Την στιγμή που ο Έλληνας υπουργός Άμυνας Αποστολάκης επισκέπτεται τις ΗΠΑ και «ενημερώνει» το Κογκρέσο και τους ομολόγους του υπουργούς για την επιθετική συμπεριφορά της Τουρκίας, η Άγκυρα συνεχίζει το καθημερινό σκηνικό προκλήσεων σε Αιγαίο και Κύπρο. Τουρκικά μαχητικά πετούν πάνω από κατοικημένα ελληνικά νησιά, ενώ ο τουρκικός στόλος συνοδεύει για πάνω από ένα μήνα το γεωτρύπανο που επιχειρεί μέσα στην Κυπριακή ΑΟΖ.
Ο Έλληνας υπουργός εξέφρασε για άλλη μια φορά τις «ανησυχίες» του για την πρόκληση ατυχήματος ή και θερμού επεισοδίου την προεκλογική περίοδο, χωρίς να αποσπάσει, πέρα από λόγια, καμιά ουσιαστική δέσμευση από την αμερικάνικη πλευρά για την αποτροπή της τουρκικής επιθετικότητας.
Παρά το γεγονός ότι η Άγκυρα εξέδωσε νέα ανακοίνωση που καταδικάζει την Ελλάδα, αλλά και κάθε ΝΑΤΟϊκή χώρα που χρησιμοποιεί τα λιμάνια της Λήμνου στις περιπολίες τους στην περιοχή, ως έμπρακτη απόδειξη παραβίασης της συνθήκης της Λωζάνης, η ελληνική διπλωματία δεν έχει καταφέρει να αναδείξει στις πραγματικές της διαστάσεις την επιθετικότητα της Τουρκίας, ούτε να πετύχει διεθνή καταδίκη για το σκηνικό πολέμου που συντηρεί στη Ν.Α. Μεσόγειο.
Δεν αποτελεί σώφρονα επιλογή να «ποντάρονται» όλα τα χαρτιά στην πρόβλεψη ότι οι συνομιλίες ΗΠΑ-Τουρκίας θα καταρρεύσουν και η ρήξη θα ολοκληρωθεί. Πρώτον, γιατί αυτό δεν είναι σίγουρο και, δεύτερον, γιατί, αν τελικά πραγματοποιηθεί, κανένας δεν εγγυάται ότι δεν θα είναι προσωρινό. Εκείνο που μένει είναι ότι στη διελκυστίνδα των διαπραγματεύσεων έχει τεθεί εν αμφιβόλω η ειρήνη στο Αιγαίο και η ακεραιότητα της χώρας
Ο Ευ. Αποστολάκης υπεραμύνθηκε της πολιτικής συνέχισης των διμερών συνομιλιών περί δήθεν οικοδόμησης Μέτρων Εμπιστοσύνης παρά το γεγονός ότι η Τουρκία κουρελιάζει καθημερινά κάθε συμφωνία. Η κυβέρνηση επιμένει στην εφαρμογή μιας, διατεταγμένης από τις ΗΠΑ, πολιτικής κατευνασμού του τουρκικού επεκτατισμού που έχει αποδειχθεί, εδώ και πολύ καιρό, αναποτελεσματική. Η Αθήνα έχει εναποθέσει τις ελπίδες της για αποτροπή επώδυνων εξελίξεων στο Αιγαίο στις πρωτοβουλίες της Ουάσιγκτον και έχει αποδεχθεί να αποτελούν ζητήματα της δικής της εθνικής κυριαρχίας ως σημείο διαπραγμάτευσης και διευθέτησης των αντιθέσεων μεταξύ δύο ξένων χωρών, των ΗΠΑ και της Τουρκίας.
Η κυβέρνηση συνεχίζει τις συνομιλίες με την Τουρκία, παρά το γεγονός ότι η τελευταία απειλεί ευθέως και έμπρακτα την κυριαρχία της επί των συνόρων και των διεθνών συνθηκών που τα ορίζουν. Δίνει έτσι την εντύπωση ότι οι παράνομες τουρκικές διεκδικήσεις μπορούν να διευθετηθούν στα πλαίσια ενός διμερούς διαλόγου, στον οποίο η Τουρκία συμμετέχει αμφισβητώντας κάθε πρόβλεψη του διεθνούς Δικαίου. Κατά αυτό τον τρόπο δημιουργούνται αρνητικά νομικά δεδομένα και κυρίως ακυρώνεται στην πράξη η ισχύς κάθε μελλοντικής πρωτοβουλίας αποτροπής τετελεσμένων στο Αιγαίο.
Στην πραγματικότητα, με τη στάση της η ελληνική κυβέρνηση εξυπηρετεί πλήρως τις προθέσεις των ΗΠΑ να κερδίσουν χρόνο στο γεωπολιτικό παιχνίδι αποτροπής της απώλειας ελέγχου της Τουρκίας από τη δυτική συμμαχία.
Οι πιέσεις αποτροπής της πραγματοποίησης αγοράς και εγκατάστασης των ρωσικών πυραύλων συνεχίζονται μέσα σε ένα αντιφατικό και διφορούμενο κλίμα από τα διάφορα κέντρα εξουσίας των ΗΠΑ. Οι σκληρές προειδοποιήσεις της διακομματικής επιτροπής του Κογκρέσου αντιφάσκουν με δηλώσεις άλλων αξιωματούχων, αλλά και με την ανακοίνωση συνάντησης των προέδρων Τραμπ και Ερντογάν στο τέλος του μήνα.
Οι τελικές αποφάσεις δεν έχουν παρθεί ακόμα και όλα είναι στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Σε αυτό το κλίμα δεν αποτελεί σώφρονα επιλογή να «ποντάρονται» όλα τα χαρτιά στην πρόβλεψη ότι οι συνομιλίες ΗΠΑ-Τουρκίας θα καταρρεύσουν και η ρήξη θα ολοκληρωθεί. Πρώτον, γιατί αυτό δεν είναι σίγουρο και, δεύτερον, γιατί, αν τελικά πραγματοποιηθεί, κανένας δεν εγγυάται ότι δεν θα είναι προσωρινό. Εκείνο που μένει είναι ότι στη διελκυστίνδα των διαπραγματεύσεων έχει τεθεί εν αμφιβόλω η ειρήνη στο Αιγαίο και η ακεραιότητα της χώρας.
Σ. Π.