Το τελευταίο διάστημα η κυβέρνηση προωθεί μετ’ επιτάσεως σειρά νομοθετημάτων που τα διαφημίζει όλα σαν αναγκαίες και ουσιαστικές μεταρρυθμιστικές τομές. Από τα μέσα Δεκέμβρη μέχρι σήμερα έχουμε: τα του «γάμου των ομοφύλων», τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, την επιστολική ψήφο, τη «ρύθμιση» δικαστικών και δικονομικών ζητημάτων. Απ’ ό,τι φαίνεται το 41% των τελευταίων εκλογών και ένα πολιτικό σύστημα που δεν προβάλλει επί της ουσίας αντιστάσεις αλλά αντίθετα παρέχει σε κρίσιμες επιλογές τη συναίνεσή του, αυξάνει τη φόρα Μητσοτάκη και για επόμενα βήματα. Παρ’ ότι ο μεταρρυθμιστικός οίστρος αφορά πολύ διαφορετικά μεταξύ τους θέματα, έχει σημασία να επισημάνουμε την ενιαία λογική που τον διαπερνά τόσο ως προς τις στοχεύσεις και τον χαρακτήρα του, όσο και ως προς τους χειρισμούς για την προώθησή τους. Εκτός όλων των άλλων, είναι αποκαλυπτικό ότι τα περισσότερα νομοθετήματα επιχειρούν συστηματικά δια της πλαγίας οδού (με την απλή κοινοβουλευτική πλειοψηφία που διαθέτει η κυβέρνηση και με κάποια πρόσθετα δεκανίκια όπου χρειαστεί) να αχρηστεύσουν κρίσιμες δημοκρατικού χαρακτήρα συνταγματικές προβλέψεις – παιδεία, εκλογικό σύστημα, δικαιοσύνη / ισονομία των πολιτών και αύριο ίσως παραίτηση από εθνική κυριαρχία.

Ενισχύεται το ανεξέλεγκτο της εξουσίας και ο ολιγαρχικός χαρακτήρας της

Ιδιωτικά πανεπιστήμια: πολλαπλές οι στοχεύσεις. Κατ’ αρχάς και με δεδομένο το πλούσιο ιστορικό αποτυχημένων προσπαθειών για την επιβολή τους, η κίνηση γίνεται («τώρα που μπορούμε») με μη αποκρυπτόμενους όρους ρεβάνς απέναντι στις δημοκρατικές και λαϊκές κατακτήσεις της μεταπολιτευτικής περιόδου, απέναντι στις προτεραιότητες και τα ενδιαφέροντα της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας. Επιπλέον πανωσηκώνονται οι επόμενοι όροφοι δημιουργίας μιας Ανώτατης Εκπαίδευσης ελεγχόμενης κοινωνικής πρόσβασης αλλά και προσδεμένης στις βουλές, ευμετάβλητες ούτως ή άλλως, μεγαλοεταιρικών συμφερόντων. Οι χειρισμοί κατευθύνονται εκτός των άλλων και προς την «ιδιωτικοποίηση» με πολλαπλούς τρόπους του Δημόσιου Πανεπιστημίου και την ολοκληρωτική μετατροπή του σε εταιρεία (ή καλύτερα θυγατρική εταιρεία). Είναι τυπικό το μοτίβο επιχειρούμενων συναινέσεων στη βάση νέων κοινωνικών μπλοκ που πάνε να δημιουργηθούν εδώ. Με τον συνδυασμό διδασκομένων που έχουν τα μέσα να αγοράσουν γνώση ή απλά ένα «χαρτί», διδασκόντων που προσελκύονται να πουλήσουν με τους χείριστους κοινωνικά «ιδιωτικούς-κερδοσκοπικούς» όρους τα προσόντα τους και νησίδων επαγγελματιών εξασφαλισμένα αποστειρωμένων πολιτικά και ελεγχόμενων κοινωνικά. Κυρίως δικηγόροι σε μεγάλες εταιρείες, μάνατζερ-στελέχη επιχειρήσεων, μηχανικοί σε τεχνολογίες αιχμής, και γιατροί επίσης που αποτελούν ένα ξεχωριστό κεφάλαιο.

