Κοιτώντας διερευνητικά τους θαμώνες, καθισμένη για αρκετή ώρα σε μια καφετέρια του κέντρου της Αθήνας, η Εβίνα εστίασε την προσοχή της σε ένα νεαρό.
Ένα νέο παιδί διάβαζε μια αθλητική εφημερίδα με περισσή προσήλωση. «Να διάβαζε, άραγε, έτσι και τα μαθήματα του; Φοιτητής φαίνεται, άμα δείχνει την ίδια όρεξη, θα διαπρέψει στον επιστημονικό κλάδο… Ποιος ξέρει;».
Ο νεαρός, κάποια στιγμή, έβγαλε από το καφέ τσαντάκι του το κινητό του. Σχημάτισε έναν αριθμό και άρχισε να μιλάει με κάποιον. «Ναι, πήρα το πρωί διαρκείας. Πρέπει και εσύ, ρε, να πάρεις εισιτήριο. Μην είσαι κότα, μην πουλάς την ομάδα τώρα που σε χρειάζεται. Είναι θρησκεία η φάση, ρε… Θα τα βρεις τα ρημάδια τα λεφτά. Ας τσοντάρει ο γέρος σου, στην τελική…».
Η Εβίνα δεν κρατήθηκε. Ήθελε να πει δυο κουβέντες μαζί του. Μόλις αυτός έκλεισε το τηλέφωνο, τον πλησίασε και άρχισε να του μιλάει, με τη δέουσα ευγένεια και συγκαταβατικότητα στη χροιά της φωνής της.
– Καλά κάνεις και στηρίζεις την ομάδα σου. Μαζί σου και εγώ. Σε προβληματίζει, όμως, η κατάσταση στο ποδόσφαιρο; Σκάνδαλα, απληρωσιές, αναξιοπιστία, χρέη, κακές διαιτησίες, βία, ξυλοδαρμοί δημοσιογράφων και όλα αυτά…
– Εντάξει, χάλια είναι τα πράγματα. Αλλά, και τι μ’ αυτό;
– Θα σ’ ενδιέφερε να έχεις κάποια στιγμή λόγο στα δρώμενα; Να συμμετέχεις ενεργά, ελέγχοντας τις αποφάσεις, και αλλάζοντας το ρου της ιστορίας; Δεν θα ήθελες να απλωθεί η εξουσία στον απλό κόσμο της ομάδας σου;
– Πας καλά; Φυσικά και όχι, κυρία μου. Τι είναι αυτά που μου τσαμπουνάς; Αυτά είναι για τους καρεκλοκένταυρους και τους λεφτάδες. Τι δουλειά έχω εγώ μαζί τους; Εγώ είμαι νορμάλ τυπάκι…
– Μα, έτσι, τους αφήνεις να κάνουν ό,τι θέλουν…
– Και εγώ κάνω ό,τι θέλω, και πατσίσαμε. Τους έχω γραμμένους… Υπάρχει κάτι πιο ελεύθερο από αυτό;
Αχ, αυτή η έννοια της ελευθερίας. Πώς θα την απαγκιστρώσουμε από την ευρέως διαδεδομένη φιλελεύθερη απομίμηση-καρικατούρα της; Πώς τα νέα παιδιά θα ενδιαφερθούν για να ορίσουν αλλιώς τα πράγματα, και στον αθλητισμό, και στη ζωή;
Ξαφνικά, η Εβίνα ένιωσε να σκοτεινιάζει απότομα το οπτικό της πεδίο. Δίπλα της πέρναγε ένας ποδηλάτης, που, τελευταία στιγμή, με έναν επιδέξιο ελιγμό, ως όψιμη επίδειξη αστραπιαίων αντανακλαστικών, την απέφυγε… Η Εβίνα του αποκρίθηκε σε απολογητικό τόνο, διαισθανόμενη μια σχετική αμηχανία:
– Συγγνώμη. Ήμουν αλλού…
– Φαίνεται αυτό, δεν χρειαζόταν να μου το πείτε. Καλή συνέχεια και προσοχή. Η πόλη είναι γεμάτη κινδύνους, για να είστε τόσο αφηρημένη…
Κώστας Μαρούντας