αριθμεί 15 τόμους ή αλλιώς 5.000 σελίδες! Δεν είναι όμως το μέγεθος, εκείνο που ορίζει το μέτρο και το εύρος του εγχειρήματος.

Είναι η ποιότητα της εργασίας, η επιμονή, η μεθοδικότητα, η πίστη, η τιμιότητα εν τέλει της προσπάθειας του μεταφραστή Ζ. Σαρίκα να «περπατήσει» με ζηλευτή μεταφραστική επάρκεια την «δύσβατη οροσειρά» των κειμένων του Νίτσε. Το εγχείρημα διήρκεσε αρκετά χρόνια και όπως σημειώνει ο Κ. Δεσποινιάδης «δεν έχει ίσως όμοιό του παγκοσμίως, καθώς ολοκληρώθηκε μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, δίχως καμία εξωτερική βοήθεια, οικονομική ή άλλη. Το χαρακτηρίζουν η γνώση του αντικειμένου, ο σεβασμός του πρωτοτύπου, η ορθή χρήση της ελληνικής γλώσσας και η επινοητικότητα…». Το ’φερε συμπτωματικά η τύχη μια μόλις ημέρα μετά τη χθεσινή εκδήλωση για την παρουσίαση των απάντων που έγινε στη Θεσσαλονίκη, και χωρίς κάποια προσυνεννόηση να μιλήσουμε με τον συγγραφέα, μεταφραστή και χρόνιο μελετητή του Νίτσε Ζ. Σαρίκα. Ας ακούσουμε τι μας είπε.

 

Δεν ξέρουμε πόσο και ποιους απασχολούν σοβαρά, σήμερα, οι ιδέες και οι στοχασμοί του Νίτσε. Το εγχείρημά σας να μεταφράσετε τα Άπαντά του στην ελληνική ας το αφήσουμε να κριθεί από την υποδοχή του αναγνωστικού κοινού και την κριτική. Θα ήθελα λοιπόν να σας ρωτήσω: Ποιο ήταν το κίνητρο αλλά και η προσδοκία να αναλάβετε μια τόσο δύσκολη δουλειά σε μια εποχή ασημαντολογίας όπου τα μεγάλα μεγέθη του πνεύματος αγνοούνται, ή όταν ανακαλούνται, αυτό γίνεται με επιδίωξη να αλλοιωθεί η αλήθεια του έργου τους;

Ο Νίτσε ήταν οραματιστής φιλόσοφος, δεν αρκούνταν να περιγράφει το υπάρχον, ήθελε και την αλλαγή του. Επομένως, αφορά όλους όσοι έχουν παρόμοιες ανησυχίες και βλέψεις. Επιπλέον, ο έξοχος τρόπος γραφής του, το αφοριστικό του ύφος, η πληθώρα των νύξεων και των επισημάνσεών του σχεδόν επί παντός επιστητού, και οι πολύ επιτυχημένες ενίοτε αναλύσεις και ερμηνείες του συνιστούν μεγάλο δέλεαρ ακόμη και για τον μη ειδήμονα. Ασημαντολογία υπάρχει στην εποχή μας, αλλά συγχρόνως εκδίδονται και έργα «μεγάλων του πνεύματος», όπως λέτε. Πριν από σαράντα χρόνια δεν υπήρχε στην Ελλάδα σχεδόν τίποτα. Σήμερα η βιβλιογραφία (εννοώ μεταφρασμένων έργων) είναι, συγκριτικά, τεράστια. Όσο για την «αντιστροφή της αλήθειας» για την οποία μιλάτε, θα σημειώσω γενικά ότι η πρόσληψη των ιδεών κάποιου περνά αναγκαστικά από τα φίλτρα του καθενός και από την προσπάθεια που καταβάλλει αυτός ο τελευταίος για να έρθει σε επαφή με το έργο ενός άλλου. Ο αναγνώστης κρατά, κατά βάση, ό,τι ταιριάζει με πράγματα που ήδη αντιλαμβάνεται με ένα συγκεκριμένο τρόπο ή απλώς πιστεύει. Η αλήθεια είναι ρευστή και διαφορετική για τον καθένα – και μερικές φορές ακόμη και για τον ίδιο τον μεγάλο στοχαστή, ο οποίος, στην πορεία του έργου του, πιθανόν να αμφισβητήσει πράγματα που υποστήριζε παλαιότερα! Όσον αφορά τον Νίτσε ειδικότερα, τον επικαλέστηκαν οι φασίστες και οι ναζί, οι ακροαριστεροί και οι αναρχικοί, ακόμη και οι σταλινικοί! Το μόνο που έχω να συστήσω είναι πως πρέπει να διαβάζουμε κάθε συγγραφέα με προσοχή και, όσο γίνεται, «από απόσταση», υποβάλλοντας συγχρόνως σε κρίση και τις δικές μας ιδέες και αντιλήψεις. Αν προσπαθήσουμε να τον χώσουμε ευθύς εξαρχής σε προκαθορισμένα σχήματα, το παιχνίδι της κατανόησης και πιθανόν της μετουσίωσης των ιδεών του έχει χαθεί. Αυτό κάνουν συνήθως οι πολιτικές ιδεολογίες που επικαλούνται κάποιους: τελικά τους ψαλιδίζουν, τους διαστρεβλώνουν και τους ισοπεδώνουν. Τέλος, υπάρχουν και εκείνοι που δεν έχουν παρά μικρή επαφή με το έργο κάποιου συγγραφέα και χρησιμοποιούν κάποια αποσπάσματα ή ρήσεις του, ξεκολλώντας τα, ως επί το πλείστον, βίαια από τα συμφραζόμενά τους, για να πετύχουν δικούς τους σκοπούς. Έτσι, μέσω ρήσεων για τους «δυνατούς», το «ξανθό κτήνος» και τον «υπεράνθρωπο» π.χ. ο Νίτσε μεταμορφώθηκε σε πρόδρομο του ναζισμού, ενώ, αν τον διαβάσει κανείς λιγάκι παραπάνω, θα διαπιστώσει ότι, παρ’ όλο που δεν ήταν υπέρμαχος της δημοκρατίας ή του σοσιαλισμού, ήταν φανατικός πολέμιος των εθνικιστών, των Γερμανών σοβινιστών και των αντισημιτών και υπέρμαχος μιας ενωμένης, κοσμοπολίτικης Ευρώπης (όχι βέβαια με τη μορφή που έχει αυτή σήμερα!).