Ρυθμίσεις γάμου ομοφύλων: Εδώ η κυβέρνηση αλλά και σύμπασα η «δικαιωματική αριστερά» κόπτεται για την κατοχύρωση των όσο δεν πάει άλλο ιδιωτικοποιημένων και αποπολιτικοποιημένων «δικαιωμάτων» (!) των μειοψηφιών. Και μόνο η σχέση κυβερνώντων αλλά και αντιπολιτευομένων με τα δικαιώματα (ατομικά και συλλογικά) της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας που δεν έχουν πάψει τα τελευταία χρόνια να τα κουτσουρεύουν ή και να τα καταργούν συστηματικά, οφείλει να μας προϊδεάσει για την ποιότητα των «ιδιωτικών δικαιωμάτων» που τώρα εισάγονται και των σκοπιμοτήτων που εξυπηρετούνται. Επιπλέον η δυσαναλογία ανάμεσα στον επιδεικνυόμενο ζήλο της προωθούμενης ρύθμισης και στην τυπικά πολύ μικρή κοινωνική ομάδα που αφορά αυτή άμεσα, πείθει για το ότι οι τέτοιες ρυθμίσεις χρησιμεύουν ως πρώτο βήμα για άλλες πολύ πιο επιδραστικές αλλαγές – αποδιαρθρώσεις που αφορούν τις πλευρές εκείνες της οικογένειας που αποτελούν βάση στήριξης προκειμένου να σταθεί κανείς κάπως απέναντι στην εκμετάλλευση με όρους αξιοπρέπειας. Για να μην επεκταθούμε εδώ στη λύσσα με την οποία αναζητούνται διαρκώς παραδείγματα για την οργάνωση της δημόσιας συζήτησης αλλά και ολέθριων κοινωνικών διαχωρισμών, με τους όρους της πολιτικής της ακύρωσης (woke). Τα έμφυλα ζητήματα είναι προνομιακό πεδίο άσκησης τέτοιας πολιτικής στην τρέχουσα αποπολιτικοποιημένη τους μορφή ατομισμού.

Επιστολική ψήφος: Εδώ το πρόσχημα είναι η διευκόλυνση της άσκησης του εκλογικού δικαιώματος και η μείωση της αποχής. Στην πραγματικότητα προωθούνται ρυθμίσεις που ανοίγουν δρόμους για την δραστική φαλκίδευση της εκλογικής διαδικασίας. Τέτοιες που συνδράμουν σκόπιμα την αποπολιτικοποίηση και την παθητικοποίηση, διευκολύνοντας κουλτούρες ιδιωτείας, και αμερικανοποίησης της πολιτικής ζωής. Ρυθμίσεις που δίνουν άνετες δυνατότητες χειραγώγησής του ψηφοφόρου (το παραβάν τουλάχιστον εξασφαλίζει με δημόσια ευθύνη τη μυστικότητα της επιλογής) και δημιουργούν το έδαφος για νόθευση του αποτελέσματος (προβλέπεται ότι η ίδια η μεταφορά και η επίδοση της επιστολής θα γίνεται από ιδιώτες!). Επιπλέον κάνουν ακόμα πιό ασαφές και μη ελέγξιμο το εκλογικό σώμα τουλάχιστον σε ό,τι αφορά το ποιοί μπορούν να περιλαμβάνονται στην ψήφο των αποδήμων ανάλογα με τους κάθε φορά προωθούμενους σχεδιασμούς. Μεταρρυθμίσεις αυτού του είδους δεν γίνονται βεβαίως εν κενώ. Έχουν προηγηθεί όλα τα περί εκλογικών δικαιωμάτων των αποδήμων με τρόπους που τείνουν να αλλοιώσουν το πολιτικό σώμα που αποφασίζει την κυβέρνηση της χώρας. Όλα τα παραπάνω υπερβαίνουν κατά πολύ το επίπεδο μιας επιμέρους παραβίασης του Συντάγματος. Κινούνται σε τροχιά σοβαρών αλλοιώσεων της συγκρότησης της Πολιτείας και του πολιτεύματος. Καθόλου τυχαία άλλωστε προέρχονται από την ίδια πολιτική μήτρα προτάσεων περί νέας απολυταρχικής παγκόσμιας διακυβέρνησης που ήδη μας εξηγούν θρασύτατα ότι ήρθε η ώρα να καταργηθούν οι εκλογές γιατί καταλήγουν «ασύμφορες»! (Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ – ομιλία Κλάους Σβάμπ το 2023).

