Η εδώ και μήνες επιδιωκόμενη επαναπροσέγγιση Ελλάδας και Τουρκίας είναι εμφανές πως έχει έντονο ΝΑΤΟϊκό άρωμα. Είναι οι ευρωατλαντικές προτεραιότητες για «ήρεμα νερά στο Αιγαίο» που επιβάλει τον τερματισμό των εντάσεων και τη στροφή στον διάλογο. Η Τουρκία χωρίς να παραιτείται από τις παράλογες θέσεις της απέναντι στην Ελλάδα και την Κύπρο, προσέρχεται στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για να κατοχυρώσει νέα τετελεσμένα που θα επικυρώνουν τον αναβαθμισμένο γεωπολιτικό ρόλο που επιδιώκει να έχει στην ευρύτερη περιοχή, εντός αλλά και εκτός της ευρωατλαντικής συμμαχίας. Η Ελλάδα, από την άλλη, έχει ως μοναδική προσδοκία να εξαργυρώσει με κάποια δυτική υποστήριξη τον ρόλο του δεδομένου συμμάχου που έχει επιλέξει να ακολουθήσει, μετατρεπόμενη σε ΝΑΤΟϊκό βραχίονα σε όλα τα ανοιχτά μέτωπα.
Η πρόσφατα επιβεβαιωμένη λαϊκή εντολή σε Μητσοτάκη και Ερντογάν, μετά τις σχεδόν ταυτόχρονες εκλογικές διαδικασίες σε Αθήνα και Άγκυρα ανοίγει τον δρόμο για αποκατάσταση ενός απευθείας διαύλου επικοινωνίας που θα στρώσει το έδαφος για την ήδη ανακοινωμένη, ως εκατέρωθεν πρόθεση, διαδικασία διαλόγου. Ήδη έχει γίνει γνωστό ότι Μητσοτάκης και Ερντογάν θα συναντηθούν στο περιθώριο της συνόδου του ΝΑΤΟ στο Βίλνιους της Λιθουανίας. Εκεί θα έχουν την ευκαιρία να συναντηθούν, όπως ανακοίνωσαν σε πρόσφατη τηλεφωνική τους επικοινωνία και οι νέοι ΥΠΕΞ, Γεραπετρίτης και Φιντάν – και οι δύο στενοί συνεργάτες και σύμβουλοι των Μητσοτάκη και Ερντογάν αντίστοιχα που χαρακτηρίζονται, όχι άδικα, άνθρωποι ειδικών αποστολών.
Ο Κ. Μητσοτάκης, φαίνεται να ποντάρει πολλά στο «θετικό μομέντουμ». Όπου βρεθεί και όπου σταθεί μιλάει για τις δυνατότητες που δίνει η ελληνοτουρκική επαναπροσέγγιση. Ακόμη και αν προεκλογικά σήκωσε τους τόνους για το θέμα της ανοιχτής παρέμβασης της Τουρκίας, μέσω του προξενείου της Κομοτηνής στην ψήφο της μειονότητας, δείχνει έτοιμος για υποχωρήσεις και διευθετήσεις που θα παρουσιαστούν ως αμοιβαία επωφελείς λύσεις (βλέπε τέλος υπερπτήσεων και παραβιάσεων στο Αιγαίο, επέκταση χωρικών υδάτων στα 12 ν.μ. στη Μεσόγειο, κέρδη από την ενεργειακή αναβάθμιση της περιοχής). Από την άλλη ο Ερντογάν, παρά την επιμονή στη νέα ρητορική του διαλόγου, έδειξε από την πρώτη στιγμή τις προθέσεις του επισκεπτόμενος λίγες μόνο μέρες μετά την επανεκλογή του πρώτα το ψευδοκράτος στα κατεχόμενα εδάφη της Κύπρου και στη συνέχεια το Μπακού, πρωτεύουσα του Αζερμπαϊτζάν, υποστηρίζοντας στην πράξη τα τετελεσμένα που έχει προκαλέσει η στρατιωτική επιθετικότητά του στην περιοχή. Σε δηλώσεις του μάλιστα στο πλευρό του ηγέτη του ψευδοκράτους, Ερσίν Τατάρ τόνισε πως πιθανή επανέναρξη των συνομιλιών για το Κυπριακό έχει ως προαπαιτούμενο για την Άγκυρα την αναγνώριση του ψευδοκράτους από τα άλλα μέρη, ως ισότιμης οντότητα που εκπροσωπεί τα συμφέροντα των τουρκοκυπρίων.
Η εξέλιξη της ελληνοτουρκικής προσέγγισης δεν είναι όμως ένα καθαρά διμερές θέμα. Η Άγκυρα επιδιώκει ένα παζάρι εφ όλης της ύλης με τη Δύση. Στο Βίλνιους προσέρχεται με όλα τα θέματα ανοιχτά για να πουλήσει ακριβά ενδεχόμενη υποχώρηση της στο θέμα της ένταξης της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ. Από την απαίτησή της οι χώρες της Ε.Ε. να συμμορφωθούν με τις απαιτήσεις καταστολής των Κούρδων του PKK μέχρι το ξεμπλοκάρισμα αγοράς των F-16 από τις ΗΠΑ και από τις απαιτήσεις αναγνώρισης των τετελεσμένων της κόντρα σε διεθνείς συνθήκες μέχρι την επιδίωξή της να αναγνωριστεί ως ενδιάμεσος της Δύσης με τις χώρες της Ευρασίας. Μέσα στην ατζέντα αυτή είναι και τα θέματα που άπτονται του άξονα Κύπρος-Θράκη-Αιγαίο-Μεσόγειος και αφορούν άμεσα τη χώρα μας. Οι πιέσεις για υποχωρήσεις της Ελλάδας, ως αντάλλαγμα στο ανατολίτικο παζάρι Δύσης-Ερντογάν, θα είναι μεγάλες όλο το επόμενο διάστημα, ενώ η πορεία αυτού του παζαριού θα κρίνει το βάθος και την έκβαση του προωθούμενου ελληνοτουρκικού διαλόγου.
Η χώρα μας βρίσκεται στο επίκεντρο ενός μεγάλου γεωπολιτικού αναδασμού∙ έτσι είναι ανάγκη η χώρα μας να πάψει να είναι απλά ένας «ΝΑΤΟϊκός μεντεσές» όπως θέλουν οι ελίτ της και να ανακτήσει βαθμούς κυριαρχίας και άμυνας.