Συνέντευξη στον Σταμάτη Μαυροειδή.

Ο Νίκος Λεβέντης πρωτοεμφανίσθηκε στα γράμματα στις αρχές της δεκαετίας του ’70 με το Ουράνιο Μέλλον, μία συλλογή που μάλλον δεν συμβάδιζε με το ποιητικό κλίμα της εποχής. Μετά τη γνωριμία του στο Παρίσι με τον Κωστή Παπαγιώργη και τον Αντώνη Ζέρβα, αποφασίζουν από κοινού την έκδοση ενός αριστοκρατικού περιοδικού με τον τίτλο Χώρα που έμελλε να είναι ολιγόζωο (1976-1977). Έκτοτε, γράφει και εκδίδει ποιητικές συλλογές χωρίς και ποτέ να ενοχλείται από την περιορισμένη υποδοχή των γραπτών του.

Άνθρωπος με ξεχωριστή προσωπικότητα και χιούμορ, παραμένει μία από τις διαλεκτές και χαμηλόφωνες φιγούρες των ελληνικών γραμμάτων, καθώς η ποίησή του -ανεξάρτητα από την υποδοχή που της επιφυλάσσεται- συνδιαλέγεται δημιουργικά με τη νέα πραγματικότητα και τις προκλήσεις της. Παρ’ ότι -κατά τα λεγόμενά του στη συνέχεια- η ποίηση έχει πάψει να μιλά στις ψυχές των ανθρώπων, ο ίδιος επιμένει σ’ αυτήν με μια απίστευτη εμμονή. Μερικούς από τους λόγους αυτής της αφοσίωσης θα τους βρείτε στη συνέντευξη που παραχώρησε στον Δρόμο.

Εμφανιστήκατε στα γράμματα πριν από σαράντα, περίπου, χρόνια. Θα ήθελα να μου πείτε ποιες ήταν οι τότε προσδοκίες σας, αλλά και πώς φτάσατε στην έκδοση του περιοδικού Χώρα.
Όταν το 1976, μαζί με τον Αντώνη Ζέρβα και τον Κωστή Παπαγιώργη ξεκινήσαμε το περιοδικό Χώρα, ήμασταν νέοι. Ζούσαμε στο εξωτερικό, στη Γαλλία, και είχαμε όπως οι νέοι κάθε εποχής τις ελπίδες ότι διά του περιοδικού θα βρίσκαμε ένα γόνιμο χώρο για τα γραπτά μας – όχι βέβαια μονάχα τα δικά μας. Το περιοδικό ήταν ολιγόζωο για κάποιες αιτίες που θα έλεγα ότι άπτονται κι αυτές της νεότητος. Δεν είχαμε, δηλαδή, την επιμονή -ίσως γιατί ζούσαμε κι έξω- να το συνεχίσουμε και να πάρει το χώρο του ευρύτερα στην ελληνική κοινωνία. Πριν από τη Χώρα και μετά από αυτήν είχα συνεργαστεί και με άλλα περιοδικά και γενικά τα περιοδικά με αντιπροσώπευαν πάντοτε. Είτε όταν διάβαζα παλιά τις Εποχές ή τη Νέα Εστία ή όταν βρέθηκα για ένα φεγγάρι στην εκδοτική ομάδα του περιοδικού Πλανόδιον και με κείμενά μου, στο εξαιρετικό περιοδικό Εκηβόλος και άλλα έντυπα.

Γιατί Χώρα κ. Λεβέντη;
Είναι, νομίζω, από τα πιο επιτυχημένα πράγματα του περιοδικού ο τίτλος. Χώρα, είναι μια λέξη εύσημη γιατί είναι η χώρα του νησιού, ο γεωγραφικός τόπος που δηλώνεται έντονα, ιδιαίτερα στη νησιά, και μαζί είναι κι ένας φιλοσοφικός όρος απ’ τον Τίμαιο, αν θυμάμαι καλά, που σημαίνει και χώραν και γένεσιν. Με τη σημερινή εμπειρία θα έπρεπε να βάλουμε σε παρένθεση (Χώρια) γιατί μετά ο καθένας πήρε το δικό του συγγραφικό δρόμο.