Οι ρυθμίσεις για την επιστολική ψήφο ανοίγουν δρόμους για τη δραστική φαλκίδευση της εκλογικής διαδικασίας. Συνδράμουν σκόπιμα στην αποπολιτικοποίηση και στην παθητικοποίηση, διευκολύνοντας κουλτούρες ιδιωτείας, και αμερικανοποίησης της πολιτικής ζωής

Αλλά αυτή η πορεία δεν είναι απρόσκοπτη (παρά το 41%)

Μια πρώτη δυσκολία που θέτει όρια στις επιδιώξεις του συστήματος Μητσοτάκη να ελέγξει και να μοιράσει αποκλειστικά το παιχνίδι (η ουσία του επιτελικού κράτους) προκύπτει από τις αναμενόμενες αντισυσπειρώσεις άλλων κέντρων εξουσίας. Δεν είναι ασφαλώς ανεξήγητες οι επαναλαμβανόμενες πλαγιοκοπήσεις του από ευρωπαϊκά κέντρα ισχύος, αξιοποιώντας πολλά από «τα άπλυτα» που τον βαραίνουν. Ξένες πρεσβείες, επιμέρους οικονομικά και άλλα μεγάλα συμφέροντα άλλωστε, μεταφέρουν τα υπολογίσιμα πεδία αντιθέσεών τους εντός του ελληνικού πολιτικού συστήματος. Στα παραπάνω πρέπει να προστεθούν οι όχι και τόσο αφανείς σχεδιασμοί του αμερικανικού παράγοντα για συνολικότερες αναδομήσεις του ελληνικού πολιτικού συστήματος που φαίνεται να σχετίζονται με εκτιμήσεις για τη δομική εξάντληση των εφεδρειών εντός του.

Από την άλλη, η ακολουθούμενη κυβερνητική πολιτική είναι πολύμορφα επιθετική απέναντι στη μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία, σε συνδυασμό με ένα κύμα ακρίβειας-ληστείας της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας, χωρίς τέλος. Η επιθετική προώθηση ενός νέου μεταλλαγμένου, όλο και πιό αυταρχικού και κοινωνικά ληστρικού καθεστώτος δεν θα μπορούσε να σταθεί χωρίς τη δομική συμβολή και της κεντροαριστερής συστημικής «αντιπολίτευσης» σε ειδικούς εθνοαποδομητικούς ρόλους «δικαιωματισμού». Έτσι η αδύναμη παθητικότητα που προκαλεί η απουσία προοπτικής στα λαϊκά στρώματα συνυπάρχει με την αύξηση της αποξένωσής τους από το πολιτικό σύστημα. Όμως κάτω από την αφωνία δεν παύει να μαζεύεται κοινωνική δυσφορία και εύφλεκτα υλικά και αυτό το γνωρίζουν οι δυνάμεις της εξουσίας. Με δημοκρατία δεν μπορούν να εφαρμόζονται τέτοιες πολιτικές επί μακρόν.

Τον δρόμο προς τον «νέο» απολυταρχισμό τον δείχνουν οι ευρωατλαντικές ελίτ

Ανάλογη είναι η κοινωνική δυσφορία σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Οι ελίτ κινούνται συστηματικά για την αντιμετώπισή της. Αξιοποιώντας στο έπακρο μια σειρά τεχνοπολιτικών δοκιμών άσκησης βιοπολιτικού ελέγχου από τον καιρό της πανδημίας (σε περίοπτη θέση «οι κάμερες παντού» και τα παιχνίδια με την κοινωνική ανασφάλεια καθώς και η αξιοποίηση της τηλε-εργασίας / τηλε-εκπαίδευσης για την παγίωση νέων καθεστώτων αποδυνάμωσης των αντιστάσεων πρέπει να τύχουν της προσοχής μας) οικοδομούν σταθερά ένα πανεποπτικό κράτος. Παράλληλα επιχειρείται συστηματικά να «φυτευτούν» μεγάλοι κοινωνικοί διαχωρισμοί και να στριμωχτούν οι αντισυστημικές διαθέσεις σε ακροδεξιά κατεύθυνση χωρίς αυτή η τελευταία πάντως να αναλαμβάνει τον οργανικό ρόλο του ναζισμού ή του φασισμού του μεσοπολέμου. Αντίθετα η «φασιστικοποίηση» του σήμερα προέρχεται σαφώς από το «ακραίο κέντρο». Και τα μοτίβα της που αναφέραμε πιό πάνω δεν είναι αποκλειστικά ελληνική εφεύρεση. Αντίθετα, εντυπωσιάζει ο ενιαίος χαρακτήρας των «δικαιωματισμών», και όλων των άλλων εργαλείων των ευρωατλαντικών ελίτ.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!