Δημοψήφισμα μεν, αλλά μόνο για τον «Καλλικράτη»
Του Χρήστου Καραμάνου
Με δεδομένη την κεντρική επιλογή ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ. για αποπολιτικοποίηση των αυτοδιοικητικών εκλογών, η ρήση του Γ. Παπανδρέου στο Εθνικό Συμβούλιο του ΠΑΣΟΚ την Τρίτη για δημοψηφισματικό χαρακτήρα των εκλογών ήταν κάτι που ξάφνιασε.
Βέβαια, η διατύπωσή του είναι σχετικά διφορούμενη. «Είναι δημοψήφισμα υπέρ ή κατά αυτών των μεγάλων αλλαγών, είναι δημοψήφισμα για τον ίδιο τον ‘‘Καλλικράτη’’ και την επιτυχία του», είπε συγκεκριμένα. Υπάρχει άραγε κάποια τροποποίηση και που οφείλεται;
Η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ βλέπει ότι η γραμμή της αποπολιτικοποίησης τροφοδοτεί τις φυγόκεντρες τάσεις και αφήνει χώρο ειδικά στις δυνάμεις της Αριστεράς για να δώσουν αυτές ριζοσπαστικό πολιτικό περιεχόμενο στις εκλογές –είναι άλλο ζήτημα αν και κατά πόσο η Αριστερά ανταποκρίνεται σε αυτό. Το επιτελείο του Γ. Παπανδρέου βλέπει, παράλληλα, τους υποψήφιους του ΠΑΣΟΚ να δυσκολεύονται να συγκεντρώσουν ποσοστά ακόμη και της τάξης του 25%, δηλαδή μεγέθη που είναι πολύ μικρότερα από την παραδοσιακή βάση εκκίνησης των κομμάτων του δικομματισμού. Βλέπει να πληθαίνουν τα «αντάρτικα» ψηφοδέλτια. Και φυσικά γνωρίζει τη μεγάλη δυσαρέσκεια μέσα στην ίδια την κομματική βάση του ΠΑΣΟΚ και ειδικά στο συνδικαλιστικό τομέα. Εκτιμά, λοιπόν, ότι η τοποθέτηση ενός διλήμματος, «υπέρ ή κατά των μεγάλων αλλαγών», είναι αναγκαία και ελπίζει ότι έτσι θα συσπειρωθούν οι κομματικοί ψηφοφόροι. Είναι, όμως, ενδεικτικό του φόβου που διακατέχει το επιτελείο του ΠΑΣΟΚ, ότι ο εντοπισμός του δημοψηψισματικού χαρακτήρα των εκλογών γίνεται στο ζήτημα του «Καλλικράτη» και μόνον και μάλιστα ξεκομμένα από το γενικότερο πλαίσιο που τον γέννησε (Μνημόνιο και τρόικα) και, μάλιστα, χωρίς καμιά ενημέρωση για τις πραγματικές συνέπειες του Καλλικράτη σε απολύσεις, σε καταβαράθρωση του κοινωνικού κράτους κ.λπ. Γιατί, αν οι εκλογές έπαιρναν έναν χαρακτήρα «ναι ή όχι στην κυβέρνηση», «ναι ή όχι στο Μνημόνιο και στην τρόικα», τότε το ρίσκο θα ήταν μεγάλο. Και ένα ενδεχόμενο «όχι», απότοκο της μεγάλης λαϊκής οργής, θα είχε καθοριστικές επιπτώσεις συνολικά στο νέο καθεστώς που εγκαθιδρύεται με την τρόικα. Στόχος του Γ. Παπανδρέου είναι μέσα από τις κάλπες του Νοέμβρη να βγει αυτό το νέο καθεστώς αλώβητο. Και χρησιμοποιούν κάθε εργαλείο γι’ αυτό, με πρώτο και κύριο την απολιτικοποίηση και εν συνεχεία τα ελεγχόμενα διλήμματα -ακόμη και ελεγχόμενες «αντάρτικες» υποψηφιότητες, που σε τελική ανάλυση «δεν θέλουν να προκαλέσουν πρόβλημα στην κυβέρνηση».
Το φόβο για τις κάλπες της 7ης Νοέμβρη δείχνει, επίσης, η όλη τακτική Παπανδρέου στη ΔΕΘ. Στηριζόμενος στην εικονική πραγματικότητα και στη διαστρεβλωτική δύναμη των ΜΜΕ, επιχείρησε να πείσει ότι η οικονομία είναι σε καλό δρόμο, την ίδια στιγμή που είναι σοκαριστικά ακόμη και τα επίσημα μεγέθη για την ανεργία και την ανάπτυξη (σωστότερα: συρρίκνωση) της παραγωγής. Παράλληλα, μετατόπισε το χρόνο ανακοίνωσης των νέων φοροεισπρακτικών μέτρων για μετά τις εκλογές.
Για το διπλασιασμό της τιμής στο πετρέλαιο θέρμανσης είπε χαρακτηριστικά ότι «δεν υπάρχει μηχανισμός αναδιανομής και μέχρι να γίνει δεν συζητείται το θέμα». Διατύπωση που επιβεβαιώνει ότι ετοιμάζεται αυτό το μέτρο, αλλά ο Γ. Παπανδρέου, συνεπής με τις γνωστές πονηριές του παλαιοκομματισμού τον οποίο τάχα καταγγέλλει, δεν θέλει να πάει ο κόσμος στις κάλπες, έχοντας πληρώσει το πετρέλαιο θέρμανσης σε διπλάσια τιμή. Πράγμα που από μόνο του και σε συνδυασμό με την ακρίβεια και την άγρια φορολογική αφαίμαξη του λαού θα μπορούσε να μετατρέψει τις εκλογές σε δημοψήφισμα κατά της κυβέρνησης. Είναι φανερό ότι η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ επιχειρεί να κινηθεί πάνω σε κινούμενη άμμο. Το ζήτημα πλέον είναι τι κάνει η Αριστερά.
Πρωθυπουργεύων ο Ραγκούσης
Μετά τον ανασχηματισμό και με φόντο την υπερσυγκέντρωση εξουσίας στο νέο πρωθυπουργικό «οβάλ γραφείο», ήρθε η ανακοίνωση των αρμοδιοτήτων τις οποίες αποκτά ο Γ. Ραγκούσης –και οι οποίες είναι πολύ περισσότερες από εκείνες του υπουργού Εσωτερικών. Στην πράξη, ο Γ. Παπανδρέου του αναθέτει ρόλο «αντ’ αυτού». Κι έτσι έχουμε μια κυβέρνηση που εκτός από 7 αναπληρωτές υπουργούς (χωρίς αρμοδιότητες αλλά με πολλές φιλοδοξίες), εκτός από έναν αντιπρόεδρο της κυβέρνησης, έχει πλέον κι έναν αναπληρωτή πρωθυπουργό. Η αντίδραση του Θ. Πάγκαλου, που είχε κομπάσει ότι δεν μπορεί να δεχτεί καπέλο από κανένα, δεν έχει ακόμη εκδηλωθεί. Έτσι, προς το παρόν, συσσωρεύονται οι αντιθέσεις και τα αντικρουόμενα συμφέροντα στο εσωτερικό της κυβέρνηση ανδρείκελων Νο2. Η ώρα της αποσύνθεσης δεν είναι μακριά, ειδικά αν ενεργοποιηθεί ο κρίσιμος καταλύτης – η λαϊκή οργή.