Πιστεύετε ότι η ποίηση λειτουργεί στο δημόσιο χώρο, ότι διαδραματίζει ουσιαστικό ρόλο ή μήπως αποτελεί, πλέον, μέρος του θεάματος;
Ήδη η λέξη «λειτουργεί» με συγκινεί ιδιαίτερα, γιατί είναι μια λέξη που υπάρχει άπαξ. Ο λείτος, είναι ο λαός δηλαδή έργο για το λείτο. Η ποίηση είναι η μεγάλη μας παρακαταθήκη, η μεγάλη παράδοση του ελληνικού λόγου. Και αυτό που σήμερα μας απασχολεί και μας θλίβει είναι ότι έχει πάψει να μιλάει στις ψυχές των ανθρώπων. Δηλαδή το θέαμα, η εικόνα και μάλιστα η άμεση εικόνα όχι η νοητική (εννοώ η ποίηση) δεν αγγίζει τους ανθρώπους, ενώ αντίθετα η εικόνα κάθε μορφής αποτελεί ένα κομμάτι της πνευματικής τους ανάγκης.

Σας ενοχλεί η περιορισμένη υποδοχή του έργου σας από κοινό και κριτικούς;
Δεν ξέρω αν έχω έργο και αν αυτό το πράγμα θα έχει συνέχεια, αν δηλαδή θα διαβάζεται όταν εγώ θα πάψω να υπάρχω. Δεν με απασχολεί καθόλου. Έχω κάποιους φίλους αναγνώστες που αρέσκονται στο να διαβάζουν ποιήματά μου. Και νομίζω ότι αυτό δεν θα έπρεπε να απασχολεί κανέναν.

Διατηρείτε σχέσεις με άλλους ποιητές;
Βεβαίως διατηρώ σχέσεις με άλλους ποιητές, εννοώ συνομηλίκους ή και νεότερους κι έχω κάμποσες κριτικές δημοσιευμένες – το πλείστον θετικές. Προσπάθησα να δω το θετικό του καθενός. Και θα μπορούσα, αν η ποίηση είχε μιαν ανταπόκριση, να συνεχίσω να γράφω.

Ποιος είναι ο ρόλος της ποίησης στο σύγχρονο λογοτεχνικό σκηνικό;
Δεν υπάρχει ρόλος της ποίησης. Ή μιλάει στους ανθρώπους ή δεν μιλάει. Αυτή τη στιγμή ζούμε την εποχή όπου η ποίηση δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες και οι λόγοι είναι πολλαπλοί: τόσο ενδογενείς καθώς μια κρυπτική της πλευρά την απομάκρυνε από ένα κοινό νόημα, αλλά και μια εξωστρέφεια του κοινού που θέλγεται από την εικόνα.

Η γνώμη σας για τη σύγχρονη ποιητική παραγωγή;
Το παράδοξο είναι ότι η ποιητική δημιουργία δεν έχει πάψει ποτέ στην Ελλάδα. Και αυτό είναι ένα θετικό παράδοξο, διότι γράφεται καλή ποίηση – πολύ καλύτερη από την πρόζα. Υπάρχουν καλοί ποιητές -πόσο θα διαρκέσουν είναι άγνωστο- πάντως γράφεται μια ποίηση ισάξια της ευρωπαϊκής δημιουργίας. Και δεν είναι εντελώς παράδοξο, διότι η ποίηση είναι η μεγάλη μας παράδοση. Όχι ότι δεν υπάρχουν καλοί ζωγράφοι ή μουσικοί, αλλά η αράγιστη παράδοση από την εποχή του πολιτικού στίχου από την εποχή των εθνικών λογοτεχνιών το 10ο και 11ο αιώνα είναι η ποιητική δημιουργία.