 

Η έφεση σε δύσβατα κείμενα, η ανησυχία, η γνώση του αντικειμένου ο σεβασμός του πρωτοτύπου και η καλή χρήση της γλώσσας χαρακτηρίζουν την ως τώρα συγγραφική και μεταφραστική σας δουλειά. Σεβασμός στο πρωτότυπο σημαίνει πιστή μετάφραση ή ελεύθερη σχολιασμένη μεταγραφή που ανοίγει νέες προοπτικές στην κατανόηση των κειμένων;

Όσο μπορώ, μένω πιστός στο πρωτότυπο. Η «ελεύθερη μεταγραφή» ή «απόδοση» είναι άκρως επικίνδυνη και προσβλητική για τον δημιουργό. Καλύτερα να κάνεις λάθος προσπαθώντας να μεταφράσεις πιστά κάποιον, παρά να βάζεις στο στόμα του πράγματα που δεν έχει πει. Σχετικά παραδείγματα, η άθλια και απαράδεκτη «επικαιροποίηση» των αρχαίων ελληνικών κωμωδιών, που καλά κρατεί ή η εξωφρενική ως ενέργεια προσθήκη κομματιών ολόκληρων στο έργο άλλων (αυτό έπαθε ο δυστυχής Σαίξπηρ από κάποιους μεγαλοσχήμονες Έλληνες «διανοητές»). Τα σχόλια και οι εισαγωγές βοηθούν κάπως στην κατανόηση των κειμένων, αλλά αυτό είναι άλλο πράγμα, δεν είναι «επέμβαση» στο κείμενο.

 

Γιατί πρέπει να μας απασχολεί σήμερα ο Νίτσε;

Ένας απλός λόγος είναι ότι μας απασχολεί όπως και κάθε άλλος φιλόσοφος. Εδώ μας απασχολεί ο Πλάτων που έζησε 2.500 χρόνια πριν. Γιατί όχι ο Νίτσε; Η φιλοσοφία δεν είναι «θετική» επιστήμη και πολλά από τα ερωτήματα που θέτει δεν απαρχαιώνονται με την πάροδο του χρόνου, αν και η πραγμάτευσή τους καθορίζεται, μεταξύ άλλων, και για να το πω πρόχειρα, από την εκάστοτε εποχή. Η διερώτηση γύρω από την ηθική, π.χ., δεν θα πάψει ποτέ να υπάρχει. Και αν διερωτάσαι γι’ αυτήν, κάποια στιγμή θα πέσεις, αναπόφευκτα, και πάνω στις απόψεις του Νίτσε. Επιπλέον, ο τελευταίος ήταν και σπουδαίος κριτής και επικριτής της νεοτερικότητας και από την άποψη αυτή η συνεισφορά του είναι αναντικατάστατη.

 

Όταν ο άνθρωπος των μεταμοντέρνων καιρών αποβάλλει συνεχώς και αδιαμαρτύρητα κρίσιμα στοιχεία του αξιακού συστήματός του, δεν είναι…. «πολυτέλεια» να ανακαλούμε τον υπεράνθρωπο;

Απ’ ό,τι καταλαβαίνω, εννοείτε ότι ο σύγχρονος άνθρωπος αποβάλλει στοιχεία που θα έπρεπε να κρατήσει. Οι αξίες, όμως, κατά τη γνώμη μου, δεν μπορούν να παγιωθούν μια για πάντα ούτε βέβαια να καταργηθούν εντελώς. Ο Νίτσε συστήνει σχετικά μια διαρκή «επαναξιολόγηση των αξιών». Ο υπεράνθρωπος για τον Νίτσε δεν είναι κάποιο είδος «σούπερμαν», είναι ένας νέος τύπος ανθρώπου που θα προβεί σ’ αυτή την επαναξιολόγηση, δίνοντας νέος περιεχόμενο στις αξίες, καταργώντας τις αρνητικές, εφευρίσκοντας καινούργιες. Η σχετική συζήτηση, όμως, πάνω στο θέμα αυτό είναι τεράστια και υπερβαίνει τα όρια της παρούσας συζήτησής μας.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!