Καλή ποίηση μπορεί να γράφεται, «οδηγός» που να οδηγεί το κοινό σ’ αυτήν υπάρχει;
Υπάρχει ένας τεράστιος γιγαντισμός εκδόσεων κι αυτό το πληρώνει και η αγορά. Δεν υπάρχουν οδηγοί κι όταν υπάρχουν δεν είναι καθαροί, είναι ιδιοτελείς είναι συστημένες κριτικές και υποβολιμαίες. Παρ’ όλα αυτά, με τα χρόνια κάτι ξεχωρίζει, κάτι μένει. Η ίδια η εμμονή είναι ένας οδηγός κι αυτή πρέπει να επιβραβεύεται γιατί υπάρχουν διάττοντες αστέρες οι οποίοι δίνουν κάτι και χάνονται. Σημασία στην ποίηση έχει αυτή καθαυτή η εμμονή, δηλαδή να συνεχίζεις και να μην ψευτίζεις τη δουλειά σου. Να κάνεις αυτό που μπορείς. Μπορεί να μην είναι κάτι το εξαιρετικό, είναι όμως σαν να ξεχερσώνεις ένα χωραφάκι…Τώρα, τι μορφής αναγνώστες προκύπτουν, σίγουρα δεν είναι οι καλύτεροι γιατί δεν υπάρχει κανόνας που να στρέφει τους ανθρώπους στο καλύτερο, είναι όλα ένα τεράστιο παζάρι, μια τεράστια αγορά. Και μόνο η λέξη μας φοβίζει πλέον, διότι δεν ξέρουμε τι φάσμα είναι αυτές οι αόρατες και ταυτόχρονα ληστρικές αγορές. Μοιάζουν με τις μηχανές του μυθιστορήματος του Χάξλεϊ Γενναίος, καινούργιος κόσμος.

Με ποιους ποιητές σας συνδέουν εκλεκτικές συγγένειες ή έστω σε ποιους ανατρέχετε συχνά;
Ξεκίνησα με τον Σολωμό -που μ’ ακολουθεί σ’ όλη μου τη ζωή- και τον Σικελιανό. Στο διάβα του χρόνου κατάλαβα το μεγαλείο του Καβάφη που είναι και μια ελπίδα για τη σύνολη ποίηση παγκοσμίως. Το ενδιαφέρον, παγκοσμίως, για τον Καβάφη είναι μοναδικό και εκπληκτικό. Είναι ένας γέροντας αγέραστος. Και βέβαια μετά γνώρισα τη γενιά του ’30 τους Σουρεαλιστές και άλλους ποιητές, τον Σαραντάρη που πάντα με συγκινεί, αλλά και σύγχρονους ποιητές για τους οποίους έχω γράψει….

Τα ερωτήματα που ενεργοποιούν την έμπνευσή σας;
Πρωταρχικό ερώτημα είναι ότι ζεις σε μια χώρα και αναπνέεις, ότι μιλάς μια γλώσσα ιστορική και μοναδική γιατί εξέθρεψε πολιτισμούς. Δεν είναι μόνο η μεγάλη αρχαιότητα, είναι το Βυζάντιο, είναι ο νεότερος πολιτισμός. Αυτός είναι πλούτος για ένα νέο άνθρωπο. Δεν είμαστε σε μια άγονη περιοχή.

Εστιάζετε πολύ στη γλώσσα νομίζω…
Η γλώσσα είναι κυρίαρχη, διότι αν δεν μάθεις τη γλώσσα, αν δεν τη ζήσεις βαθιά ψυχικά και πνευματικά δεν μπορείς να γράψεις ποίηση. Γιατί η γλώσσα είναι και αδιάψευστος μάρτυρας της αυθέντικότητάς σου. Κανένας θεατρινισμός δεν χωράει στην ποίηση και κυρίως η φήμη για την οποία κάποιος Ευρωπαίος ποιητής έλεγε ότι είναι δημόσια κατεδάφιση, δεν πρέπει να σε απασχολεί.

Τι είναι, τελικά, για σας η ποίηση κ. Λεβέντη;
Η ποίηση είναι καθολικότητα, απευθύνεται σε όλες τις δυνάμεις της ψυχής: το πνεύμα, η ψυχή, το σώμα συμμετέχουν όλες. Πέρα από τους ωραίους ορισμούς που της έχουν δοθεί, ο πιο εύστοχος ίσως δόθηκε από τον Ναπολέοντα. Η ανάπτυξη όλων των ιδιοτήτων μας!

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!